Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΗΣ (1)


ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΗΣ


«ει γάρ η αλήθεια του Θεού εν τω εμώ ψεύσματι επερίσσευσεν εις την δόξαν αυτού, τί έτι καγώ ως αμαρτωλός κρίνομαι,».
Μετάφραση: «Ε­άν διά τoυ ψεύ­δoυς μoυ η αλή­θεια τoυ Θε­oύ κα­τε­­δεί­χθη με­γά­λη πρoς δό­ξαν τoυ, για­τί ακό­μη κα­τα­κρί­νo­μαι ως αμαρ­τω­λός;».

― Απόστολος Παύλος, Πρός Ρωμαίους Επιστολή, 3: 7. ―


1. Εισαγωγή

Μια προσεκτική μελέτη της Χριστιανικής απολογητικής από τον 1ο και 2ο αιώνα Κ. Ε. μέχρι και σήμερα (με πρώτους γνωστούς απολογητές τον Αριστείδη, 126 Κ. Ε., τον Qua­dratus – Κοδράτος –, 126 Κ. Ε., τον εκ Παλαιστίνης Ιουστίνο, «φιλόσοφο και μάρτυρα» όπως αρέσει στους Χριστιανούς να τον αποκαλούν, 140-150 Κ. Ε., κ.ά., αρκετά έργα ή αποσπάσματα των οποίων σώζονται), οδηγεί στα γενικά συμπεράσμα­τα που αναπ­τύσ­σομε εδώ περιληπτι­κά. Τα συμπεράσματά μας δεν μπορεί να είναι όλα όσα μπορούν να εξαχθούν επ’ αυτού του αχανούς θέματος. Θα αποφύγομε μερι­κά κε­φά­λαια αυτού του αχανούς θέματος, τις πιο πολ­λές λεπτομέρειες και πολλά στοιχεία για να μην επε­κτα­θούμε από άρ­θρο σε πολυ­σέ­λιδο βιβλίο. Ακόμα δεν μπο­ρούμε να καταγρά­ψο­με όλες τις σχετικές αναφορές από τη Βίβλο. Είναι υπερβολικά πολλές και θα αρκε­σ­τούμε μόνο σε ολίγες. Όμως, η διεθνής βιβλιο­γρα­φία πάνω στο θέμα μας είναι εκτε­νής και πλή­ρης ώστε ο κάθε ενδιαφερόμενος ανα­γνώ­στης και ερευνητής μπορεί να βρει ό,τι πα­ραλείπομε για να το ερευνήσει.

2. Μέθοδοι και τακτικές

Εκ πρώτης όψεως, η Χριστιανική απολογητική εμφανίζεται ως ρητορικό όργα­νο, δη­λα­δή όρ­­γανο του προφορικού και γραπτού λόγου, η χρήση του οποίου σκοπό έχει την αποσα­φήνιση, προ­βολή και απόδειξη της υπερ­τάτου και εξ απο­κα­λύψεως αληθείας των «θέ­σε­ων» της Χριστιανικής θρη­­σκείας και συνεπώς η αν­θρω­πό­τητα οφείλει να την αποδεχθεί και όχι να την διώκει. Παρά ταύτα όμως, η Χριστια­νι­κή απο­λο­γη­τι­κή παρακάμπτει πλήρως την λογική συνδιαλλαγή, την οποία διαλαλεί ο Θεός Γιαχβέχ προς τους Εβραί­ους διά του Προφήτου Ησαΐα 1: 18 «και δεύτε διαλεχθώμεν, λέγει Κύ­ριος (Γιαχβέχ)· και εάν ώσιν αι αμαρτίαι υμών ως φοινικούν, ως χιόνα λευκα­νώ, εάν δε ώσιν ως κόκ­κινον, ως έριον λευκανώ.», και κατά βάθος και ου­σία δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα κόλ­πο, μια σοφιστικοειδής (και όχι σοφι­στική) τε­χνι­κή η οποία χρησι­μο­ποιεί διά­φορα τεχνάσμα­τα, γενικο­λο­γί­ες, παραπ­λανητικές απαντήσεις, κόλπα και πα­ρό­λες, σο­φισ­τείες, τρικλοποδιές, εντυ­πώσεις, μορφα­σμούς, διάφορα σχή­μα­τα λό­γου, μπερδέ­ματα, κατάργηση ή διαστ­ροφή της λο­γι­κής με λογικά σφάλματα και άλ­ματα, κατάρ­γηση της κριτικής, συσκό­τιση της Ιστορίας, παρα­ποί­η­ση γεγο­νό­των και δεδο­μέ­νων, κλπ. για να:

(1) Δικαιολογεί με κάθε μέσο κάθε λάθος, αυθαιρεσία, αντίφαση και παραλογισ­μό που υπάρχει εν­τός της Χριστιανικής πίστεως.
(2) Να συγκρατεί τα θύματα των αδαών ή ημιμαθών και εξαθλιωμένων πιστών στις αγκάλες της Χριστιανικής πίστεως και να αρ­­πάζει εντός αυτών τους επι­πολαίους και εκείνους που δεν έχουν καμία διάθεση για έρευ­να, λογική εξέτα­ση και κρί­ση.
(3) Να χρησιμοποιεί τη γκρίνια, την ικεσία και κάθε άλλο παρόμοιο μέσο για να προ­καλεί την ανοχή, την συμπάθεια, τον οίκτο, κλπ., των μη Χριστι­ανών, αν­τιπάλων και μη, ώστε η Χριστιανική θρησκεία να καρπούται ειρη­νική συ­νύ­παρ­ξη όταν ήταν αδύνατη κατά τους τρεις πρώτους αιώνες.
(4) Να δικαιολογεί κάθε είδους βία, νοθεία και καταστροφή που ήταν προς όφε­λός της όταν έγινε ισχυρή από τον «Μέγα» Κωνσταν­τί­νο και μετά.
(5) Να επιδεικνύει ψευδόμενη κάποιες ηθικές αρχές, τελετουργίες, μυστήρια, κλπ, ως Χριστιανικές πρωτοτυπίες, ενώ όλα αυτά προ­ϋ­πήρ­χαν σε πάρα πολλές προη­γούμενες θρησκείες, διδασκαλίες, φιλοσοφικές τάσεις και σχο­λές. Με­τα­ξύ αυτών ήταν οι: Νεο-πυ­θαγόρειοι, νεο-πλατωνικοί, στωικοί, σο­φι­στές, θερα­πευτές της Αιγύπτου, γνωστικοί, ζωροάστρες, μιθραϊστές, γυ­μνοσοφι­στές (βουδιστές, ιν­δου­ι­στές), η σχολή του Εβραίου γραμματοδιδασκάλου Χιλλέλ του Πρεσβυτέρου (παπ­πού του Γαμαλιήλ των Πράξεων των Αποστόλων 5: 33-41), διάφοροι άλλοι Εβραίοι ραβίνοι, κά.
(6) Να καυχάται διά κοινωνικούς άθλους του Χριστιανισμού, τους οποίους ουδέ­ποτε διέπραξε, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται: Η κατάργηση της δου­λείας, η κα­λυτέρευση της κοινωνικής θέσεως της γυναίκας, η απεμπόληση μυ­θολογιών και δεισιδαιμο­νι­ών ως ψεύδη, κλπ.

(Εδώ οφείλομε να διευκρινίσομε ότι η σχολαστική φιλοσοφία στη Δυτική Εκκλη­σία κα­θώς και όλες οι αλλοπρόσαλλες και βίαιες προσπάθειες συνόδων κλπ. για τη διατύ­πω­ση και την κατοχύρωση του δόγ­μα­τος δεν είναι μέρος της απολογητικής και δεν πρέπει να μπερδεύονται μ’ αυτήν.).

Σήμερα, όπως και κατά την Βυζαντινή εποχή, στις διάφορες ιερατικές σχολές διδάσ­κουν το μάθημα της «ρητορικής». Αυτό δεν έχει καθόλου το νόημα που υπήρχε περί Ρητορικής στην Αρχαία Ελλάδα και Ρώμη. Όπως και σε όλη τους την δισ­χι­λι­ετή ιστο­ρία, αυτό που συνεχώς προσπαθούν να μάθουν είναι το πως θα καταφέρουν να μπα­λώ­σουν και να καμουφλάρουν τα συνεχώς προκύπ­τοντα ερωτήματα, προβλήματα, ζη­τήματα, αντιφάσεις, ανοησίες, βλακείες, κλπ, επί. της χριστιανικής πίστεως αντί να τα ξελασπώσουν με ορθά επιχειρήματα και να παρέξουν πει­σ­τι­κές απαντήσεις διά την αλήθειαν που αυτοί μόνο κατέχουν και οι άλλοι δεν ημπορούν να δουν. Προσπαθούν να ανακαλύψουν ψευδοε­πι­χει­ρήματα, μπερδέματα, υπεκφυ­γές, διαστροφές λόγων και νοημάτων, κλπ., για να αντιπα­ρέλθουν τους αντιρρησίες και αμερολήπτουςερευ­νη­τές οι οποίοι συ­νεχώς και πειστικώς ανακαλύπτουν πόσο διάτ­ρητη, φτιαχτή, επινενοημέ­νη και ψευ­δής είναι η χριστιανική θρησκεία. Πολλές φορές προκειμένου να φτάσει στα συμπε­ράσ­ματά της, η χριστιανική απολογητική εξιδανικεύει συστηματικά κάθε τι το παρά­λογο ή συμπτωματικό το οποίο ήθελε συναντήσει ή στο οποίο ήθελε σκοντά­ψει, αλλ’ όμως φαινόταν πως με την εξιδανίκευση του θα απέβαινε προς συμφέρον της, παρακάμπ­τοντας κάθε απλή ή σύνθετη λογική, κάθε απλό ή σύνθετο επιχείρημα.

Όλα αυτά φανερώ­νουν το παράλογο, το ψευδές και το ανέν­τιμο των επι­χειρη­μά­των τών χριστιανών απολογητών και θεολόγων όπως και της πίσ­τεώς των. Όλα αυτά ξεμ­προστιάζουν την κατάσταση, τον χαρα­κ­τήρα και την προσωπικότητά τους. Παρά τον παραλογισμό, το ψεύδος και το παραλήρημα τους, πολλοί απ’ αυτούς, μέσα στην σύγχυση, την πλύση εγκεφάλου και την πεποίθηση που τους διακατέχει αδυσώπητα, νομίζουν ότι καλώς πράττουν! Όμως, τόσο φτηνιά­ρι­κα και ανέντιμα είναι τα μέσα με τα οποία οι χριστιανοί απολογητές και θεολόγοι προσπαθούν να αγρεύουν και συγκ­ρατούν τους αδα­είς και τους αφε­λείς, οι οποίοι ατυχώς ή δυστυχώς αποτελούν την συντρι­πτική πλειο­ψηφία του πληθυσ­μού, στην σα­γήνη της χρισ­τιανικής πίστεως. Ιδού τα μέσα τους και ιδού τα χά­λια τους!

Με άλλα λόγια η Χριστιανική απολογητική ουδέποτε απέδειξε ούτε προσπάθησε ή έθεσε ως στόχο της το να απο­δείξει με αντικειμενικό (λογικό) τρόπο την υπέρτατη και αδιάσειστη αλήθεια αυτής της εξ αποκαλύψεως πί­στεως και συνεπώς «γνώσεως». Τέτοια από­δειξη ή προσπάθεια αποδείξεως δεν υπάρχει πουθενά. Αυτό που έκαναν όλοι οι απολογη­τές όλο κι όλο είναι με όλα τα παραπάνω αθέμιτα μέ­σα και τεχνά­σ­ματα να προσπαθούν να μπα­­­λώ­νουν τις ανοησίες, αν­τιφάσεις και τα άτοπα του Χρι­σ­τιανισμού οσά­κις οι φω­στή­ρες του προκαλούντο δι’ αυ­τά από ερευνητές και σκε­πτι­κιστές. Όμως, με μια σαφή και καθαρή απόδειξη της αλήθειας που κατείχαν θα έλυ­ναν ανά πάσα στιγμή κάθε ζήτη­μα ή ερώτημα. Αφού όπως ισχυρί­ζοντο, κατεί­χαν την υπέρ­τα­τη αλήθεια η οποία τους απο­κα­λύφθηκε άνωθεν διά θείας πα­­ρεμ­βολής, τό­τε λογικώς έπρε­πε να έχουν στη διάθεσή τους και μπό­λικους, αδιάσειστους, πειστι­κούς και ευκολο­νό­η­τους τρόπους, εν ανάγκη και αυ­τούς άνωθεν αποκα­λυ­φθέν­τας, ή του­λάχι­στον έναν τέτοιο τρόπο για να διαλύουν κάθε αμφι­βο­λία και αμφι­σβή­τηση και να απαντούν σαφώς σε κάθε ερώτηση και πρόκλη­ση πε­ρί της σαθρό­τη­τας και του αμφι­βόλου της νέας αυτής πί­στεως, «γνώ­σεως» και θρη­σκεί­ας. Παρ’ όλα ταύτα κα­τάφευ­γαν σε κάθε είδους παραπλανητικά τε­χνά­σμα­τα, κόλπα και κολπάκια, γενικολογίες, προκλήσεις εντυπώσεων και τρι­κλο­­ποδιές για να μπερ­δέ­ψουν κατά το δυ­νατόν τον αντίπαλο. Αν πάλι μέσα σ’ όλα τύχαινε ο αντίπαλός τους να κά­νει κάπου ένα λαθάκι, ακόμα και επουσιώδες, αυτοί αμέσως εδράττοντο της ευκαι­ρί­ας για να ισχυριστούν ότι όλα όσα ο αντίπαλος ξεμπροστιάζει είναι εσφαλμένα και συνε­πώς όλοι πρέ­πει να τον αγνοήσουν. «Να του τη φέ­ρουν» όπως λέμε λαϊκίστικα σήμερα. Όπως ακρι­βώς κάνει ένας δικηγόρος που έχει στο δι­κα­στή­ριο έναν εγκληματία πελά­τη και προ­σπα­θεί με κάθε κολπάκι και πα­ραθυράκι του ατε­λούς αν­θρώπινου νόμου να πεί­σει τους δικα­στές ότι ο πελάτης του είναι αθώος.

Πολύ περισσότερο όμως σε μια τέτοια αντιπαράθεση οι απολογητές εσκόπευαν να φα­νούν οι νικητές μπροστά στους ανεγκέφαλους πιστούς των, οι οποίοι όχι μόνο γνώ­ση δεν κατείχαν αλλά είχαν χά­σει ή και οι ίδιοι απεμπολήσει κάθε ικανότητα και θέ­ληση κρίσεως. Η νί­κη αυ­τή είναι προφανώς ευκολότατη όταν κριτές είναι ένα πλήθος προκατειλημμένων αδα­ών και ανεξετάστων της θρησκευτικής Χριστιανικής πίστεως. Το ζη­τούμενο όμως πάν­τα ήταν το ξεκα­θάρι­σμα της αλήθειας και όχι το ποιος θα νι­κήσει κλέ­πτον­τας την πα­ρά­σταση. Τις πιο πολλές φορές που δεν μπορούσαν να αντι­με­τω­­πίσουν λο­γι­κώς και ξε­κά­θαρα ένα ερώτη­μα ή ζή­τημα που τους ετίθετο, προσ­πα­θούσαν να αυγα­τίσουν με περιφερειακές μισοκου­βέντες ή έφευ­γαν από το ένα θέμα στο άλλο και απαν­τού­σαν σε άλλα πράγματα. Μάλλον και οι γλωσ­σο­­λα­λιές τους, θα ήταν πολύ πιο βολικές σε τέτοιες κρί­σι­­μες περι­πτώσεις. Αυτές τις γλωσ­σο­λαλιές τις εκθειάζει ο Παύλος στην Α΄ Πρός Κοριν­θί­­ους Επιστολή, κε­φά­λαιο 14. Ο Κέλσος, στον «Αλη­θή Λόγο», τις καταγγέλλει ως απόδει­ξη της αποβλά­κω­σης των πι­στών. Ο δε Λoυκιανός ο Σαμοσατεύς τις σατιρίζει στο έργο του «Πε­ρί Πε­ρε­γρί­νoυ Τε­λευ­τής». Οι γλωσσο­λα­λιές είναι εν ενεργεία και σήμερα σε μερικές Χριστι­α­νι­κές αιρέσεις (π. χ., Πεντηκο­στιανοί).

Ο «μέγας θεολόγος» Γρηγόριος Ναζιανζηνός ο Καππαδόκης, ο οποίος συγ­κατα­λέχ­θηκε στους «Τρείς Ιεράρχας, Προστάτας των Ελλη­νι­κών Γραμμά­των», ορθά κοφτά λέγει (όπως μας το μεταφέρει νοηματικώς η Helena Bla­vatsky): «Τί­ποτα δεν μπορεί να επιβληθεί καλλίτερα στον κόσμο από τη μωρολογία· το λι­γότερο που κατα­λα­βαίνουν το περισσότερο θαυμάζουν.». Τί ειλικρινής και αξιοθαύμαστη ρή­ση του Γρη­γορίου! «Επειδή τό μέν ραδίως ληπτόν, άπαν ευκαταφρόνητον· τό δέ υπέρ ημάς, όσω δυσεφι­κ­τότερον, τοσούτω θαυμασιώτερον καί γυμνάζειν τόν πόθον άπαν τό δια­φύγον τήν έφε­σιν.» (Λόγος ΙΔ, Περί Φιλοπτωχίας, ΛΓ. Μελετήσετε όλον αυτόν τον λόγο να δείτε τι θα πει προβατοποίηση, από τον Μέγα Θεολόγο Γρηγόριο!). Μια πλήρως αντι­ε­πι­στη­μο­νι­κή ρήση που ομοιάζει με τις απάτες και τις σαχλαμάρες του Τερ­τυλλιανού! Είχε λοιπόν ή δεν είχε δίκιο ο Κέλσος;

Η παραβολή των ζιζανίων, την οποίαν είπε ο Ιησούς Χριστός στους μαθητές του και στους όχλους, είναι μια ανήθικη και πονηρή παραβολή. Προσπαθεί να επιβάλλει την τυφλή πίστη μέσω του εκφο­βι­σ­μού διά της αμετακλήτου τι­μωρίας όλων όσων δεν πι­στεύουν τυφλά αλλά επιχειρηματολογούν. Αυτοί είναι τα ζιζάνια με τα οποία οι καλοί πιστοί (ο σίτος) πρέπει να αποφεύγουν κάθε συζήτηση μην τυχόν από την επιχειρημα­τολογία μεταπεισθούν μερικοί απ’ αυτούς και εγκαταλείψουν την χρισ­τια­νική πίστη. Μετά όμως, όταν έλθει η κατάλληλη ώρα, ο Χριστός θα κατακαύσει τα ζιζάνια μια για πάν­τα. Ιδού η πα­ραβο­λή:

Ματθαίος 13: 24-30 «Άλλην παραβολήν παρέθηκεν αυτοίς λέγων· ωμοιώθη η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω σπείραντι καλόν σπέρμα εν τω αγρώ αυτού· εν δε τω καθεύδειν τους ανθρώπους ήλθεν αυτού ο εχθρός και έσπειρε ζιζά­νια ανά μέσον του σίτου και απήλθεν. ότε δε εβλάστησεν ο χόρτος και καρ­πόν εποίησε, τότε εφάνη και τα ζιζάνια. προσελθόντες δε οι δούλοι του οικο­δεσπότου είπον αυτώ· κύριε, ουχί καλόν σπέρμα έσπειρας εν τω σω αγρω; πό­θεν ουν έχει ζιζάνια; ο δε έφη αυτοίς· εχθρός άνθρωπος τούτο εποίησεν. οι δε δούλοι είπον αυτώ· θέλεις ουν απελθόντες συλλέξωμεν αυτά; ο δε έφη· ου, μήποτε συλλέγοντες τα ζιζάνια εκριζώσητε άμα αυτοίς τον σίτον· άφε­τε συναυξάνεσθαι αμφότερα μέχρι του θερισμού, και εν καιρω του θερι­σ­μού ερώ τοις θερισταίς· συλλέξατε πρώτον τα ζιζάνια και δήσατε αυτά εις δέσμας προς το κατακαύσαι αυτά, τον δε σίτον συναγάγετε εις την αποθή­κην μου.»

Οι μαθητές ήταν τόσο αργόστροφοι ώστε ο Ιησούς αναγκάστηκε να τους παραδώσει την εξήγηση αυτής της ανήθικης παραβολής, στους στίχους του Ματ­θαίου 13: 36-42. Ειδικά στους στίχους 13: 39-42 λέγει: «ο δε εχθρός ο σπείρας αυτά εστιν ο διάβολος· ο δε θερισμός συντέλεια του αιώνός εστιν· οι δε θερισταί άγγελοί εισιν. ωσπερ ουν συλλέγεται τα ζιζάνια και πυρί καίεται, ούτως έσται εν τη συντελεία του αιώνος τούτου.αποστελεί ο υιός του ανθρώ­που τους αγγέλους αυτού, και συλλέξουσιν εκ της βασιλείας αυτού πάντα τα σκάνδαλα και τους ποιούντας την ανομίαν, και βαλούσιν αυ­τούς εις την κάμινον του πυρός· εκεί έσται ο κλαυθ­μός και ο βρυγμός των οδόν­των.». Ίσως όμως να δικαιολογούνται διότι όσο απλοϊ­κοί κι’ αν ήταν, μάλλον δεν θα μπορούσαν να φανταστούν ότι ο θεός της αγάπης μπορούσε να είναι κάτι τέ­τοιο και η εσχατολογία για την οποία μιλούσε ήταν τόσο άμεση!

Τελικά δηλώνει ότι: ή πιστεύ­εις σε μένα ασυζη­τη­τί ή καίγεσαι! Εδώ ο Ιησούς θέλει να μας πει να αποφεύ­γομε αυ­τούς που επιχειρη­μα­τολο­γούν και εγεί­ρουν ζητήματα – γίνονται ζιζάνια – και όταν έρθει η ώρα του θε­ρισ­μού θα τους περι­ποιηθεί με κα­τά­καυση. Αυτός είναι ο θε­ός που είναι μόνο αγάπη! Δεν τον ενδιαφέρει η σωτηρία όλων ώστε με πειστικά επιχειρήμα­τα και με τις θε­ϊ­κές ικα­νό­τητές που δια­θέτει να πείσει και τα ζιζάνια να τον δεχθούν και να τα σώσει, αλ­λά το μόνο που τον εν­δια­φέ­ρει είναι να μην του ξεφύγει κανένας εξ όσων ήδη πιστεύ­ουν εις αυ­τόν. Γι’ αυ­τό δια­τά­ζει, να αφή­σετε τα ζιζάνια ήσυχα μέ­χ­ρις ότου έλθει η ώρα του δια­χωρισ­μού και τό­τε εγώ θα τα κατακαύσω! Πολύ ηθικός θεός αυτός του Ιησού Χρι­στού! Τί λέτε; Αυ­τή εδώ η παραβολή προδιαγράφει την φωτιά της Ιεράς Εξετάσεως, τον εκφοβισμό ως μόνο μέσο πειθούς και την στάση απο­φυγής επιχει­ρημά­των και δεδο­μένων από τους χρι­σ­τιανούς απολογητές και πιστούς, όπως και ο Παύ­λος παραγγέλλει:

Α΄ Πρός Τιμόθεον 1: 4 «μηδέ προσέχειν μύθοις και γενεαλογίαις απεράν­τοις, αίτι­νες ζητήσεις παρέχουσι μάλλον ή οικονομίαν Θεού την εν πίστει·»,
Πρός Τίτον 3: 9-10 «μωράς δε ζητήσεις και γενεαλογίας και έρεις και μάχας νομικάς περιίστασο· εισί γαρ ανωφελείς και μάταιοι.αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν πα­ραιτού,».

Αυτό πάλι έρχεται σε αντίφαση με αυτό που μας παραγγέλλει ο Ιάκωβος στην Επισ­τολή του:

Ιακώβου 5: 19-20 «Αδελφοί, εάν τις εν υμίν πλανηθή από της αληθείας, και επιστρέψη τις αυτόν, γινωσκέτω ότι ο επιστρέψας αμαρτωλόν εκ πλάνης οδού αυτού σώσει ψυχήν εκ θανάτου και καλύψει πλήθος αμαρτιών.».

Τι να κάνομε! Αντιφάσεις παντού και πάντοτε!

Αλλά και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός ενώ είναι θεός, πολλές φορές αποφεύγει να δώσει ευθείς και σαφείς απαν­τήσεις και καταφεύγει σε ανθρώπινα δικολαβίστικα τε­χ­νάσματα. Π. χ:

Ματθαίος 21: 23-27 «Και ελθόντι αυτώ εις το ιερόν προ­σήλθον αυ­τώ διδάσ­κοντι οι αρ­χιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού λέγοντες· εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς, και τις σοι έδωκε την εξουσίαν ταύτην; αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν αυ­τοίς· ερωτήσω υμάς καγώ λόγον ένα, ον εάν είητέ μοι, καγώ υμίν ερώ εν ποία εξουσία ταύ­τα ποιώ. το βάπτισμα Ιωάν­νου πόθεν ην, εξ ουρανού ή εξ ανθρώ­πων; οι δε διελογί­ζοντο παρ' εαυτοίς λέγον­τες· εάν είπωμεν, εξ ουρανού, ερεί ημίν, διατί ουν ουκ επιστεύσατε αυτώ· εάν δε είπω­μεν, εξ ανθρώπων, φοβούμε­θα τον όχλον, πάντες γαρ έχουσι τον Ιωάννην ως προφή­την. και αποκριθέντες τω Ιησού είπον· ουκ οίδα­μεν. έφη αυτοίς και αυτός· ουδέ εγώ λέγω υμίν εν ποία εξουσία ταύτα ποιώ.», Μάρκος 11: 27-33, κλπ.

Δηλαδή τους λέγει: «Αφού δεν μου απαντάτε ‘σείς δεν σας απαντώ και ‘γω.», ενώ αυτοί είχαν προηγηθεί με ερώτηση και συνεπώς αυτός όφειλε να απαντήσει πρώτος. Όμως απέ­φυγε, λες και θα πάθαινε τίποτα αν διαφώτιζε ευθέως τον πονηρό κόσμο ακόμα και αν αυτοί αρνιόταν να δώσουν απάντηση στην εκ δευτέ­ρου τεθείσα ερώτη­σή του! Δεν προ­σ­πα­θεί ως θεός να διαφωτίσει τον αδαή, αδύναμο έστω και πονηρό κόσμο, αλλά προσπα­θεί διά δήθεν τεχνάσματος «να τους την φέ­ρει», όπως λαϊκίστικα λέμε. Προσπαθεί να αποφύγει την απάν­τηση της τεθείσας αρχικής ερωτήσεως βρί­σ­κοντας βολικό το γεγονός ότι  οι αρχιε­ρείς και οι πρε­σβύτεροι του λαού εφο­βούντο τον όχλον! Αυτά είναι πράγ­ματα εντελώς αν­άρ­μοστα προς το θείο και έναν θεό που ήλθε για να μας αποκαλείψει την αλήθεια και τον σκοπό του! Ωραί­ος θεός αυτός που έδω­σε το πρώτο τέτοιο ανήθικο παράδειγμα αποφυγής και αποβλάκωσης στους απο­λογη­τές του. Αν και θεός χρειάζεται απολογητές για να ξελασπώσει! Πολύ ωραία!

Μια άλλη γνωστή μέθοδος και παλιά τακτική των απολογητών είναι αυτή που λέει ότι, «αν δεν ημπορείς να χτυπή­σεις το μήνυμα, τότε χτύπα τον μηνυτή του». Έτσι πολλές φο­ρές χρησιμοποιούν συκο­φαν­τίες, λάθος πληροφορίες και ψέμα­τα εναν­τίον του μηνυτή για να πείσουν τους άλλους να μην δώσουν σημασία στο μήνυμά του. Οι απο­λο­γητές κά­νουν συχνή χρήση αυτής της μεθόδου, όπως έχει συμβεί και με μέ­να και με πολλούς άλ­λους που γνωρίζω ή έχω μελετήσει τα έργα τους στα οποία εκ­θέτουν τις εμπειρίες τους. Η Χριστιανική ιστορία και βιβλιογραφία αποδει­κνύει σα­φώς ότι οσάκις οι Χριστιανοί απολογητές δεν μπόρεσαν να βρουν επιχειρήματα και στοιχεία διά να ανατρέψουν κά­ποιο νευ­ραλγικό σημείο που κά­ποιος είχε γενικώς δια­πιστώσει ή τους είχε υποβάλλει σε μια αντιπαράθεση, τότε κατά­φυγαν σε κάθε αθέ­μιτο μέσο, όπως π. χ., η ύβρις, το μίσος, η συκοφαντία, κλπ. Αντί να επιχειρηματολο­γή­σουν κατά του θέ­ματος και του σημείου που ετέθη υπ’ όψη τους άρχισαν να κα­τα­φέρονται εναντίον εκεί­νου που τους το έθεσε. (Πρόκειται για σκόπιμη εφαρμογή του λογικού σφάλματος που αποκαλείται ad homi­nem.)

Οι τρόποι και οι τακτικές που χρησιμοποιούν οι Χριστιανοί απολογητές για να δι­καιολο­γήσουν πάση θυσία αυτά που πιστεύουν καθώς και η συμπεριφορά την οποίαν επιδεικνύ­ουν, φα­νερώνουν το κατά πόσο είναι αλήθεια όλα όσα διατείνονται και για τα οποία προ­σπαθούν να πείσουν τους άλλους. Μια αληθινή και εξ απο­κα­λύψεως θρησκεία και ο λό­γος του μόνου αληθινού Θεού της, νομίζομε, δεν χρειάζεται τέτοια μέσα. Η αλήθειά μιας τέτοιας θρησκείας και του Θεού της, νο­μίζομε, πρέπει να είναι καθαρός ουρανός που αστραπές δεν φοβάται. Πρέπει να είναι σα­φής, απλή και κα­τα­νοητή από όλους και χωρίς πε­ριτροπές. Δεν θα έπρεπε καν να χρειάζεται και να υπάρ­χει απολογητική. Δεν μπορούμε να δεχτούμε πως ένας πάνσοφος και παντοδύ­ναμος Θεός θέλει να μπερδεύει συνεχώς τους ανθρώ­πους με τις ακαταστασίες, αντιφάσεις και ακαταλαβίστικες αλήθειές του και να χρειάζεται συνεχώς απολο­γητές για να του τις ξεμπερδεύουν. Με τον χριστιανικό Θεό και την απολογητική του όμως έχομε να κάνομε με κάθε είδους ακατα­στασία, αντι­φα­τι­κό­τητα, αυθαιρεσία, δόγμα, ισχυρισμό χωρίς κα­νένα φερέγγυο στοιχείο, κλπ. Άλλοτε πά­λι έχο­με απαντήσεις πα­ρα­π­λα­νη­τι­κές και τό­σο δαι­δα­λώδεις που δεν βρίσκεις άκρη, ούτε αρχή, ούτε τέλος.

Όπως λοιπόν ο αείμνηστος Robert Taylor[1] μας γράφει συ­χνά στα συγ­γράμματά[2] του, το πιο πειστικό, κατά τη γνώμη του, κριτήριο για την απόρριψη της ιστο­ρι­κό­τη­τας του Ιη­σού και όλων όσων πρεσβεύει η Χριστιανική θρη­σκεία είναι το ότι ο ίδι­ος και όλοι οι ορ­θολογιστές και σκε­πτικιστές μέχρι την εποχή του έπρεπε να υπο­φέ­ρουν στον μέγιστο βα­θμό το μίσος, την ατιμία, τη διαβολή και στο τέλος φυλακί­σεις και βασανι­στήρια από τους Χριστιανούς απολογητές και αξιωματού­χους, για τις ερω­τή­σεις και αν­τιρρήσεις που τους υπ­έβαλαν. Έχομε βεβαίως το θεολογικό παρά­δειγμα του Απο­στόλου Παύλου: Α΄ Πρός Τι­μόθεον 1: 20:

«ων εστιν Υμέναιος και Αλέξανδρος, ους παρέδωκα τω σατανά,[3] ίνα παι­δευ­θώσι μη βλασφημείν.»

Ο Παύλος ξέρει καλά να διαβολοστέλλει, όπως το είχε ξανακάνει στην Α΄ Πρός Κο­ριν­θίους 5: 5! Βλέπε και Β΄ Πρός Τιμόθεον 2: 16-18:

«τας δε βε­βή­λους κενοφωνίας πε­ρι­ΐστασο· επί πλείον γαρ προκό­ψουσιν ασε­βείας, και ο λόγος αυτών ως γάγγραινα νομήν έξει· ων εστιν Υμέναιος και Φι­λητός, οίτινες περί την αλήθειαν ηστόχη­σαν, λέγοντες την ανά­στα­σιν ήδη γεγονέναι, και ανατρέπουσι την τινων πίστιν.».

Έτσι και ο Taylor, εκτός από διάφορα χρηματικά πρόστιμα που του επε­βλήθησαν, υβ­ρί­στηκε, συκο­φαντήθηκε και στο τέλος φυλακί­στηκε και βασα­νί­στηκε δύο φορές. Στα συγ­γράμματά του λοιπόν γράφει αρκετές φορές ότι επί τέλους κατάλα­βε, εξ ιδίας πείρας, ποια είναι τα μόνα πει­στικά και αποστο­μωτικά επι­χει­ρήματα των Χριστι­α­νών ... Δυστυ­χώς, και η ση­με­ρινή κα­τάσταση οδηγεί σταθερά την κοινω­νία στον ίδιο βλα­κώδη και τυ­ραννικό με­σαί­ω­να, αν δεν αντιδράσουν όλοι όσοι καταλαβαίνουν πέ­ραν των θρη­σκευ­τι­κών πίστεων και δεισι­δαιμονιών. Τα μεγάλα πνεύ­ματα οφείλουν να κά­νουν κάτι πάλι, αλλιώς μαύρες και σκο­τεινές μέρες περιμένουν την αν­θρω­πό­τη­τα...

{[1] Robert Taylor, Edmon­ton της Αγγλίας 18-8-1784, Tours της Γαλ­λίας 5-6-1844. Αγγλικανός ευαγγελικός ιερέας που απεσκίρτησε από τον Χριστιανισμό όταν με­λέ­τη­σε αρκετά και ανεκάλυψε την τρομακτική αν­τιφα­τι­κό­τη­τα, τα λάθη, την ανακολουθία και την καταστροφικότητα αυτής της θρη­σκείας. Στο τέλος κατέ­ληξε απλώς θεϊστής όπως γράφει ο ίδιος.}

{[2] Τα συγγράμματα αυτά είναι: (1) The Diegesis, Kessinger Publishing, or Health Rese­arch Publications. (2) Syntagma of the Evidence of the Christian Religion, Kessinger Publishing. (3) The Devil’s Pulpit, Kessinger Publishing.}

{[3] Πολλοί σημερινοί αλλά και παλαιότεροι Χριστιανοί όλων των χριστιανικών αιρέ­σε­ων, κυρίως όμως ορθόδοξοι, θεωρούν πουλημένους στον Σατανά ή τους Εβραιο­σι­ωνιστές όλους όσους ασκούν κριτική επί του Χριστιανισμού και επί των αντι­φά­σεων, της δι­δα­σκα­λί­ας, της θεολογίας και της ιστο­ρί­ας του.. Κύριε τάδε να μάθεις να μην κρίνεις αλλά να πιστεύεις στα τυφλά και να αναμασείς αυτά που μόνο ακούς. Μόνο τότε είσαι καλός ορθόδοξος χριστιανός. Αλλιώς είσαι όργανο του Σατανά και των Εβ­ραίων! Εκτός από τον Παύλο είχαμε βεβαίως και τον Εβραιοχριστιανό Ιωάννη Χρυ­σόστομο στην Κωνσταν­τινούπολη να ωρύεται κα­τά των Ιουδαίων επειδή πολλοί χρι­σ­τιανοί επισκε­πτόταν την συναγωγή και οι Εβραίοι δεν ήθελαν να ασπαστούν τον Χρι­στιανισμό. Αυτή η νοοτροπία επικράτησε από τότε μέχρι και σήμερα. Οι κριτικοί του Χρισ­τιανισμού όμως δεν παύουν να συ­μ­πε­ρι­λαμ­βά­νουν και να στη­λι­τεύ­ουν μα­ζί με τον Χρι­στι­α­νι­σμό και τον Εβρα­ϊ­σμό της ερήμου που είναι η μα­μά του Χρι­στι­α­νι­σ­μού. Ιδού η λογική των! Άντε να βρεις λο­γι­κή στο μυ­α­λό αυ­τών των ανθρωπίνων όν­των! Δεν μπορούν καν να δουν ότι ο Χρι­στιανισμός προήλθε ως αί­ρεση από τον Εβ­ραϊσμό και οι ίδιοι πρώτοι απ’ όλους θα έπρεπε να προσ­κυνούν τους Εβραίους για το καλό που τους δώσανε!...}

Πρέπει να το τονίσομε άλλη μια φορά και μια για πάντα και εφ’ όλης της απολογητι­κής, θεολο­γι­κής, κλπ, ύλης και θεμάτων: «Η εφεύρεση δικαιολογιών, ιδίως όταν χρη­σιμο­ποιούνται πολλά κόλπα, λογικά σφάλματα και άλματα, για να δικαιολογήσει κα­νείς οτιδήποτε είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο.». Όταν ακόμα οι άλλοι τις πισ­τεύ­ουν στα τυφ­λά, τότε άνετα αυτός ο επιτήδειος μπορεί να αυτοβα­π­τίζεται και διδάκ­τωρ της δικανικής! Π. χ. για να δι­και­ο­λο­γή­­σει κάποιος το κάπνι­σ­μα μας είπε ότι: «αυ­τός που δεν καπνίζει θα πε­θάνει υγιής, οπό­τε μιας που θα πε­θά­νομε ας καπνίζομε για να μην πεθάνομε υγιείς και πάμε τσάμ­πα χαμένοι!». Αυτό ικα­νοποί­ησε σφόδρα όλους τους καπνιστές που τον άκουσαν! Πάρα πολύ ωραία! Τέ­τοι­ου τύπου δικαι­ο­λο­γί­ες μπορεί ο καθένας να βγά­λει με την σέ­­σουλα.

Αν ο Χριστιανισμός ήταν η αληθής και εξ αποκαλύψεως θρησκεία δεν θα είχε ανάγ­κη καμίας απολογητικής. Όλα όσα τον αφορούν θα ήταν απολύτως καθαρά και ξάσ­τερα χωρ­­ίς τριακόσιες ερμηνείες και αμέτρητα «ίσως»! Όπως πιστεύουν οι χρισ­τι­α­νοί, ο ίδιος ο Θεός έγινε άνθρωπος και κατέβηκε στη γη για να μας αποκαλύψει την αλή­θεια, αλλά δυστυχώς ό,τι μας είπε έχει ανάγκη απολογητικής, ερμηνειών, εξηγή­σε­ων και συνταιριασμάτων με όλα εκείνα τα «ίσως» ή με το «κάποια εξήγηση θα υπάρχει και γι’ αυτό ή για ‘κείνο», κλπ. Δηλαδή, κατέβηκε λοιπόν ο ίδιος ο Θεός στη γη έπα­θε, εσταυρώθη, απέθα­νε, κλπ, για να μας επικυρώσει μεταφορές, παρομοιώσεις και σχήματα λόγου. Έκτοτε όμως όλοι οι χριστιανοί προσπαθούν να εξακριβώσουν τι να εννοεί άραγε με το ένα ή με το άλ­λο, αλλά ό,τι και να πούνε δεν είναι ποτέ τους σί­γουροι. Από την άλλη μεριά όμως οι χριστιανοί διά της βίας απαίτησαν και απαι­τούν από όλους τους άλλους να πιστεύουν αυτά τα παραμυθάκια με τις μεταφορές και τις παρο­μοι­ώ­σεις, αλλιώς δεν πρόκειται να σωθούν και θα πάνε στην αιώνια κόλαση! Αυτό θα πει θράσος! Μια φορά, ένας κα­θο­λικο-ορθόδοξος, φανατικός και αλλο­πρό­σαλλος σε βαθμό κακουργήματος, μου είπε ότι το θαύμα του Ιησού που εχόρτασε τα πλήθη με πέντε άρτους και ολίγα ιχθύδια είναι μεταφορά και όχι κυριολεξία. Ένας πα­ρευρισκόμενος χριστια­νός άλλης αιρέσεως διεμαρτυρήθη και επέμενε ότι είναι κυ­ριολεξία. Τότε του ζήτησα να μου υποδείξει όλα τα χωρία που είναι μεταφορές και όλα όσα είναι κυριολεξίες, αλλά αρ­νήθηκε διότι εγνώριζε τις συνέπειες. Δεν θα έμενε τίποτα κυριολεκτικό για να στη­ρίξει την ανόητη αυτή πίστη που την διατηρούσε μόνο και μόνο επειδή έτσι γούσταρε και έτσι τον είχαν μάθει από μι­κρό παιδί, και κατά τον νουν παρέμεινε παιδί μια για πάν­τα! Αυτό θα πει «εποικοδομητι­κή» και «διαπαι­δα­γω­γική» θρησκεία! «Θρησκεία των αιρέσεων και της σχιζοφρέ­νειας», και όμως επεκρά­τησε! Αυτά είναι τα φρικτά χάλια της ανθρωπότητας μέχρι και σήμερα.

Ο Χριστιανισμός είναι ψευδής, τεχνητή και κακοφτιαγ­μένη θρησκεία και γι’ αυτό χρειάζεται αυτή την συνεχή απο­λογητική για να ρίχνει στάχτη στα μάτια των τυφλών οπαδών του, να μπαλώνει τα αδικαιολόγητα και αλλόκοτα και να προσπαθεί να συμ­βιβάσει τα ασυμβίβαστα με την κατάργηση κάθε λογικής! Ακόμα μέχρι και σήμερα, δηλαδή 2000 χρόνια μετά τον Ιησού Χριστό, πέ­ραν ορισμένων αυθαιρέτων δογμάτων τα οποία ετέθησαν κατόπιν πολλών αγρίων δι­αμαχών στις συνόδους, τα υπόλοιπα πράγματα δεν έχουν ξεκαθαρίσει. Κά­θε αίρεση λέει τα δικά της, τα οποία εί­ναι και τα μόνα «σωστά». Εμείς όμως εδώ και παντού επί των θε­ολογικών θεμάτων και ζη­τη­μά­των ζη­τάμε τις σαφείς και πλή­ρεις απαν­τήσεις που οφείλουν να μας πα­ρέχουν τα τέσ­σερα κα­νο­νι­κά θε­ό­π­νευστα Ευαγγέ­λια και όλα τα θεό­πνευστα γραπτά της Μίας Αγίας Καθολικής Αποστολικής Ορθο­δό­ξου Εκκλη­σί­ας και Αμπέλου του Θεού και Ιη­σού Χρισ­τού. Δεν ζητάμε τις απαντήσεις που είναι δι­καιολογίες αφού συ­νεχώς προ­τάσ­σον­ται με όλα εκείνα τα ατε­λεύτητα «ίσως» και «μπορεί» που καθι­σ­τούν ταυ­το­λο­γία κάθε ισ­χυρισμό! Ή μιλάμε ευκρινώς και επα­κ­ρι­βώς για την απόλυτη, θεϊκή και αποκαλυφθείσα αλήθεια διά την οποία ξέρομε τι μας γί­νεται, αλλιώς απ­λώς προσ­πα­θούμε να δι­και­ολο­γήσομε κάτι «θεϊκές» ιστορι­ούλες που δεν πιάνονται ούτε με δυο ξυ­λαράκια! ... Κάλλιστα με τον ίδιο τρόπο θα μπορού­σαμε να δικαιολο­γή­σo­με και να πιστέψομε τα πα­ρα­μύθια της Canterbury!

Ιδού, για προκαταρκτικό παράδειγμα, μια ερμηνεία που έδωσε χριστιανός θεολόγος απολογητής για τη λέξη «γε­νεά» από τον Ματθαίον 24: 33-34 «ούτω και υμείς όταν ίδητε ταύτα πάντα, γινώ­σ­κε­τε ότι εγγύς εστιν επί θύραις. αμήν λέγω υμίν, ου μη πα­ρέλθη η γενεά αύτη έως αν πάντα ταύτα γένηται.» μέσα σε μια τάξη θρησκευτικών. Υπενθυμίζομε ότι στο κε­φά­λαιο 24 του Ματθαίου ο Ιησούς ομιλεί διά το τέλος του κόσμου, την δευτέρα πα­ρου­σία και τα σημεία που θα τα προμηνύσουν. Ό Ιησούς κα­τηγορηματικά δηλώνει ότι όλα αυτά θα γίνουν προτού παρέλθει η γενεά αυτή, πράγ­μα που το έχει πει καμιά εικοσαριά φορές μέσα στα τέσσερα τα Ευαγγέλια είτε με πα­ρόμοια είτε με πιο ισχυρά λό­για. Έλα όμως που πέρασαν 2000 χρόνια και τίποτα απ’ αυ­τά δεν έγινε! Έτσι λοιπόν ο εν λό­γω χριστιανός θεολόγος απολογητής είπε ενώπιον της τάξεώς του ότι η λέξη «γε­νεά» εδώ σημαίνει «όλο το ανθρώπινο γένος από τον Ιησού μέχρι της συντελείας των αιώνων». Ως εκ τούτου ο Ιησούς δεν έπεσε και ούτε θα πέσει έξω. Βέβαια ο πο­νη­ρός αυτός απολογητής δεν ανέφερε καθόλου τι ρόλο παί­ζει η αντωνυμία «αύτη» που συ­νο­δεύει την λέξη «γενεά». Όσο για το πλήθος των άλ­λων αναφορών των Ευαγγελίων στο ίδιο ζήτημα με λόγια ακόμα πιο ισχυρά και σα­φή, π. χ. Ματθαίος 16: 28 «αμήν λέγω υμίν, εισί τινες των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσωνται θανάτου έως αν ίδωσι τον υιόν του ανθρώπου ερχόμενον εν τη βα­σι­λεία αυτού.», κλπ, δεν έβγαλε τσιμουδιά. Οι ανεξέταστοι και πρωτό­γ­νωροι μα­θη­τές της τάξε­ως έδει­ξαν ικανοποιημένοι με αυτή την ερμηνεία η οποία έλυ­σε τον γρίφο και την πίστεψαν διότι αφού τους την εξέφρασε ο ειδικός, εε... τότε έτσι πρέπει να εί­ναι! Έτσι και ο θεολόγος μας δικαιώθηκε «πλήρως» αφού οι αδαείς μαθητές τον πίσ­τεψαν χωρίς αντίρρηση. Τα υπόλοιπα σχό­λια γι’ αυ­τόν τον χριστιανό θεολόγο απο­λο­γητή επα­φίενται σε σας!

Άλλη φορά πάλι ένας θεολόγος στο κατηχητικό που πήγαινα για να αποδείξει στους νέους και φο­βισμένους μαθητές ότι οπωσ­δήποτε υπάρχει θεός τύπου Γιαχβέχ, βρήκε σαν επιχεί­ρη­μα το γεγονός ότι ο αετός έχει πολύ καλλίτερη όρα­ση από τον άνθρωπο, η μέλισσα μπορεί και πετάει σε ευθεία γραμμή ενώ ο άνθρωπος δεν μπορεί, όπως και δεν μπορεί να φτιάξει ζωή και μπόλικα άλλα τέτοια παραδείγ­ματα. Επομένως υπάρχει θεός και αυτός είναι ο θεός του Μωυσέως Γιαχβέχ και η Αγία Τριάς! Βεβαίως ο άνθ­ρωπος μπορεί να κάνει τα ίδια και καλ­λίτερα -ζωή όχι ακόμα ίσως και ποτέ- διά της τεχνο­λογίας που έχει αναπ­τύ­ξει, αλλά αυτό δεν το ανέφερε. Περιττό επίσης να πούμε ότι δεν ανέφερε καθόλου έστω μερικά απ’ και όλα τα κουτσόστραβα που λαμβάνουν χώ­ρα κάθε μέρα και ώρα στη φύση. Τελικά όμως, και τίποτα απ’ όλα αυτά να μην μπο­ρεί να κάνει ο άνθρωπος, αυτό δεν αποδεικνύει τίποτα εκτός από την αδυναμία και τις πεπερασμένες δυνατότητες του ανθρώπου. Όπως λέμε, τί σχέση έχει ο φάν­της με το ρετσινό­λα­δο;! Θέλομε όμως να σας δείξο­με πόσες και τι κολ­πα­τ­ζί­δι­κες δι­καιο­λογίες μπορεί να βγά­λει κανείς για να εξασφα­λί­σει ένα προ­δι­κα­σμένο απο­τέ­λε­σ­μα που ως εσφαλμένο έπ­ρεπε να το απορ­ρί­ψει εξαρ­χής, ιδίως όταν ομιλεί ασυ­ζητητί σε αδαείς ή επιρρεπείς. Ιδού τα χάλια αυτών των σκοταδιστών! Στο επόμενο μέρος και σε άλλα που έπονται παρου­σι­ά­ζομε και άλ­λα τέτοια παραδείγ­μα­τα ψευτο­δικαιο­λογι­ών των απολογητών.

Ένα ακόμα παράδειγμα με έναν χριστιανό διδάσκαλο και ιεροκήρυκα της αμερικα­νι­κής τηλεοράσεως 3ΑΒΝ, που παρακολούθησα με τα μάτια και τ’ αυτιά μου. Ένα κο­ρίτσι γύ­ρω στα 12 του χρόνια, ρώτησε τον ιεροκήρυκα που δί­δασκε μικρούς και με­γά­λους μπροστά στην τηλεόραση τού εν λόγω θρησκευ­τι­κού τηλεοπτικού σταθμού, την εξής απορία: «Αφού η Βίβλος περιγράφει την δημιουργία του κόσμου, πριν 6500 πε­­ρίπου χρό­νια, και ότι επακολούθησε μετά, γιατί δεν αναφέρει τους δεινοσαύρους;». Ο ιε­ροκήρυξ έκα­νε ένα μορ­φασμό για να δείξει ότι σκέπτεται και απάν­τησε ως εξής: «Ξέρετε κά­τι; Δεν είναι σίγουρο ότι ο δεινόσαυρος ήταν σαρκοφάγος!». Μετά όλοι, μικροί και με­γάλοι, έμει­ναν σιωπηλοί για λίγα δευτερόλεπτα, έδειξαν ότι ικανοποι­ή­θηκαν κά­πως, δεν έφεραν αντιρρήσεις και ο ιεροκήρυξ συνέχισε την αγό­ρευσή του με άλλα προ­πα­γανδιστικά θέματα. Αφήνομε αυτό το επεισόδιο στην κρίση σας! Σκεφτεί­τε μό­νο τί κοινωνίες οικοδομούνται από τέτοιους ψεύ­τες και τι ενεργούς πολίτες δια­πλάθουν! Ιδού θρησκεία για τρελούς! Άλλοι πά­λι πιστοί χριστιανοί για το ίδιο θέμα λένε ότι, ο θεός έβαλε τα απολιθώματα των δεινοσαύρων στη γη για να δοκιμάσει την πίστη μας! Ιδού πόσο εύκολα φτιάχνει κανείς δικαιολογίες για «αγρίους» και για να δικαιολογήσει μια ηλίθια πίστη!

Ένα άλλο εσκεμμένο και μαγειρεμένο ψέμα που διαδίδουν είναι το ότι βρήκανε την κιβωτό του Νώε, ή ότι επιστημονική αποστολή πήγε και την βρήκε και άλλες τέτοιες ψευτιές. Αυτό ουδέποτε έγινε και πάρτε το χαμπάρι: Παρά τις μαρτυρίες του Ιησού Χριστού, του Παύλου και του Πέτρου περί του αντιθέτου (Ματθαίος 24: 37-39, Λου­κάς 17: 26-27, Πρός Εβραίους 11: 7, Α΄ Πέτρου 3: 20, Β΄ Πέτρου 2: 5) ο βιβλικός κα­τακλυσμός ουδέποτε έγινε και κιβωτός του Νώε δεν υπάρχει. Αυτοί οι τρεις είτε έκα­ναν λάθος, είτε δεν ήξεραν τι τους γίνεται (είχαν κατακλυσμό ή κιβωτό στο κεφάλι τους), είτε έλεγαν ψέματα! Έλα σου όμως που στο μοναστήρι της Πάτ­μου διαφυλάσ­σουν μια σανίδα της κιβωτού! Τί τρομερή απόδειξη είναι πάλι αυτή!

Όταν πάλι επιστήμονες παλαιοντολόγοι βρήκανε αποτυπώ­ματα πελμάτων δεινοσαύ­ρων στο Τέ­ξας, ξεραμένα σε στερεοποιηθέντα πηλό, ένας χριστιανός πήγε με ένα σκαρπέλο και έξυσε με­ρικά αποτυπώματα ανθρωπίνων πελμάτων για να αποδείξει ότι, άνθρωποι και δεινό­σαυροι συνυπήρχαν. Βέβαια η απάτη αυτή εξα­κρι­βώθηκε αμέσως και ο χριστιανός μας ξεφτιλίστηκε και μας απέδειξε άλλη μια φορά την ποι­ό­τητα της χριστιανικής ηθικής και απολογητικής!

Άλλη φορά πάλι ένας ιερέας της Επισκοπιανής εκκλησίας σε σχετική ερώτηση εξή­γησε ότι οι στίχοι:

 Ματθαίος 10: 34-37 « Μη νομίσητε ότι ήλθον βαλείν ειρήνην επί την γην· ουκ ήλθον βα­λείν ειρήνην, αλλά μάχαιραν. ήλθον γαρ διχάσαι άνθρωπον κατά του πατρός αυτού και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής· και εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού. Ο φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος· και ο φιλών υιόν ή θυγατέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος·»

έχουν να κάνουν με την εσχατολογία! Παντού δηλαδή δίνουν ψευδείς, μαγειρεμένες εξη­γήσεις και παραπλανητικές απαντήσεις! (Έχομε άπειρα άλλα τέτοια παραδείγμα­τα, που δεν έχει νόημα να τα καταγράψομε! Βλέπε και Λουκάς 12: 49-53, 19: 27, 22: 36, 38, κλπ.)

Γνωρίζω έναν τεράστιο κατάλογο από τέτοια γελοία παραδείγματα που αποδεικνύ­ουν την ατι­μία, το ψεύδος και τον παραλογισμό όλων αυτών των απολογητών, ιε­ρο­κυ­ρή­κων, κλπ. Δεν χρειά­ζε­ται όμως να συνεχίσω. Πρέπει ήδη να έχετε μπει στο νόη­μα... Όποιος, επί πλέον και πέραν της ατιμίας, επι­θυμεί να μελετήσει και να εξετάσει όλα τα λογικά σφάλματα και άλματα που κατά κόρον χρησιμοποιούν επίτηδες ή κατά λά­θος οι απολογητές όλων των χριστιανικών αιρέσεων, καθώς και απολογητές άλλων θρησκειών, τον πα­ραπέμ­πομε στις σελίδες 24-33 τού πολύ εξαιρετικού βιβλίου τού Δι­δάκτορος Jason Long: Biblical Nonsense, A Review of the Bible for Doubting Chri­stians, iUniverse, Inc., 2005. Αυτές οι σελίδες αξίζουν πολύ τον κόπο να μελετη­θούν!

3. Η Επιλεκτική χρήση των γραφών, με παράδειγμα:
Ο χρόνος ελεύσεως της «βασιλείας των ουρανών»

Άλλη συχνότατη και παραπλανητική τακτική είναι και η εξής: Προκειμένου οι απο­λο­γη­τές να δι­και­­ολογήσουν κά­τι διά των Εβραιογνωστικοχριστιανικών γραφών επι­λέγoυν από τις γρα­φές ό,τι ται­ριάζει στην περί­πτω­ση που αντιμετωπίζουν ενώ κά­νουν την πάπια (ποιούν την νύσσα) για πάμ­πολλα άλλα χω­ρί­α τα οποία αποδει­κνύουν ακ­ριβώς την αντίθετη θέ­ση αυ­τής της πε­ρίπτωσης. Οι Χριστιανικές γραφές είναι πλή­ρεις αν­τι­φά­σε­ων και λαθών, ούτως ώστε βάσει αυτών μπορείς να ισχυριστείς ό,τι θέ­λεις! Ακό­μα, και τα πιο αντιφατι­κά ή αντίθετα ζητήματα και συμπεράσματα! Π. χ., η ιστοριούλα του Άβελ και Κάιν γέμει αντιφάσεων, αλλά μια φορά που την συζητούσα με δύο θε­ο­λόγους αυτοί δεν έβλεπαν ούτε μία αντίφαση! Ούτε το πως βρήκε την γυ­ναίκα του, ούτε η ολόκληρη πόλη στην οποία μετώκησε ο Κάιν ήταν αντιφάσεις γι’ αυτούς. Δια­βάστε την στην Γένεσιν 4: 1- 18 σε σχέση με όλα τα προηγούμενα κε­φάλαια και θα βρείτε πλήθος αντιφάσεων μόνοι σας. Οι «ορθοτο­μούν­τες τόν λόγον τής σής αλη­θεί­ας» ξέρουν να κά­νουν πολύ ορθώς επι­λεγ­μέ­νες ορθο­το­μή­σεις!...

Εδώ αναφέρω και ένα ενδεικτικότατο παράδειγμα αυτού του είδους τακτικής μέσα από τα «άπει­ρα» παραδείγ­ματα που εγώ ο ίδιος ο επώνυμος αντι­μετώπισα δι’ ανταλ­λαγής μηνυμά­των με ανω­νύ­μους απολο­γητές. Ως γνω­στόν τα Ευαγ­γέ­λια μιλάνε για μια άμεση εσχα­το­λογία, δηλαδή για την έλευση της βα­σι­λείας των ουρα­νών επί της γης καθ’ ον χρόνο ζού­σε ο υποτι­θέμε­νος Χρι­στός. Π. χ. βλέ­πε: Ματ­θαίoς 10: 7, 23, 16: 27-28, 19: 27-30, 24: 30-34, Μάρ­κoς 9: 1, 13: 26-30, Λoυκάς 9: 27, 12: 37-40, 56, 19: 11, 21: 25-36, Ιω­άν­νης 5: 25, 21: 22, κλπ.

Στον στίχο 19: 28 του Ματθαίου, μέσα σε όσα ο ίδιος ο Χριστός υπόσχεται στους μα­θητές τους, τούς αναγγέλλει και την εσχατολογική προφη­τεία: «ο δε Ιησούς είπεν αυ­τοίς· αμήν λέ­γω υμίν ότι υμείς οι ακολουθήσαντές μοι, εν τη παλιγγενεσία, όταν καθίση ο υι­ός του αν­θ­ρώ­που επί θρόνου δόξης αυτού, καθίσεσθε και υμείς επί δώδεκα θρό­νους κρί­νον­τες τας δώ­δεκα φυλάς του Ισραήλ.». Εδώ όμως ο Ιησούς, αν και Θεός, δεν προ­έβ­λεψε ότι ο Ιού­δας θα τον επρόδιδε και μετά θα αυτοκρεμα­ζό­ταν, όπως καθαρά μας περιγ­ράφει ο ευ­αγ­γε­λισ­τής Ματθαίος, 26: 13-16, 47-50, 27: 3-5, που ήταν μέσα στην ομά­δα των δώ­δεκα, και συ­νεπώς είτε στην επίγεια ζωή είτε στην μελλοντική ζωή ο Ιού­δας δεν θα καθόταν σε κανέναν θρόνο. Εδώ τώρα τί γίνε­ται; Έχομε πάλι άλλη μια με­γαλοπρεπή αν­τίφαση! Άραγε του Θεού Ιησού ή του θεο­πνεύστου ευαγγελιστή Ματ­θαίου; Καθό­λου παρά­ξε­νο όμως αφού οι αντιφάσεις του θεοπνεύστου αυτού βιβλίου ανέρχονται σε χιλιάδες.

Πολλές φο­ρές διάφοροι άνθρωποι και λαός καθώς και οι μα­θητές του ερωτούν τον Χριστό να τους πε­ριγράψει πώς θα είναι η βα­σιλεία των ου­ρανών. Οι περι­γραφές που τους δίνει είναι διάφορες παιδιάστικες ή ακα­ταλα­βίστικες πα­ραβο­λές και παρο­μοι­ώ­σεις που είναι ουσι­α­στικά ή υπεκ­φυγές ή ανοη­σίες. Π. χ. βλέπε: Ματ­θαίος 13: 10-13 «Και προσελθόντες οι μαθηταί είπον αυτώ· διατί εν παραβολαίς λαλείς αυτοίς [στους λαϊκούς όχλους δηλαδή]; ο δε αποκριθείς είπεν αυ­τοίς· ότι υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, εκείνοις δε ου δέδοται. όστις γαρ έχει, δο­θή­σε­ται αυτώ και περισσευθήσεται· όστις δε ουκ έχει, και ό έχει αρθήσεται απ’ αυτού. διά τούτο εν παραβολαίς αυτοίς λαλώ, ίνα βλέποντες μη βλέπωσι και ακούοντες μη ακού­ωσι μηδέ συνώσι,», Μάρκος 4: 10-12, Λουκάς 9-10, κλπ. Έτσι ο ίδιος ο Θε­ός Ιησούς ήλθε σε κατάφορη αντίφαση με τον εαυτόν του διότι λίγο πριν εδή­λω­νε: Ματ­θαίος 11: 25 «Εν εκείνω τω καιρώ αποκριθείς ο Ιη­σούς είπεν· εξο­μο­λο­γούμαί σοι, πάτερ, κύριε του ουρανού και της γης, ότι απέκ­ρυ­ψας ταύτα από σοφών και συνετών, και απεκάλυψας αυτά νηπίοις [που ήταν οι όχλοι]·». Ας μας ξεμ­περ­δέ­ψουν αυτή την τρομερή αντίφαση του Θεού τους οι απο­λογητές!

Όπως στην παραβολή των ζιζανίων που αναφέραμε παραπάνω έτσι και εδώ ο Ιησούς αποκρύπτει την αλήθεια. Δεν παραδέχεται ή δεν κομπάζει ευθέως για ψέματα και δο­λιότητες όπως ο απόστολός του Παύλος, αλλά του αρέσει να αποκρύπτει την αλήθεια και να μην δίνει σαφείς και ευθείς απαντήσεις (βλέπε και Ματθαίος 21: 23-27, ειδικά τον στίχο 27, Μάρκος 11: 27-33), πράγ­μα εντελώς ανάρμοστο προς την θεότητα! Ο Παύλος βέβαια ήταν θεόπνευστος άνθ­ρωπος, αλλά ο Ιησούς ως θεός που ήταν δεν θα του κόστιζε τίποτα να δίνει καθαρές και αλη­θείς απαντήσεις ευθέως αντί να θολώνει τα νερά! Αν λοιπόν ο ιδρυτής του Χριστιανι­σμού συμπεριφέρεται έτσι, τότε έχουν κάποιο ελαφρυντικό οι χριστιανοί απολογητές να είναι χειρότεροί του!

Πάντως εί­ναι σα­φές ότι ο Χριστός τους λέ­γει και ξα­ναλέγει για «εδώ και τώρα»! Π. χ. βλέπε: Μάρκος 10: 28-31 «Ήρξατο ο Πέτρος λέγειν αυτώ· ιδού ημείς αφήκαμεν πάν­τα και ηκολουθήσαμέν σοι. αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν· αμήν λέγω υμίν, ουδείς εσ­τιν ος αφήκεν οικίαν ή αδελφούς ή αδελφάς ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή τέκ­να ή αγρούς ένεκεν εμού και ένεκεν του ευαγγελίου, εάν μη λάβη εκατονταπλα­σί­ονα νύν εν τω καιρώ τού­τω οικίας και αδελφούς και αδελφάς και πατέρα και μη­τέρα και τέκνα και αγ­ρούς μετά διωγμών, και εν τω αιώνι τω ερχο­μένω ζωήν αιώ­νι­ον. πολλοί δε έσονται πρώ­τοι έσχατοι και έσχατοι πρώτοι.», Ματ­θαί­ος 19: 27-30, Λουκάς 18: 28-30, κ. α. Το προσέξατε, είναι απολύτως σαφές: νύν εν τω καιρώ τού­τω, και μαζί με όλες τις υλικές ανταμοι­βές που παραθέτει! Για να γίνομε ακόμα πιο σαφείς και ο μεν Ματ­θαί­ος 19: 29 γράφει: «και πας ος αφήκεν οικίας ή αδελ­φούς ή αδελφάς ή πατέρα ή μητέ­ρα ή γυναίκα ή τέκνα ή αγρούς ένεκεν του ονόματός μου, εκατοντα­π­λασίονα λήψε­ται και ζωήν αιώνιον κληρονομήσει.», ο δε Λουκάς 18: 29: «ο δε είπεν αυτοίς· αμήν λέγω υμίν ότι ουδείς εστιν ος αφήκεν οικίαν ή γονείς ή αδελ­φούς ή γυναίκα ή τέκνα ένεκεν της βασιλείας του Θεού, ος ου μη απολάβη πολλαπ­λασίονα εν τω καιρώ τούτω και εν τω αιώνι τω ερχομένω ζωήν αιώνιον.».

Ακόμα, σε πολλές από τις προ­η­γούμενες αναφορές ο Χριστός λέει ότι πολ­λοί που έσ­τε­καν μπρο­στά του και πολ­λοί της υπάρχουσας γενεάς δεν θα γευ­θούν τον θά­νατο προ­τού γί­νουν όλα αυ­τά τα πε­ρί βασιλείας και πολλά τέτοια τοιαύ­τα. Στον Μυ­στι­κό Δεί­πνο ανα­φέ­ρει ότι δεν θα ξα­ναπιεί το κρασί (το γέννημα της αμ­πέ­λου) προτού έλ­θει «εν τή βα­σι­λεία τού Θε­ού» (Ματ­θαίος 26: 29, Μάρ­κος 14: 25, Λου­κάς 22: 16). Οι ανα­φορές σε όλα αυτά τα θέματα τελειωμό δεν έχουν! Αγαπητοί αναγνώστες βρείτε τις όλες μόνοι σας για να δείτε του λόγου το αληθές! Πολύ νομίζουν ότι ξεφεύγουν με το να λένε ότι αυ­τά είναι μεταφορές και σύμβολα. Ποτέ τους όμως δεν μας εξηγούν πώς το ξέ­ρουν και τελικά τί μεταφέρουν ή τί συμβολίζουν! Μετά πάλι αν είναι έτσι, ο Χριστός «κατήλθε εξ ύψους» για να μας αποκαλύψει την πραγματική θεϊκή αλήθεια και όχι για να την μπουρδουκλώσει με ακατάπαυστα σχήματα λόγου που κανείς δεν ξέρει πως να ερμηνεύει μετά βεβαιότητος ώστε μετά να αρχίζουν εκείνα τα ατελείωτα κατεβατά των «ίσως» και των «μπορεί» ...

Έθε­σα λοι­πόν υπ’ όψη των απο­λογη­τών την προ­φα­νή αντίφαση που βγαίνει απ’ αυτή την αρ­λουμπολο­γία. Ότι δηλαδή όλες αυτές οι άμεσα εσχα­­το­λογι­κές ρήσεις και υπο­σ­χέσεις ακόμα δεν έχουν πραγματο­ποιηθεί ενώ έχουν παρέλθει εκα­τοντάδες γενε­ών, εντός δύο χιλιετιών, κλπ. Τότε αυτοί ως απάντηση βρήκαν έναν και μοναδικό στίχο, που απαντάται μόνο στο Κα­τά Λου­κάν Ευ­αγγέλιον 17: 21, στον οποίον ο Χρι­στός πα­ρου­σι­άζεται να λογο­μα­χεί, ως συνήθως, με τους Φα­ρι­σαίους (και πολύ περιέργως όχι τους Σαδδου­καί­ους) και να τους λέ­γει: «... η βασι­λεία του Θεού εντός υμών εστιν.» («η βασιλεία του Θε­ού είναι μέσα σας.»).

[Ειρήσθω εν παρόδω ότι, αυτή η φράση είναι αυτούσια παρμένη από τους Εβραίους Ρα­βί­νους, βλέπε Τ. Β. Μπεραχόθ 13α, κ. α. Η ίδια υπάρχει και στους Στωικούς υπό την μορ­φή: «Το Άγιο Πνεύμα κατοικεί εντός ημών» (π. χ., βλέπε κεφάλαιο περί Στωι­κών του βι­βλίου Conflict of Religions in the Early Roman Empire – Διαμάχη Θρησ­κειών στην Πρώ­ιμη Ρω­μαϊκή Αυτοκρατορία –, του T. R. Glover). Σημειώστε ότι όλη η Και­νή Διαθήκη έχει αντι­γρά­ψει πάρα πολλά ση­μεία της κα­νο­νι­κής Εβραϊκής Πα­λαιάς Δι­αθήκης, της γραμμα­τείας των Ραβίνων όπως των: Χιλλέλ του Πρεσβυτέρου, Φί­λωνος Ιουδαϊκού Αλε­ξανδρι­νού, Ραμπάν Γιοκ­χαν­νάν Μπεν Ζακχάι, Ιωσήπου Φλα­βίου, κ.ά., όλων των Απο­κρύ­φων Ιουδαϊκών βι­βλίων, ιδί­ως των μετα­βαβυ­λωνιακών, των διαφόρων Δευτε­ρο­κανο­νι­­κών βιβλί­ων και του Ταλ­μούδ.]

[Ακόμα ειρήσθω εν παρόδω ότι, εκτός από τα Ευαγγέλια όπως είδαμε παρα­πά­νω, οι άμε­σα εσχα­­το­λογι­κές αναφο­ρές εμφανίζονται σ’ όλη την Καινή Διαθή­κη. Μόνοι σας μελετείσετε καλά την Καινή και υπογραμίσετε τις όλες! Βλέπε και:

1.    Πρά­ξε­ις: 1: 6-7, 3: 20-21, κλπ.
2.    Επι­στο­λαί: Πρός Ρω­μαί­oυς 8: 18-26, 13: 11-14, 16: 20, Α΄ Πρός Κo­ριν­θί­oυς 1: 7- 8, 2: 6, 4: 5, 7: 1, 8, 20-24, 29-33, 10: 11, 11: 26, Β΄ Πρός Κo­ριν­θί­oυς 2: 14, 6: 2, 15: 52, Πρός Γα­λά­τας 1: 4, 3: 29, Πρός Εφε­σί­oυς 1: 10, 3: 5, Πρός Κo­λασ­σα­είς 1: 26, 2: 2, 3: 4-10, Πρός Φι­λιπ­πη­σί­oυς 1: 5-6, 10, 21, 2: 6-16, 3: 14, 19-20, 4: 4-5, Α΄ Πρός Θεσ­σα­λo­νι­κείς 1: 10, 2: 15-16, 4: 13-18, 5: 1-11, 23, Β΄ Πρός Θεσ­σα­λo­νι­κείς 1: 7-10, κεφάλαιο 2, 3: 5, Α΄ Πρός Τι­μό­θεoν 4: 1, 6: 14-15, Β΄ Πρός Τι­μό­θε­ 1: 12, 3: 1-9, 4: 10, Πρός Τί­τον 2: 11-13, 3: 4-6, Πρός Εβραί­oυς 1: 1-2, 9: 26, 10: 25, 36-38, κεφάλαιο 11, Ια­κώ­βου 5: 8-9, Α΄ Πέ­τρου 1: 5-7, 20, 4: 7, 17, 5: 4, Β΄ Πέ­τρου 3: 9-10, Α΄ Ιω­άν­νου 2: 18, 28, 3: 2, κλπ.
3.    Απο­κάλυψις: 1: 1, 3, 3: 11, 22: 7, 12, 20, κλπ.

 Μελετή­σε­τε και κρίνετε αυτές τις αναφορές. Μό­νοι σας μπορείτε να βρείτε και άλλες αναφορές άμεσα εσχατολογικού περιεχομένου που πιθανώς μας ξέφυγαν.].

Έτσι λοιπόν οι διάφοροι ανώνυ­μοι και απολογητές νόμισαν ότι και το πρόβλημα αν­τι­πα­ρήλ­θαν και σε μένα έδω­σαν την αρ­μόζουσα αποστομωτική απάντηση. Αντί να ομολο­γή­σουν ότι αυ­τός ο στίχος έρχεται σε κραυγαλέα αν­τί­φαση με πολλούς άλλους στίχους που ανά­φερα σ’ αυ­τούς, αυ­τοί χρη­σι­μο­­ποί­ησαν αυτόν τον ένα και μοναδικό στί­χο σαν διέ­ξο­δο στο με­γά­λο αν­τι­φα­τι­κό πρό­βλημα που τους έθε­σα. Έτσι νόμισαν ότι απέκρυψαν την δολιότητά τους πράγμα που αποδεικνύει την εντιμότητά τους. Με­τά έμειναν επα­ναπαυμένοι με αυτό το κολπάκι, ενώ αυτό δεν μας αντιλέγει απολύτως τίποτα διότι:

·      Πρώτον, αυτός ο στίχος είναι άσχετος με την εσχα­­τολογική έλευση του μεσσι­ανι­κού βασιλείου επί της γης, είτε η βασιλεία του Θεού είναι εντός είτε εκτός ημών! Είναι δη­λαδή μια υπεκφυγή του ίδιου του Χριστού προς τους Φαρι­σαί­ους όπως τίθεται το ζή­τημα στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα επί του ιδίου θέματος εντός όλων των Ευαγγελίων. Αλλ’ εκτός των άλλων βιβλίων της Καινής, αντι­παραβάλετε αυτόν τον στίχο με τον ίδιο τον Λουκά 13: 22-30, 16: 19-31, 21: 25-36 να δείτε πό­σο διαφο­ρε­τι­κά ο ίδιος μας τα λέει αλλού. (Αυτά είναι άλλες αντιφάσεις εντός του ιδίου θεοπνεύστου βι­β­λίου της θεόπνευστης Καινής που γράφτηκαν από τον ίδιο θεόπνευστο συγγ­ραφέα!).
·      Δεύτερον, οι ανώνυμοι απο­λογητές προσποιήθη­καν ότι ξέχασαν τα ίδια τα δόγμα­τα της Χριστιανικής θρησκείας περί εσχάτης αναστά­σεως, εσχά­της κρί­σεως, εσχά­της και αι­ω­νί­ου τι­μω­ρίας ή ανταμοιβής τα οποία βασίζονται στην ίδια την Καινή Διαθή­κη. Δια­βά­σετε όλα εκείνα τα ωραία που μας λέει ο Ματ­θαίος 25: 31-46: «... κληρονο­μή­σατε την ητοι­μα­­σμέ­νην υμίν βα­σι­λείαν από κα­τα­βολής κόσμου.», «... εις το πύρ το αιώνιον το ητοι­μα­­σμένον τω διαβόλω και τοις αγ­γέ­λοις αυ­τού.», «και απολεύσονται ού­τοι εις κόλα­σιν[4] αι­ώνι­ον, οι δέ δί­καιοι εις ζω­­ήν αιώ­νιον.».

{[4] Ο Ιησούς, σύμφωνα με τα Χριστιανικά κανονικά Ευαγγέλια, δίδαξε το δόγμα της αιωνίου τι­μωρίας διά της φωτιάς και των βασάνων της κολάσεως χρησι­μοποιώντας την λέξη Γέ­εννα (κάπου 12 φορές), δηλαδή την κοι­λά­δα του Εννώμ, όπου τα πτώμα­τα των κα­κο­ποι­ών, ζώων θυσιών και κατά εποχές νη­πίων θυσιών εκαίγοντο, σαν σύμβολο για τον τόπο όπου οι πράττοντες τα φαύ­λα θα ετι­μωρούντο στο εγγύς εσχατολογικό μέλλον. Γέεννα είναι σύντμηση και πα­ραφθορά του Γη + Χεν­νώμ που ήταν όπως είπαμε η κοιλάδα του Εννώμ λίγο έξω από την Ιε­ρουσαλήμ, όπου πέ­ταγαν και έκαιγαν κακοποιούς και εγκληματίες ζωντανούς ή νεκ­ρούς, κλπ. Άρα πρό­κειται για την ονομασία αυτής της κα­κόφημης περιοχής την οποία αρ­γότερα οι Χριστιανοί πα­ρέ­φθειραν και την έκαναν ομώνυμη με την κόλαση που αυτοί οι διεστραμμένοι προοιωνίζονται...}

Με­λε­τήστε και την πα­ρα­βο­λή του πλουσί­ου και του Λα­ζά­ρου Λουκάς 16: 19-31 και πόσοι θα σωθούν Λουκάς 13: 22-30. Ακόμα βλέ­πε: Ματθαίος 25: 31-46, Ιωάν­νης 5: 28-29 «μη θαυμά­ζετε τούτο· ότι έρχεται ώρα εν ή πάντες οι εν τοις μνη­μεί­οις ακού­σονται της φωνής αυτού, και εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανά­σ­τασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως.». Μελετήστε όλη την Απο­κά­λυψιν!

Οπό­τε τί νόημα έχουν όλες αυτές οι υπο­σχέ­σεις και διαβεβαιώσεις, οι κρίσεις, οι κα­τα­δί­κες, οι αι­ώ­νιες αντα­μοι­βές και αιώνιες τι­μω­ρίες και τα τόσα δόγματα, αν «η βα­σι­λεία του Θε­ού είναι απλώς και μόνον εν­τός ημών» και δεν υπάρχει τίποτα άλλο πέραν τούτου;... Όλα τα πα­ρα­πάνω χωρία της Καινής, τα σχετι­κά δόγματα και πίστεις είναι πολύ γνωστά πράγματα ακόμα και στα μικρά Χριστιανόπου­λα. Είναι και ισχυρά απο­τε­λεσματικά μέσα εκφοβισμού. Γιατί άραγε οι «ορθοτομούντες» απολογητές προ­σ­ποι­ήθηκαν σε μένα­ ότι δεν τα εγνώριζαν; Απλούστατα η ορθοτόμησή τους ήταν κα­θαρή υπ­εκφυγή και ψεύ­δος ή νόμισαν ότι έχουν να κάνουν με έναν αδιάβαστο σαν όλους αυτούς τους οποίους κοροϊ­δεύουν κάθε μέρα και θα μπορούσαν να του ξε­φύ­γουν εύκολα! Πα­ρά την άπειρη αγά­πη του Θε­ού Για­χ­βέχ, οι απειλές της αι­ω­νίας τι­μωρί­ας στην κό­λαση με τους δια­βό­λους και οι υπο­σχέ­σεις αιω­νί­ας ζωής δίπλα στον θρόνο του Κυρίου Γιαχβέχ δεν δέχονται πα­ρ­ερ­μη­νείες και γι’ αυτό είναι σαφή δόγ­μα­τα της Χριστιανικής θρησκείας. Ας διαβάσουν λίγο την δογματική τους. (Εκτός τον Ησαΐα και τον Ιε­ζεκιήλ και η Αποκά­λυψις ανα­φέρει σε πολλά σημεία τον θρόνο του Θεού Γιαχ­βέχ με κάποιο θυσιαστήριο, εικοσι­τέσ­σερις πρε­σβύ­τε­ρους, τέσ­σε­ρα ζώα, λιβά­νια και κα­πνούς, και διάφορα άλλα σύνερ­γα!).

Άρα βλέπομε πως σε κάθε τι όλοι αυτοί οι «ορθοτομούντες» απο­λο­γη­τές θα κά­νουν μια κα­τάλληλη ορθοτό­μηση του «Θείου Λόγου», δηλαδή θα βρουν κά­τι άλλο άσχε­το για ψευ­τοδικαιο­λο­γία και υπ­εκφυγή. Απολύ­τως καμία συν­έ­πεια και τιμιότητα δηλα­δή, πράγ­μα που πα­ρατη­ρείται σε ολόκλη­ρο τον Χριστιανισμό, την ιστορία του, τη Βί­β­λο και την Απολο­γη­τ­ι­κή! Δεν είναι λίγοι αυτοί που μου έχουν δηλώσει ότι είχαν ακ­ριβώς ανάλογες εμπειρίες με τέτοιους χριστιανικούς απολογητές. Πέραν της ανωνυ­μί­ας και του κρυφτούλι, είχαν: υπεκφυγές, παραπλανητικές απαντήσεις, συσκοτίσεις, και όλα αυτά τα αντικανονικά κόλπα που αποδεικνύουν πόση αλήθεια φέρουν οι ίδιοι και πόση η ίδια η θρησκεία τους! Περιττόν να γράψομε ότι, όσα και να τους πα­ρου­σι­ά­σεις ή αντιτείνεις μετά, δευτερολογία δεν υπάρχει. Αυτοί μένουν ήσυχοι πίσω από το κρύψιμό τους και την ανωνυμία τους.

4.    Ανεξέταστη πίστη αντί λογικής συζητήσεως

Όταν οι απολογητές χάσουν κάθε λογικό ή θεολογικό επιχείρημα τότε κατα­φεύγουν σε ένα αλλόκοτο σόφισμα: Σου λένε ότι την Βίβλο, τον Χριστό, τον Χριστι­α­νισμό τα βάζεις στην καρδιά σου και δεν τα βάζεις στο μυαλό σου ή στο μικροσκό­πιο. Αυτό βεβαίως σημαίνει να τα δεχθείς εκ προοιμίου συναισθηματικώς χωρίς να τα εξετά­σεις, έτσι επειδή τα γουστάρεις, και αν είναι δυνατόν να τα κάνεις βιώματά σου έτσι αξιω­μα­τι­κώς. Κύριε τάδε, δεν τα εξετάζεις και δεν τα ψειρίζεις αλλά τα δέχεσαι αυτο­μά­τως διά της θρησκοληπτικής πίστεως και συμμορφώσεως. Αν όμως έχουν έτσι τα πράγματα τότε γιατί έχουν καταναλώσει εκατοντάδες χιλιάδες σελίδες με το να γρά­φουν ερμηνείες και εξηγήσεις των γραφών, κατηχήσεις και κανόνες, κλπ; Γιατί έχουν συγκαλέσει πά­ρα πολ­­λές συνόδους για να αποφασίσουν το δόγμα; Γιατί έχουν φονεύ­σει πολλά εκα­τομ­μύρια αντιφρονούντων ή μη μετατρεψίμων; Γιατί εξηγούν την δημι­ουργία του κό­σ­μου, την ύπαρξη ζωής, την δημιουργία του ανθρώπου διά της Βίβλου; Γιατί μά­χονται με κάθε μέσο σε όλες τις επιστημονικές θεωρίες που αντιβαίνουν στις πίστεις των; Γιατί αυτοί θεωρούν τους εαυτούς των ως οι μονοπωλητές τις αλήθειας; Γιατί μά­χον­ται με κάθε μέσο σε όλες τις πολιτικές και κοινωνικές αποφάσεις και αλ­λαγές που δεν τους συμφέρουν; Γιατί άλλα τέτοια χιλιάδες γιατί; Αυτό αποδεικνύει άλλη μια φορά όχι μόνο την σύγχυση αλλά και την ειλικρίνεια και των ιδίων και της θρησ­κείας που τυφλά υπηρετούν! Λες και η θρησκευτικότητα ή η κοσμοθέαση των ανθρώπων είναι απλώς ζήτημα γούστου, λες και πρόκειται για παγωτό, ή συναισ­θη­ματισμού, λες και πρόκειται για τον πρώτο έρωτα, και όχι λογικών και σταθερών βά­σεων. Ιδού τα χάλια και η κατάντια τους!

Με άλλα λόγια οι απολογητές θεολογούν και δογματίζουν χωρίς κανένα απροκα­τά­λη­πτο, ερευνητικό και επιστημονικό υπόβαθρο. Τα επιχειρήματά τους είναι ακατάστα­τες θεολο­γίες και δόγματα. Κάτι ισχύει μόνο και μόνο επειδή έτσι το θέσπισαν σύνο­δοι, θεολόγοι και πα­τέ­ρες και επειδή ετέθη ως δόγμα. Πάει και τελείωσε αξιωματικά! Πολλάκις η υπο­βολή μιας ερω­τή­σε­ως ή ενστάσεως σε ένα θέμα έχει σαν απάντηση έναν λαβύρινθο ερ­μηνειών ή πι­θα­νών απαντήσεων χωρίς τελικά να δίδεται μια σαφής και συγκεκριμένη απάντηση. Για ένα συγκεκριμένο ερώτημα ή ζήτημα που θα έπρεπε να έχει σχετικώς σύντομη και σαφή απάντηση σε παρα­πέμπουν σε κάποια βιβλιογρα­φία για να βρεις την απάντησή του. Αυ­τή πάλι σε οδη­γεί σε άλ­λη και μετά σε άλλη βιβλιογραφία άνευ τέλους. Έτσι για ένα συγ­κεκρι­μέ­νο ερώτημα ή θέμα που όφειλε να έχει σαφή και σύντομη απάν­τηση αναλώνετε κανείς σε ένα χάος ερμηνειών, πιθανών απαντήσεων, μαγειρεμένων δι­καιολογιών και πολλών τό­μων θεολογικών βιβλίων χω­ρίς τελικά να λαμβάνει ποτέ ξεκά­θαρη και σί­γουρη απάντηση.
 Η ύπαρξη χι­λι­άδων αν­τι­φατικών χωρίων και η έλλειψη κάθε στοιχειώδους λογικής εί­ναι ένας, αλλά όχι ο μόνος, από τους λό­γους του τε­ρα­στί­ου αρι­θμού Χριστιανικών αιρέ­σεων ήδη από τον 1ον αιώνα, δη­λα­δή από το ξεκί­νημα αυ­τής της απόλυτα αληθι­νής θρη­σκείας! Βε­βαίως και το αντίστροφο ισχύει. Ότι δηλαδή, οι πάμ­πολλες αιρέ­σεις εδημιούρ­γη­σαν μια τεράστια συλλογή αντιφατικών χω­ρίων. Περί­ερ­γα πράγματα για τη μόνη και πλή­ρη, θεϊκή, απόλυτη αλήθεια! Αλλά συ­­γνώ­μη, ξέ­χα­σα: «Αυτά έγι­ναν γιατί ο διάβολος, ο σα­τανάς, δεν έπα­ψε να σκαν­δαλί­ζει και να παρα­πλα­νά τον κό­σμο, ακόμα και μετά την ανά­σταση του σωτήρος!». Το λέει και ο Ειρηναί­ος, στο «Κα­τά Αιρέσεων» βιβλίο του, ότι οι αιρετικοί ήταν όργανα του δια­βό­λου. Ήδη στα χρό­νια (180-185 Κ. Ε.) του Ειρη­ναί­ου (επι­σκό­που Λυώνος, Γαλλίας[5]) οι αι­ρέ­σεις ήταν πάνω από εκα­τό. (Επισή­μως σε όλη την ιστορία του Χριστιανισμού ανέρχονται σε 33 0000, αλ­λά ανε­πισή­μως σχεδόν κάθε άνθρωπος που ομο­λογεί Χριστιανός είναι και μια αίρε­ση!). Βλέ­πε­τε: «Για να γλιτώσει ο Θεός φτιά­χτη­κε ο διάβολος. Αλλά για τη δημιουρ­γία του δια­βόλου θα πρέ­πει να ζητηθούν κάποιες ευ­θύνες από τον – παντοδύναμο κλπ. δη­μι­ουρ­γό­ – Θεό.» (Sigmund Freud).
{[5] Δεν πρέπει να μένουν πεπλανημένες εντυπώσεις σχετικώς με την κοινωνιολογία και των αριθμό των Χριστιανών. Αυτοί το 185 Κ. Ε., έτος κατά το οποίο εκδίδονται και κυ­κλοφορούν τα Ευαγγέλια ―ενώ έως τό­τε, ας τονισθεί, ουδεμία παράδοση περί ιστορικού Ιησού υπάρχει ως καλώς γνωρίζομε εκ των συγγραμ­μά­των του εν λόγω Ειρηναίου ―, ήσαν ολίγοι και σε πολλές περιοχές της αυτοκρατορίας όπως η Γαλλία ήσαν ανύπαρκτοι τόσον το έτος 180 όσον και το 280 Κ. Ε.! Ο Ειρηναίος και το εκ­κ­λησίασμά του δεν ήταν παρά μια μικρή ομάδα τεχνιτών οικοδόμων εκ Μικράς Ασίας οι οποίοι μετέβησαν στην Λυών για ανεύ­ρε­ση εργασίας. Ο Ειρηναίος, καίτοι άγιος και θεοφόρος πατέρας, ως μη έχων το χάρισμα της γλωσσο­λαλιάς αντιμετώπισε εκεί μεγάλη δυσκολία διότι δεν κατα­λάβαινε τις κελτικές διαλέκτους της περιοχής. ― Το εκ­κλησίασμα των Χριστιανών αποτελείτο αποκλειστικώς από μέλη της ολιγομε­λούς τάξεως των ελευθέρων επαγγελματιών όπως αυτό έχει αναλυθεί εκτενέστατα σε πολ­λές ερευνητικές εργασίες επί της κοινω­νιο­λο­γίας του Χριστιανισμού ―}

Δεν επιχειματολόγησαν ποτέ οι Χριστιανοί απολογητές από τη θέση της ισχύος, πει­σ­τι­κό­τη­τας και βεβαιότητας που η όντως αληθής γνώση παρέχει και έπρεπε να είχαν δεδομένη εκ του Θεού των, για να δείξουν απ’ ευθείας, λογικά και χωρίς περιτροπές την απόλυτη αλήθεια της εκ θεϊκής αποκαλύψεως πίστεως και «γνώσεώς» τους. Παν­τού και πάν­τοτε και όπου υπήρ­χε τρύ­πα στον σαθρότατο και ξεφτισμένο καμβά τους (και υπήρ­­χαν συνε­χώς χιλιά­δες τρύπες) προσπα­θούσαν εκ των υστέ­ρων και κατόπι μόνον προκλή­σε­ως των αμφι­σβη­τούντων και σκεπτικιστών να ράψουν ένα κάποιο άχρηστο μπάλωμα, που νόμι­ζαν ότι εξυ­πηρετούσε την τό­τε πα­ρούσα στιγμή. Όμως, το τε­λι­κό και μόνο επι­χείρημα που τους απέμενε, όπως κραυγά­­ζει ο «Μέγας» Κέλσος στον «Αλη­θήν Λόγον», ήταν: «Πί­στευε, πί­στευε, πίστευε... Ποτέ γνώρι­ζε...». «Ο νοών νοησάτω!».

Το «πίστευε και μη ερεύνα»[6] και παρόμοια μηνύμα­τα έχομε σε όλα τα γραπτά της νέ­ας μονοθεϊστικής δοξασίας. Βεβαίως αυτήν την αρχή χρησιμοποιεί και κάθε άλλη κα­τα­στροφική θρησκεία διότι είναι η πιο βολική για να δικαιολογήσει οτιδήποτε επι­βάλ­λει στους οπαδούς της. Στα πρώτα π. χ. γραπτά όπως, στη B΄ Πρός Κορινθίους στο κε­φά­λαιο 5 όπου ο Παύλος αναπτύσσει τις μετα­φυ­σι­κές του δοξασίες, στον στίχο 7 δίνει την εξής δικαιο­λόγη­ση: «... διότι (στην εδώ ζωή) περιπατούμε με την πίστη και όχι με την όρα­ση». Τέρμα λοιπόν οι αι­σθήσεις, μόνον η τυφλή πίστη υπάρχει και καθοδηγεί... Επί­σης στην Α΄ Πρός Τιμόθεον, 1: 3-4, ο Παύ­λος παραγγέλλει στον Τι­μόθεον να μηνύσει στους οπα­δούς του κηρύγματός του στη Μα­κε­δονία «...να μην δι­δάσκουν ξένες διδασκα­λίες, ούτε να δί­νουν προσοχή σε απέ­ραν­τους μύ­θους και γενε­α­λο­γίες, που προκαλούν μάλ­λον συ­ζη­­τή­σεις παρά εξυπηρετούν το σχέδιο του Θεού το οποίο βασίζεται στην πίστη». Μό­νο πί­στη λοιπόν και όχι διερευ­νη­τικές συζητή­σεις... (Ακόμα βλέπε: Α΄ Πρός Κορινθίους 1: 17-30, Α΄ Πρός Τιμόθεον 6: 20-21 και Β΄ Πρός Τιμόθεον 2: 16-18.). Στο Κατά Ιωάννην Ευ­αγγέλιον 20: 29 διαβάζομε: «λέγει αυτώ ο Ιησούς· ότι εώρακάς με, πεπίστευκας· μα­κάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες.». Αργότερα, μία από τις αποφά­σεις της συ­νό­δου της Εφέ­σου, το 431 Κ. Ε., ήταν και το: «Πίστευε τω θαύματι και μη ερεύνα λο­γι­σμοίς το γινό­με­νον.». Το ίδιο προπα­γαν­δί­στηκε και στη Δύση από τον Ιερό Αυ­γου­στί­νο και τη Χριστιανι­κή σχολή της Καρ­χηδό­νας. Στον αρχαίο Ελληνικό πολι­τι­σμό όμως εύ­κο­λα δια­κρί­νομε την εξελι­κτι­κή τάση «ερεύνα και πράττε επιστήμην».

{[6] Η φράση «ερευνάτε τας γραφάς» δεν υπάρχει πουθενά στην Καινή Διαθήκη υπό προστακτική έννοια. Μόνο στον Ιωάννην απαντάται μια φορά υπό οριστική έννοια (το ρήμα είναι σε οριστική έγκλιση): 5: 39 «ερευνάτε τας γραφάς, ότι υμείς δοκείτε εν αυταίς ζωήν αιώνιον έχειν· και εκείναί εισιν αι μαρτυρούσαι περί εμού·». Την ακούμε πολλές φορές παραπλανητικώς από τους αμαθείς χωρίς να υπάρχει καμία διαπίστωσή της απ’ αυτούς. Η εκκλησία μόνο τα εγκώμια επί των γραφών επιδοκίμαζε, ποτέ όμως την κριτική μελέτη και έρευνα των. Για πολλούς αιώνες αν κανείς έκανε τέτοιο λά­θος, τότε ήταν χαμένος μέχρι την δευτέρα παρουσία. Ακόμα στον Ιωάννην 20: 29 «λέγει αυτώ ο Ιησούς· ότι εώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύ­σαντες.». Η ρήση είναι σαφής. Πίσετυε χωρίς να δεις και θα είσαι μακάριος. Πλήρης προβατισμός δηλαδή!}
Ένα συχνό και απλοϊκό παράδειγμα αυτής της κατάστασης είναι το εξής. Ο Παύλoς στην Πρός Εβραίoυς Επιστολήν 8: 6-7 (βλέπε και Πρά­ξεις 13: 39) μας λέ­ει κα­θα­ρά ότι o Θε­ός έδω­­σε την πρώ­τη τoυ δια­θή­κη στoυς αν­θρώπoυς ελ­λι­πή και με λά­θη (ό­χι άμεμπτη όπως λέει) και γι’ αυ­τό με­τά χρειά­στη­κε να δώσει την άμε­μπτη δεύ­τερη. Αυ­τό το βλέπομε και στη δογματική της Χριστιανικής θρησκείας, διότι η Καινή Διαθήκη έρχεται ως συμ­πλήρω­ση, εκπλήρωση και δικαίωση της Παλαιάς. Υπάρ­χει άρα­γε λoγι­κή θεoλoγι­κή εξή­γη­ση και δικαιολόγηση σ’ αυ­τό τo νευ­ραλ­γι­κό αντιφατικό σημείο της παλινδρομήσεως και αυ­τοαναιρέσεως του Παντοδυνάμου; Τη μό­νη «πειστι­κή» εξή­γη­ση πoυ εί­χα την τύ­χη να ακoύσω και την οποία μου έδω­σε φω­να­χτά ένας αγ­ρι­ε­μένος πρωτoσύ­γκελoς, τoυ oπoίoυ τo όνoμα δεν θα απα­θα­να­τί­σω εδώ, είναι η εξής: «Αυ­τό εί­ναι δι­κή τoυ δoυ­λειά!». [Δηλα­δή, τoυ Θεoύ δουλειά.]. Πολύ συχνά επίσης ακούμε: «Θεός είναι και ό,τι θέλει κά­νει!» που είναι απάντηση με ακριβώς το ίδιο νό­η­μα. Δη­λα­δή σαν να σου λένε: Δεν μας εν­δια­φέρει αν έχεις θεμιτές απορίες και ερω­τή­σεις. Δεν σε λαμβάνομε υπ’ όψη. Εσύ όμως πί­στευε, πίστευε στα τυφλά και μη ρωτάς για τίποτα, ακόμα και αν ο Θεός που σου σερ­βί­ρομε είναι παράλογος και αντι­φα­τι­κός. Έχομε δηλα­δή να κάνομε με απαντήσεις πλήρους υπεκφυγής, οι οποίες προσ­βά­λουν τις ιδιότητες του Θείου! Τις πιο πολλές φορές τις συμ­πληρώ­νουν και με τα εξής λόγια: «Ίσως με πίστη, αποκάλυψη και προσευχή να σου δο­θεί η απάντηση που ζη­τάς.». «Κάποια εξήγηση θα έχει κι’ αυτό, αλλά δεν τη ξέ­ρομε τώ­ρα. Ίσως τη βρούμε αργότερα.». «Δεν εξηγούνται όλα με τη λογική». «Είναι σχήμα λό­γου, μετα­φορά, πα­ρομοίωση, παραβολή, αλληγορία, κλπ.». «Η Γραφή αλλού ερμη­νεύ­ε­ται κατά γράμμα και αλλού μεταφορικώς.». «Δεν μπο­ρούμε να τα κατα­λά­βομε όλα». «Αυτό μόνo o Θε­ός τo ξέ­ρει», «ο Θεός οίδε» όπως γρά­φει ο Ωριγένης μερικές φορές, κλπ. Όπως ακ­ρι­βώς μας λέει ο Παύλος στην Πρός Ρωμαίους 11: 33 «ανεξιχνίαστοι αι οδοί τού Θε­ού», ή αυτό που ακούμε συ­χνά: «Τίς oί­δε τάς βoυλάς τoύ Θεoύ;». Αυ­τές λοι­πόν είναι οι «πει­στι­κές» απαντήσεις που μας παρέ­χουν οι απο­λο­γητές σε αμέτ­ρητα τέτοια κρίσιμα θεολο­γικά και αντιφατικά σημεία. Δη­λα­δή, υπ­εκφυγές, τυ­φλή πί­στη, να μην έχεις κρίση και νόη­ση, να μην ρωτάς, κλπ. Ζωώδης κα­τά­σταση δηλα­δή! Άξιoς λει­τoυργός τoυ Υψί­στoυ ο πρω­το­σύγκελος που προανέφερα!
Αν τώ­ρα, η δεύ­τε­­ρη δια­θή­κη τε­λεί και αυτή υπό συνεχή ανα­­­θε­ώ­ρη­ση όπως έτσι γί­νε­ται, αυ­τό «μόνo o Θε­ός τo ξέ­ρει» αφoύ εί­ναι δι­­κή τoυ δoυ­λειά. Φαίνεται όμως ότι αυ­τός ο σπουδαίος πρωτοσύγ­κελος, ο οποίος «γνω­ρ­ί­ζει πολύ κα­λά» με ποιους τρόπους ο Θεός εκτελεί την δουλειά του, και όλοι οι όμοιοί του, απολο­γη­τές και μη, εσκεμ­μέ­να και συνωμοτικά απορ­ρί­πτουν αφ’ ενός την κοινή λο­γι­κή και αφ’ ετέρου επίτηδες κάνουν πως ξεχνούν την πανσοφία, την παντο­γνω­σία και το αλάθητο του Θεού, κα­θώς και τις πάμ­πολλες βι­βλικές αναφο­ρές που μας βε­βαιώνουν για την στα­θερό­τη­τα του Θεού στις αρχές του, στις κρί­σεις του, στα λόγια του, στις υποσχέ­σεις του, στις πρά­ξεις του, κλπ. Π. χ. βλέπε: Έξοδος 3: 14-15, 34: 6-7, Αρι­θμοί 23: 19, Δευτε­ρο­νό­μιον 32: 4, Α΄ Σαμουήλ Α΄ Βασιλειών) 15: 29, Ψαλ­μοί 19: 7-10 (ή 18: 8-11), 34: 10 (ή 33: 11), Ησαΐας 55: 11, Ιεζεκιήλ 24: 14, Μα­λαχίας 3: 6, Σο­φία Σειράχ 22: 23 (ή 24), Πρός Εβραίους 6: 18 (δεν ψεύδεται), 13: 8, Επιστολή Ιακώβου 1: 17, και απαν­ταχού. Αλλιώς τί σόι Θεός θα ήταν αυτός βεβαί­ως, αν έκανε λά­θη, έλεγε ψέματα και δεν ήξερε να κά­νει σωστά τη δουλειά του, ώστε να με­τα­νι­ώνει για τις αποφά­σεις και τις πράξεις του ώστε μετά να επανέρχεται για να τις διορ­θώ­σει...
Ενώ λοιπόν ο Παύλος στην Πρός Ρωμαίους 11: 33 μας λέει: «ανεξιχνίαστοι αι οδοί τού Θε­ού», και ακόμα ακούμε συ­χνά: «Τίς oί­δε τάς βoυλάς τoύ Θεoύ;», αμέσως μετά και ο Παύλος και οι απολογητές είναι έτοιμοι και να εξιχνιάσουν και να ερμηνεύσουν «τάς βoυλάς τoύ Θεoύ». Από την μια μεριά ομολογούν ότι δεν τις κατέχουν, είναι ακα­τά­ληπτες, ανεξιχνίαστες, κλπ. και αμέσως μετά γίνονται εξιχνιάσιμες και προ­χω­ρούν να μας δώσουν και τις εξηγήσεις που γουστάρουν. Ιδού η σχιζοειδής κατάσταση τους! Ήλθε ο Θεός στη γη και ακόμα τρωγόμαστε με το τι ήθελε να πει!

Ακόμα απαντάμε συχνά και την τακτική της αποφυγής. Όταν η συζήτηση είναι δύ­σ­κο­λη και απρο­σπέλαστη τότε σταμάτα να συζητάς. Όταν η συζήτηση αποβαίνει επι­κίνδυνη για τις δοξασίες μας τότε δεν προσπαθείς να έχεις διάλογο για να βγάλεις συμ­πέρασμα και μετά να προσαρμοστείς αναλόγως. Εμείς κύριοι έχομε μονόλογο, πάει και τελείωσε. Ού­τε θα μας βάλετε σε σκέψεις με τις εύλογες ερωτήσεις σας. Κύ­ριε τά­δε: «Ού μέ πείσεις κάν μέ πεί­σης!». Ο «Παύλος» μας λέγει σαφώς: Α΄ Πρός Τι­μόθεον 4: 7 «τους δε βε­βή­λους και γρα­ώδεις μύ­θους παραιτού, γύμναζε δε σεαυτόν προς ευσέβειαν», Β΄ Πρός Τι­μόθεον 2: 16-18 «τας δε βε­βή­λους κενοφωνίας πε­ρι­ϊσ­τασο· επί πλείον γαρ προκό­ψου­σιν ασεβείας, και ο λόγος αυ­τών ως γάγγραινα νομήν έξει·», 23 «τας δε μωράς και απαι­δεύ­τους ζητήσεις πα­ραιτού, ει­δώς ότι γεννώσι μά­χας·». Πρός Τίτον 3: 10 «αιρετικόν άν­θρω­πον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν πα­ραιτού.» Ίδια μηνύματα επαναλαμβάνον­ται και στις τρεις επι­στο­λές του Ιωάννου μα­ζί με μισαλλοδοξία και μίσος. Διαβάστε τις. Αυτά βεβαίως έρ­χον­ται σε κάποια αντί­φαση με την Επιστολή του Ιακώβου 5: 19-20 «Αδελφοί, εάν τις εν υμίν πλα­νηθή από της αληθείας, και επιστρέψη τις αυτόν, γι­νωσκέτω ότι ο επι­στρέψας αμαρτω­λόν εκ πλά­νης οδού αυτού σώσει ψυχήν εκ θα­νάτου και καλύψει πλήθος αμαρτι­ών.». Βε­βαίως και ο Ιάκωβος υπονοεί ότι η αλήθεια είναι μόνο αυτή που αυτός εννοεί και όχι του άλλου που τον έχει ήδη προδικάσει ως αμαρτωλό ή πεπλα­νη­μέ­νο.

Ο ανεκδιήγητος θεολόγος και απολογητής Τερτυλλιανός (τέλος δεύτερου και αρχές τρί­του αιώνα), ο οποίος στο τέλος κατάντησε και αιρετικός, με αφορμή την υποτι­θε­μένη ανάσταση του Ιησού και την υποσχεθείσα ανάσταση των ανθρωπίνων σωμάτων, είχε ισχυριστεί τα εξής δύο παροιμιώδη αποφθέγματα:

1)   «Αυτό το πιστεύω επειδή είναι απίστευτο.»
2)   «Αυτό είναι δυνατό επειδή είναι αδύνατο.»

Ως προς το πρώτο, μπορούμε να πούμε ότι κάθε Τερτυλλιανός έχει δικαίωμα να πι­σ­τεύει ό,τι είναι απί­στευτο ακόμα και το πιο αλλόκοτο αφού έτσι γουστάρει και εφ’ όσον βε­βαί­ως δεν βλά­πτει κανένα. Εδώ βλέ­πομε και πά­λι ότι αυτή η ρήση θέτει εκ ποδών την έρευνα στη θρησκευτική πίστη αυτού του τύπου. Όταν κάποιος πει: «αυτό το πι­στεύω επειδή έτσι μου γουστάρει», τότε είναι προ­φανές ότι κάθε λογικό και επι­στημονικό επι­χείρημα ή αν­τίρ­ρηση παύει να έχει ισχύ εμπρός στο εκ των προτέρων τεθέν θρησκευτικό γούστο του... Αλλά ως προς το δεύτερο, η κατά­στα­­ση είναι σχιζο­φρενική. Διότι όταν κά­τι είναι «αδύνατον», τότε λογικώς δεν εί­ναι «δυνατόν». Εδώ δεν μιλάμε με όρους θρη­σκευτικής πίστεως αλλά με εμπειρικούς όρους. Η δυ­να­τό­τητα κάποιου ενδεχομένου και η διαπίστωσή της είναι εμ­πειρικά φαι­νό­μενα και ως εκ τούτου οι έν­νοι­ες «δυνατόν» και «αδύνατον» είναι αν­τί­θετες. Συνεπώς η συνύπαρξη τους με το αυτό εν­δε­χόμενο είναι αν­τί­φα­ση. Έτσι λοιπόν μόνο μια σχιζοειδής δια­νοητική κατάσταση μπορεί να ομιλεί περί ταυτοχρόνου συνυ­πάρ­ξεώς των. Τα απο­τε­λέ­σμα­τα τέτοιων σχιζοειδών ισχυ­ρισμών μό­νο καταστροφικά δύναν­ται εν κατα­κλείδι να αποβούν. Αφού τα πάντα είναι δυνατά και ταυ­το­χρόνως αδύνατα και μάλιστα με θείαν επικύρωση, τότε μπορείς να λες και να κάνεις ό,τι σου καπνίσει. Έτσι η κατα­σ­τροφική ιδιότητα και μανία του Εβραι­ο­γνωστικοχριστιανισμού απεδείχθη πλήρως στη θεωρία και στην πράξη από ολόκληρη τη γραμματεία, την ιστορία και τα πεπραγ­μένα του. Εύγε κύριε ανεπανάληπτε Τερτυλλιανέ!

5. Επίκληση μαρτυρίων και ασκητισμού

Μερι­κοί επι­καλούνται το μαρτύριο ελαχίστων Χριστιανών διά την πί­στη τους ή τον μο­να­χισμό περισσοτέ­ρων ως από­δειξη της ορθότητας της Χριστιανικής πί­­στεως. Αυ­τά δεν απο­τελούν καμία επιχειρηματολογία ούτε λογι­κή απόδειξή αυτής της ορθό­τη­τας. Δεν εί­ναι τίποτα άλ­λο παρά οι φανατικές στάσεις φα­­νατικών πιστών που κάθε μετα­φυ­­σική πί­στη, ενίο­τε και φυσική, χωρίς έρευ­να δημι­ουργεί και ειδικά όταν υπόσ­χεται ότι με το μαρτύριο αυτό ή την εγκατάλειψη των εγκοσμίων θα ανταμειφθεί μυ­ριά­κις στη μετά θά­νατον ζωή. Αν αυτές οι στάσεις αποτελού­σαν λο­γικές αποδείξεις της ορθότητας της Χριστιανικής πίστης, τότε κά­θε θρη­σκεία και ιδε­ο­λογία θα ήταν εξ ίσου λογι­κώς ορ­θή, εφ’ όσον κάθε θρησκεία και ιδε­­­ο­λογία έχει έναν ικανό αριθμό μαρ­τύρων, ασκητών και αγί­ων. Ο φανατι­κός προτιμά να απο­θά­νει γι’ αυτά που πι­­στεύει και υποστηρίζει παρά να πα­ρα­δε­χθεί τα λάθη και την πλάνη του και συνε­πώς να τα απορ­ρίψει και μετά να αρχίσει τη ζωή του επί νέων βάσεων.

Τα μαρτύρια των αποστόλων Παύλου, Πέτρου, Ιακώβου, Ανδρέα, Θωμά, Βαρθολο­μαίου, Ματθαίου, Φιλίππου, όπως και άλλων μαρτύρων είναι μυθολογίες οι οποίες επλάσθησαν από το τέ­λος του 2ου αιώνα και μετά. Δεν αναφέρονται ούτε στην Καινή Διαθήκη ού­τε σε φε­ρέγγυες ιστορικές μαρτυρίες. Στις διάφορες εσωτερι­κές χριστιανι­κές παραδόσεις που αναφέρονται, οι αφηγήσεις και εκδοχές τους είναι πολύ δια­φο­ρετικές και αλληλοσυγκρουόμενες, γεγονός που αποδεικνύει την ψευδότη­τά τους.

Εδώ ας σημειώσομε και τα εξής πολύ σημαντικά. Οι Χριστιανοί μάρτυρες δεν ανέρ­χον­ται σε μυριάδες ή εκατομμύρια όπως ακούμε πολύ συχνά. Οι περισσότεροι διωγ­μοί για τους οποίους φωνασκούν δεν έγιναν ποτέ, ούτε οι Χριστιανοί, εκτός ολίγων, είχαν το σθένος για το οποίο υπερηφανεύονται. Αυτά εί­ναι αποδεδειγμένα ψέματα της Χρι­στι­α­νι­κής προ­παγάνδας. Εκτός από τους διωγμούς[7] επί αυτοκρατόρων Δε­κί­ου[8] και Διοκλη­τι­α­νού[9], γινόταν κά­τι τοπι­κές μικροσυμπλοκές με τον γειτονικό πληθυσμό για διαφό­ρους λό­γους, κυ­ρί­ως οικονομικών συμφερόντων και κοινωνικών ή θρησκευ­τι­κών διαπληκτισμών. Από όλα τα αντι­κει­με­νικά στοιχεία που έχομε στα χέρια μας οι ζηλωτές μάρτυρες ήταν μόνο ολί­γες χιλιάδες και τίποτα περισσότερο. Η δί­ωξή τους δεν είχε θρησκευτικά αίτια όπως ισχυρίζονται καθότι υπήρχε απόλυτη θρη­σκευτική ελευθερία. Τα αίτια ήταν οικο­νομικά, πολιτικά, πολιτισμικά και το ότι ηρνούν­το να συμμετέχουν στις εορτές της αυτο­κρα­το­ρί­ας, στον στρατό, κλπ. Αντ’ αυτών προτι­μούσαν να υβρίζουν τον Ελληνορωμαϊκό πολιτι­σμό, να αυτοευνου­χί­ζον­ται (πράξη αυστηρά απαγορευμένη από τον Ρωμαϊκό Νόμο αλλά την εφάρμοζαν οι Εγκρατίτες, οι Βαλέσιοι της Αιγύπτου, πολλοί επίσκοποι, ασκητές και ερη­μί­τες κ.ά.), να εγκαταλείπουν την κοινωνία και τον πολιτισμό και να γίνονται αναχωρητές, στυ­λί­τες και ερημίτες! Έτσι καταντούσαν συνεχής παραβίαση του κρατικού νόμου και ακατάπαυστη πρόκληση των Ρωμαϊκών αρχών και του τοπικού πληθυσμού. Επίσης, πά­ρα πολ­λοί Χριστιανοί ασκη­τές, στυλίτες και αναχωρητές προκαλούσαν μόνοι τους πολλά δεινά στους εαυ­τούς των όπως και πολλοί μάρτυρες το μαρ­τύριο τους μόνο και μόνο διά να λάβουν τη μετά θά­να­τον «εκατονταπλασίονα» αν­τα­πό­δοση (Ματθαίος 19: 27-29, Μάρκος 10: 28-30.).

{[7] Ουδείς διωγμός κατά των πεποι­θή­σε­ων υπήρξε στη Ρωμαϊκή αυτοκ­ρατορία όπου επικρατούσε τέτοια θρη­σκευτική ελευθερία που ο σημερινός κόσμος είναι αδύ­νατο να τη φανταστεί. Έχει μείνει παροιμιώδες ότι: «Εις την Ρώμη συναν­τού­σες ευ­κολότερα έναν θεό παρά έναν άν­θρω­πο!». Οι λεγόμενοι «διωγμοί» ήταν το­πικές αντι­δράσεις του κράτους κατά των συνεχών κρουσμάτων απειθείας και των συ­ν­ω­μο­τικών ανατρε­πτικών ενεργειών των χριστιανών. Αν­ε­ζητούντο οι ένοχοι των εγκ­ληματικών πράξε­ων και ου­δείς εθίγετο λόγω των πεποιθήσεών του! Ουδείς συστημα­τικός διωγ­μός υπήρξε! Π. χ. Οι διωγμοί επί Νέρωνος (+64) και Δομιτιανού (+94 - 96) αναφέ­ρονται διά πρώτην φορά το +170 από τον επίσκοπο των Σάρδεων Μελίτωνα τον ευ­νούχο. Αυτά που γράφει είναι καθαρές υπερβολές. Την εποχή του Νέρωνος οι χριστι­ανοί (αν υπήρχαν) στην Ρώμη ήταν ελάχιστοι και όχι μυριάδες! Άλ­λες έρευνες, βασι­σμέ­νες σε ιστορικά στοιχεία και σε παραδόσεις των ιδίων των χριστιανών (π. χ., βλέ­πε: Κυρτάταs Ι. Δημήτρης, Απόκρυφες Ιστορίες, Μύθοι και Θρύλοι από τον Κόσμο των Πρώτων Χριστιανών, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2003-2004, σελίδες 64-65), έχουν απαλ­λάξει τον Αυτοκράτορα Δομιτιανό (+81 - 96 Κ. Ε.) από την χριστιανική φήμη ότι εξαπέλυσε διωγμό κατά των χριστιανών και αι­ματοκύλι­σε την αυτοκρατορία. Εκείνο που έκανε ήταν ότι, ανέκρινε μερικούς χριστι­α­νούς τα­ρα­ξίες τους οποίους και ετιμώ­ρη­σε εάν ευρέθησαν ένοχοι εγκληματικών πράξεων. Άλλους φτωχούς κακομοί­ρηδες, τους ερώτησε να του εξηγήσουν τί πί­στευαν και τί έκαναν και μετά τους άφη­σε ελευ­θέρους, αισθανόμενος κά­ποια περιφρόνηση για την κα­τάντια και την βλα­κεία τους. Αντιθέτως ο Χριστιανι­σμός όταν κατέλαβε την εξουσία εγκαινίασε και εξ­απέ­λυσε τον πραγματικό, ανελέητο, ολοκλη­ρωτικό και ιδεολογικό διωγμό! }

{[8] Ο Χριστιανισμός γίνεται γνωστός τόσον στο κοινό, όσον και στις κρατικές αρχές το +250. Τότε ο αυτο­κράτωρ Δέκιος εις τα πλαίσια τής εθνοποιητικής διαδικασίας και τής, απαραιτήτου διά ην άμυνα κατά των Βαρβάρων, τονώσεως τού εθνικού φρο­νήματος, ορ­γάνωσε εθνικές εορτές σε όλες τις πόλεις τής Ελλη­νικής Οικουμένης. Τό­τε έκπληκτοι οι αξιωματούχοι είδαν κάποιους ταραχοποιούς οίτινες αυτοβούλως ύβ­ριζαν τον Ελληνικόν Πολιτισμόν και την Αυτοκρατορίαν, ονομάζοντες εαυτούς Χρι­στιανούς! Από τότε εκκι­νεί η δημοσία ιστορία τού Χριστιανισμού! Εις δε την Σμύρνη κατά τις εορτές αυτές εμ­φανίσθηκαν τέτοιοι τα­ρα­χοποιοί μπροστά στον έπαρχο οι οποίοι είχαν αλυσοδέσει τους εαυτούς των και απαιτούσαν να μαρτυρή­σουν (να απο­θάνουν δηλαδή διά μαρ­τυρίου) δι­ότι εφωνασκούσαν ότι ήταν Χριστια­νοί. Ο έπαρχος έκ­πλη­κτος ανεφώνησε τότε: «μου φαίνεται ότι τρελαθήκαμε όλοι» και συνέχισε: «Αν αυτοί θέλουν να απο­θάνουν τότε να πάνε να πηδήξουν στον κρημνόν», που βρισκό­ταν εκεί πλη­σίον. Ο Μέγας Δέκιος δεν πρόφθασε να δώ­σει λύση στο και­νο­φα­νές χρι­στιανικό πρόβλημα διότι εφο­νεύ­θει σε μάχη κατά των Γότθων σε ελώδη περι­ο­χή πα­ρά το δέλτα του Δουνάβεως το 251 Κ. Ε. προτού καν κλεί­σει δύο έτη ως αυτοκ­ρά­τωρ. (Έτσι ο Δέκιος εί­χε την τιμή να είναι ο πρώτος Αυτοκράτωρ που εχάθη εις μά­χην!).}

{[9] Ο λεγόμενος διωγμός του Διοκλητιανού (302-303 Κ. Ε.) δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η μόνη γενικότερη προσπάθεια ελέγχου των χριστιανών (όχι όμως της ιδεολο­γί­ας των), οι οποίοι και επυρπόλησαν το αυτο­κρατορικό ανάκτορο στην Βιθυνία της Μικράς Ασίας. Το αίτιο του διωγμού ήταν το γεγονός ότι κατά την κα­τοχή της Αλε­ξανδρείας υπό της Παλμύρας (+269-274) οι χριστιανοί της πόλεως ταχθέντες υπέρ της Ζηνοβίας (+240 - ;;; , κυ­βερνήτου της Παλ­μύρας) και του εγκαθέτου της, χριστια­νού επισκόπου Παύλου του Σαμοσατέως, άρχι­σαν να αποσφάττουν συστηματικώς όσους Έλληνες, Ρωμαίους και Εβραίους ηδύναντο!}

6. Θαύματα

Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τα θαύματα. Στην αρχαιότητα υπήρχαν πάρα πολ­λοί «θαυματοποιοί». Εκτός του μυθικού θεού της Ιατρικής Ασκληπιού, υπάρχουν και ιστορι­κά πρόσωπα, όπως ο Απολλώνιος Τυανεύς, ο Αυτοκράτωρ Βεσπασιανός Φλά­βιος Σαβί­νος ο οποίος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου θεράπευσε έναν τυφλό διά λά­σπης φτιαγμένης με χώμα και πτύσμα του και έναν κουλό μόνο με το άγγιγμά του (βλέπε Τακίτου, Ιστορίες, Τόμος VI, κεφάλαιο 81), ο Ρα­βίνος Χανίνα Μπεν Ντόσα (Μπερα­κόθ 17β, 34β, Εκκλη­σι­α­στής Ράμπα 1: 1, Μισ­νά 5: 5) κ. ά. Κάθε θρη­σκεία πα­ρου­σιάζει έναν μεγάλο κα­τά­λογο θαυμάτων δικής της δι­καιοδοσίας. Τα θαύματα της Καινής Δι­αθήκης έχουν ομόλογα θαύ­ματα στην Παλαιά Δια­θήκη, στα θαύματα του Απολλω­νί­ου του Τυανέως και σε άλλες αρχαιότερες θρη­σκεί­ες[10].

{[10] Μια διευκρίνηση αναφορικώς με τις «θαυματουργικές » θεραπείες στα Ασκλη­πιεία: Όλες τελούνται στο πλαί­σιο του Κοσμικού Νόμου και δεν αποτελούν «θαύμα­τα» στην πραγματικότητα. Αυτό εξ άλλου φανε­ρώ­νει και ο μύθος, κατά τον οποίον όταν ο Ασκλη­πιός επεχείρησε να αναστήσει έναν άνθρωπο εκ νεκρών απε­τράπη από τον Δία διά του κεραυνού του, διότι νεκροί δεν ανασταίνονται.

Στον Χριστιανισμό έχομε να αντιμετωπίσομε και τον εξής τραγέλαφο: Τα μεν Χρι­στι­ανικά θαύ­ματα, τα διαπράττει ο Θεός Γιαχβέχ διά δι­κής του άμεσης παρέμβασης ή διά του υιού του Γιεσούα (Ιησού) ή διά παρακλήσεως αγίων ανθρώ­πων (μεταξύ των οποί­ων εξέ­χουσα θέση κατέχει η Παναγία). Όλα δε τα μη Χριστιανικά θαύματα τα δι­απράττει ο διάβολος. Όπως προα­να­φέραμε με τη ρήση του Sig­mund Freud, το δίπολο θεού – δια­βό­λου (ζω­ρο­α­στρικός δυϊσμός ή δυαδισμός) καθένας μπορεί να ερ­μη­νεύσει τα πάντα χω­ρίς πολ­λές κου­βέν­τες και άνευ αποδείξεων. Έτσι νομίζουν ακό­μα ότι ευ­κόλως εξηγούν και δικαι­ολογούν την ύπαρξη του «κακού» και την πά­λη του με το «καλό» μέσα στην τέ­λεια δημι­ουργία ενός παντοδυ­νάμου και παναγά­θου Θεού. Πα­ραβλέπουν όμως ότι το πρώτο – πρώτο βή­μα του συλ­λογισμού των είναι αντι­φα­τι­κό και λανθα­σμέ­νο ώστε όλος ο συλλο­γι­σμός τους να πά­ει περίπατο. Ένας τρόπος να τε­θεί αυτό το πρώτο βήμα είναι ο εξής: Αφού ο Θεός που έφτιαξε τα πάντα και είναι τέ­λειος πάνσοφος και παντοδύνα­μος, τότε πως έφτια­ξε το κακό και τους υπη­ρέτες του τον διάβολο σατανά και τους αγγέλους αυτού μέσα στην τέλεια δημιουργία του? Μό­νοι σας μπορείτε να διατυπώσετε και άλλους τρό­πους. Μετά πάλι, αφού είναι παν­το­δύναμος και πανάγαθος γιατί με ένα φυσιματάκι του, «παφ»,­ δεν σβήνει τους δι­α­βό­λους μια για πάντα να τελειώσομε με δαύτους;...}

Αν εξαιρέσομε διάφορες σκηνοθετημένες απάτες ή φανταστικές αφηγήσεις, κάθε σύμ­πτωση ή δυσεξήγητο φαινόμενο ή φαινόμενο που μπο­ρεί να συμ­βαίνει από και­ρού εις και­ρόν αλ­λά κανείς να μην έχει ασχο­λη­θεί για να βρει την επιστημονική ή κά­ποια εξήγη­σή του, η εκάστοτε ψευδής θρησκεία το οικειοποιείται ως ιδι­κό της θαύμα. Έτσι το παρου­σιάζει σαν υπερβατικό (υπερ­φυ­σικό) φαινόμενο του οποίου η φυσική εξήγηση είναι αδύ­νατο να βρεθεί πο­­τέ. Διά τούτο οφείλομε να το δεχόμαστε και να το πισ­τεύομε ως θαύ­μα του θεού της, χω­ρίς να ρω­­τάμε τίποτα περί της εξηγήσεώς του. Κατ’ αυτόν τον τρό­πο, η εν λόγω θρη­σκεία προ­κει­μένου να εξυ­πη­ρετήσει τους σκο­πούς της εξισώνει την έν­νοια του «μη εξη­γη­θέν» με την έννοια του «μη εξη­γή­σι­μο». Άλλο μπέρδεμα που συχ­νά διαπράττει, είναι η εξίσωση του «εξωλόγου» με «υπερφυ­σικό θαύμα» (π. χ., διά­φορα ψυχικά ή παραψυχολογικά φαινόμενα, παραλη­ρήματα Poltergeist, κλπ.).

Δεν θα καταπιαστούμε εδώ με το ήδη γνωστό, αναλελυμένο και πολυδημοσιευμένο ζήτημα περί των θαυμάτων της Βίβλου. Κρίνοντας τις αφηγήσεις πολλών εξ αυτών βλέπει κανείς εύκολα ότι πρόκειται για ψευδείς μυθοπλασίες και φανταστικές ανοη­σί­ες. Όποιος ενδια­φέρεται ας ανατρέξει στην σχετική παγκόσμαι βιβλιογραφία.

7. Ιδιορρυθμίες πρωτοχριστιανών

Οι απολογητές, ανάμεσα στις δραστηριότητές τους, ανέπτυξαν και την εφεύρεση παν­τός εί­­δους δικαιολογιών για να δικαιολογούν τις ιδιαι­τερότητες (χούγια) και τις ακρό­τητες των Χρισ­τι­α­νών κα­τά τους τρεις πρώτους αιώνες (πράγμα που συνεχίστηκε διά μέσου των αιώνων, με τις αναγκαίες προσαρμογές, και μέχρι σήμερα).

Τέτοιες ιδιαιτερότητες ήταν: ζωή φόβου και τρόμου, η άμεση προσμονή τους τέλους του κόσμου, ή άμεση εσχατολογία, η άρ­νηση στρατεύσε­ως, η διατήρηση της παρθε­νί­ας ως υπερτάτου αρετής, η αγαμία, η εκτός νόμου πράξη του ευνουχισμού (Βα­λέσιοι, Εγκρα­τίτες, κ. ά.), ο αν­τιερωτισμός, η απλυσιά, οι παράξενες μυστικές τελε­τές τους, οι διάφορες εκδη­λώ­σεις αναχω­ρη­τισμού, η άρ­νηση συμμετοχής στις εορτές της αυτο­κρα­το­ρίας, η άρνηση τιμών προς τον αυτοκράτορα, οι ύβρεις κατά του πολιτισ­μού, οι διά­φοροι τσακωμοί τους με μη Χριστιανούς και μεταξύ των αιρέσεων τους, κλπ. (Αυ­τά κι’ αν είναι στοιχεία κατα­στρο­φικής θρησκείας! ...). Έτσι καταν­τούσαν συνεχής παρα­βίαση του κρατικού και τοπικού νόμου, ακατάπαυστη πρόκληση των Ρωμα­ϊ­κών αρ­χών και της τοπικής αστυνομίας, προκλητικοί ταραξίες τοπικών κοινο­τήτων και κοι­νής ησυχίας. Μό­νοι τους επέσυραν την οργή των Ρωμα­ϊ­κών αρχών εναν­τίον τους με φυλακίσεις, τιμωρίες και τοπι­κές διώξεις. Οι ταραξίες και ποινικοί υπόδικοι ανε­καλύπτοντο και ελάμβανον ό,τι προέβλεπε ο νόμος κατά πε­ρίπτωση.

Παρ’ όλα ταύτα ο Ιησούς είχε παραγγείλει: Μάρκος 12: 17 «και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτοίς· απόδοτε τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ· και εθαύμασαν επ’ αυτώ.». Ο Παύλος παραγγέλλει την υποταγή στους νόμους, προσευχή υπέρ των βασιλέων και τονίζει ότι κάθε εξουσία προέρχεται από τον Θεό, κλπ: Πρός Ρω­μαί­oυς 13: 1-7, Α΄ Πρός Τι­μό­θεoν 2: 1-2, Πρός Τίτoν 3: 1. Ο Πέ­τρος πα­ραγ­γέλ­λει τα ίδια στην Α΄ Πέ­τρου 2: 13-17. Επομένως, οι χριστιανοί δεν θα αμάρταναν απέ­διδαν τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και έκαναν όλα όσα παρήγγειλαν ο Παύλος και ο Πέτρος. Οι πρωτοχριστιανοί προφασιζόταν ως αμαρτίες και βλασφημίες το να αποδώσουν τιμές στην αυτοκρατορία και τον αυτοκράτορα και αντ’ αυτών προτιμούσαν τα μαρτύρια.

Καθώς όμως οι αντιφάσεις τους δεν λείπουν από πουθενά, ούτε από τα γραπτά τους, ούτε από τις τακτικές και τις πράξεις τους, ούτε από τον τρόπο ζωής τους, έτσι και εδώ απαντάται μια αντίφαση. Ο θλι­βερός επι­γραμματογράφος και ποιητής Παλλαδάς ο Αλεξανδρεύς (περίπου 365 – 420 Κ. Ε.) περι­γρά­φει μια αντιφατικότητα των μονα­χών, οι οποίοι κυριολεκτικά κατέσ­τ­ρεφαν την Αίγυ­πτο κατά την διάρκεια της ζωής του, στο εξής δίστιχο επίγραμ­μα:


Ει μοναχοί, τί τοσοίδε; τοσοίδε δέ, πώς πάλι μούνοι;
ώ πληθύς μοναχών ψευσαμένη μονάδα.


Αλ­λά και για τις πάμπολλες καινούργιες ιδιοτροπίες και τις αμέτρητες αιρέσεις των Χρι­στιανών που προέκυψαν μετά τους τρεις πρώτους αιώ­νες, οι νεώτεροι απολογητές εδη­μιούργησαν νεώτερες δικαι­ο­λογίες, στρεψοδικίες και παραλογισμούς που βασί­ζονται πάντα στην θεο­λογία στην παράδοσή τους, και στην προτίμηση τού ιδιαιτέρου δόγ­μα­τος στο οποίο ανήκουν.

Γνωρίζω ένα μοναστήρι στο οποίο ο ηγούμενος κατά τα έτη 1976-1977 ενήργησε να εγκαταστήσει όχι μόνο τηλέφωνο αλλά και ηλε­κ­τ­ρικό ρεύμα. Πέραν του ηλεκτροφω­τισμού όπως έλεγε, να έχουν οι καλόγεροι και κανένα ψυγειάκι, και καμιά ηλεκ­τ­ρι­κή κουζινίτσα, ... Σε άλλα μοναστήρια, είδα στις εφημερίδες, ότι βάλανε και τη­λε­ο­ρά­σεις! Καλή η καλογερική, σε στέλλει στον παράδεισο, αλλά καλά και τα επιτεύγματα τού πολιτισ­μού ...!

8. Αρχαίοι μύθοι και Χριστιανικά μυθολογήματα
Στο δογματικό επίπεδο απαντάμε πολλούς απολογητές να επικαλούνται αρχαίους και πα­γανιστικούς μύθους που ήταν καταπληκτικά παρό­μοιοι με τους δικούς τους για να δι­και­ολογήσουν την ύπαρ­ξη και την αλήθεια της δικής τους νέας θρησκείας και να πεί­σουν μερικούς Ρωμαίους αυτοκράτορες να μην τους διώκουν, κλπ. Τέτοιοι μύθοι αναφέρονταν σε διάφορα θρησκευτικά μυστήρια και τελετές, άμωμη σύλληψη, παρ­θενική γέν­νηση, κάθο­δος και άσματα αγγέλων, αστήρ τύπου Βηθλεέμ, σφαγιασμός νηπίων, βάπτιση, πά­θος θε­ού ή απο­θεωμένου θνητού (ήρωα, ημιθέου), σταύρωση, εν­τα­φιασμός, ανάσταση, ανάλη­ψη, κλπ. Επί­σης αναφέρον­ταν και σε διάφορα θαύματα θε­­ρα­πειών νόσων, βαδί­σματος επί υδά­των, χορτασμού πει­νασμένων, αναστάσεως νε­κρών, κλπ.
Το αν οι αρ­χαιότε­ροι μύ­θοι, που επι­καλέ­στη­καν οι Χριστιανοί απο­λο­γη­τές, ήταν αλη­θείς ή όχι δεν τους απασχόλησε καθόλου ως θε­μιτό μέ­σον αποδείξεως της δικής τους απο­λύ­του αλήθειας. Εφ’ όσον οι Χριστιανοί είχαν κα­ταδι­κά­σει κάθε άλλη θρησκεία ως ψευδή, τότε λογικά αυτό το επιχείρημά τους ήταν ένα δικολαβίστικο ψευδoεπιχεί­ρημα. Επι­καλέστηκαν όμως τους αρχαίους μύ­θους οσάκις τους χρειά­στηκαν μό­νο και μόνο επειδή ήταν βολικότατο μέσο για να εξυ­πηρετήσουν τον προσω­ρι­νό σκο­πό που είχαν στο νου τους. Το περίεργο εδώ είναι ότι κάμποσοι απο­­­λο­γητές (π. χ., Ιου­στί­νος, Firmicus Maternus, Τερτυλλιανός, Ειρηναίος, κ. ά.) απέδωσαν την τρο­με­ρή ομοιότη­τα πολ­λών αρ­­­χαί­ων μύθων με τους ιδι­κούς τους, και ιεροτελεστιών με τις δι­κές τους, σε πονη­ρή και παρα­πλα­νη­τι­κή ενέργεια του σατανά. Λένε δηλαδή ότι ο σα­τα­νάς οσφ­ρύετο την από στιγμή σε στι­γμή έλευση του σωτήρα στον κόσμο και θέλη­σε έτσι να παραπλα­νήσει τα πλήθη των εθνι­κών. (Τους Ιου­δαίους άραγε; Αυτούς τους άφη­σε έξω!).
Ο Εβραιοσαμαρίτης Ιουστίνος στην Πρώτη Απολογία, κεφάλαια 14 και 15, γράφει τα εξής (μεταφρά­ζω):

«Όταν εμείς λέμε ότι αυτός, ο Ιησούς Χριστός, ο διδάσκαλός μας, δημιουρ­γή­θηκε χωρίς σεξουαλική ένωση, εσταυρώθη, απέθανε, ανεστήθη και ανε­λήθφη εις τούς ουρα­νούς, δεν εισηγούμαστε τίποτα διαφορετικό απ’ ότι εσείς πιστεύ­ε­τε σχετικώς με τους γιους του θεού Διός.».
«... Γεννήθηκε από παρθένο, παραδεχόμαστε από κοινού αυτό που εσείς πι­στεύ­ετε για τον θεό Περσέα.».
«Διότι όταν λένε ότι ο Διόνυσος ανεστήθη και ανέβη στους ουρανούς, δεν είναι αυτό ένδειξη ότι ο διάβολος απεμιμήθη την προφητεία;»

Λίγο αργότερα αλλοπρόσαλλος Τερτυλλιανός, στο έργο του de Corona, παρά­γ­ραφος 15, γρά­φει (με­ταφράζω):
«Ας προσέξομε καλά τα μηχανεύματα του διαβόλου, ο οποίος συνηθίζει να μιμείται μερικά πράγματα του Θεού με κανέναν άλλο στόχο αλλά με την αφοσίωση των υπηρετών του, να μας ντροπιάζει και να μας κατα­δι­κάζει.».
Ο Firmicus Mater­nus, ένας από τους πρώτους Λατίνους πα­τέρες της Εβραιογνωστι­κοχριστια­νι­κής εκκλη­σίας, στο βιβλίο του «Τα Λά­θη Των Αισχρών Θρη­σκειών», για παράδειγμα γρά­φει:
«Habet ergo diabolus christos suos, et quia ipse antichristus est ad infamiam nominis sui miseros homines scelerata societate perducit.”». de Err. Prof. Rel., xxii.

Αυτή η δοξασία διατηρήθηκε και για κάμποσους αιώνες μετά. Για παράδειγμα, όταν οι γιοί του «Μεγάλου» Κωνσταντίνου, Κωνστάντιος και Κώνστανς, ήταν συναυ­τοκ­ρά­τορες (π. +340 -) ο τότε νεοφώτιστος φανατικός χριστιανός Julius Firmicius απ­ηύ­θυνε μια αγό­ρευση προς αυτούς. Στο μεγαλύτερο μέρος της, τους παρακινούσε να αρπά­ζουν και να κατάσχουν τις περιουσίες όλων όσων παρέμεναν πιστοί στις πα­ρα­δοσια­κές θρησκείες και να δίδονται στους Χριστιανούς για δική τους χρήση. Στο υπό­λοιπο μέρος της, κατήγγειλε όλα τα στοιχεία λατρείας των παραδοσιακών θρησκειών που ομοίαζαν με τα χρισ­τιανικά ως απομιμήσεις που είχε δημιουργήσει ο διάβολος. Σε όλους αυτούς τους χριστιανούς φωστήρες λοιπόν, βλέπομε τον διάβολο να έχει την διορατικότητα ώστε να έλθει στον κόσμο πριν από τον Χριστό για να δημιουργή­σει τα χαρακτηρισ­τικά στοιχεία του Χριστού μέσα στον Παγανιστικό κόσμο και να τον παραπλανήσει. Έτσι λοιπόν βάλθηκε ο δι­άβολος να μπερδέψει τους παγανιστές, κατ’ αυτούς τους «με­γίστους φωστήρας»! Μόνο που ο παν­τοδύναμος και πανάγαθος θεός τους δεν τον εμπόδισε αλλά τον άφησε! Αυτό θα πει απροσπέλαστη θεοπνευστία των χρι­σ­τιανών φωστήρων!

Άλ­λοι πάλι (π. χ. ο Ωρι­γέ­νης, οι σφετεριστές των «Σι­βυλ­λι­κών Χρη­σμών», κά.) απέ­δωσαν την ομοιότητα αυτήν στο θε­ϊκό σχέ­διο του Θεού Πατρός, Γιαχ­βέχ, για να προ­ετοι­μά­σει τον κόσμο να δεχτεί τον σωτήρα Υιό του, Γιεσούα = Ιη­σού τον επο­νο­μα­ζό­μενο Χριστό, ο οποίος θα εγένε­το (θε)άνθρωπος τη στιγμή που ο Πα­τήρ είχε ορί­σει. Πε­ρι­έρ­γως, στους σφε­τε­ρι­στές των «Σιβυλλικών Χρησμών» ανή­κει και ο αντιφα­τικός Ιου­στί­νος. Τί να κάνομε: στον Χριστιανισμό οι αντιφάσεις είναι εξαρχής «παν­ταχού πα­ρούσαι και τα πάντα πληρούσαι»!

Τελικά ο κό­σμος δεν πεί­­στηκε στο να δεχθεί τον σωτήρα του και την αιώνια ζωή, πα­ρά μό­νο όταν από το 313 Κ. Ε. και εντεύθεν του ετέθη η μο­ναδι­κή εκλογή υπο­χρε­ω­τι­κής σωτηρίας: Ή γί­νε­σαι Χριστιανός ή νε­κρός. Διάλεξε και πάρε!
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου