«Γίνου Χριστιανός ή φονεύσω σε.».
Όσο αφορά την απεμπόληση των μυθολογιών και δεισιδαιμονιών ο Χριστιανισμός κατάφερε να αντικαταστήσει τις αρχαιότερες μυθολογίες και δεισιδαιμονίες με τις δικές του[11]. Μας σέρβιρε τους Εβραϊκούς μύθους και τις Εβραϊκές δεισιδαιμονίες και τους (τις) επεξέτεινε με πολλούς (-ές) δικούς (-ές) του και με τρομερές παρερμηνείες των αρχικών. Οι κλεψίτυποι μύθοι της Γενέσεως είναι γνωστοί. Αν πάλι θέλετε να απολαύετε ισχυρή δόση δεισιδαιμονίας και δαιμονολογίας διαβάστε από περιέργεια τα βιβλία του Ιώβ, του Τωβίτ, της Αποκαλύψεως, κλπ. Οι περισσότεροι Εβραϊκοί μύθοι είναι επηρεασμένοι από τους Ασσυριακούς, Βαβυλωνιακούς, Χαλδαϊκούς, Ζωροαστρικούς, ακόμα και Ελληνικούς μύθους ή είναι κακιές παραλλαγές αυτών. Έπειτα, εκτός από τη μυθολογία της Καινής Διαθήκης (π. χ., το άστρο της Βηθλεέμ, η σφαγή των νηπίων από τον βασιλιά Ηρώδη τον Μέγα, κλπ.), η εκκλησία υπέκλεψε και μετάλλαξε πολλούς αρχαίους μύθους. Ένα παράδειγμα είναι ο αρχαίος Ελληνικός μύθος του Περσέως, της Ανδρομέδας και Δράκοντος, ο οποίος βρίσκει ομολόγους μύθους σε όλους τους ινδοευρωπαϊκούς λαούς. Αυτός μεταλλάχθηκε στον μύθο του εφίππου στρατηλάτη Αγίου Γεωργίου της βασιλοπούλας και του Δράκοντος... Άλλος μυθικός άγιος έχει αποδειχθεί να είναι και ο Άγιος Δημήτριος[12]! Οι μύθοι του άστρου της Βηθλεέμ και της σφαγής των νηπίων από τον βασιλιά Ηρώδη τον Μέγα έχουν αντιστοίχους στην ινδική μυθολογία του Χάρη Κρίσνα. [Περίεργα πράγματα! Αφού εσφαγιάσθηκαν 14 000 αρσενικά βρέφη κάτω των δύο ετών, τότε η Βηθλεέμ της Ιουδαίας θα έπρεπε να είχε τουλάχιστον 250 000 κατοίκους, δηλαδή περισσότερο πληθυσμό από την Ιερουσαλήμ την μεγαλύτερη πόλη της περιοχής! Η Βηθλεέμ όμως ήταν ένα μικρό και ασήμαντο χωριό, γνωστή μόνο διότι από εκεί κατάγονταν ο Ιεσσαί και ο γιος του ο βασιλιάς Δαυίδ. (Σημειώστε εν παρόδω ότι υπάρχει και Βηθλεέμ της Γαλιλαίας.). Οι χριστιανικοί μύθοι δίνουν και παίρνουν!].
{[11] Εδώ επιβάλλεται μια διάκριση: Ο Ελληνικός μύθος είναι μια ιστορία, διήγηση, η οποία, ανεξαρτήτως του ιστορικού χαρακτήρα της, είναι συμβολική και υποκρύπτει ένα βαθύτερο νόημα, διδαχή και πολλές φορές φυσικό και απροσπέλαστο νόμο. Αντιθέτως, οι χριστιανικές ιστορίες και αφηγήσεις μπορούν να αποκληθούν «μυθολογικές» με την τρέχουσα έννοια του όρου, καθώς επιζητούν να ληφθούν κυριολεκτικά αντί να ερμηνευθούν συμβολικά με αποτέλεσμα το άτοπον (λ. χ. «η δημιουργία των πρωτοπλάστων», «η άμμωμος σύλληψις», κλπ.).}.
{[12] 1) Το άρθρο “Thessalonica’s Patron: Saint Demetrius or Emeritus?”, Harvard Theological Review, July 2000, του καθηγητή David Woods, κονιορτοποιεί τους, ούτως ή άλλως σαθρούς, ισχυρισμούς των Ορθοδόξων περί της δήθεν ιστορικότητας του, αγνώστου εις τα μαρτυρολόγια έως του 450 Κ. Ε., Αγίου Δημητρίου και αποδεικνύει ότι πρόκειται δι’ άτεχνο προσπάθεια των Χριστιανών μετά το 362 Κ. Ε., όταν ο Θεοδόσιος ο Α΄ σκέφτηκε να ορίσει ως πρωτεύουσάν του την Θεσσαλονίκη, να την στολίσουν δι’ ενός Ισπανού στρατιωτικού Αγίου ως αντανάκλαση και alter ego του ιδίου του Θεοδοσίου.
2) Άλλοι σπουδαίοι ερευνητές, μεταξύ των οποίων είναι και ο καθηγητής Μετσοβίου Πολυτεχνείου Μανόλης Κορρές (παγκόσμια αυθεντία στην ιστορία, αρχιτεκτονική και στην αρχαιολογία) και ο καθηγητής φιλολογίας και ιστορίας Γεώργιος Α. Μαύρος, υποστηρίζουν την εξής εξήγηση: Όταν κατά τον πέμπτον αιώνα μια βορειοευρωπαϊκή γοτθική ορδή λεηλάτησε την πόλη Singidunum (σημερινό Βελιγράδιον), οι κάτοικοι της πόλεως που γλίτωσαν τη ζωή τους από τη συμφορά που τους βρήκε κατέφυγαν στην Θεσσαλονίκη όπου έφεραν μαζί τους και την εικόνα ενός υπαρκτού Αγίου προστάτη τους, του Νέστορος. Τότε οι Θεσσαλονικείς Χριστιανοί επέδωσαν στον Άγιο Νέστορα έναν πάτρωνα που δεν ήταν άλλος από τον μυθολογικό Άγιο Δημήτριο. Έτσι βλέπομε τον καινοφανή άγιο για πρώτη φορά στα μαρτυρολόγια από το 450 Κ. Ε. και μετά.}.
Εν κατακλείδι οι Χριστιανοί απολογητές και πατέρες καταδίκασαν όλους τους προηγουμένους μύθους των άλλων λαών ως αισχρά ψεύδη και παρουσίασαν και προπαγάνδισαν τους δικούς τους ως απολύτως αληθείς. Οι άλλοι λαοί ήσαν δεισιδαίμονες και βυθισμένοι στο σκοτάδι ενώ αυτοί σταμάτησαν κάθε δεισιδαιμονία και μας έφεραν το φως! Ουδέν ψευδότερον όλων τούτων! Έτσι επέβαλαν με κάθε βία και τρόμο το αυθαίρετο χριστιανικό αξίωμα: «ό,τι λένε και πιστεύουν οι άλλοι είναι αυτομάτως λάθος ή ψέμα ενώ ό,τι λένε και πιστεύουν αυτοί είναι αυτομάτως η απόλυτη αλήθεια, την οποίαν οφείλουν να πιστεύουν άπαντες»! Είδατε λοιπόν τί έκαναν αυτοί που σέβονται και επικαλούνται την ελευθερία εκλογής και το δικαίωμα γνώμης όταν τους παρεδόθη η εξουσία εν λευκώ; Έτσι με την δογματική και διαστροφική τους δεισιδαιμονία απέβησαν η χειρότερη μάστιγα που γνώρισε η ιστορία του ανθρώπου.
Ας μην ξεχνάμε και την τεράστια δαιμονολογία που έχει αναπτύξει ολόκληρη η Καινή Διαθήκη και η Εκκλησία. Δισεκατομμύρια δισεκατομμυρίων από δαίμονες παντού και πάντοτε! Αυτοί κυριαρχούν παντού και σκανδαλίζουν. Πού να καταγράφομε όλα αυτά τα ανιαρά τώρα ..., δεν έχομε χώρο και χρόνο! Νομίζομε ότι είναι αρκετά γνωστά και τα αναφέρομε εδώ και ‘κει μέσα στα διάφορα κείμενα μας. Επίσης για τη λειψανολογία και λειψανολατρία μαζί με την εικονολατρία και μπογιατολατρία, περιοριζόμαστε εδώ στο να πούμε ότι ξεπέρασαν κάθε όριο φαντασίας. Είναι όλα καταγραμμένα στην εκτεταμένη παγκόσμια βιβλιογραφία. Μελετείστε τα!
Εδώ αναφέρομε μόνο τα εξής ολίγα περί μιάς σινδόνος. Ένα από τα τελευταία λάβαρα της λειψανολατρείας-λειψανολογίας είναι η σινδών του Torino στην Ιταλία. Αυτή είχε καταντήσει η απόδειξη της αληθείας της χριστιανικής πίστεως για πολλούς αφελείς και ευχολόγους χριστιανούς. Ενώ πάντα ήταν κλειδαμπαρωμένη μέσα σε μια γυάλινη θήκη, το έτος 1988 ο Πολωνός Πάπας Ιωάννης Παύλος ΙΙ, επέτρεψε να εξετασθεί από τρία μεγαλύτερα και σπουδαιότερα εργαστήρια του κόσμου. Αυτά ήταν: το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, το Πανεπιστήμιο της Αριζόνας και το Ομοσπονδιακό Ελβετικό Ινστιτούτο Τεχνολογίας. Και τα τρία εφήρμοσαν την μέθοδο χρονολογήσεως διά του ραδιενεργού άνθρακος 14, και ανεξάρτητα το ένα από το άλλο απεφάνθησαν τα ίδια αποτελέσματα. Η σινδών είναι προϊόν του 13ου ή 14ου αιώνος. Εγώ προσωπικώς, την 13η Νοεμβρίου 2003, και ώρα 8: 10 μ.μ, ηρώτησα τον διάσημο καθηγητή της χημείας Frank Sherwood Rowland (γ. 1927) του Πανεπιστημίου Irvine της Καλιφορνίας, (βραβευθέντα με βραβείο Nobel το 1995 διά τις εργασίες του επί της ατμοσφαιρικής χημείας, και ο οποίος τότε ευρίσκετο στο Πανεπιστήμιο Hamline της Minnesota όπου εργάζομαι διά να δώσει ειδικές διαλέξεις), πόσο ακριβής είναι σήμερα η χρονολόγηση δι’ αυτής της μεθόδου. Η απάντησή του ήταν ευθεία: «Για χρονολογήσεις εντός των τελευταίων 10 000 ετών, η ακρίβεια είναι συν ή πλην 50 χρόνια!». Μετά όμως μου απεκάλυψε κάτι άλλο πολύ σημαντικό. Η κόρη του κ. καθηγητή εργάζεται στην Ιταλία ως διδάκτωρ της Ιστορίας της Τέχνης και μεταξύ άλλων είχε ασχοληθεί και με την σινδόνα του Torino. Αυτή λοιπόν διεπίστωσε ότι το άτομο που εικονίζεται επί της σινδόνος φέρεται ως σταυρωμένο με το ένα πόδι επί του άλλου. Αυτή η τεχνοτροπία διά την απεικόνιση εσταυρωμένων εμφανίζεται από το τέλος του 6ου αιώνα και μετά, ενώ πριν τους απεικόνιζαν επί του σταυρού με τα πόδια το ένα δίπλα στο άλλο, όπως δηλαδή εσταύρωναν τους καταδίκους τον πρώτο αιώνα σύμφωνα με τα ευρήματα της Αρχαιολογίας και τις μαρτυρίες των ιστορικών, κ. ά. Επομένως βάσει αυτού του στοιχείου και μόνον η σινδών του Torino δεν έχει να κάνει τίποτα με τον υποτιθέμενο Ιησού Χριστό. Παρ’ όλα ταύτα και ενώ πολλά βιβλία έχουν γραφεί για να περιγράψουν την απάτη που κρύβεται πίσω από την σινδόνα, πολλοί χριστιανοί ανά τον κόσμο ακόμα και τώρα, προσπαθούν να αποδείξουν ότι η σινδών του Torino είναι η σινδών του μυθολογουμένου Ιησού Χριστού και ότι και τα τρία κορυφαία εργαστήρια έκαναν λάθος στη χρονολόγησή της. Μερικοί δε απ’ αυτούς ισχυρίζονται ότι είναι σε θέση να αποδείξουν ότι η χρονολόγησή της κείται εντός των ετών 29-36 Κ. Ε., όπως ακριβώς και εκ των προτέρων επιθυμούσαν. Ακόμα μία ειρωνεία είναι και η εξής: Ενώ αυτό το λάβαρο είναι ένα τεκμήριο της Καθολικής εκκλησίας και οι περισσότερες Προτεσταντικές αιρέσεις όπως και οι Ορθόδοξοι μισούν του Καθολικούς, είναι κυρίως Προτεστάντες εξ Αμερικής αυτοί που εκ των υστέρων βάλθηκαν να αποδείξουν την αυθεντικότητα της σινδόνος. Αυτοί δηλαδή που ως μόνο επιχείρημα προβάλουν την πίστη και δεν δίνουν μεγάλη σημασία στα υπόλοιπα αυτοί τώρα βρέθηκαν να πρωτοστατούν στην παλινόρθωση αυτής της απάτης!
9. Εξαφάνιση τεκμηρίων
Τα ανωτέρω περί των αρχαιοτέρων μύθων κλπ. είναι ένα μόνο παράδειγμα, αλλά αντιπροσωπεύει τη Χριστιανική απολογητική στο σύνολό της μαζί με τις αντιφάσεις και τις ανοησίες της. Καθόλου παράξενο αφού ήδη όλες οι γραφές τους, κανονικές και μη, έγεμαν με χιλιάδες αντιφάσεις, λάθη και παραλογισμούς.
Από τον τέταρτο αιώνα Κ. Ε. και εφεξής παρατηρούμε το εξής φοβερό φαινόμενο. Οι Χριστιανοί εξαφανίζουν όχι μόνο τα πρωτότυπα των Ευαγγελίων τους και τα αντικαθιστούν με νέες εκδόσεις αλλά εξαφανίζουν συστηματικά και κάθε αντίλογο. Τα πρωτότυπα των Ευαγγελίων καθώς και των άλλων βιβλίων της Καινής όφειλαν να τα διαφυλάξουν ως κόρη οφθαλμού, όπως ακριβώς διαφύλαξαν «λείψανα αγίων τους» που φτάνουν μέχρι τον Εβραίο ζηλωτή Γιοκχαννάν τον επονομαζόμενον από τους Χριστιανούς Βαπτιστή (π. χ., μαλλιά, δόντια, δάχτυλα) και τον ίδιο τον Ιησού ή Γιεσούα (π. χ., 17 «αυθεντικές» ακροβυστίες της περιτομής του). Γιατί δηλαδή οι Εβραίοι κατάφεραν, από τον πρώτο αιώνα και μετά και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, να διαφυλάξουν τη Μασσορίτικη έκδοση της Παλαιάς Διαθήκης, η οποία βασιζόταν σε αντίγραφα των πέντε προηγουμένων αιώνων; Οι Χριστιανοί εξαφάνισαν και την πρώτη μετάφραση της Καινής Διαθήκης στη Λατινική, την καλούμενη Ιτάλα, από την οποία ελάχιστα αποσπάσματα έχουν σωθεί, ενώ ο Πατήρ Ιερώνυμος την είχε στα χέρια του όταν έκανε την μετάφραση που επονομάσθηκε Βουλγάτα κατά το δεύτερον ήμισυ του τέταρτου αιώνα. Από τα χριστιανικά κείμενα των τριών πρώτων αιώνων, εκτός ελαχίστων, δεν έμεινε ουσιαστικά τίποτα!
Οι Χριστιανοί λοιπόν κατάσφαξαν κάθε αντιφρονούντα ή σκεπτικιστή και κατέκαψαν κάθε βιβλίο αντιφρονούντος ή κατά την κρίση τους αιρετικού. Κατέκαψαν και όλες τις αρχαίες βιβλιοθήκες. Η καταστροφή των βιβλιοθηκών από την Περσία, Βόρειο Αφρική, Ευρώπη μέχρι την Κεντρική Αμερική ήταν ολοκληρωτική. Άρχισε τον τέταρτον αιώνα με την βιβλιοθήκη της Αντιοχείας και τις 22 βιβλιοθήκες της Αλεξανδρείας και τελείωσε τον δέκατο όγδοο με την βιβλιοθήκη της Γουατεμάλας. Ο κατάλογος της απωλείας είναι υπέρογκος και δεν θα τον παραθέσομε εδώ. Απλώς αναφέρομε ότι μαζί με την αρχαία φιλοσοφία, επιστήμη, γνώση και τέχνη περί παντός επιστητού κατέκαψαν και τα αρχεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ιστορία χιλίων ετών δηλαδή. Τα αρχαία έργα που έχουν σωθεί μέχρι σήμερα αντιστοιχούν σε ποσοστό ένα προς δέκα χιλιάδες (1 / 10 000). Εκτός ελαχίστων δεν έμεινε τίποτα!
Μεταξύ των απολεσθέντων πρωτο-Χριστιανικών και μη τεκμηρίων ανήκουν: Η πρώτη Χριστιανική εκκλησιαστική ιστορία του Χριστιανο-Εβραίου ιστορικού του 2ου αιώνος Ηγησίππου και τα έργα του Παπία (2ος αιών). Πολλά έργα του Ωριγένη (2ος -3ος αιών) με μεγαλύτερη απώλεια το τεράστιο έργο Τετραπλά-Εξαπλά-Εννεαπλά. Το αρχικό Εβραϊκό κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης το οποίο μετέφρασαν οι «Εβδομήκοντα(δύο)» μαζί με την αρχική του μετάφραση. Οι τρεις μεταφράσεις της Παλαιάς Διαθήκης στα Ελληνικά των Εβραίων Ελληνιστών του 2ου αιώνος: του εκ Πόντου προσηλύτου Ακύλα, του Εβιωνίτου Συμμάχου και του Εβιωνίτου Θεοδοτίωνος. Αυτές έγιναν προς αντίδραση κατά της τότε χριστιανικής Παλαιάς Διαθήκης, η οποία ήταν η λογοκριμένη χριστιανική έκδοση των Εβδομήκοντα(δύο).Το δεκαπεντάτομο σύγγραμμα (μεταξύ +300 και 350) του Πορφυρίου «Κατά Χριστιανών», διά το οποίο και εξεδόθη ειδικός νόμος, επί Θεοδοσίου του Β΄ του μικρού, το έτος +448, να παραδίδεται στη φωτιά και να αποκεφαλίζεται όποιος το κατέχει κρυφίως. Το υποτιθέμενο «Δια Τεσσάρων» του Χριστιανού Γνωστικού αιρετικού Τατιανού (2ος αιών). Το σύγγραμμα (+137-156) του ιστορικού Φλέγοντος του Τραλλιανού. Τα συγγράμματα του ιστορικού Θαλλού [13] (+180-220 Κ. Ε.) ο οποίος έγραψε για την ιστορία της Ελλάδος και της Ασίας και έκανε αντίλογο κατά του Ιησού των χριστιανικών Ευαγγελίων. Το σύγγραμμα (+80-100) του ιστορικού Ιούστου του Γαλιλαίου (+35-100 περίπου) το οποίο έκαψε ο εξαγριωμένος Ιερός Φώτιος στην Κωνσταντινούπολη τον 9ον αιώνα επειδή δεν ανέφερε απολύτως τίποτα για τον Ιησού Χριστό. Το σύγγραμμα (+221) του Χριστιανού εκκλησιαστικού ιστορικού Ιουλίου Αφρικανού (Sextus Julius Africanus, περίπου 160-240, Κ. Ε.). Το ένα τρίτο των έργων τού Ιουδαίου Φίλωνος Αλεξανδρέως, (1ος αιών, σύγχρονος του υποτιθεμένου Ιησού), κλπ. Ο κατάλογος μπορεί να συνεχιστεί στο «άπειρον». (Βλέπε και μέρη 12 και 13, παρακάτω.). Δηλαδή οι «άδολοι και αληθείς» Χριστιανοί κατάφεραν να μην διαφυλάξουν τα σημαντικότερα έργα των πρωτο-Χριστιανών συγγραφέων και τις κυριότερες πηγές των τριών πρώτων αιώνων. Όχι μόνο κατάστρεψαν όλα αυτά τα τεκμήρια αλλά από τον τέταρτο αιώνα και μετέπειτα αλλοίωσαν και τα Ευαγγέλιά τους και την Βίβλο τους. Τί να πρωτοπούμε περί Χριστιανικών σκοπιμοτήτων;!
{[13] Η ακριβής χρονολόγηση της ζωής και δράσεως του ιστορικού Θαλλού είναι εξαιρετικά δυσχερής και μάλλον αδύνατος λόγω της καταστροφής των σχετικών στοιχείων. Από διαφόρους τοποθετείται από τα μέσα του 1ου αιώνος μέχρι τα μέσα του 3ου αιώνος. Έχομε και χρονολόγηση προ Χριστού αλλά δεν θεωρείται βάσιμη. Διερωτάται κανείς αν πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο. Ο Επίσκοπος Αντιοχείας Θεόφιλος τον αναφέρει περί το +180 στην επιστολή του Πρός Αυτόλυκον, 3: 29. Ο Charles B. Waite τοποθετεί το σύγγραμμα του Θαλλού περί το +220. Απ’ αυτόν αντέγραψε ο Χριστιανός συγγραφέας Ιούλιος Αφρικανός περί το +221. Μερικοί χριστιανοί διατείνονται σκοπίμως και εσφαλμένως ότι ο Θαλλός έγραψε κατά το έτος +52. Αυτό φανερώνει την ασχετοσύνη τους ή την ανειλικρίνειά τους! Βλέπε George A. Wells, Did Jesus exist? Revised Edition, Pemberton, London 1975-1986, page 13. }
Μερικά συγγράμματα, τα οποία επέζησαν μέχρι τις μέρες μας, όπως του Ιωσήπου Φλαβίου, μπέν Ματτιτιάου, ελογοκρίθησαν με βαρβαρότητα διά πολυαρίθμων προσθαφαιρέσεων, αλλοιώσεων, παρεμβολών, πλαστογραφιών, κλπ. Και το έργο του Φίλωνος του Αλεξανδρινού διεσώθη μόνο κατά τα δύο τρίτα. Ο «Αληθής Λόγος» του Μεγάλου Κέλσου διεσώθη κατά 85% περίπου, κατά καλή συγκυρία, μέσα στο βιβλίο «Κατά Κέλσου» του ζηλωτή θεολόγου Ωριγένου, αυτοευνουχισθέντος ένεκα της Χριστιανικής ανοησίας και παραληρήματος (βλέπε: Ματθαίος 19: 12). Αυτό ανασυντάχθηκε για πρώτη φορά στα Ελληνικά από τον Γερμανό επιστήμονα Otto Glöckner, εκδόσεις A. Marcus und E. Webers, Bonn, 1924. Μόνο το σχετικά μικρού μήκους «Κατά Γαλιλαίων» του αυτοκράτορος Μεγάλου Ιουλιανού για κάποιους λόγους που δεν γνωρίζω, έφτασε μέχρι τις μέρες μας.
10. Θρύμματα παπύρων και Ευαγγέλια
Οι σημερινοί απολογητές για να αποδείξουν την γνησιότητα των τεσσάρων κανονικών Ευαγγελίων και της Καινής Διαθήκης γενικότερα μας παρουσιάζουν τρία θρύμματα παπύρων, μεγέθους γραμματοσήμων, που περιέχουν ελάχιστες λέξεις ή φράσεις από τα Ευαγγέλια. Είναι και αυτό ένα προτεσταντικό επιχείρημα που το χρησιμοποιούν όλοι ανεξαιρέτως, ορθόδοξοι και μη. (Βλέπετε, όταν κάτι βολεύει την κατάσταση τότε δεν πειράζει ποιος το πρωτοπαρουσίασε. Ας είναι ο πιο αιρετικός, ας είναι και ο διάβολος!).
Περιληπτικότατα έχομε να πούμε τα εξής. Οι αρχαιότεροι ελλειπείς ή σχεδόν ολοκληρωμένοι κώδικες της Καινής οι οποίοι διατηρούνται στα μουσεία του κόσμου σήμερα είναι των ετών από το 350 Κ. Ε. και εντεύθεν (Vaticanus, Sinaiticus, κλπ.). Τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια με τους τίτλους των αναφέρονται διά πρώτη φορά στο βιβλίο Κατά Αιρέσεων του Ειρηναίου Λυώνος, το 185 Κ. Ε. Αλλά τα πρωτότυπα των Ευαγγελίων που είχε ο Ειρηναίος στα χέρια του δεν διεσώθησαν για να δούμε αν είναι τα ίδια με τα Ευαγγέλια που εμείς έχομε σήμερα στα χέρια μας. Οι Πατέρες και οι Απολογητές προγενέστεροι του Ειρηναίου δεν τα γνωρίζουν καθόλου ούτε ως το περιεχόμενο ούτε ως τους τίτλους που προέβαλε ο Ειρηναίος. Οι τέσσερις συγγραφείς των είναι υποθετικοί και γι’ αυτό έβαλε στον κάθε τίτλο την πρόθεση «κατά». Πριν τον Ειρηναίο έχομε μια αμυδρή νύξη για κάποιο Ευαγγέλιο από τον Ιουστίνο. Αυτά που γράφει ο Ιουστίνος είναι τόσο λίγα ώστε να μην ημπορεί να εξαχθεί κανένα συμπέρασμα. Οι Χριστιανοί πιθανολογούν ότι πρόκειται για το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο. Ακόμα στην Απολογία 50 και στον Διάλογο με τον Τρύφωνα 53 ο Ιουστίνος λέγει ότι οι μαθητές του Ιησού έφυγαν και διασκορπίστηκαν μετά τη σταύρωσή του, ενώ τα Ευαγγέλια λένε κατά την σύλληψή του. Αυτό δηλώνει ότι είτε ο Ιουστίνος εγνώριζε άλλη παράδοση απ’ αυτήν των υστεροχρόνων Ευαγγελίων είτε τα Ευαγγέλια υπέστησαν αλλοιώσεις, γεγονός επιβεβαιωμένο!
Υπάρχει και μια ύποπτη αναφορά του Ευσεβίου (4ος αιών), πολύ μετά τον Ειρηναίο, στον Παπία ο οποίος έζησε πριν τον Ειρηναίο. Μας λέγει ότι κάποιος Μάρκος έγραψε τις αναμνήσεις του Πέτρου όταν ήταν στη Ρώμη. Το έργο του Παπία δεν το διέσωσε, καθώς όφειλε και μπορούσε πολύ εύκολα, ο Ευσέβιος για να δούμε τί ακριβώς περιείχε. Το ότι ο Πέτρος βρέθηκε στη Ρώμη είναι αποδεδειγμένος μύθος, οπότε αυτή η αναφορά είναι άλλο ένα ψέμα του ψευτο-Ευσεβίου. Υπάρχει και μια παλαιότερη αναφορά για κάποιο Εβιωνιτικό Ευαγγέλιο των Εβραίων το οποίο οι Χριστιανοί το αποδίδουν στον Ματθαίο χωρίς να έχουν απολύτως κανένα στοιχείο γι’ αυτό. Ο «Ματθαίος», στο Eυαγγέλιο που έχομε σήμερα, αντέγραψε από τον Μάρκο και από το Q. Ο Ευσέβιος λοιπόν λέγει ότι, ο Παπίας άκουσε από κάποιον Ιωάννη Πρεσβύτερο ότι ο Μάρκος έγραψε όπως μπορούσε από μνήμης όσα άκουσε από τον Πέτρο περί του Κυρίου και ο Ματθαίος έγραψε στα Αραμαϊκά λόγια του Κυρίου. Ο Λουκάς, όπως άλλοι λένε, ήταν μαθητής του αποστόλου Παύλου και έγραψε ό,τι άκουσε από άλλους. Αλλά αυτή μαρτυρία του Ευσεβίου μας λέγει καθαρά ότι ο Παπίας άκουσε μόνο και συνεπώς ούτε ο ίδιος ούτε ο Πρεσβύτερος είχαν αντίγραφα αυτών των κειμένων, πράγμα εξαιρετικά ενδεικτικό για την μη ύπαρξη των γραπτών κειμένων των κανονικών Ευαγγελίωνκατά τα έτη του Παπία (μέσα 2ου αιώνος). Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο Ιωάννης Πρεσβύτερος ήταν ο μαθητής Ιωάννης, όπως ισχυρίζονται μερικοί. Ακόμα το Ευαγγέλιο του Ματθαίου ως έχει σήμερα γράφτηκε στα Ελληνικά και επομένως δεν μπορεί να έχει σχέση με κάποια Αραμαϊκή συλλογή Κυριακών λογίων!
Αν ο Μάρκος έγραψε πράγματι αυτά που του είπε ο Πέτρος, τότε είναι πάρα πολύ περίεργο το ότι ξέχασε να μας αναφέρει ότι ο ίδιος ο Ιησού έδωσε την πρωτοκαθεδρία στον Πέτρο, τον έκανε θεμελιωτή της εκκλησίας του και του έδωσε τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών, κατά την ομολογία του Μάρκος 8: 27-30, πράγματα που ο Ματθαίος τα θυμόταν και τα αναγράφει σαφώς, Ματθαίος 16: 13-20!
Αν τώρα οι Απολογητές και οι Πατέρες πριν τον Ειρηναίο εγνώριζαν τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια, τότε για πάρα πολλούς λόγους θα τα ανέφεραν μέσα στα πολλά και διάφορα γραπτά τους. Θα τους ήταν απαραίτητα και πάρα πολύ χρήσιμα στην επιχειρηματολογία και την έκθεση που προσπαθούσαν να παρουσιάσουν. Εντοσούτω δεν τα αναφέρουν πουθενά! Πολλοί, όπως π. χ. ο Τερτυλλιανός, χτυπάνε, υβρίζουν και αναθεματίζουν τον Μαρκίωνα, ο οποίος το 140 Κ. Ε. παρουσίασε ένα Ευαγγέλιο που περιέχει πολλά κοινά σημεία με τα Συνοπτικά Ευαγγέλια, κυρίως του Λουκά. Δεν βλέπομε όμως πουθενά καμίαν αναφορά από τα τρία πρώτα κανονικά Συνοπτικά Ευαγγέλια να παρατίθεται εναντίον του Μαρκίωνος. Δηλαδή, στα σημεία στα οποία ακριβώς διαφέρει ο Μαρκίων από τα κανονικά Ευαγγέλια δεν έχομε απολύτως καμιά αντιπαράθεση και σύγκριση από τους Απολογητές και τους Πατέρες παρμένη απ’ αυτά, πράγμα που θα ήταν συντριπτικό επιχείρημα υπέρ τους στην διαμάχη τους με τον Μαρκίωνα. Ακόμα τα ιστορικά, γεωγραφικά, Εβραϊκά και στατιστικά λάθη, οι αραμαϊσμοί, λατινισμοί και σολοικισμοί που περιέχουν φανερώνουν ότι αυτά δεν εγράφησαν από γνήσιους Εβραίους όπως ο Χριστός και οι μαθητές του αλλά από άσχετους με τον Παλαιστινιακό χώρο, κακούς χρήστες της Ελληνικής γλώσσας και κακούς γνώστες του Εβραϊσμού και του Παλαιστιανικού γεωγραφικού χώρου. Ουσιαστικά τα Ευαγγέλια είναι συμπιλήματα διαφόρων περιθωριακών και αποκρύφων παραδόσεων, τα οποία πήραν την πρώτη διαμόρφωσή τους πιθανότατα από τον ίδιο τον Ειρηναίο! Η τελική μορφή την οποίαν έχομε εμείς άρχισε με τον Ευσέβιο και τον Κωνσταντίνο και συνεχίσθηκε για πολλούς αιώνες μετά!
Αλλά ας μην πάμε μακριά. Όλες οι 21 επιστολές της Καινής και η Αποκάλυψις δεν αναφέρουν τίποτα γι’ αυτά τα Ευαγγέλια, ούτε καν τα θυμίζουν, ενώ κάλλιστα θα τα χρειαζόταν και θα ταίριαζαν σε πολλά σημεία τους αν αυτά υπήρχαν από τα μέσα του πρώτου αιώνος Κ. Ε. Ο Χριστός του Παύλου είναι εντελώς διαφορετικός από τον Χριστό των Ευαγγελίων! Ο Παύλος, αν και είναι ο πρώτος συγγραφέας στον κανόνα της Καινής Διαθήκης, δεν μας μεταφέρει καμία διδασκαλία ή θεολογία του ιδίου του Ιησού όπως και κανένα βιογραφικό στοιχείο περί αυτού! Έρχεται και σε πολλές και κατάφορες αντιφάσεις με τα Ευαγγέλια. Αυτό είναι πολύ περίεργο αλλά για μας πολύ σημαντικό. Τα τέσσερα ονόματα των συγγραφέων τους έχουν αποδειχθεί πλασματικά. Δεν γνωρίζομε τους πραγματικούς συγγραφείς των. Είναι δηλαδή ψευδεπίγραφα κείμενα! Ο Ευαγγελισμός της παρθένου Εβραιοπούλας Μιργιάμ, η Βάπτιση του Ιησού, κά. είναι προσθήκες του 3ου και 4ου αιώνα. Γι’ αυτό και μέσα στα Ευαγγέλια υπάρχουν ένα σωρό εκκωφαντικές αντιφάσεις επ’ αυτών των υποτιθεμένων υπερφυσικών γεγονότων. Οι δε διατάξεις που αφορούν τις εορτές, την τιμή και τη λατρεία της Εβραιοπούλας Μιργιάμ διατυπώθηκαν κατά τη σύνοδο της Εφέσου το έτος 431 Κ. Ε. Μέχρι τότε ακόμα και οι άγιοι Πατέρες την είχαν πετάξει στην άκρη. Εκτός του Ευαγγελισμού (που αναφέρεται μόνο στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον) οι άλλες εορτές (των γονέων της Ιωακείμ και Άννης, εισοδίων, ταφής, αναστάσεως, και αναλήψεώς της, κ. ά.) βασίστηκαν σε απόκρυφες πηγές (κυρίως σε μερικά Απόκρυφα Ευαγγέλια) τις οποίες οι καθολικοί ορθόδοξοι κατά βολικό τρόπο απεκάλεσαν Ιερά Παράδοση (μέρος της), μετά από τέσσερις αιώνες.
Είναι επίσης γνωστή η επανέκδοση των τεσσάρων «κανονικών» Ευαγγελίων, εντός ολοκλήρου της Βίβλου, η οποία έγινε κατόπιν εντολής του Μεγάλου Κωνσταντίνου και κάτω από την επίβλεψη του Ευσεβίου, για να αποσταλούν στις διάφορες εκκλησίες το έτος 330 Κ. Ε. Αλλά και οι μέχρι νυν επιζήσαντες κώδικες έχουν σημαντικότατες διαφορές, παραλείψεις, σοβαρά λάθη και κραυγαλέες αντιφάσεις μεταξύ των. Οι τελευταίοι 12 στίχοι Μάρκου, το τελευταίο κεφάλαιο του Ιωάννου και η κατάληξη του Ματθαίου είτε παραλείπονται τελείως, είτε αναφέρονται μερικώς, είτε απαντώνται διαφορετικά από κώδικα σε κώδικα. Έχουν εντοπιστεί πάρα πολλές κατοπινές παρεμβολές σε ολόκληρη την Καινή που φτάνουν μέχρι και την εποχή του Ολλανδού Εράσμου (1466- 1536) και ίσως και αργότερα. Π. χ. Α΄ Ιωάννου 5: 7 ‘ότι τρείς εισιν οι μαρτυρούντες εν τώ ουρανώ,’ «ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα, καί ούτοι οι τρείς έν εισι·», Αποκάλυψις Ιωάννου 22: 18-19, κλπ. Εκτός των πολυαρίθμων παρεμβολών που έχουν εντοπιστεί σε όλο το μήκος της Καινής, άλλο ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι και ο τεράστιος αριθμός αντιφάσεων και λαθών που περιέχει η Καινή όχι μόνο σε όλο της το μήκος, αλλά και εντός των βιβλίων της κατ’ ιδίαν, παρ’ όλον ότι έγιναν πολλές εναρμονιστικές προσπάθειες και προτάσεις. Επομένως εκτός του ότι τα αρχαιότερα διασωθέντα χειρόγραφα είναι του 350 Κ. Ε., τα κανονικά Ευαγγέλια που έχομε σήμερα στα χέρια μας υπέστησαν πάρα πολλές αλλοιώσεις και παρεμβολές επί πολλούς αιώνες ώστε να μην είναι δυνατόν να ξέρομε πλήρως και σαφώς από ποιον γράφτηκε τί και πότε! Όλες αυτές οι αλλοιώσεις, παρεμβολές χαλκεύσεις κλπ. δεν είχαν άλλο σκοπό παρά να εξυπηρετούν το συμφέρον, τις ανάγκες και την θεολογία της κατά τόπους και εποχές συνεχώς αναθεωρημένης και αναμορφωμένης Χριστιανικής πίστεως, δογματικής και θρησκείας, που «ως η μόνη εκ Θεού δοθείσα απόλυτη αλήθεια χρειαζόταν συνεχή αναθεώρηση και κατά εποχές και τόπους αναπροσαρμογή»!
Με όλα αυτά τα στοιχεία λοιπόν κατά νουν τα τρία θρύμματα παπύρων που επιδεικνύονται σήμερα δεν αποδεικνύουν απολύτως τίποτα για την γνησιότητα των τεσσάρων κανονικών Ευαγγελίων. Χρονολογούνται κατά την εποχή του Ειρηναίου και επομένως δεν αποδεικνύουν τίποτα για την ύπαρξή των κανονικών Ευαγγελίων κατά το πρώτο ήμισυ του 1ου αιώνα Κ. Ε. μέχρι τον Ειρηναίο (+185 Κ. Ε.). Το μεγαλύτερο περιέχει λέξεις στην προσθία και οπισθία όψη από τις οποίες συμπαιρένεται ότι πρόκειται για τους στίχους του Ιωάννη 18: 31-34, 37-38 αντιστοίχως. Χρονολογείται στην παλαιότερη περίπτωση μεταξύ +125-160 Κ. Ε. Αν πάλι τα Ευαγγέλια υπήρχαν υπό κάποιαν μορφή, τα τρία θρύμματα δεν ημπορούν να μας πληροφορήσουν τίποτα γι’ αυτή τη μορφή. Είναι μόνο τρία κομμάτια πολύ μικρού μεγέθους, μεγέθους γραμματοσήμων. Οι λέξεις που περιέχουν και φράσεις που συμπεραίνονται μπορεί κάλλιστα να προέρχονται από διάφορα άλλα κείμενα ή άλλα ευαγγέλια, απόκρυφα, ψευδεπίγραφα, αιρετικά, κλπ., που ως γνωστόν τότε κυκλοφορούσαν σωρηδόν μεταξύ των Εβραιογνωστικοχριστιανικών κοινοτήτων και αργότερα καταδικάστηκαν ως μη ορθόδοξα και μη κανονικά. Όλα αυτά τα ευαγγέλια είχαν πολλά κοινά και μη κοινά σημεία μεταξύ τους. Αν π. χ. εξετάσομε τα Απόκρυφα Ευαγγέλια και τα Χειρόγραφα της Νεκράς Θαλάσσης που έχομε σήμερα στα χέρια μας θα βρούμε πολλές κοινές όχι μόνο λέξεις και φράσεις αλλά και παραγράφους με τα κανονικά Ευαγγέλια και όλη την Καινή Διαθήκη. Κάνετε μόνοι σας μια τέτοια σύγκριση και πολύ σύντομα θα το διαπιστώσετε. Άλλο παράδειγμα είναι το Ευαγγέλιο του αρχιαιρεσιάρχη Μαρκίωνος κατά το 140 Κ. Ε., το οποίο περιέχει πολλές κοινές φράσεις και παραγράφους με τα Συνοπτικά Ευαγγέλια, ιδίως του Λουκά. Ίσως τότε το ευαγγέλιο του Μαρκίωνος να είναι το αυθεντικό αφού αυτό εμφανίζεται 45 χρόνια πριν τον Ειρηναίο. Αλλά δεν είναι ανάγκη να πάμε τόσο μακριά! Τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια μοιράζονται μεταξύ τους έναν μεγάλο αριθμό κοινών φράσεων. Εάν δε περιοριστούμε στα τρία πρώτα τα Συνοπτικά, τότε ο αριθμός των κοινών φράσεων αλλά και παραγράφων είναι τεράστιος.
Λαμβάνοντες λοιπόν όλα αυτά υπ’ όψη, ακόμα και αν αυτά τα κομματάκια παπύρων όντως χρονολογηθούν εντός των τριών ή δύο πρώτων αιώνων Κ. Ε., με τις τόσο λίγες ευαγγελικές λέξεις και φράσεις που περιέχουν δεν είναι ικανά να αποδείξουν τίποτα περισσότερο εκτός του ότι αυτές οι λέξεις και φράσεις ήταν στερεότυπες και επαναλαμβανόταν σωρηδόν σε μια «σχετικώς τεράστια» εσωτερική, αποκρυφιστική, ψευδεπίγραφη ή ανώνυμη και τεχνητή βιβλιογραφία η οποία κυκλοφορούσε κατά τους δύο ή τρεις πρώτους αιώνες Κ. Ε., και από ό,τι γνωρίζομε και κατά τους δύο αιώνες Π. Κ. Ε. Έχομε δηλαδή να κάνομε με φράσεις κλισέ τις οποίες αναμασούσαν όλοι αυτοί οι γραφείς και παπαγάλοι που ανήκαν στις διάφορες απόκρυφες Εβραιοχριστιανικές, και Γνωστικοχριστιανικές αποκαλυπτικές και εσχατολογικές ομάδες και κοινότητες. Το αναμάσημα αυτό καθίσταται φανερό με μια μελέτη των αποκρύφων βιβλίων που διαθέτομε σήμερα. Όμως, αυτή η βιβλιογραφία, ως σύνολο και περιεχόμενο, παρέμεινε άγνωστη στην εκτός των προσηλύτων και των ομάδων αυτών κοινωνία καθώς και στο σύνολο των μορφωμένων ανθρώπων. Ήταν γνωστή μόνον εντός των εσωτερικών κλειστών ομάδων και των προσηλύτων τους όπως προαναφέραμε. Οι μορφωμένοι, αντικειμενικοί και αμερόληπτοι συγγραφείς και επιστήμονες όλων των κλάδων και ειδικοτήτων αυτών των αιώνων δεν την αναφέρουν πουθενά, πλην ελαχίστων άνευ ουσίας και σημασίας νύξεων, οι περισσότερες των οποίων είναι κατακριτικές, σαρκαστικές και χλευαστικές (π. χ. του Κέλσου, του Λουκιανού του Σαμοσατέως, Πορφυρίου, κλπ.). Αυτό σημαίνει ότι, ως σύνολο και περιεχόμενο αυτή η εσωτερική βιβλιογραφία ήταν ασήμαντη και ανάξια προσοχής ή χρήσεως στην κοινωνική ή οποιαδήποτε αρένα κατά τους τρεις πρώτους αιώνες Κ. Ε. Ήταν κείμενα μυστικοπαθείας, ψευδολογίας, παραμυθολογίας, ανοησίας, βλακείας, φόβου, τρόμου, περιθωριακά και κατά το πλείστον ψευδεπίγραφα ή ανώνυμα ορισμένων περιθωριακών, άμεσα εσχατολογικών και καταστροφικών ομάδων του Εβραιοχριστιανισμού και του Γνωστικοχριστιανισμού που έπνεαν τα μένεα κατά του πολιτισμού, του ανθρώπου της κοινωνίας και του κράτους.
Μερικά γραπτά και αποσπάσματα αποδίδονται σε επωνύμους (Ιουστίνος, Ειρηναίος, Τατιανός, Παπίας, Τερτυλλιανός, Κλήμης Αλεξανδρείας, Ωριγένης, κ. ά.), αλλά και αυτά έγιναν γνωστά μετά τον Κωνσταντίνο διά των εσωτερικών πηγών και πάλι, κυρίως διά του Εβραιοχριστιανού ψευδοιστορικού Ευσεβίου. Εκτός του ότι πολλά εξ αυτών κατατάγησαν στα αιρετικά γραπτά από τους μετακωνσταντινίους ορθοδόξους και άλλα δεν έχουν κριθεί ακόμα, όλα όσα έχουν διασωθεί πόρρω απέχουν από το να παρέξουν ακριβή ή πλήρη εικόνα του προκωνσταντινίου Εβραιογνωστικοχριστιανισμού! Αυτά τα ολίγα έργα ή αποσπάσματα αυτών των επωνύμων και οι αναφορές σ’ αυτούς από υστεροχρόνους χριστιανούς συγγραφείς και θεολόγους, πιστοποιούν πλήρως όλα όσα συμπεραίνομε και καταμαρτυρούμε εδώ! Εξετάστέ τα!
Τί μπορεί να σημαίνει το ότι ο Ειρηναίος πρώτος κατά το 185 Κ. Ε. αναφέρει τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια ενώ οι προηγούμενοί του δεν τα γνωρίζουν και εμείς πάλι δεν έχομε τα ιδικά του πρωτότυπα στα χέρια μας για να δούμε τί έγραψε;
· Ένα πράγμα που μπορεί να σημαίνει είναι ότι ο ίδιος Ειρηναίος μάλλον τα συνέταξε και τα έγραψε μόνος του συγκαταλέγοντας διάφορα κείμενα και παραδόσεις που κυκλοφορούσαν εδώ και κει και που αυτός θεώρησε κατάλληλα και κατάλληλες. Βέβαια το τι έγραψε ο Ειρηναίος πόρρω απέχει απ’ ότι εμείς έχομε σήμερα, λόγω των συνεχών παρεμβολών, αλλοιώσεων και χαλκεύσεων! Εκείνη την εποχή ο Ειρηναίος αποφάσισε να δράσει διότι ο Χριστιανισμός είχε κομματιαστεί σε εκατοντάδες αιρέσεις, η κάθε μία των οποίων είχε το Ευαγγέλιό της, γεγονός που θα είχε αποτέλεσμα την διάλυση και την εξαφάνισή του. Ιδιαιτέρως ο Γνωστικισμός και οι νεοπλατωνικές ιδέες τον απειλούσαν με πλήρη εξαφάνιση. Έτσι έθεσε ως κανονικά και ορθόδοξα μόνο τέσσερα Ευαγγέλια διότι όπως εξηγεί και σύμφωνα με την θεόπνευστη Παλαιά Διαθήκη «τέσσερις ήταν οι γωνίες της γης και τα κύρια σημεία του ορίζοντος!». (Πολύ ευφυής ο λόγος της γης τραπέζι!). Αυτός έβαλε για πρώτη φορά τους τίτλους των με την πρόθεση «Κατά» και τα ονόματα των συγγραφέων των. Με τον μικρό αυτόν αριθμό (4), σε σχέση προς τον τεράστιο αριθμό όλων των Ευαγγελίων που τότε ήσαν εν χρήσει, προσπάθησε να διατηρήσει κάποια πολυπλευρία και κάποια ενότητα. Δεν έθεσε όμως ένα και μοναδικό Ευαγγέλιο όπως λογικώς έπρεπε να πράξει και έτσι με ένα και μοναδικό Ευαγγέλιο να περιορίσει τις αντιφάσεις και τις διαφορετικές τάσεις σε πολύ μεγάλο βαθμό. Θέλησε να διατηρήσει κάποια ποικιλία και πλουραλισμό ώστε να συγκρατήσει περισσότερους οπαδούς στις χριστιανικές τάξεις. Αλλιώς θα είχε μείνει αυτός και καμιά εβδομηναπενταριά εργάτες που είχε πάρει μαζί του.
· Ένα άλλο θέμα που μπορεί να σημαίνει είναι το ότι πιθανόν να υπήρχε κάποιος παλαιότερος πυρήνας αυτών των Ευαγγελίων ανάμεσα σ’ όλα τ’ άλλα που σωρηδόν υπήρχαν κατά τον πρώτον και δεύτερον αιώνα Κ. Ε. και τα οποία ήταν είτε ψευδεπίγραφα είτε αγνώστων ή ασημάντων συγγραφέων. Αυτά όπως όλα είχαν μικρή και τοπική μόνο κυκλοφορία εντός των ομάδων και των κοινοτήτων τους και αυτά έτυχε να τα γνωρίζει ο Ειρηναίος και η ομάδα του, ή αυτά του άρεσαν περισσότερο απ’ όλα τ’ άλλα. Έτσι κατά την δράση του εναντίον των αιρέσεων εθέσπισε αυτά ως μόνα κανονικά αφού βεβαίως προηγουμένως τους έκανε μια κατάλληλη επιμέλεια. Γι’ αυτό τα γνωρίζει μόνο αυτός και κανένας από τους προηγουμένους του και γι’ αυτό στους τίτλους των αρχίζει με την πρόθεση «κατά»! Αλλά επαναλαμβάνομε ό,τι είχε ο Ειρηναίος στα χέρια του ή ό,τι έγραψε ο ίδιος εμείς δεν το έχομε σήμερα για να το δούμε και να το εξετάσομε...
Το μόνο διασωθέν έργο του Ειρηναίου είναι το τρίτομο βιβλίο του Κατά Αιρέσεων (Adversus Haeresies), το οποίο θεωρείται ένα από τα σπουδαιότερα χριστιανικά τεκμήρια πριν από την σύνοδο της Νικαίας, 325 Κ. Ε. Σ’ αυτό το έργο (τόμος ΙΙ, κεφάλαιο 12, παράγραφοι 3, 4, 5 ή Ante-Nicaea Vol. 5, 2. 22, σελίδα 196) ο Ειρηναίος γράφει το εξής πολύ σημαντικό: Ο Ειρηναίος αποκηρύττει ως αίρεση το ότι ο Ιησούς έδρασε μόνο έναν χρόνο κατά μίαν παράδοση και τρία κατ’ άλλην, όπως ακριβώς δηλώνουν τα τρία νυν Συνοπτικά Ευαγγέλια και το Κατά Ιωάννην αντιστοίχως. Ο Ειρηναίος ισχυρίζεται ότι ο Ιησούς έδρασε και εκήρυξε περί τα είκοσι έτη και εσταυρώθηκε όταν ήταν 50 και όχι 30-33 ετών όπως ισχυρίζονται οι ορθόδοξοι Χριστιανοί. Εξηγεί και τους λόγους διά τους οποίους δεν ημπορεί να παραδεχθεί αυτές τις παραδόσεις. Ένας λόγος είναι ότι τόσο λίγος καιρός δεν έφτανε για να περιθάλψει ο Ιησούς όλους αυτούς για τους οποίους ήλθε στη γη. Άλλος λόγος είναι οι ίδιες οι μαρτυρίες των ιδίων των μαθητών του Χριστού, ιδίως του Ιωάννου, πολλών πρεσβυτέρων και άλλων οι οποίοι επιστοποίησαν αυτά που αυτός ισχυρίζεται. Και τέλος ερωτά: «Ποιους θα πρέπει λοιπόν να πιστέψομεν;»! (Αυτούς τους μάρτυρες, ή αυτές τις παραδόσεις;). Βλέπομε λοιπόν εδώ μια τρομερή διαφωνία μεταξύ των Ευαγγελίων και των όσων ισχυρίζεται ο Ειρηναίος στο έργο του.
(Οι χριστιανοί συνήθως ισχυρίζονται ότι ο Ιησούς έζησε 33 χρόνια. Αυτό είναι υποκλοπή της ηλικίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η οποία έγινε επειδή ακόμα και κατά τους πρώτους αιώνες Κ. Ε. ο πρόωρος θάνατος του Αλεξάνδρου και οι μύθοι περί αυτού γενικώς ήταν πολυσυζητημένα και λαοφιλή θέματα.).
Περί τα έτη +200 - 210 ο Τερτυλλιανός κτυπά τον Μαρκίωνα με ύβρεις και ψευτιές. Τον κατηγορεί ότι είχε διαφθείρει το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον. Τα αποσπάσματα που αναφέρει από το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον των ημερών του και τα συγκρίνει με τα αντίστοιχα του Ευαγγελίου του Μαρκίωνος για να αποδείξει την κατηγορία του είναι διαφορετικά απ’ αυτά που το σημερινό Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον περιέχει.
Απ’ αυτά τα στοιχεία κ. ά. συμπεραίνομε ότι τα σημερινά Ευαγγέλια σίγουρα διαφέρουν σημαντικά από αυτά που είχε κατά νουν και εξέδωσε ο Ειρηναίος. Ο Ειρηναίος είχε στα χέρια του διάφορες παραδόσεις από τις οποίες διάλεγε αυτές που του φαινόταν εύλογες ενώ απέρριπτε όσες ο ίδιος θεωρούσε παράλογες. Επίσης βλέπομε ότι ακόμα και τότε (180 - 185 Κ. Ε.) υπήρχαν διαφορετικές παραδόσεις για τη δράση του Ιησού και δεν είχαν εξακριβώσει ούτε καν την διάρκειά της. Ο Ευσέβιος και οι άλλοι μετά τον Κωνσταντίνο δεν διέσωσαν τα χριστιανικά έργα των τριών πρώτων αιώνων να βλέπαμε πόσες διαφορετικές και αποκλίνουσες παραδόσεις υπήρχαν, κλπ! Έρχονται λοιπόν μετά οι χριστιανοί απολογητές και προπαγανδιστές να μας επιβάλλουν να πιστέψομε ότι ο Ιησούς Χριστός των Ευαγγελίων και της Καινής Διαθήκης είναι ιστορικό πρόσωπο!
Εν κατακλείδι τα Ευαγγέλια και ουσιαστικά ολόκληρη η Καινή είναι κείμενα πίστεως και τίποτα παραπάνω. Επανεκδόσεις με πάρα πολλές αναπροσαρμογές, παρεμβολές και χαλκεύεις, οι οποίες έχουν εντοπιστεί από τους ειδικούς, έλαβαν χώρα κατά την διάρκεια πολλών αιώνων. Αυτό αποδεικνύει την συνεχή αναπροσαρμογή τους για να καλύψει τις κατά τόπους και χρόνους συνεχείς και αυξανόμενες ανάγκες και αντιφάσεις αυτής της παράλογης πίστεως παρ’ όλον ότι αυτή απεκαλύφθη εξαρχής από τον ίδιο τον Θεό! Από τον Κωνσταντίνο «τον Μέγα Άγιο» και μετά όλα αυτά τα στοιχεία εξυπηρετούσαν επί πλέον πολιτικές και συμφεροντολογικές σκοπιμότητες. Επί πλέον τα Ευαγγέλια όπως και άλλα βιβλία της Καινής είναι ψευδεπίγραφα (π. χ., η Πρός Εβραίους Επιστολή του Παύλου, κ. ά) ενώ άλλα έχουν κριθεί ως κατά πάσαν πιθανότητα ψευδεπίγραφα (π. χ., Β΄ Επιστολή Πέτρου, Αποκάλυψις του Ιωάννου, κ. ά.). Ως εκ τούτου τα Ευαγγέλια όπως και ολόκληρη η Καινή Διαθήκη δεν έχουν απολύτως καμία ιστορική αξία! (Βλέπε και το παρακάτω μέρος περί ψευδεπιγράφων.).
Οι απολογητές δεν ομιλούν καθόλου για τον Πάπυρο 75 (Ρ75) ο οποίος χρονολογείται περί το 200 Κ. Ε. (15 χρόνια μετά τον Ειρηναίο) και περιέχει ένα μικρό κομματάκι από το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, κεφάλαιο 23. Όπως φαίνεται αυτό γίνεται διότι το πρώτο ήμισυ του στίχου 34: «ο δε Ιησούς έλεγε· πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι.» δεν υπάρχει μέσα στον πάπυρο. (Το δεύτερον ήμισυ του στίχου είναι: «διαμεριζόμενοι δε τα ιμάτια αυτού έβαλον κλήρον.», το οποίον είναι ανακόλουθο ως προς το πρώτο.). Οπότε θα έχουν κακά ξεμπερδέματα αν τον αναφέρουν. Πώς θα μας εξηγήσουν το ότι ένας τόσο παλαιός πάπυρος δεν περιέχει αυτό το σημαντικότατο και νευραλγικό κομματάκι, στο οποίο ο Ιησούς συγχωρεί από τον σταυρό αυτούς που τον εστραύρωσαν, όταν μάλιστα αυτή η πράξη του, διά την οποίαν καμώνονται και υπερηφανεύονται, αναφέρεται μόνο στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον και πουθενά αλλού; (Βλέπε: Bart D. Ehrman, Misquoting Jesus, σελίδες 190 - 195.). Έχομε λοιπόν και εδώ άλλη μια απόδειξη ότι στα Ευαγγέλια έχουν γίνει πολλές προσθαφαιρέσεις σύμφωνα με τις ανάγκες των καιρών και της πίστεως και συνεπώς ότι δεν είναι τα ίδια με αυτά που έγραψε ο Ειρηναίος!
Αναφέρομε εν παρόδω ότι και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά επιδεικνύουν 12 θρύμματα παπύρων από αντίγραφα της χαμένης, αρχικής και πρωτότυπης μετάφρασης των Εβδομήκοντα(δύο) της Παλαιάς Διαθήκης στα οποία υπάρχει το τετραγράμματον ΓΧΒΧ (Γιαχβέχ), του ονόματος της Εβραϊκής θεότητας, αμετάφραστο και γραμμένο με τους τέσσερις Εβραϊκούς χαρακτήρες σε όλα τα σημεία όπου στη σημερινή, επίσημη και καθιερωμένη μετάφραση βλέπομε τη Χριστιανική φράση «Κύριος ο Θεός». Στην ορθόδοξη μετάφραση της Μασόρας βλέπομε τη λέξη «Χασέμ = το όνομα του Θεού», διότι το «Γιαχβέχ» απαγορεύεται να διαβαστεί και να προφερθεί. Το «Χασέμ» εμφανίζεται 7500 φορές περίπου εντός της Μασόρας.
Τελικά ερωτούμε τους χριστιανούς απολογητές και μη να μας απαντήσουν στα εξής: Αν όπως λένε τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια εγράφησαν από τους αγίους, θεόπνευστους και εμπνευσμένους συγγραφείς των μέσα στο δεύτερο ήμισυ του πρώτου αιώνος, τότε:
α) Γιατί οι χριστιανοί δεν διατήρησαν τα πρωτότυπα αυτά πάση θυσία, αλλά αντ’ αυτών έχομε κείμενα από το + 350 Κ. Ε.;
β) Γιατί και πώς εμφανίστηκαν δεκάδες άλλων αντικανονικών Ευαγγελίων σε αντίθεση προς τα τέσσερα μόνα θεόπνευστα;
γ) Γιατί δεν διέσωσαν όλα τα κείμενα των: Ηγησίππου, Ειρηναίου, Παπία και πολλά άλλα.
δ) Γιατί ο μόνος αληθινός και παντοδύναμος Θεός τους επέτρεψε να χαθούν τα κείμενα των εμπνευσμένων ευαγγελιστών του και έτσι να επικρατήσει μετά μια ακατάσχετη ακαταστασία;
11. Ψευδεπίγραφα
Σήμερα λοιπόν πολλοί απολογητές καλυπτόμενοι πίσω από την ανωνυμία γράφουν ό,τι θέλουν και όπως το θέλουν και σε ότι θέλουν, χωρίς να παραθέτουν τις επιστημονικές έρευνες και κριτικές πάνω στο θέμα, τις οποίες το κοινό δεν γνωρίζει. Όταν δε κάποιος τους καταμαρτυρήσει, τότε χρησιμοποιούν κάθε λασπολογία και κακοήθεια εναντίον του, αφού η ανωνυμία τους προστατεύει ικανοποιητικά. Στην δε επιχειρηματολογία τους η ψευδεπιγραφία διαφόρων κειμένων τους έρχεται πάρα πολύ βολική.
Βεβαίως από τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού, έχομε το συχνότατο φαινόμενο ανωνύμων, ψευδεπιγράφων (ή ψευδωνύμων), αποκρύφων, κλπ., έργων. Μπορούμε να πούμε ότι αυτές οι λέξεις αποτελούν ίδιον γνώρισμα του Εβραιο-Χριστιανισμού, αν δεν είναι συνώνυμες με τον Χριστιανισμό.
Όπως έχομε προαναφέρει, και τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια, είναι ψευδεπίγραφα. Αυτό σημαίνει ότι δεν τα έγραψαν οι συγγραφείς των οποίων τα ονόματα φέρουν, αλλά άλλοι οι οποίοι έμειναν άγνωστοι, αφού τα τέσσερα ονόματα που έχουν καθιερωθεί είναι ψευδή. Αυτό είναι το συμπέρασμα πολλών αμερολήπτων επιστημονικών ερευνών. Οι προτεστάντες παραδέχονται το συμπέρασμα αυτό, χωρίς να ορρωδούν διά την πίστην των μόνο και μόνο επειδή τους αρέσει. Οι καθολικοί και οι ορθόδοξοι, κολλημένοι στον στείρο δογματισμό τους και στην κυριολεξία τους απορρίπτουν το συμπέρασμα αυτό, χωρίς όμως να προσκομίζουν κανένα πειστικό επιχείρημα εναντίον του.
Ένα άλλο απλό παράδειγμα ψευδεπιγράφων έργων είναι του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου. Αυτά έχουν αποδειχθεί ότι εγράφησαν τον πέμπτον αιώνα από κάποιον που ήθελε για δικούς του λόγους να αποκρύψει την ταυτότητά του. Μερικές μέθοδοι αποδείξεων έγιναν διά της συγκριτικής φιλολογίας και από τα νεοπλατωνικά στοιχεία που τα γραπτά αυτά περιέχουν. Δεν ήταν δυνατόν τον πρώτον αιώνα, που υποτίθεται ότι έζησε ο Διονύσιος, να αναφέρει νεοπλατωνικά στοιχεία του Πρόκλου, ο οποίος έζησε τον πέμπτον αιώνα, κλπ. Μάλλον ο συγγραφέας ήταν κάποιος ασήμαντος και έτσι χρησιμοποιώντας το όνομα κάποιου «μεγάλου» αγίου, έστω και μυθολογικού, ήλπιζε ότι τα έργα του θα είχαν μεγάλο αντίκτυπο όπως τελικά είχαν. Έτσι πολλές φορές ο συγγραφέας αυτών των κειμένων αναφέρεται με το παρανόμι «Ψευδό-Διονύσιος». Ως γνωστόν ο Διονύσιος «Αρεοπαγίτης» αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη μόνο σε ένα στίχο, Πράξεις 17: 34. Τον τέταρτον αιώνα ο τερατολόγος Ευσέβιος τον αναφέρει σαν δεύτερο επίσκοπο Αθηνών (πρώτον έχει τον Παύλο) στο έργο του Εκκλησιαστική Ιστορία (ή καλλίτερα «Εκκλησιαστική Μυθιστορία»). Πέραν τούτων εκλείπουν τα πάντα περί αυτόν από όλες τις ιστορικές πηγές.
Όπως είναι γνωστόν οι Πράξεις των Αποστόλων[14] καθώς και ολόκληρη η Καινή Διαθήκη δεν είναι ιστορικό βιβλίο, ο δε Ευσέβιος ψεύδεται ασυστόλως. Δεν τον ενδιαφέρει η αλήθεια όπως ομολογεί. Έτσι περί Διονυσίου Αρεοπαγίτου υπάρχουν μόνο κάτι Χριστιανικές παραδόσεις οι οποίες επλάσθησαν από αγνώστους εκ των υστέρων. Π. χ., λένε ότι, όταν σταύρωναν τον Ιησού, ο τότε παγανιστής Διονύσιος έτυχε να βρίσκεται στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και από ‘κει «ήταν ο μόνος που είδε» την τρίωρη μεσημεριάτικη «έκλειψη ηλίου» (που δεν έγινε!) και ανεφώνησε (;) το γνωστό παραμυθένιο ρητό που απέδωσε σ’ αυτόν η χριστιανική παράδοση του τετάρτου αιώνος: «Σήμερον ή Θεός πάσχει ή το πάν απώλετο»! Ακόμα λένε ότι αργότερα, μετά την προσχώρησή του στον Χριστιανισμό, πήγε στο Παρίσι (άραγε για ψώνια;) όπου και απέθανε. Προς τιμήν του έχουν οικοδομήσει το στάδιο του Saint Dennis που μπορεί να επισκεφτεί κανείς στο Παρίσι σήμερα.. Μόνο σε παραμύθια μπορεί να βρει κανείς τέτοιες φαντασιώσεις.
{[14] Πρέπει ο αναγνώστης να λάβει υπ’ όψη του ότι η σύγχρονη ιστορική και θεολογική επιστήμη απορρίπτει ολοσχερώς τις Πράξεις των Αποστόλων ως φορέα - ακόμη και ψηγμάτων – ιστορικών στοιχείων. Παρά την αντίθετη γνώμη των φανατικών, που θεωρούν κάποιον Λουκά, ο οποίος υποτίθεται ότι τις έγραψε, ως ιστορικό πρώτης τάξεως, είναι γεμάτες με μυθεύματα, σφάλματα και παρεμβολές, δεν παρέχουν χρονολογίες και τελειώνουν αφύσικα και απότομα, κλπ. Από την σύγκρισή τους με τα έργα του Ιωσήπου συμπεραίνομε χωρίς αμφιβολία ότι ο συγγραφέας τους ή οι χαλκευτές τους έριχναν πολλές ματιές σ’ αυτά, αλλά τα παράλλαζαν και δημιουργούσαν λάθη.}
12. Οι απολογητές και η χρήση του Ευσεβίου, με παράδειγμα:
Η υποτιθεμένη Έκλειψη Ηλίου κατά την Σταύρωση του Ιησού
Όπως αναφέραμε στο μέρος (9.), τα συγγράμματα των εθνικών ιστορικών και συγγραφέων Φλέγοντος, Θαλλού, και Πορφυρίου, 2ος αιών – αρχές 4ου αιώνος, το σύγγραμμα του χριστιανού Ιουλίου Αφρικανού, 3ος αιών, και το σύγγραμμα του Γαλιλαίου ιστορικού Ιούστου της Τιβεριάδος 1ος αιών, κ. ά., έχουν απολεσθεί. Τί έχει απομείνει για να διασωθούν αυτά;! Σήμερα όμως διάφοροι αυτοβαπτισθέντες απολογητές, που συνήθως τελούν εν ανωνυμία, μας παραθέτουν «αποσπάσματα» του Φλέγοντος και του Θαλλού, τα οποία ισχυρίζονται ότι φέρουν μαρτυρίες για τον σεισμό και την έκλειψη ηλίου που δήθεν έγιναν κατά τη σταύρωση του υποτιθεμένου Ιησού. Κατ’ αυτόν τον τρόπον οι απολογητές νομίζουν ότι μας παρέχουν «ιστορικές» πλέον «αποδείξεις» περί της ιστορικής υπάρξεως του θρυλουμένου Ιησού που έγινε μετά ο μυθολογικός Χριστός.
Σημειώστε ότι την έκλειψη ηλίου (ή το σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη) την αναφέρουν ο Ματθαίος 27: 45, ο Μάρκος 15: 33 και ο Λουκάς 23: 44. Ο Ιωάννης την αγνοεί. Το σχίσιμο του καταπετάσματος του ναού στα δύο, από πάνω ως κάτω, το αναφέρουν ο Ματθαίος 27: 51, ο Μάρκος 15: 38 και ο Λουκάς 23: 45. Ο Ιωάννης το αγνοεί. Αλλά τα υπόλοιπα μυθολογικά συμβάντα, περί σεισμού, ανεώξεως πολλών μνημείων, αναστάσεως πολλών νεκρών στην Ιερουσαλήμ, κλπ., τα αναφέρει μόνο ο Ματθαίος 27: 51-53, ενώ οι άλλοι τρεις κανονικοί ευαγγελιστές τα αγνοούν.
Όλα αυτά τα δήθεν ανεξάρτητα ιστορικά «αποσπάσματα» είναι μια πλάνη που διενεργείται είτε από σκοπιμότητα, είτε από άγνοια, είτε από τυφλή ή σκόπιμη πίστη στα γραπτά του Ευσεβίου Καισαρείας. Αυτά τα αποσπάσματα, όπως τα χρησιμοποιούν οι διάφοροι νεοχριστιανοί απολογητές, μας τα παρουσιάζει ο Ευσέβιος μέσα στην «Εκκλησιαστική Ιστορία» του και σε άλλα έργα του. Τα αποσπούν από εκεί και δεν γεμίζουν ούτε δυο σελίδες. Είναι ελάχιστα και ξεκομμένα. Έτσι δεν αποτελούν κριτήρια της επιστήμης της Ιστορίας γι’ αυτό και για τους εξής λόγους. Ο Ευσέβιος έχει πλέον αποδειχθεί, επιστημονικώς και πολλαπλώς, ότι ήταν μέγας πλαστογράφος και ψευδολόγος και ουδέποτε φρόντισε να διασώσει την αλήθεια και τις πηγές που ο ίδιος χρησιμοποίησε. Τις πηγές τις κατάστρεψε. Π. χ., το σύγγραμμα του Εβραιοχριστιανού ιστορικού του 2ου αιώνος Κ. Ε. Ηγησίππου και το σύγγραμμα του Χριστιανού ιστορικού του 3ου αιώνος Κ. Ε. Ιουλίου Αφρικανού, από τα οποία ο Ευσέβιος αντιγράφει κατά το πρώτο ήμισυ του 4ου αιώνος, έχουν ολοκληρωτικά χαθεί. Απορεί κανείς για ποιους λόγους ο Ευσέβιος δεν φρόντισε να διασώσει τέτοια ντοκουμέντα. Λόγω της θέσεως και της δυνάμεώς του μια ρητή διαταγή του για να επανεκδοθούν και να διαφυλαχθούν τα συγγράμματα αυτά αρκούσε. Ούτε τα γραπτά του Υποαποστολικού Πατέρα Παπία, (60−140 ή κατ’ άλλους 70−155 Κ. Ε.), επισκόπου Ιεραπόλεως Φρυγίας, διέσωσε. Λέγεται ότι ο Παπίας έγραψε πέντε βιβλία, σχετικά με τις προφητείες για τον Κύριο, τα λόγια του Κυρίου, κλπ., τα οποία έχουν απολεσθεί. Μόνο λίγα κομματάκια αναφέρονται από τον Ευσέβιο και άλλους Πατέρες. Ο Ευσέβιος, ούτε λίγο ούτε πολύ, λέγει ότι ο Παπίας έγραψε βλακείες. Συγκεκριμένα στην Εκκλησιαστική Ιστορία του (3: 39), ο Ευσέβιος γράφει: «Ο Παπίας ήταν άνθρωπος πολύ μικρού νου (σφόδρα γάρ τοι σμικρός ών τόν νούν), αν τον κρίνομε από τα ίδια τα λόγια του.». Αυτό και αν είναι ύποπτο!... Ήλθε ο Ευσέβιος τον 4ο αιώνα για να διορθώσει και να κρίνει τους πατέρες και τις πηγές του 2ου αιώνα...
Κατά το πρότυπο του Αποστόλου Παύλου, (Πρός Ρωμαίoυς γ΄: 7, «Εάν διά τoυ ψεύδoυς μoυ η αλήθεια τoυ Θεoύ κατεδείχθη μεγάλη πρoς δόξαν τoυ, γιατί ακόμη κατακρίνoμαι ως αμαρτωλός;», αυτό είναι το μόνο αληθές που μας είπε ο Παύλος), ο Ευσέβιος χρησιμοποίησε κάθε δόλιο μέσο για να υποστηρίξει και να προπαγανδίσει το δήθεν αληθές της νέας Χριστιανικής θρησκείας, όπως αυτή διεμορφώθη κατά το πρώτο ήμισυ του 4ου αιώνα. Ουσιαστικά η νέα μορφή της Χριστιανικής θρησκείας ήταν δημιούργημα του Ευσεβίου με τη συνεργασία μιας ομάδας συγχρόνων του Χριστιανών μελετητών, αλλά και εθνικών όπως ο Σώπατρος, κατόπιν αυστηρής απαίτησης και εντολής του αυτοκράτορα Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο οποίος πριν ολίγο καιρό είχε γίνει μονοκράτορας. Ο Ευσέβιος όμως απεδείχθη πολύ βιαστικός και απρόσεκτος πλαστογράφος. Έτσι οι πλαστογραφίες του ανακαλύφτηκαν σχετικά εύκολα από πολλούς αμερόληπτους ερευνητές επιστήμονες, αρκετοί των οποίων προέρχονταν από διάφορες Χριστιανικές διομολογήσεις. Ένας τέτοιος ήταν και ο Charles B. Waite, ο οποίος έγραψε το βιβλίο History of the Christian Religion to the Year 200 (μελετήστε τις σελίδες 332-337.).
Έτσι λοιπόν βλέπομε ότι τα αποσπάσματα που παραθέτει ο Ευσέβιος περί σεισμού, εκλείψεως ηλίου, κλπ. αναφέρονταν σε άλλο σεισμό (που έγινε στη Βιθυνία της Μικράς Ασίας, πολύ μακριά από την Ιερουσαλήμ) και σε άλλη έκλειψη ηλίου. Απλώς ο Ευσέβιος τα προσάρμοσε όσο αυτός νόμισε αρκετά για να ταιριάσουν με τους μύθους του Ματθαίου. Πλην όμως προδόθηκε από τα εξής:
1) Το ίδιο το πρόχειρο και βιαστικό γράψιμό του, διότι δεν προσάρμοσε φιλολογικώς την δική του γλώσσα με την γλώσσα των αρχικών συγγραφέων.
2) Από τις αναφορές των ιδίων αποσπασμάτων από Χριστιανούς συγγραφείς πριν τον Ευσέβιο, π. χ. τον Ωριγένη κά., που είναι εντελώς διαφορετικές.
3) Από το γεγονός ότι οι αρχικοί ιστορικοί, που μόλις αναφέραμε, ήταν και παρέμειναν «παγανιστές εθνικοί». Οπότε αν ανάφεραν μέσα στα ιστορικά τους συγγράμματα αυτά τα συμβάντα ως αληθινά και πραγματικά, όπως θέλουν να μας τα παρουσιάσουν ο Ματθαίος και ο Ευσέβιος, τότε είναι πέραν πάσης φαντασίας το γεγονός ότι αυτοί παρέμειναν παγανιστές αντί να ασπαστούν την νέα «αληθινή» θρησκεία του Χριστιανισμού. Έχει γούστο, ο Φλέγων και ο Θαλλός να έγραφαν ιδιοχείρως ως αληθή γεγονότα την έκλειψη ηλίου, τον σεισμό και την ανάσταση των νεκρών της Μεγάλης Παρασκευής όπως μας τα παρουσιάζει ο Ματθαίος και να μη γίνουν Χριστιανοί απορρίπτοντες αμέσως τον παγανισμό! [15]
{[15] Αυτά είναι ανάλογα με εκείνη την πλαστογραφημένη μαρτυρία του Ιωσήπου (Ιουδαϊκή Αρχαιότητα 18: 3: 3 ή 18: 63-64), όπου ο μεν Ιησούς Χριστός ομολογείται (από τον Ιώσηπο υποτίθεται) ως σοφός Ιουδαίος Μεσσίας και τριήμερος αναστηθείς εκ νεκρών, ο δε Ιώσηπος όχι μόνον δεν προσχώρησε στον Χριστιανισμό απορρίπτοντας τον Ιουδαϊσμό, αλλά παρέμεινε ορθόδοξος Φαρισαίος μέχρι τον θάνατό του! (Αν αμφιβάλλετε, διαβάστε το βιβλίο της αυτοβιογραφίας του). Αυτή η μαρτυρία, το Testimonium Flavianum, αποτελεί άλλη μία πλαστογραφία του Ευσεβίου, όπως έχομε αναπτύξει στο μέρος (9.)..
Όσο για τους αναστηθέντας νεκρούς και τα άλλα φαινόμενα της Μεγάλης Παρασκευής αναφέρονται μόνο από τον Ματθαίον. Ο Ιωάννης που συνεχώς καυχιέται ότι λέγει την αλήθεια και ήταν αυτόπτης μάρτυς στα γεγονότα του Πάθους δεν αναφέρει τίποτα απ’ αυτά. Δεν είδε και δεν άκουσε τίποτα. Τί λέτε: περίεργο! Ο Μέγας Αυτοκράτωρ Ιουλιανός στο Κατά Γαλιλαίων έργο του δικαίως απορεί πως κανένας άλλος εκτός του Ματθαίου δεν αναφέρει ούτε πληροφορήθηκε τίποτα. Ούτε Ρωμαίος συγκλητικός, στρατιωτικός, κυβερνήτης, ούτε κανένας Ιουδαίος άρχων, ραβίνος, κλπ, ούτε κανένας άλλης εθνικότητος. Όλη η υφήλιος αγνόησε αυτά τα τρομακτικά «γεγονότα»! Οπότε τί λέτε; Ψεύδεται ο Ματθαίος; Ναί ή ού;}
4) Ο Θαλλός και ο Φλέγων έζησαν κατά τον 2ο και 3ο αιώνα. Οπότε τίθεται το εξής ερώτημα: Οι περιγραφές των φυσικών φαινομένων που υπήρχαν στα συγγράμματά τους αφορούσαν φυσικά φαινόμενα τα οποία είτε συνέβησαν κατά την διάρκεια της ζωής των και που οι ίδιοι παρατήρησαν ή άκουσαν περί αυτών, είτε αφορούσαν φυσικά φαινόμενα που υποτίθεται ότι συνέβηκαν πριν 150 χρόνια τουλάχιστον; Αν υποθέσομε ότι ισχύει η δεύτερη εκδοχή, τότε ως επιστήμονες και ιστορικοί θα έπρεπε να παραθέσουν τις πηγές τους και κάποιες ημερομηνίες. Όμως ο αντιγραφέας Ευσέβιος δεν μας ανακοινώνει καμιά τέτοια πληροφορία, όπως και θα όφειλε να πράξει αν ήταν σωστός ιστορικός, και η οποία θα ισχυροποιούσε έτι περισσότερο τους ισχυρισμούς του. Όπως όμως αποδείχθηκε από τα συγγράμματα του Ωριγένη και άλλων προηγουμένων Χριστιανών συγγραφέων, οι οποίοι αναφέρονται στον Θαλλό και τον Φλέγοντα ισχύει η πρώτη εκδοχή και ο Ευσέβιος[16] αποδεικνύεται άλλη μια φορά δόλιος πλαστογράφος.
{[16] Οι ατιμίες του Ευσεβίου έχουν καταδειχθεί πολλαπλώς στην παγκόσμια έρευνα και βιβλιογραφία. Ήδη εδώ με τα στοιχεία μας δεικνύομε μερικές. Δεν δικαιούται ο Ευσέβιος την εμπιστοσύνη που αποδίδεται σ’ έναν ιστορικό. Ο ίδιος ομολογεί ότι δεν τον ενδιέφερε η αλήθεια αλλά το συμφέρον της Νέας Χριστιανικής πίστεως! Στην σύνοδο της Νικαίας το +325 έπαιξε το ρόλο του πολιτικάντη και περίμενε να δει προς τα που θα έγερνε τελικά η πλειοψηφία με την οποία στο τέλος συνυπέγραψε. Επίσης όλα τα στοιχεία συγκλίνουν στο ότι αυτός επλαστογράφησε το γνωστό και πολύ συζητηθέν Testimonium Flavianum στον Ιώσηπο (βλέπε μέρος 9.). Ο Δρ Χριστιανός θεολόγος Κωνσταντίνος Σιαμάκης, δεν κατεδέχθει να συμπεριλάβει αυτές τις ψευτο-μαρτυρίες του Φλέγοντος και Θαλλού στο λεπτομερές σύγγραμμά του: Εξωχριστιανικές Μαρτυρίες γιά τό Χριστό καί τούς Χριστιανούς, Εκδόσεις «Άθως», Αθήναι, 2000. Ευρίσκονται όμως, μαζί με διάφορες άλλες, στο σύγγραμμα του Charles B. Waite, History of the Christian Religion to the Year Two Hundred (200), Fifth Revised Edition, C. V. Waite & Co., Chicago 1900 – 1992, ο οποίος τις τιτλοφορεί Παραχαράξεις του Ευσεβίου και μας μεταφέρει όλα τα αποδεικτικά στοιχεία.}
5) Από την επιστημονική απόδειξη ότι είναι αδύνατο να γίνει έκλειψη ηλίου κατά εποχή πανσελήνου και ως γνωστόν το Εβραϊκό Πάσχα (Πεσάχ) εορτάζεται πάντα τέτοια εποχή. Έπειτα, μια ολική έκλειψη ηλίου διαρκεί μερικά μόνο λεπτά (10 - 30) και σε μικρό τόπο και όχι τρεις ώρες σε όλη τη γη όπως επιθυμούν οι τρεις πρώτοι ευαγγελιστές.
Ένας ακόμα λόγος που αποδεικνύει ότι η έκλειψη ηλίου[17] (το σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη) των τριών συνοπτικών δεν έγινε ποτέ μας τον παρέχει το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο. Για να δούμε γιατί:
1. Στον μεν Ματθαίον 27: 45 διαβάζομε: «Από δέ έκτης ώρας σκότος εγένετο επί πάσαν την γήν έως ώρας ενάτης.». Δηλαδή σύμφωνα με τις σημερινές ώρες το σκοτάδι άπλωσε πάνω σε όλη τη γη από τις δώδεκα το μεσημέρι, ώρα έκτη, κατά την μέτρηση των ωρών της ημέρας την εποχή του υποτιθεμένου Ιησού, η οποία άρχιζε στις έξη το πρωί. Κράτησε μέχρι τις τρεις το απόγευμα (ώρα ενάτη), δηλαδή τρεις ολόκληρες ώρες.
2. Στον Μάρκον 15: 33 διαβάζομε: «Γενομένης δέ ώρας έκτης σκότος εγένετο εφ’ όλην τήν γήν έως ώρας ενάτης·».
3. Στον δε Λουκάν 23: 44 διαβάζομε: «Ήν δέ ωσεί ώρα έκτη καί σκότος εγένετο εφ’ όλην τήν γήν έως ώρας ενάτης, τού ηλίου εκλείποντος,».
4. Τώρα πάρετε την Καινή Διαθήκη και διαβάστε: Ιωάννης 19: 13-16. Ιδιαιτέρως στον στίχο 14 διαβάζομε: «ήν δέ παρασκευή τού πάσχα, ώρα δέ ωσεί έκτη· και (ο Πιλάτος) λέγει τοίς Ιουδαίοις· ίδε ο βασιλεύς υμών.». Στον δε στίχο 16 παρακάτω διαβάζομε «τότε ούν (ο Πιλάτος) παρέδωκεν αυτόν αυτοίς (στους Ιουδαίους) ίνα σταυρωθή.».
{[17] Ας λάβομε επίσης υπ’ όψη μας ότι το θέμα του σεισμού ή των μεταθανατίων εμφανίσεων λύεται ως εξής: Όλος ο Ελληνικός Κόσμος εγνώριζε ότι ο Ρωμύλος απεθεώθη αναληφθείς εις τους ουρανούς εν μέσω σφοδρής καταιγίδας, σάλου, σεισμού, και σκότους τόσου ώστε να μην ηδύνατο κανείς να δει τα γύρω του, και ότι κατόπιν επανεμφανίσθη καθ’ οδόν σε φίλο του Συγκλητικόν εις τον οποίον ανακοίνωσε τα συμβάντα της αποθεώσεώς του και όρισε την ίδρυση ναού και τα σχετικά της λατρείας του. Όλη αυτή την ιστορία αντέγραψαν προχείρως οι Χριστιανοί διά να την αποδώσουν στον ιδικόν τους θεό. Κατόπιν βλέπομε τον εκατόνταρχον να λέγει: «Αληθώς υιός Θεού είναι αυτός» (Ματθαίος 27: 54). Τί σημαίνει αυτή η φράση; Απλούστατα, οι Χριστιανοί έβλεπαν στα νομίσματα της εποχής την προτομή του Αυγούστου με την φράση DIVI F(ILIUS) (= Υιός Θεού = Υιός του αποθεωθέντος Ιουλίου Καίσαρος) και έλεγαν: «Ο ιδικός μας Θεός είναι DIVI FILIUS!».}
Για να εξετάσομε λοιπόν προσεκτικά τί καινούργια μας ξεφουρνίζει ο Ιωάννης:
1) Πρώτον: Δεν ήταν ακόμα ημέρα του Πάσχα αλλά παρασκευή του Πάσχα. Οι τρεις συνοπτικοί μας βεβαιούν ότι το τελευταίο δείπνο, η δίκη, η σταύρωση και η ταφή έγιναν την ημέρα του Πάσχα που εκείνο το έτος έπεφτε να είναι ημέρα Παρασκευή (δηλαδή η προπαρασκευαστική ημέρα για το Σάββατο που επόταν). Ο Ιωάννης όμως μας λέγει ότι η δίκη, η σταύρωση και η ταφή συνέβησαν μεν ημέρα Παρασκευή, αλλά αυτή ήταν η προπαρασκευαστική ημέρα του Πάσχα του έτους εκείνου που κατά τον Ιωάννη έπεφτε Σάββατο. (Άλλη μια κραυγαλέα αντίφαση των θεοπνεύστων γραφών και ευαγγελιστών.).
2) Δεύτερον: Στις δώδεκα το μεσημέρι της Παρασκευής ο Πιλάτος ακόμα ασκούσε δικαστικά καθήκοντα και λογομαχούσε με τους Ιουδαίους. Τώρα πως να δίκαζε άραγε ο Πιλάτος και πως να λογομαχούσε με τον Ιουδαϊκό όχλο μέσα στο σκοτάδι, αφού στους τρεις συνοπτικούς το σκοτάδι είχε αρχίσει ήδη στις δώδεκα το μεσημέρι, ας μας το απαντήσουν οι απολογητές...
3) Τρίτον: Στον Μάρκον 15: 25 ο Ιησούς ήταν ήδη σταυρωμένος τουλάχιστον για τρεις ώρες, από τις εννέα το πρωί έως και μετά το μεσημέρι δηλαδή. Στον Ιωάννη όμως βλέπομε τον Πιλάτο, (μέσα στα σκοτεινά;), να παραδίδει τον Ιησού στους Ιουδαίους για να σταυρωθεί (χωρίς να μας λέγει εδώ ποιοι θα εκτελούσαν την σταύρωση). Η σταύρωση δηλαδή πρέπει να έγινε το νωρίτερο γύρω στις μία η ώρα το απόγευμα και μέσα στο σκοτάδι, αν ήταν δυνατόν! Πώς; Ας μας απαντήσουν οι φωστήρες της Χριστιανικής μάστιγας. Μετά, και ο Μάρκος ήταν θεόπνευστος ως ευαγγελιστής. Μάλιστα δε, αυτά που έγραψε τα έμαθε από τον μέγα μαθητή Πέτρο που ήταν στον όμιλο των δώδεκα. Πώς λοιπόν γεφυρώνονται οι θεόπνευστες τρομακτικές αντιφάσεις μεταξύ Μάρκου καθώς και των άλλων δύο συνοπτικών και Ιωάννου; Κύριοι απολογητές τί πειστικά επιχειρήματα έχετε για να μας απαντήσετε;
4) Τέταρτον: Ο Ιωάννης ανήκε στην ομάδα των δώδεκα πρωτοστατούντων μαθητών, ακολουθούσε τον Ιησού παντού και πάντοτε, ήταν ο φίλτατος μαθητής του Ιησού. Εκτός από αυτόπτης μάρτυς όπως ομολογεί ο ίδιος, ως ευαγγελιστής ήταν απαραιτήτως «θεόπνευστος» και ο ίδιος μας τονίζει ότι (21: 24) «η μαρτυρία του είναι αληθής», πράγμα που οι άλλοι δεν το αναφέρουν. Παρακολούθησε την δίκη και την σταύρωση. Ακόμα ο εσταυρωμένος διδάσκαλός του μίλησε και στη μάνα του και στον Ιωάννη που ήταν δίπλα της (19: 26 -27). Πάντως το σκοτάδι που πλάκωσε από τις δώδεκα το μεσημέρι πάνω σ’ όλη τη γη και σίγουρα θα ήταν σοβαρό εμπόδιο για να διεκπεραιωθούν σωστά και ωραία όλα όσα συνέβησαν δεν το αναφέρει πουθενά. Άρα δεν έγινε!
Η πρώτη των ανωτέρω παρατηρήσεων χρήζει περισσοτέρας επεξηγήσεως και αναφορών από τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια. Το ότι το Πάσχα των τριών συνοπτικών έπεφτε ημέρα Παρασκευή ομολογείται στον Ματθαίο 27: 62, Μάρκο 15: 42 και Λουκά 23: 54. Τα επεισόδια του πασχαλινού τελευταίου ή μυστικού δείπνου, της συλλήψεως του Ιησού, της βιαστικής δίκης, της σταύρωσης και της ταφής, κλπ., αναφέρονται στα κεφάλαια Ματθαίος 26, 27, Μάρκος 14, 15 και Λουκά 22, 23. Στον Ιωάννη όμως, όπως αναφέραμε, η Παρασκευή αυτή ήταν η παραμονή του Πάσχα το οποίο έπεφτε ημέρα Σάββατο, πράγμα που επαναβεβαιώνει ο Ιωάννης και παρακάτω στους στίχους 19: 31 και 42. Ακόμα στον Ιωάννη ο Ιησούς δεν είχε πασχαλινό δείπνο (Σεδέρ). Συγκεκριμένα μας λέγει: Ιωάννης 13: 1-2 «Προ δε της εορτής του πάσχα ειδώς ο Ιησούς ότι ελήλυθεν αυτού η ώρα ίνα μεταβή εκ του κόσμου τούτου προς τον πατέρα, αγαπήσας τους ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέλος ηγάπησεν αυτούς. και δείπνου γενομένου, του διαβόλου ήδη βεβληκότος εις την καρδίαν Ιούδα Σίμωνος Ισκαριώτου ίνα αυτόν παραδώ,». Εδώ λοιπόν ο Ιωάννης μας ομιλεί αόριστα για κάποιο δείπνο που έγινε προ της εορτής του Πάσχα και όχι για το πασχαλινό δείπνο το βράδυ της ημέρας του Πάσχα όπως μας λένε οι άλλοι τρεις. (Μέσα στις Άγιες Γραφές οι θεόπνευστες αντιφάσεις είναι πιο πανταχού παρούσες από το Άγιο Πνεύμα!). Ο αγαπητός και επιστήθιος μαθητής Ιωάννης καίτοι παρών δεν αναφέρει το μέγα, τρομερό, φρικτό και θεμελιώδες Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, όπως το αναφέρουν οι άλλοι τρεις, αλλά το νίψιμο των ποδών των μαθητών από τον Ιησού κατά το δείπνο (13: 4-14) που δεν το αναφέρουν οι άλλοι. (Άλλη μια κραυγαλέα αντίφαση. Τί συμβαίνει τελικά με τους θεοπνεύστους ευαγγελιστές; Ποιός γράφει αληθώς και όπως έγιναν τα «γεγονότα»;).
Ο «τελευταίος» ευαγγελιστής που έγραψε το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον καταπιάνεται από την αρχή του Ευαγγελίου του με ψευτοθεολογίες και αμνούς. (1: 29 «... ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου.» και 1: 36). Έτσι φτιάχνοντας και άλλες θεολογίες έφτιαξε έναν μυθολογικό Ιησού ο οποίος δεν έφαγε τον πασχαλινόν αμνόν (κατά τον μυστικόν δείπνον, όπως μας λένε οι άλλοι τρεις), αλλά με το να σταυρωθεί κατά την παραμονή του Πάσχα έγινε ο ίδιος πασχαλινός αμνός για τους άλλους το βράδυ της ημέρας του Πάσχα. Αυτή είναι μια θεολογική ψευτοδικαιολόγηση για τις μεγάλες αντιφάσεις που δημιουργεί ο Ιωάννης, αλλά αυτό αποδεικνύει ότι οι ευαγγελιστές δεν μας παρέδωσαν γεγονότα και ιστορία αλλά δικές του επινοήσεις με ψευτοθεολογίες και μυθεύματα για να δημιουργήσουν μια ψευτοθρησκεία. (Όσο για θεοπνευστία, έχομε βαρεθεί να την αναφέρομε!).
Όπως και να έχουν τα πράγματα, όλα τα συμβάντα που μας αφηγούνται και οι τέσσερις ευαγγελιστές από την ετοιμασία του τελευταίου δείπνου μέχρι τον ενταφιασμό που έκαναν ο Ιωσήφ με τον Νικόδημο έγιναν μέσα 24 ώρες περίπου. Επειδή αυτά είναι πολλά και δεν είχαν ολιγόλεπτη διάρκεια πρέπει να γινότανε με κινηματογραφική ταχύτητα. Αναφέρομε επιγραμματικά μόνο και εσεις διαβάσετε τις λεπτομέρειες και εκτιμήσετε την χρονική διάρκεια του καθενός: Προετοιμασία, δείπνο και ευχαριστία ή νίψιμο ποδών, προδοσία Ιούδα, πορεία προς Γεσθημανή και στάθμευση εκεί, σύλληψη και μεταφορά στο συνέδριο, ανακρίσεις από Άννα, Καϊάφα, Πιλάτο, Ηρώδη και ξανά Πιλάτο, παράδοση στον όχλο και στρατιώτες, βάδην προς Γολγοθά ή Κρανίου Τόπον, σταύρωση μέχρι εκπνοής, διαπίστωση θανάτου και αίτηση του σώματος, αποκαθήλωση, επάλειψη με σμύρνα και αλόη, η σινδόνη και τα οθόνια, ενταφιασμός, κλπ., έγιναν μέσα σε 24 ώρες. Διαβάσετε όλα αυτά και τις υπόλοιπες λεπτομέρειες μέσα στα τέσσερα Ευαγγέλια και εκτιμήσετε μια λογική χρονική διάρκεια που χρειάστηκε το καθένα να δείτε τι γίνεται. (Μερικές χρονικές διάρκειες δίνονται μέσα στα Ευαγγέλια ή υπολογίζονται απ’ αυτά που γράφουν. Π. χ., ο Ιησούς μέχρι που εξέπνευσε έμεινε πάνω στον σταυρό 6 ώρες, κλπ.). Ώστε λοιπόν, οι ιθύνοντες Ιουδαίοι κατασπατάλησαν με απόλυτη βιασύνη κάθε λεπτό της εορτής του Πάσχα (ή της παραμονής του) με αυτά τα συμβάντα και τίποτα άλλο, αντί να βάλουν τον Ιησού στη φυλακή και μετά από μια-δυο μέρες με την ησυχία τους και όσο χρόνο ήθελαν, να κανόνιζαν τι θα τον έκαναν. Περίεργα πράγματα.
Εσείς που διαβάζετε ετούτες δω τις λέξεις τί λέτε; Τί αμερόληπτα συμπεράσματα βγάζετε μόνοι σας; Αν όλα τα παραπάνω «γεγονότα» συνέβησαν όπως γράφουν οι τέσσερις θεόπνευστοι ευαγγελιστές τότε ποιος έχει δίκιο; Αν πράγματι έγιναν μέσα στο σκοτάδι «του καταμεσήμερου της ημέρας της Ιουδαίας κατά τον λαμπρό μήνα Νισάν (Μάρτιος-Απρίλιος)», τότε γιατί άραγε αυτός ο θεόπνευστος ευαγγελιστής και φιλαλήθης Ιωάννης[18] δεν το ανέφερε τουλάχιστο μέσα σε δυο στίχους; Ή μήπως αυτό το φαινόμενο του φάνηκε τόσο φυσιολογικό και τόσο σύνηθες ώστε να το αγνοήσει; Πολύ αταίριαστες οι τέσσερις ευαγγελικές αφηγήσεις, αλλά ταιριάζουν μόνο μέσα στα μυαλά των απολογητών και αυτών που δεν τις γνωρίζουν!
{[18] Το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον έχει τόσο πολλές και τεράστιες διαφορές με τα άλλα τρία Ευαγγέλια ώστε να αποτελεί ακόμα ένα στοιχείο για την μη ύπαρξη του Ιησού Χριστού των Ευαγγελίων. Αυτός είναι καθαρά ένας μύθος, δηλαδή ψέμα, και τίποτα παραπάνω. Ότι αναφέρομε εδώ είναι ένα πολύ μικρό μέρος των όλων διαφορών. Σημειώνομε ακόμα μία. Τα τρία πρώτα Ευαγγέλια αφηγούνται μια δράση του Ιησού που κράτησε το πολύ ένα έτος, ενώ ο Ιωάννης παρουσιάζει μια δράση που κράτησε τουλάχιστον τρία έτη. Κλπ.}
Καλείστε επίσης να απαντήσετε για τις χιλιάδες αντιφάσεις, λάθη, παραλογισμούς, θηριωδίες και ανοησίες που περιέχει η θεόπνευστη Εβραιοχριστιανική Βίβλος και η αντιφατική παράλογη και καταστροφική θεολογίας σας. (Όλα μαζί είναι τουλάχιστον 7000 καταγεγραμμένα σε καταλόγους.). Απορρίπτετε όλα τα επιστημονικά συμπεράσματα και όλες τις επιστημονικές μεθόδους μόνο και μόνο για να δικαιολογήσετε την Βίβλο και όχι την αλήθεια. Φαίνεται λοιπόν ότι ο Πάνσοφος Θεός της Βίβλου και της Παραδόσεώς σας υπέφερε από ακατάσχετη σύγχυση και τώρα έβαλες εσάς να δείτε πως θα τα μπαλώσετε! Καλή επιτυχία!
13. Καταγωγή του Χριστιανισμού
και παραχάραξη της Ιουδαϊκής παραδόσεως
Μία άλλη μεγάλη αντίφαση της Χριστιανικής απολογητικής είναι και η εξής. Ενώ κατά το θαύμα της Πεντηκοστής, όπως περιγράφεται στις «θεόπνευστες» Πράξεις των Αποστόλων, κεφάλαιο 2, όλοι οι Απόστολοι την πρωίαν της Πεντηκοστής ως εκ του θαύματος της επιφοιτήσεως του αγίου πνεύματος, υπό μορφή πυρίνων γλωσσών, ομίλησαν απταίστως όλες τις γλώσσες του κόσμου, από την άλλη μεριά πολλοί θεολογούντες δηλώνουν κατηγορηματικώς ότι ο Θεός Πατήρ Γιαχβέχ είχε προνοήσει διά του θεϊκού σχεδίου του ώστε να ομιλήσει ολόκληρος ο περί τη Μεσόγειο κόσμος την Κοινήν Αλεξανδρινή Ελληνική διάλεκτο, για να διαδοθεί ο Χριστιανισμός δι’ αυτής. Ακόμη και ο Μέγας Αλέξανδρος, χωρίς να το γνωρίζει, είχε καταστεί όργανο του Γιαχβέχ! Ποίαν εκδοχή λοιπόν προτιμάτε; Απορούμε όμως διατί ο Πατήρ Γιαχβέχ δεν προτίμησε τη γλώσσα του περιουσίου λαού του στην οποία ήταν γραμμένος και ο ιερός του λόγος της Παλαιάς Διαθήκης! Ακόμα απορούμε διατί οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες από τον τέταρτο αιώνα και μετά δεν έγραψαν στην ακραιφνή θεϊκή γλώσσα των Ευαγγελίων αλλά αττίκιζαν!
Εκτός από τις διάφορες παραπλανητικές ή γενικόλογες ή περιφερειακές απαντήσεις, οι απολογητές μαζί με τους ορθόδοξους εκκλησιαστικούς πατέρες μονοπωλούσαν και την ερμηνεία των γραφών. Μόνο αυτοί καταλάβαιναν τις γραφές σωστά και γι’ αυτό όλοι οι άλλοι έπρεπε να τους ακούν χωρίς ιδίαν γνώση, κρίση και χωρίς αντίρρηση. Ακόμα και οι Εβραίοι οι οποίοι έγραψαν τις δικές τους γραφές με τα χεράκια τους έπρεπε και αυτοί να ακούν τυφλά τους Χριστιανούς στο πως πρέπει να τις κατανοούν! Η συνεχής χρήση, παρερμηνεία και διαστρέβλωση των Εβραϊκών γραφών από τους Χριστιανούς θεολόγους και απολογητές είναι ένα τεράστιο ζήτημα που πολλάκις έχει προκαλέσει σφοδρές διαμάχες, μίση, φανατισμούς, διώξεις, σφαγές, καταστροφές, κλπ., μεταξύ Χριστιανών και Εβραίων. Βεβαίως και οι Εβραϊκές γραφές δεν είναι τίποτα σπουδαία πράγματα. Πέραν των θηριωδιών, ανοησιών, βαρβαροτήτων, κλπ. που περιέχουν πρόκειται για ένα μείγμα αντιγραφής και συρραφής γραπτών τεσσάρων ομάδων: Ελοχιμιστών, Γιαχβιστών, Δευτερονομιστών και Ιερέων. Ήλθαν μετά οι Χριστιανοί και με την αντιφατική θεολογία τους και τις έκαναν έτι χειρότερες.
Πολλές πιθανές θεωρίες και απόψεις έχουν προταθεί για την απαρχή και την άνοδο του Χριστιανισμού. Υπάρχουν λόγου χάρη, συνωμοτικές, μυθολογικές, παγανιστικές, ενοποιητικές, συγκριτικές, ηλιοαστρολογικές, αστρολογικές, αστροθεολογικές, κλπ., θεωρίες. Η κάθε μια έχει τα δικά της επιχειρήματα, τα οποία δεν είναι ευκαταφρόνητα. Π. χ. η ίδια η Παλαιά Διαθήκη περιέχει πολλά ηλιοαστρολογικά και αστρολογικά στοιχεία. Όμως από τις έρευνες πολλών αμερολήπτων επιστημόνων, μεταξύ των οποίων υπήρχαν πολλοί Χριστιανοί θεολόγοι, Εβραίοι ερευνητές, αρχαιολόγοι και πολλοί άλλοι επιστήμονες, βγαίνει το συμπέρασμα ότι: «Ο Χριστιανισμός άρχισε ως μεσσιανική, αποκαλυπτική και άμεσα εσχατολογική αίρεση του Ιουδαϊσμού.». Τα παλαιότερα Ιουδαϊκά και Χριστιανικά γραπτά που έχουν σωθεί επ’ αυτού του θέματος, η μελέτη της ζωής των πρώτων Χριστιανών, τα Χειρόγραφα της Νεκράς Θαλάσσης, όλα τα απόκρυφα και ψευδεπίγραφα βιβλία των δύο πρώτων αιώνων προ και μετά Κοινής Εποχής, οι εμμονές όλων των πρωτοχριστιανικών αιρέσεων, ολόκληρη η Καινή Διαθήκη, κλπ., περιέχουν πάρα πολλά και ισχυρά στοιχεία για να εξαχθεί το συμπέρασμα αυτό. «Η εσχατολογική εποχή έφθασε και ευρίσκεται προ των θυρών. Ετοιμαστείτε καταλλήλως διότι νέα τάξη πραγμάτων θα επέλθει τόσο εις τον ουρανό όσο και εις την γη, από τον ήλιο της δικαιοσύνης, διδάσκαλο, δικαστή, κλπ., που πρόκειται να αποκαλυφθεί, κλπ.».
(Ειδικά σε όλο το μήκος και το πλάτος της αλλοιωμένης και επεξεργασμένης Καινής Διαθήκης που έχομε σήμερα στα χέρια μας ισχυρά υποφώσκει η άμεση εσχατολογία. Διαβάσετε όλη την Καινή Διαθήκη με προσοχή και θα την δείτε! Οι παραχαράκτες, παρεμβολείς και οι επεξεργαστές του τετάρτου αιώνος δεν κατάφεραν να αποβάλουν αυτά τα στοιχεία. Είναι τόσο πολλά που δεν θα ξέρανε μετά πως να επανασυνδέσουν τα υπόλοιπα. Από την άλλη μεριά πάλι είναι πάρα πολύ βολικά για την τρομοκράτηση του αδαούς και αγράμματου ποιμνίου των πιστών!).
Είναι πλέον αποδεδειγμένο πολλαπλώς ότι κατά την εποχή της Βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας (6ος αιών Π. Κ. Ε) και μετέπειτα, μαζί με τις διάφορες προφητείες περί της αναγνωρίσεως του Γιαχβέχ ως του μόνου αληθινού θεού από τα όλα έθνη, πέραν του Ισραήλ, και τα όνειρα των Εβραίων περί του Γιαχβικού απεσταλμένου Μεσσίαχ που θα αποκαθιστούσε το χαμένο κράτος του Δαυίδ, εμφανίστηκαν και πολλές θρησκευτικές αιρέσεις και διαφορές μεταξύ των Εβραίων. Η Εβραϊκή θρησκεία μετεβλήθη τότε κατά πολύ, ενσωματώνοντας διάφορα μεσανατολίτικα στοιχεία. Διαβάστε το υποτιθέμενο προφητικό Βιβλίο του Δανιήλ για να πάρετε μια καλή ιδέα περί αυτών των αιρέσεων, αλλά και τον Ιεζεκιήλ και τους ύστερους Ησαΐες. Αυτό το γεγονός το παραδέχονται και οι Εβραίοι, οι οποίοι πολλές φορές το εκθέτουν σαφώς στις έρευνές τους. Από την Βαβυλώνα και μετά βλέπομε π. χ., τις δοξασίες και πίστεις περί Σατανά Εωσφόρου και περί αναστάσεως των νεκρών σωμάτων, τον όρο «υιός του ανθρώπου», τον Ζωροαστρικό δυϊσμό, κλπ.
Η Χριστιανική αίρεση λοιπόν, σύμφωνα με τις Εβραϊκές πηγές και παραδόσεις, γίνεται αντιληπτή κατά τις αρχές του 2ου αιώνα Π. Κ. Ε. και πρέπει να είχε αρχίσει ήδη από τον 3ον αιώνα Π. Κ. Ε. Οι Εβραίοι την ονόμαζαν αίρεση των «Νοτζρί-μ». (Το τελικό «μ» είναι η κατάληξη πληθυντικού.). Παραβάλετε αυτόν το όρο με τον: «Ναζαρίτης, Ναζαρηνός και στο τέλος Ναζωραίος». Αυτή η αίρεση είχε κοινά και μη κοινά σημεία με τους Φαρισαίους (π. χ. ανάσταση νεκρών), τους Εσσαίους (π. χ. ο ήλιος της δικαιοσύνης και οι υιοί του φωτός, φράση αρκετά συχνή στην Καινή Διαθήκη), τους Ζηλωτές ή Κανανίτες (π. χ. αγώνας κατά της επικρατούσης εξουσίας, ανατροπή της τάξεως πραγμάτων και υποστήριξη της φτωχολογιάς), κ.ο.κ. Πολλοί την ταυτίζουν με τους Θεραπευτές της Αιγύπτου και άλλων τόπων γύρω από την Παλαιστίνη ή τουλάχιστον πρέπει να είχε στενή σχέση μ’ αυτούς (π. χ. διάφορες θεραπείες και θαύματα). Στις αρχές, αυτή η αίρεση των Νοτζρίμ πρέπει να ήταν ολιγάριθμη και περιθωριακή και συνεπώς όχι ανησυχητική για την επικρατούσα τάξη πραγμάτων αυτών των εποχών και ήταν μόνο ενδο-Ιουδαϊκό ζήτημα. Γι’ αυτό δεν γίνεται καμία ιδιαίτερη μνεία δι’ αυτήν από ιστορικούς ή μεγάλους συγγραφείς αυτών των εποχών. Την απαντάμε μόνο σε μερικά Εβραϊκά βιβλία και στο Ταλμούδ, αλλά και εκεί εκ παραδρομής και χωρίς να της αποδίδεται μεγάλη σημασία.
Κάθε λίγο και λιγάκι όλο και κάποιος Μεσσίας, δαυιδικής καταγωγής όπως υποτίθεται, εμφανιζόταν από κάποια αίρεση για να αποκαταστήσει το χαμένο κράτος του προπάτορά του Δαυίδ και πλήρωνε την παραφροσύνη του με τη ζωή του. Κάθε αίρεση αυτών των εποχών ήθελε τον ιδικόν της Μεσσία και μόνο αυτόν να αναλάβει την κοσμική και τη θρησκευτική εξουσία του Ισραήλ. Έτσι εδημιουργούντο συχνές και μεγάλες διαμάχες μεταξύ των. Πέραν των βιαίων συγκρούσεων και της επιβολής των νομικών διαδικασιών επί ποινικών, πολιτικών και αστικών αδικημάτων οι διαμάχες αυτές διεξάγοντο και στα εξής πεδία: Στην ερμηνεία των γραφών και προφητειών, στην οργάνωση και διαχείριση του Ναού της Ιερουσαλήμ, στα θρησκευτικά ερωτήματα και τρόπους λατρείας, στα πολιτειακά ζητήματα, στα κοινωνικά προβλήματα, στις διαφορές επί μεταφυσικών απόψεων και δοξασιών (π. χ. ανάσταση νεκρών, μετά θάνατον ζωή, Σατανάς, δαιμόνια, κλπ.), στην εγκυρότητα και νομιμότητα του αρχιερέως ή του βασιλέως, κ. ά.
Το Μεσσιανικό πάθος με μια τεράστια σχετική προπαγάνδα άναψε κυριολεκτικά με τα θρησκευτικοπολιτικά κινήματα των άκρως φανατικών ορθοδόξων Χασιδαίων (Ευλαβών) και των στενών συνοδοιπόρων τους Φαρισαίων. Οι Χασιδαίοι και Φαρισαίοι δεν εδέχοντο καμία παρέκκλιση από τον Εβραϊκό ορθόδοξο τρόπο ζωής, απόλυτα σύμφωνο με όλες τις διατάξεις του αρχαίου Μωσαϊκού Νόμου. Οι Φαρισαίοι συμφωνούσαν με αυτές τις θέσεις αλλά ανέμειξαν την παλαιά Εβραϊκή θρησκεία με μερικές Περσικές, Ζωροαστρικές και Αιγυπτιακές δοξασίες. Αυτές οι δύο ομάδες εστράφησαν μετά μανίας εναντίον όλων των ομοεθνών τους που ελλήνιζαν έστω και στο παραμικρό.
Τότε εμφανίζονται πολλά μεσσιανικά, εσχατολογικά, οραματιστικά και αποκαλυπτικά βιβλία, άλλα κανονικά και άλλα απόκρυφα που έχομε αναφέρει και σε άλλα σημεία στα οποία μπορείτε να ανατρέξετε. Αυτά είναι όμοια με τα ανάλογα βιβλία της βαβυλωνιακής και μεταβαβυλωνιακής εποχής. Μεταξύ των κανονικών βιβλίων αυτής της εποχής συγκαταλέγονται το Βιβλίο του Δανιήλ, το Βιβλίο του Ιωήλ και τα κεφάλαια 9-14 του Βιβλίου του Ζαχαρία, τα οποία έχομε συζητήσει και αλλού εντός του παρόντος άρθρου και εντός άλλων άρθρων μας. Σκοπόν είχαν να εμποδίσουν τον Εβραϊκό λαό να ελληνίζει και να τον εμψυχώσουν να πολεμήσει κατά των Ελλήνων και των Ελληνιζόντων. Όχι μόνο τα βιβλία αυτά δεν είναι προφητικά (ως γραμμένα μετά τα γεγονότα) αλλά πρόκειται για συρραφές ηλιθιοτήτων, λαθών, σκοπιμοτήτων, φαντασιώσεων, παραλογισμών και ανακριβειών που μόνο παμπόνηροι ή τρελοί ή τρελαμένοι ή παρανοϊκοί άνθρωποι μπορούν να γράψουν. Έτσι οι πραγματικοί συγγραφείς των περισσοτέρων απ’ αυτά βιβλίων κρύβονται πίσω από την ανωνυμία ή την ψευδεπιγραφία. Δηλαδή, δεν αναφέρουν καθόλου ποιος τα έγραψε ή έχουν αναγράψει ψευδή ονόματα συγγραφέων που είναι είτε τελείως φανταστικά είτε ονόματα παλαιοτέρων διασήμων ανθρώπων. Το βιβλίο του Δανιήλ όπως και του Ιωήλ και πολλά άλλα είναι ψευδεπίγραφα. Πολλά τέτοια ανόητα και βλακώδη στοιχεία αναμεμειγμένα με Ιστορία υπάρχουν και στα τέσσερα ανώνυμα βιβλία των Μακκαβαίων.
Παρά ταύτα όλη αυτή η ψευδής, βαρετή, κακογραμμένη και ανόητη προπαγάνδα είχε ένα μερικό αποτέλεσμα, αφού οι δημιουργοί της είχαν πονηρούς σκοπούς και απευθυνόταν σε αγράμματους, αφελείς, άξεστους, άπλυτους, ασθενείς και εξαθλιωμένους. Αυτοί πίστεψαν στο μεσσιανικό μήνυμα, αφού αυτό θα τους έβγαζε από τα μαύρα χάλια τους ή στην αποκατάσταση του ονειρεμένου κράτους του ημιμυθικού βασιλέα Δαυίδ από τον ειδικά χρισμένο Μεσσίαχ του Γιαχβέχ! Το κράτος αυτό μετά επρόκειτο να ζήσει μέσα σε μια αιώνια ειρήνη και ευδαιμονία, καθ’ ότι ο Εβραϊκός βάρβαρος θεός της ερήμου Γιαχβέχ ως ο μόνος πραγματικός θεός θα αποκαλυπτόταν σε όλους τους λαούς του κόσμου και θα τους επέβαλε την λατρεία του, καταργώντας ταυτοχρόνως κάθε άλλον ψεύτικο θεό, και επιβάλλοντας τους μόνο αυτό που συνέφερε τον εκλεκτό λαό του!
Μέσα σ’ αυτό το τρομερό μεσσσιανικό πάθος και μήνυμα ήλθε σαν δώρο ουρανοκατέβατο η αντάρτικη επανάσταση των Ασμοναίων – Μακκαβαίων κατά των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πρώτος αρχηγός της επανάστασης ήταν ο Ασμοναίος Ματταθίας που άρχισε την επανάσταση κατά του Αντιόχου Δ΄ του Επιφανούς το έτος 167 Π. Κ. Ε. Η επανάσταση συνεχίσθηκε για 70 περίπου χρόνια με τους γιους και εγγονούς του Ματταθία. Οι ικανοί και έξυπνοι αντάρτες Μακκαβαίοι (Σφύρες ή Σφυριά) εκμεταλλευόμενοι την διαφθορά, τις διχόνοιες και τις βλακείες των επιγόνων, καθώς και τις επεμβάσεις της Ρώμης στα θέματα της Ασίας, επανίδρυσαν 80 χρόνια περίπου μετά το 167 Κ. Ε., το κράτος των ορίων του δαυιδικού κράτους για να το χάσουν μέσα από τα χέρια τους κατά το έτος 62 Π. Κ. Ε., όταν δηλαδή το κατέλαβαν οι Ρωμαϊκές λεγεώνες του Πομπηίου. Οι Ασμοναίοι – Μακκαβαίοι δεν ήσαν δαυιδικής καταγωγής και ελλήνιζαν πολύ. Ο τρόπος ζωής των και αυτός που ήθελαν να επιβάλλουν στο νέο κράτος τους ήταν ένα μίγμα παραδοσιακού Εβραϊκού και Ελληνιστικού τρόπου ζωής. Γι’ αυτό μετά τον θάνατο του ήρωά τους και δευτέρου αρχηγού της επαναστάσεως Ιούδα – Μακκαβαίου, σε μάχη κατά των Σελευκιδών του Δημητρίου του Α΄ το έτος 160 Π. Κ. Ε., αντιμετώπισαν πολλές επικίνδυνες εσωτερικές και εμφύλιες διαμάχες. Οι διαμάχες αυτές υποκινούνταν από τους ορθοδόξους Εβραίους και όλες τις μεσσιανικές αιρέσεις οι οποίες πολλές φορές εξήγειραν δίπλα τους και τον αγράμματο και εξαθλιωμένο λαό. Όλα αυτά τα έκαναν επειδή επίστευαν ότι ο Μεσσίας μόνο απόγονος του Δαυίδ μπορούσε να είναι και επειδή δεν εδέχοντο οιανδήποτε παράβαση του ορθοδόξου Εβραϊσμού και οιαδήποτε στοιχεία Ελληνιστικού τρόπου ζωής.
Εδώ αναφέρομε το χτυπητό παράδειγμα του Αλεξάνδρου Γιανναίου, ο οποίος εκυβέρνησε ως βασιλιάς και Αρχιερέας από (106-103) μέχρι (79-76 Π.Κ. Ε.). Παρά τους πολλούς πολέμους που ο ίδιος διεξήγαγε και με τους οποίους επέτυχε ασμένως τα όρια του κράτους Δαυίδ (πάνω-κάτω), η βασιλεία του ήταν γεμάτη από πολλές εμφύλιες διαμάχες και αγωνία. Στον Ιουδαϊκό Πόλεμο Ι: 88-89 και 94-98, και στις Ιουδαϊκές Αρχαιότητες ΧΙΙΙ: 372-376 ο Ιώσηπος μας περιγράφει τα κύρια σημεία εμφυλίων συγκρούσεων του Αλεξάνδρου με τον Ιουδαϊκό λαό που υποκινείτο από τους λαϊκιστές Φαρισαίους των πόλεων. Από τα Χειρόγραφα της Νεκράς Θαλάσσης συμπεραίνομε ότι με τους μοναστικούς Εσσαίους ο Αλέξανδρος τα πήγαινε καλά, ειδικά οσάκις αυτοί διέκειντο εχθρικά προς τους Φαρισαίους. Τον Οκτώβριο του 94 Π.Κ.Ε, κατά την διάρκεια της εορτής Σουκκότ (Σκηνοπηγίας) στην Ιερουσαλήμ, ο Αλέξανδρος ως αρχιερέας προσεχώρησε επιδεικτικά στο κόμμα των Ελληνιζόντων Σαδδουκαίων και αρνήθηκε να κάνει σπονδές με αγιασμό. Αυτά τα έκανε επίτηδες για να εξωθήσει τον λαό σε επανάσταση. Ο λαός τσίμπησε το δόλωμα του Αλεξάνδρου και οι στρατιώτες του για να καταστείλουν την επανάσταση εξόντωσαν πάνω από 6 000 ομοεθνείς στον πέριξ του Ναού χώρο. Άρχισε εξαετής εμφύλιος πόλεμο κυρίως κατά των Φαρισαίων, κατά την διάρκεια του οποίου πάνω από 50 χιλιάδες άτομα έχασαν τις ζωές τους. Τα έτη 90-87 Π. Κ. Ε. οι Φαρισαίοι εζήτησαν την στρατιωτική βοήθεια του Δημητρίου Γ΄ της Αντιοχείας τον οποίον στο τέλος επρόδωσαν. Έτσι το έτος 86 Π. Κ. Ε., μετά από βραχεία εξορία στην οποία υπέπεσε ο Γιανναίος ένεκα παγίδας που του έστησαν οι Φαρισαίοι, επανήλθε στην Ιερουσαλήμ και εσταύρωσε 800 προύχοντες Φαρισαίους αφού πρώτα κατέσφαξε τις οικογένειές τους μπροστά στα μάτια τους. Την ίδια νύχτα διέφυγαν 8000 Φαρισαίοι από την Ιερουσαλήμ για να σωθούν. Οι περισσότερες λεπτομέρειες δεν είναι για το παρόν θέμα μας. Γι’ αυτές και άλλα γεγονότα μελετήσετε την ιστορία της περιοχής κατ’ την εποχή αυτή.
Εκτός από το Ταλμούδ ακόμα και σήμερα οι Ιουδαίοι ραβίνοι εκφράζουν το μίσος τους και τις κατηγορίες τους κατά των Ασμοναίων που διαδέχθηκαν τον Ιούδα τον Μακκαβαίο. Το ζήτημα, εν προκειμένω, είναι η από τότε ιστορική ύπαρξη των μεσσιανικών αιρέσεων και κινημάτων και οι τρομακτικές διαμάχες τους με το ιερατείο των Ελληνιζόντων Σαδδουκαίων και την εκάστοτε ηγεσία του Ιουδαϊσμού, οσάκις αυτή εκρίνετο ανορθόδοξη και μη δαυιδική. Τα γεγονότα με τον Γιανναίο και όλα τα παρόμοια κατά την διάρκεια της δυναστείας των Μακκαβαίων πριν και μετά απ’ αυτόν, έπαιξαν ουσιαστικό και καθοριστικό ρόλο για την επακολουθήσασα εξέλιξη του Ιουδαϊσμού και την αναβίωση του Εβραϊκού Μεσσιανισμού. Σ’ αυτά τα γεγονότα αντλεί τις ρίζες του και ο Χριστιανισμός με το θρησκευτικοπολιτικό κίνημα των Ναζιραίων Ναζίρ ή Νοτζρίμ, οι οποίοι προϋπήρχαν από την εποχή των Κριτών. Αυτοί οι Ναζιραίοι παραφράστηκαν λανθασμένα στην Ελληνική γλώσσα σε Ναζωραίους κατά την Κ. Ε. και απετέλεσαν την έναρξη της χριστιανικής κινήσεως. Ένεκα όλων αυτών των γεγονότων και των αναγκών της θεολογίας τους οι Χριστιανοί εφρόντισαν να θέσουν τα τρία Βιβλία των Μακκαβαίων εντός του κανόνα της Βίβλου και να διαφυλάξουν ένα ψευδεπίγραφο τέταρτο ως απόκρυφο, ενώ ο Ιουδαϊσμός και ο Προτεσταντισμός τα έχουν θέσει εκτός του κανόνος.
Αυτή η πάλη των διαφόρων αιρέσεων, σεκτών και μεσσιανικών κινημάτων συνεχίστηκε ακόμα πιο έντονα αν ήταν δυνατόν, την εποχή της Ηρωδιανής Δυναστείας. Αυτή άρχισε υπό την αυστηρά επίβλεψη των Ρωμαϊκών στρατευμάτων με τον συμβολικό βασιλέα Ιωάννη Υρκανό Β΄ τον Μακκαβαίο και τον πρίγκιπα του, τον θετό γιο του Αντιπάτρο τον Ιδουμαίο (48 – 39 Π. Κ. Ε.). Συνεχίστηκε με τον γιο του Αντιπάτρου, Ηρώδη τον Μέγα (39 – 4 Π. Κ. Ε.), τον Αρχέλαο (4 Π. Κ. Ε – 6 Κ. Ε.), γιο του Ηρώδη του Μεγάλου, και της Ρωμαιοκρατίας – Τετραρχίας μετά το 6 Κ. Ε. Αυτή η πάλη των Νοτζρίμ, Φαρισαίων, Εσσαίων, Ζηλωτών, Σικαρίων, η πρώτη επανάσταση των Ιουδαίων κατά των Ρωμαίων (66 – 73 Κ. Ε.), κλπ., εδημιούργησε τον Χριστιανισμό του πρώτου αιώνα Κ. Ε. Αυτός άλλαξε μορφή και τροποποίησε την θεολογία και τις θεωρίες του μετά το +135 Κ. Ε., το έτος της τελειωτικής καταστροφής της Ιουδαίας με την αποτυχία της δεύτερης επανάστασης των Ιουδαίων κατά των Ρωμαίων. Η μόνη Χριστιανική αίρεση που παρέμεινε αφοσιωμένη στην αρχική αίρεση των Νοτζρίμ ήταν οι Εβραίοι Εβιωνίτες. Αυτοί διατηρήθηκαν για μικρό χρονικό διάστημα μετά το 135 Κ. Ε., έμειναν ολιγάριθμοι και σύντομα οι άλλοι χριστιανοί τους έβαλαν στην άκρη. Τον 5ο αιώνα έπαψαν να υπάρχουν. Ολίγα γραπτά τους έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα. Τα περισσότερα έχουν χαθεί όπως και τόσα άλλα γραπτά των τριών πρώτων αιώνων Κ. Ε. Μισούσαν θανάσιμα τον Παύλο και τον είχαν αποκηρύξει ως αποστάτη.
Ακόμα, βλέπομε καθαρότατα ότι η βάση του Χριστιανισμού είναι ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη. Άνευ της Παλαιάς Διαθήκης η Καινή καταρρέει σαν χάρτινος πύργος, πράγμα προφανέστατο από τις συνεχείς αναφορές της στην Παλαιά και τις διάφορες δηλώσεις του Ιησού και του Παύλου. Εξέχουσα θέση κατέχει η Πεντάτευχος, ο Μωσαϊκός Νόμος, οι Ψαλμοί και οι Προφήτες, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι τα υπόλοιπα βιβλία είναι ήσσονος σημασίας. Η μεγάλη διαφορά με τις τότε ισχυρές ομάδες του Ιουδαϊσμού, έγκειται στο ότι η ερμηνεία που οι Νοτζρίμ αποδίδουν στην Παλαιά Διαθήκη είναι άμεσα επηρεασμένη από την Βαβυλωνιακή και μεταβαβυλωνιακή απόκρυφη και δευτεροκανονική βιβλιογραφία, την ανάσταση νεκρών, τον Ζωροαστρισμό και τον δυϊσμό του, τον Βεελζεβούλ Σατανά, τα δαιμόνια, τις δοξασίες των Χαλδαίων και των πέριξ αυτών λαών, κλπ. Ενώ όλα αυτά τα στοιχεία σιγά-σιγά μπήκαν στον Ιουδαϊσμό, από ομάδα σε ομάδα είχαν άλλη βαρύτητα και άλλη ερμηνεία. Π. χ., οι Σαδδουκαίοι δεν πίστευαν σε ανάσταση νεκρών, κλπ! Επί πλέον πρέπει να ξανατονίσομε ότι εκτός όλων τούτων των στοιχείων, ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη που έχομε στα χέρια μας είναι γεμάτη με ηλιοαστρολογικά, αστρολογικά και αστροθεολογικά στοιχεία και με κακοαντιγραμμένους μύθους των διαφόρων λαών της Ανατολικής Μεσογείου και Μέσης Ανατολής.
Παρά τις μεγάλες διαφορές της με τον ορθόδοξο κορμό του Ιουδαϊσμού η Χριστιανική αίρεση Νοτζρίμ παρέμεινε προσκολλημένη στον Ιουδαϊσμό και καιροφυλακτούσε να αρπάξει τα ηνία της θρησκευτικής και κοσμικής αρχηγίας. Ο Μεσσίας έπρεπε να είναι δικός της και έπρεπε αυτός να αρπάξει την θρησκευτική και την κοσμική εξουσία τού κράτους Δαυίδ που θα αποκαθίστατο εκ νέου. Ως γνωστόν, στον Ιουδαϊσμό η θρησκευτική και η κοσμική εξουσία πήγαιναν χέρι – χέρι. Την εποχή του υποτιθεμένου Ιησού (29 – 36 Κ. Ε.) η αντιπαλότητα της αιρέσεως των Νοτζρίμ, όπως και πολλών άλλων αιρέσεων, ήταν εναντίον των Σαδδουκαίων. Αυτοί κατείχαν την θρησκευτική εξουσία με τις ευλογίες της Ρώμης και όση πολιτική και οικονομική εξουσία τους επέτρεπε η Ρώμη. Οι Φαρισαίοι κατ’ αυτήν την εποχή δεν είχαν καμία εξουσία παρά μόνον καιροσκοπούσαν. Αριθμούσαν γύρω στις (6000) έξη χιλιάδες και έχαιραν κάποιας υπολογίσιμης συμπάθειας από τον εξαθλιωμένο λαό. Όλες οι αιρέσεις ήθελαν να βγάλουν τους Σαδδουκαίους από την μέση για δύο κυρίως λόγους. Ό ένας λόγος ήταν πολιτικός ως φίλοι και συνεργάτες της Ρώμης και ο άλλος ήταν οι βίαιες θρησκευτικές διαφωνίες τους με τους Σαδδουκαίους όσον αφορά πολλές θρησκευτικές πεποιθήσεις, τρόπους λατρείας, την διαχείριση του Ναού υπ’ αυτών, κ. ά.
Μέχρι το έτος 70, ή μάλλον 73 το έτος Μασσάδας, Κ. Ε., η Χριστιανική αίρεση ήταν ουσιαστικά καθαρή Ιουδαϊκή υπόθεση και η θεολογία της πέραν των μεσσιανικών, αποκαλυπτικών και εσχατολογικών προρρήσεων συνίστατο στην ερμηνεία που αυτή απέδιδε στην Παλαιά Διαθήκη και στην εφαρμογή του Μωσαϊκού Νόμου. Όπως δείχνουν όλα, σ’ αυτήν συμμετείχαν αποκλειστικά μερικοί Ιουδαίοι της Παλαιστίνης και του γύρω χώρου, της διασποράς και της Αιγύπτου. Ο αριθμός των μελών της πρέπει να ήταν εξαιρετικά μικρός. Κατά την επανάσταση του 66-73 Κ. Ε. φαίνεται ότι ήταν ουρά των Ζηλωτών.
Αν κατά την εποχή αυτή υπήρχαν χριστιανοί όπως περίπου τους εννοούμε σήμερα, πρέπει να ήταν όχι μόνον πολύ ολίγοι αλλά και εξαιρετικά ασήμαντοι και απαρατήρητοι. Πρέπει να αποτελούσαν μια εντελώς αποκρυφιστική οργάνωση ή οποία δεν είχε ακόμα βγει από τον κουκούλι της! Επειδή δεν τους σημειώνει κανένας σύγχρονος Ιουδαίος ιστορικός ή ραβίνος της περιοχής πουθενά, όπως λ. χ., ο Φίλων, ο Ιούστος, ο Ιώσηπος, ο Χιλλέλ, ο Μπεν Ζακχάι, κ.ά., όπως και δεν τους αναφέρει και κανένας Έλληνας, Ελληνιστής ή Ρωμαίος, πολλοί αμφιβάλλουν ότι πραγματικά υπήρχαν. Αυτοί οι συγγραφείς όμως αναφέρουν πολλές άλλες κινήσεις, μεταξύ των οποίων υπήρχαν πολλές ασήμαντες, καθώς και καταγράφουν τα διάφορα προβλήματα των περιοχών τους και τις προστριβές τους με τους Ρωμαίους, κλπ. Οι χριστιανοί όμως επιμένουν ότι η οργάνωσή τους ήλθε σε βίαιες προστριβές με Ιουδαίους και Ρωμαίους ήδη από το +30 Κ. Ε. και εφεξής! Τότε πώς εξηγείται αυτή η ηχηρή σιωπή όλων των μη-χριστιανών συγγραφέων; Δεν τους είδε ή άκουσε κανένας;
Όπως και να έχει το πράγμα οι Νοτζρίμ-Εβιωνίτες της εποχής αυτής δεν έχουν τον τύπο, την μορφή και την έννοια των Χριστιανών που προήλθαν απ’ αυτούς μετά το τέλος και την τραγική αποτυχία της επαναστάσεως, το έτος +73 Κ. Ε. Αλλά και οι Χριστιανοί αυτοί είναι διαφορετικοί από ‘κείνους που προέκυψαν μετά το τέλος της δευτέρας επαναστάσεως, το έτος +135 Κ. Ε., όπως θα αναλύσομε παρακάτω. Και αυτοί πάλι με την σειράς τους είναι εντελώς διαφορετικοί από τους Χριστιανούς που ήθελε ο Ειρηναίος κατά το τέλος του δευτέρου αιώνος, και απ’ αυτούς που καθόρισαν ο Κωνσταντίνος και ο Ευσέβιος με τα επιτελεία τους, και οι οικουμενικές σύνοδοι από τον τέταρτο αιώνα και μετά. Τότε ανεκάτεψαν πολλά θρησκευτικά και αστροθεολογικά στοιχεία και πολλές θρησκευτικές δοξασίες, παρμένες από κάπου 60 θρησκείες και αιρέσεις, και έτσι παρήγαγαν τον πρώτο πυρήνα του σημερινού Χριστιανισμού. Π. χ. η εορτή των Χριστουγέννων ήταν η αστροθεολογική εορτή του Αηττήτου Ηλίου (Solis Invictis), κατά τον εορτασμό του χειμερινού ηλιοστασίου (21-25), την οποίαν υπέκλεψαν οι χριστιανοί και την επέβαλαν ως Χριστούγεννα τότε (+325-337). Ακόμα τα χριστουγεννιάτικα δένδρα είναι παγανιστικά στοιχεία και σύμβολα αυτής της εορτής. Τα ίδια ισχύουν και για πολλές άλλες χριστιανικές εορτές (π. χ., του Άη Γιάννη του Κλείδωνα, εν μέρει του Πάσχα, του Ευαγγελισμού, κλπ.). Η βρεφοκρατούσα ή θηλάζουσα τον Χριστό Παναγία είναι υποκλοπή της βρεφοκρατούσας ή θηλάζουσας Αιγυπτιακής Ίσιδος που κρατεί τον Ώρο, και άλλων θηλαίων θεοτήτων της Μέσης Ανατολής και Ινδιών. Μετά ταύτα οι Νεο-Χριστιανοί απεφάσισαν και νομοθέτησαν ότι, όποιος παρέκκλινε απ’ αυτό το μείγμα που το ονόμασαν Χριστιανική Ορθοδοξία της μίας αγίας καθολικής και αποστολικής εκκλησίας θα θανατώνεται! (Διαβάσετε τους τότε νόμους και και ιστορικά συμβάντα και θα τα δείτε!).
Μερικοί σύγχρονοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι υπήρχαν πολλοί Εβραιοχριστιανοί εντός της Ιερουσαλήμ στο πλευρό των Ζηλωτών κατά την πολιορκία. Μεταξύ αυτών είναι τουλάχιστον 25 καθηγητές των σπουδαιοτέρων πανεπιστημίων των Η.Π.Α. που έφτιαξαν την σειρά των οπτικοακουστικών ταινιών “From Jesus to Christ, Apocalypse, Peter and Paul ”. Πολλοί ερευνητές ειδικά υποστηρίζουν ότι γι’ αυτούς τους Εβραιοχριστιανούς γράφτηκε η Επιστολή Πρός Εβραίους, χωρίς όμως και αυτό να είναι βέβαιο, διότι άλλοι ερευνητές έχουν διαφορετική γνώμη. Οι πρώτοι ισχυρίζονται ότι κάποιος μαθητής του Αποστόλου Παύλου έγραψε από μνήμης την επιστολή μεταφέροντας πιστά τις απόψεις του Παύλου στους πολιορκουμένους για να τους δώσει ηθική και ψυχική τόνωση μπροστά στις σκληρές δοκιμασίες που αντιμετώπιζαν. Μεταξύ αυτών ανήκει και ο καθηγητής θεολόγος Π. Ν. Τρεμπέλας, (βλέπε την εισαγωγή του σ’ αυτήν την επιστολή εντός της εκδόσεώς του της Καινής Διαθήκης). Ο πλησιέστερος προς τα γεγονότα Ωριγένης, για την Πρός Εβραίους Επιστολήν λέγει ότι μόνο ο «Θεός οίδε» ποιος και γιατί την έγραψε!
Μερικοί μελετητές και ερευνητές αυτών των γεγονότων (μεταξύ αυτών ο θεολόγος Johannes Weiss, και ο Will Durant) υποστηρίζουν ότι κατά την πολιορκία της Ιερουσαλήμ οι Χριστιανοί-Νοτζρίμ έφυγαν και πήγαν στην Πέλλα της Δεκαπόλεως για να περιμένουν την έκβασή της. (Εντός αυτών των πλαισίων ερμηνεύουν τα χωρία Ματθαίος 24: 15-22, Μάρκος 13: 14-20, Λουκάς 18: 7-8, κλπ.). Όμως νέες έρευνες όπως και έρευνες Εβραίων ερευνητών, ιστορικών και μελετητών αυτών των θεμάτων δεικνύουν ότι επρόκειτο για μια περιορισμένη αποχώρηση εβιωνιτών της υπαίθρου (αμ χαάρτες) ή της πόλεως, όσων επρόφτασαν να διαφύγουν, και όχι για ολοκληρωτική χριστιανική αποχώρηση όπως μερικοί φανατικοί επιμένουν. Η αρχική υπόθεση για χριστιανική αποχώρηση βασίζεται σε μια αναφορά από τον Ευσέβιο (Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙΙ, 5, 3), ο οποίος μας λέγει ότι βασίζεται σε προγενέστερούς του (π. χ. στον Παπία, κ. ά.). Δεν μας παραδίδει όμως ικανές και διασταυρωνέμες πληροφορίες, τις δε πηγές αυτών των ολίγων πληροφοριών δεν τις διέσωσε όπως θα όφειλε αλλά τις κατέστρεψε. Έτσι και εδώ τίθεται και πάλι το ερώτημα κατά πόσον ο Ευσέβιος λέγει αλήθεια ή ψέματα. Φαίνεται ότι επ’ αυτών των πληροφοριών πρέπει να υπήρχαν κάποιες παλαιές πηγές και παραδόσεις Εβραιοχριστιανικής προελεύσεως. Όμως δεν τις έχομε διότι ο δολοπλόκος Ευσέβιος εφρόντισε να τις εξαφανίσει. Κανείς δεν μπορεί να εμπιστεύεται τον Ευσέβιο.
Από το +60 έως το +74, ο Ιώσηπος Φλάβιος ήταν ιθύνων παράγων στις Εβραϊκές υποθέσεις. Κατά τον μεγάλο πόλεμο των Εβραίων εναντίον των Ρωμαίων, ήταν στρατηγός στη Γαλιλαίας για τρία χρόνια και μετά έγινε ευνοούμενος του αυτοκράτορα Βεσπασιανού και του γιου του αρχιστρατήγου Τίτου. Αυτός καθώς και τα Εβραϊκά Χρονικά που περιγράφουν λεπτομερώς αυτά τα γεγονότα δεν αναφέρουν πουθενά την λέξη «χριστιανός...»! Θα μας πει λοιπόν ο Ευσέβιος 250 χρόνια μετά και χωρίς τεκμηρίωση τι έγινε; Αν είναι δυνατόν; Τα χρόνια αυτά, από επιστημονικής απόψεως, παραμένουν σκοτεινά διά τον Χριστιανισμό!
Αυτά τα έτη στην Πέλλα υπήρχε ήδη μια μικρή ομάδα Εβιωνιτών-Νοτζρίμ. Αυτοί ήσαν εκεί ανεξάρτητα από την ομάδα των Νοτζρίμ της Ιερουσαλήμ και όλης της Ιουδαίας που συμμετείχαν στην επανάσταση και όσων τυχόν κατέφυγαν εκεί. Σύμφωνα λοιπόν με τις σύγχρονες έρευνες στην πρώτη επανάσταση κατά των Ρωμαίων πολλοί από τους Νοτζρίμ συμμετείχαν ενεργώς και ενθέρμως παρά το πλευρό των Ζηλωτών. Η καταστροφική έκβασή της όμως, ερνημεύθη υπ’ αυτών ως τιμωρία του Θεού εναντίον των διεφθαρμένων Ιουδαϊκών θρησκευτικών και πολιτικών αρχών οι οποίες είχαν ήδη διαπράξει πολλά εγκλήματα, φόνους και βιαιοπραγίες εναντίον τους. Ακόμα όλα αυτά τα τρομερά συμβάντα ερμηνεύθηκαν και ως σημεία εκπληρώσεως όλων των μεσσιανικών, εσχατολογικών και αποκαλυπτικών προρρήσεών τους. Η έλευση του Μεσσία των ήταν ήδη προ των θυρών. Μέσα στις εσχατολογικές αναφορές των Ευαγγελίων που έχομε ήδη δώσει, διαβάζομε και τις άμεσα εσχατολογικές προρρήσεις και φράσεις «... αλλ’ ούπω εστί το τέλος», «... και τότε ήξει το τέλος», κλπ.
Είναι όντως αξιοπαρατήρητο το ότι ενώ ο Ιώσηπος ζει στενά και συμμετέχει σε όλα αυτά τα μοιραία και θλιβερά γεγονότα της πατρίδας του και του λαού του, ουδέν αναφέρει περί χριστιανών. Ούτε η λέξη «Εβιωνίτης» και τα παράγωγά της υπάρχουν. Αναφέρει μερικές ασήμαντες κινήσεις και περιστατικά αλλά όχι την χριστιανική «οδόν». Τί να σημαίνει λοιπόν αυτό το γεγονός, πράγμα που ισχύει και με τον Φίλωνα και τον Ιούστο της Τιβεριάδος; Να αφαιρέθηκαν αυτά τα στοιχεία εκ των υστέρων αποκλείεται διότι αυτά θα ήταν ό,τι καλλίτερο δώρο για τους χριστιανούς ιστορικούς.
Το έτος 70 Κ. Ε. λοιπόν, με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και την πυρπόληση τού Ναού του Γιαχβέχ από τα Ρωμαϊκά στρατεύματα του Τίτου, εδημιουργήθηκαν νέες συνθήκες για την εθνική και θρησκευτική επιβίωση του Ιουδαϊσμού. Οι Σαδδουκαίοι με την καταστροφή του 70 Κ. Ε., οι Εσσαίοι με την καταστροφή του Κουμράν το 71 Κ. Ε. και το μεγαλύτερο μέρος των Ζηλωτών με την καταστροφή της Μασάντα το 73 Κ. Ε. χάνονται ολοσχερώς από το προσκήνιο μια για πάντα. Η ερείπωση της Ιερουσαλήμ, η πυρπόληση του Ναού και η καταστροφή της Ιουδαίας γενικότερα απετέλεσαν ανεπανόρθωτα πλήγματα από πάσης απόψεως σε όλα τα Μεσσιανικά, εσχατολογικά και αποκαλυπτικά κινήματα. Έτσι τα ηνία της αρχηγίας περιήλθαν στους Φαρισαίους Ραβίνους τους οποίους ο εξαθλιωμένος λαός συμπαθούσε περισσότερο. Αυτοί δεν ήθελαν την κατά μέτωπο σύγκρουση με τη Ρώμη και εξήλθαν δικαιωμένοι. Κατ’ αυτή την εποχή και πέραν αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία μεταξύ των ιθυνόντων.
Ας μην λησμονούμε τους Φαρισαίους Μασσορίτες και την δράση τους μετά την καταστροφή μαζί με τον μεγάλο Φαρισαίο Γιοκχαννάν Βεν Ζακχάι οι οποίοι κυριολεκτικά έσωσαν τον Ιουδαϊσμό από βεβαία εξαφάνιση, όπως εξιστορεί το Ταλμούδ. Μάλιστα δε, ο Γιοκχαννάν Βεν Ζακχάι με άμεσο κίνδυνο της ζωής του δραπέτευσε διά τεχνάσματος από την πολιορκούμενη Ιερουσαλήμ μόνο και μόνο για να διασώσει την Ιουδαϊκή παράδοση και το έθνος. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, καταστροφές και αντιπαλότητες χάθηκε η πολυπόθητη ευκαιρία των Εβραιοχριστιανών για την αρχηγία και την εκπροσώπηση του Ιουδαϊσμού κατά τις απόψεις των. Ήσαν άλλωστε ελάχιστοι και ουρά των Ζηλωτών ούτως ώστε να αγνοηθούν από τους πάντες και πολύ περισσότερο από τους Φαρισαίους. Όπως είπαμε ούτε οι ιστορικοί της εποχής τούς αναφέρουν πουθενά. Ο Μεσσίας τους δεν επανεμφανίσθη, όλες δε οι μεσσιανικές, αποκαλυπτικές και εσχατολογικές προρρήσεις τους απέτυχαν παταγωδώς. Το αναμενόμενο τέλος του κόσμου και η πολυπόθητη ανακαίνισή του δεν συνέβησαν. Τότε λοιπόν και κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες και αποτυχίες συνετελέσθη η πρώτη αποστασία και η Εβραιοχριστιανική αίρεση των Νοτζρίμ απεσχίσθη σε αρκετά μεγάλο βαθμό από τον ραβινικό Φαρισαϊκό Ιουδαϊσμό και άρχισε να κάνει επιθέσεις εναντίον του. Διατήρησε όμως και επαφές μαζί του και παρασιτούσε επ’ αυτού. Δεν μπορούσε να ορθοποδήσει μόνη της ακόμα. Γι’ αυτό ενώ η αίρεση αρχίζει να αλλάζει μορφή και τύπο, από ‘δώ και πέρα βλέπομε τις πρώτες Χριστιανικές «καχάλ = εκκλησίες» να αναπτύσσονται εντός των Εβραϊκών συναγωγών «καχάλ», γεγονός που καταμαρτυρείται απανταχού στην Καινή Διαθήκη.
Το αρχικό μήνυμα των Νοτζρίμ ήταν Μεσσιανικό, Ιουδαϊκό, αποκαλυπτικό και άμεσα εσχατολογικό με τελική έκβαση την ανακαίνιση του κόσμου από τον Γιαχβέχ ή τον «Ήλιον της Δικαιοσύνης» και τους «Υιούς του Φωτός», φράσεις που απαντώνται και στα Χειρόγραφα της Νεκράς Θαλάσσης, στην Καινήν Διαθήκην και σε άλλη Χριστιανική φιλολογία. Με την τρομακτική αποτυχία της επαναστάσεως των ετών +66-73 Κ. Ε., την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, την πυρπόληση του Ναού του Γιαχβέχ, την καταστροφή του Κουμράν το +71 Κ. Ε. και της Μασάντα το +73 Κ. Ε., και την μη επανεμφάνιση του Γιαχβέχ, ή του Μεσσία, ή του «Ηλίου της Δικαιοσύνης» στους «υιούς του φωτός», το μήνυμά τους γίνεται αναγκαστικά μελλοντολογικό και σωτηριολογικό. Γι’ αυτό τον σκοπό χρειάζονται επί πλέον ηθικές και πρακτικές διδασκαλίες. Έτσι υποκλέπτουν και σφετερίζονται τις ηθικές διδασκαλίες διαφόρων ραβίνων, όπως του Χιλλέλ του Πρεσβύτερου, του Γιοκχαννάν Μπεν Ζακχάι, και πολλών άλλων.
Τα πασίγνωστα επεισόδια, ύβρεις, κατάρες, διδασκαλίες, παραινέσεις, κλπ., κατά των Φαρισαίων που περιέχουν όλα τα κανονικά Ευαγγέλια δεν αντανακλούν τίποτα άλλο παρά τις τεράστιες διαμάχες και αψιμαχίες των Νεο-Νοτζρίμ Χριστιανών εναντίον των Φαρισαίων. Αυτά δεν είχαν καμία θέση στα έτη 29-35 κατά τα οποία τα εκστομίζει ο Ιησούς κατά των Φαρισαίων όπως μας αναφέρουν τα κανονικά Ευαγγέλια, διότι τότε στο προσκήνιο ήταν οι Σαδδουκαίοι και όχι οι Φαρισαίοι του περιθωρίου. Με την σύγχυση που προέκυψε, τις νέες καταστάσεις και συνθήκες οι οποίες διαμορφώθηκαν κατ’ αυτά τα έτη της καταστροφής, η αρχηγία περιήλθε φυσιολογικά στους Φαρισαίους. Είτε η συγγραφή των κανονικών Ευαγγελίων κατά κάποια μορφή άρχισε το νωρίτερο τότε, είτε κάποιοι άγνωστοι ή γνωστοί (σαν τον Ειρηναίο) τα συνέταξαν αργότερα και έβαλαν μέσα και αρκετά στοιχεία των διαμαχών αυτών, το ζήτημα παραμένει το ίδιο: Ότι δηλαδή, από το +70 Κ. Ε. και μετά επέρχεται αδυσώπητη διαμάχη μεταξύ των Εβραιοχριστιανών και των Φαρισαίων για θρησκευτική και πολιτική εξουσία, καθώς και για ορθή Ιουδαϊκή θεολογία και την ορθή αντιπροσώπευση του Ιουδαϊσμού. Όσον αφορά τους Εβραίους, σ’ αυτή την εσωτερική διαμάχη σαρωτικοί νικητές εξέλθαν οι Φαρισαίοι.
Απ’ αυτή την εποχή και μετά διάφορες Χριστιανικές ομάδες και κοινότητες άρχισαν να εμφανίζονται εδώ και ‘κει σε διάφορα σημεία της αυτοκρατορίας (αλλά και εκτός αυτής όπως: Αραβία, Μεσοποταμία, Αιθιοπία). Μερικές πρέπει να υπήρχαν και νωρίτερα αλλ’ από ‘δώ και ‘μπρος γίνονται γνωστές. Αυτές, όπως στην αρχή έτσι και τώρα, κατά συντριπτική πλειοψηφία ήταν επηνδρωμένες από Εβραίους. Οι υπόλοιποι ήταν ολίγοι Εθνικοί παρείσακτοι! Η κάθε μία έγραφε ό,τι ήθελε και ό,τι της ταίριαζε κατά περίσταση. Έτσι δημιουργήθηκαν πολλές Χριστιανικές τάσεις, αντιλήψεις, δοξασίες, θεολογίες, αιρέσεις, αφηγήσεις, μυθοπλασίες, κλπ. Τα γραπτά τους δημιούργησαν έναν κυκεώνα μυθολογιών, εσχατολογιών, αποκαλύψεων, αντιφάσεων και μια αρλουμπολογία δογμάτων πίστεως και ακραίων, πολλές φορές καταστροφικών, ηθικών αρχών. Τα άλλα στοιχεία περί απαρχής του Χριστιανισμού που παρουσιάζουν οι υπόλοιπες θεωρίες που προαναφέραμε, φαίνονται υστερότερα των Νοτζρίμ του 3ου και 2ου αιώνα και των Εβιωνιτών του 1ου αιώνα Π. Κ. Ε.. Αυτά πρέπει να μπήκαν στην πορεία από το τέλος του 1ου αιώνος Π. Κ. Ε. και μετά.
Ο «Χριστιανισμός» των Νοτζρίμ και Εβιωνιτών εντός της Παλαιστίνης και στα περίχωρά της ήταν ακατάστατος και δεν είχε αποκτήσει μία πλήρως αποκρυσταλλωμένη θεωρητική βάση. Ήταν Ιουδαϊκή αίρεση των εξαθλιωμένων και αγραμμάτων αμ-χαάρτες. Έτσι, από ‘δω και ‘μπρος, όπου βρέθηκε εκτός Παλαιστίνης και μετά την φρικτή καταστροφή των ετών +66-73 και εντός Παλαιστίνης, αλώθηκε και μεταλλάχτηκε. Με την καταστροφή της Ιουδαίας κατά τα έτη +66-73, η βάση του διαλύθηκε και διασκορπίστηκε, οι ελπίδες του ψυχορράγησαν, η δε Ιουδαϊκή αρχηγία περιήλθε στους Φαρισαίους. Στα εκτός Παλαιστίνης μέρη όπου πάτησε πόδι (Αίγυπτο, Συρία, Μεσοποταμία, Πετραία Αραβία, Μικρά Ασία, Ιταλία, κλπ.), αναμείχθηκε, κατά τόπους και κατά εποχές, με τις διάφορες τοπικές αντιλήψεις και δοξασίες, οικειοποιήθηκε πολλούς μύθους εθνικών και παγανιστών, πολλούς τρόπους λατρείας, τελετουργίας και μυστήρια, μηχανισμούς διοικήσεως, κλπ. Συνεπώς έχασε την καθαρή, αρχική Εβραϊκή ομοιογένεια, βάση και αντίληψη και μεταλλάχτηκε σε ένα αλλόκοτο και ανάκατο υβρίδιο. Π. χ. στην Αίγυπτο βλέπομε να υπερτερούν γνωστικιστικά, θεραπευτικά στοιχεία και μερικά στοιχεία από την αρχαία Αιγυπτιακή θρησκεία και μυθολογία. Τα περί ευαγγελισμού, παρθενογεννήσεως, τριημέρου αναστάσεως, ηλιοαστρικών ή αστρολογικών ή αστροθεολογικών στοιχείων, νεκρών, κ. ά., είναι κυρίως Αιγυπτιακής προελεύσεως. Στην Μέση Ανατολή εμφανίζονται τα Μιθραϊκά στοιχεία όπως η θεία ευχαριστία, ο Μανιχαϊσμός, και διάφορα αστρολογικά και μυθολογικά στοιχεία των Χαλδαιο-Βαβυλωνίων, κλπ. Στα κέντρα Ελληνικού πολιτισμού σύντομα κάνουν την εμφάνισή τους τα νεοπλατωνικά, νεοπυθαγόρεια, στωικά στοιχεία, κ.ο.κ. Τοιουτοτρόπως η χριστιανική «οδός» κατάντησε ένα περίεργο, ανάκατο και αντιφατικό μείγμα. Ακραιφνής παρέμεινε μόνο ο Παλαιστινιακός Εβιωνιτικός Χριστιανισμός ο οποίος όμως εξέλειφθηκε σύντομα από το +73 μέχρι το τέλος του 2ου αιώνος.
Όπως έχομε προαναφέρει οι τρεις μεταφράσεις της Παλαιάς Διαθήκης στα Ελληνικά των Εβραίων Ελληνιστών του 2ου αιώνος: του εκ Πόντου προσηλύτου Ακύλα, του Εβιωνίτου Συμμάχου και του Εβιωνίτου Θεοδοτίωνος, έγιναν προς αντίδραση κατά της τότε χριστιανικής Παλαιάς Διαθήκης, η οποία ήταν η λογοκριμένη χριστιανική έκδοση των Εβδομήκοντα(δύο). Αν και τότε αυτές οι μεταφράσεις ανταγωνίστηκαν σθεναρά αυτή την μετάφραση των Εβδομήκοντα(δύο), μόνο αναφορές άλλων και λίγα αποσπάσματα σώζονται σήμερα και έτσι κατά μέγα μέρος δεν μας είναι γνωστές. Αυτό το γεγονός όπως και άλλα στοιχεία φανερώνουν ότι οι Εβραίοι και οι Εβιωνίτες Χριστιανοί αντετάχθηκαν στον εξελισσόμενο Χριστιανισμό του 2ου αιώνος με επιχειρήματα και θεολογικές θέσεις. Ο Εβιωνιτικός Χριστιανισμός όμως εξαλείφθηκε σύντομα ενώ ο επικρατήσας Χριστιανισμός από τον δεύτερο αιώνα και μετά αναμείχθηκε με γνωστικισμό (Λόγος, κλπ.), με παγανισμό (Θεία Ευχαριστία, Αγία Τριάς, κλπ.), με διάφορες τελετουργίες, κλπ. Από τον 4ο αιώνα και μετά έχομε την σημερινή διαμόρφωση του Χριστιανισμού που είναι ένα τεράστιο, αλλοπρόσαλλο και καταστροφικό μείγμα αιρέσεων, αντιφάσεων, ανοήτων παραδόσεων και καταστροφικότητας.
Άτομα τύπου Σαούλ-Παύλου με αρχηγικές τάσεις και νεωτεριστικές θέσεις κυριολεκτικά μετάλλαξαν τον καθαρό Εβραϊκό, Παλαιστινιακό Χριστιανισμό. Τα άτομα αυτά και οι προκύψασες νεο-χριστιανικές κοινότητες έχοντας βλέψεις πολιτικής, κοινωνικής και θρησκευτικής επικρατήσεως ή ένστικτα και αισθήματα εκδικήσεως κατά της Ρώμης, φαίνεται ότι συνέλαβαν συνωμοτικές ιδέες και έπραξαν συνωμοτικές και παράνομες ενέργειες, οι οποίες ετιμωρήθηκαν από τις Ρωμαϊκές αρχές. Πολλές ενέργειες, καταστροφικές εντολές και θεολογίες, για τις οποίες κατηγορούνται εντός της διεθνούς βιβλιογραφίας και ιστορίας όπως και σε διάφορα σημεία του ανά χείρας έργου, συνηγορούν υπέρ αυτής της συνωμοσίας! Ο ίδιος ο Παύλος, ο οποίος πολλές φορές συμπεριφέρεται και ομιλεί σαν συνωμότης, με όλη την Επιστολή Πρός Ρωμαίους που έγραψε από την Κόρινθο, καθιστά σαφές ότι στη Ρώμη υπήρχε Εβραιοχριστιανική κοινότητα για πολύ καιρό προτού μεταβεί αυτός στην πρωτεύουσα (βλέπε και στίχο 15: 20). Αυτό το γεγονός αποδεικνύει τον ισχυρισμό περί υπάρξεως πρωτογενών Εβραιοχριστιανικών και μετ’ ολίγον Γνωστικοχριστιανικών κοινοτήτων ανά την αυτοκρατορία Πέραν όμως εικασιών και παραδόσεων κανείς δεν γνωρίζει επακριβώς πως βρέθηκαν Εβραιοχριστιανοί από τόσο ενωρίς στην Ρώμη. Αυτή η άγνοια και η σύνδεση με την μετέπειτα κοινή δράση του Παύλου με άτομα άγνωστα και ύποπτα όπως ο Ακύλας, η Πρίσκιλλα, ο Απολλώς, κ. ά. συνηγορούν υπέρ της συνωμοσίας (Πράξεις 18: 2-3, 24, 19: 1, Πρός Ρωμαίους 16: 4, Α΄ Πρός Κορινθίους 1: 12, 3: 4-6, 16: 12, 19, Πρός Τίτον 3: 13. Για περισσότερες λεπτομέρειες σ’ αυτό το σημείο βλέπε και: Η Ύποπτη Παραμονή του Αποστόλου Παύλου στην Κόρινθο, του Μάριου Βερέττα, Εκδόσεις Μάριος Βερέττας, Αθήνα 2001.). Παρατηρούμε μια έμμονη τάση αυτών των χριστιανών, η οποία εκφράζεται και στις Πράξεις 25: 10-12, 26: 32, στην Πρός Ρωμαίους 15: 19-24, κλπ., να επιδιώκουν συνεχώς την επέκταση προς Δυσμάς και ειδικά την εγκατάστασή τους στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας Ρώμη!
Από στοιχεία που προέκυψαν από τις έρευνες μέχρι σήμερα φαίνεται ότι κατ’ αυτήν την εποχή, πριν και μετά το +70 Κ. Ε. δηλαδή, υπήρχαν ήδη στην κυκλοφορία και διάφορα άλλα Ευαγγέλια, τα οποία ήταν πολύ διαφορετικά από αυτά τα τέσσερα τα οποία πολύ αργότερα εθεσπίστηκαν ως τα μόνα κανονικά. Π. χ., Η Quelle (= πηγή, στα γερμανικά) με τα λόγια και ρητά του Ιησού, το Ευαγγέλιο των Εβιωνιτών, το Ευαγγέλιο το οποίο επικαλείται συνεχώς ο Παύλος, το Ευαγγέλιο από το οποίο αντέγραψε ο αρχιαιρεσιάρχης Μαρκίων εκ Σινώπης του Πόντου, κ.ο.κ. Πέραν των πιθανών και περιορισμένων πυρήνων των τεσσάρων κανονικών Ευαγγελίων (αν αυτοί οι πυρήνες γράφτηκαν τότε), γράφτηκαν πολλά και διάφορα άλλα Ευαγγέλια, τα οποία αργότερα χαρακτηρίστηκαν είτε απόκρυφα, είτε αιρετικά, είτε αντικανονικά, κλπ. Σήμερα γνωρίζομε την ύπαρξη περί των εξήντα τέτοιων Ευαγγελίων. Τελευταία εξεδόθη και το Ευαγγέλιο του Ιούδα το οποίο έκανε γερό πάταγο ένεκα των τρομερών και αγεφυρώτων αντιθέσεών του με τα κανονικά Ευαγγέλια. Ανεξάρτητα από το τί λέει αυτό το καινοφανές αρχαίο Ευαγγέλιο, εκείνο που αποδεικνύεται περίτρανα είναι το ότι οι θέσεις τις οποίες υποστηρίζομε εδώ έχουν άλλο ένα επιβεβαιωτικό στοιχείο. Το δε Ευαγγέλιο του Θωμά παρέχει μια πολύ ισχυρή ένδειξη για την πραγματική ύπαρξη της θεωρητικής Quelle!
Πλην όμως, να μην ξεχνάμε ότι τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια που έχομε σήμερα στα χέρια μας τα αναφέρει με τους τίτλους των και διά πρώτη φορά ο Ειρηναίος ως επίσκοπος Λυώνος το έτος +185 Κ. Ε. Συνεπώς, ως έχουν αυτά σήμερα γράφτηκαν πολύ μετά το +70 Κ. Ε. και όπως φαίνεται όλες αυτές οι παραδόσεις και διαδόσεις περί των γεγονότων γύρω από το έτος +70 Κ. Ε. μεταφέρθηκαν είτε προφορικώς είτε γραπτώς και συμπεριελήφθησαν εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς εντός των κανονικών Ευαγγελίων. Η σύγκρουση των Χριστιανών με τους Ιουδαίους - Φαρισαίους ραβίνους είχε αρχίσει πολύ πριν το +185 Κ. Ε. και συνεχίσθηκε για πολλά έτη μετά. Έτσι οι προφητείες περί της καταστροφής της Ιερουσαλήμ και του Ναού και όλες οι δήθεν φιλονικίες του Ιησού με τους Φαρισαίους και οι ύβρεις κατά αυτών ήταν πολύ βολικά στοιχεία για τους Χριστιανούς του +185 Κ. Ε στην μάχη τους εναντίον του ραβινικού Φαρισαϊκού Ιουδαϊσμού. Έτσι τα έβαλαν στο στόμα του Ιησού και μέσα στα κείμενα τους εκ του ασφαλούς και επειδή τους συνέφερε! Ακόμα όπως προαναφέραμε, τα κανονικά Ευαγγέλια αναθεωρήθηκαν και ξαναγράφτηκαν μπόλικες φορές κατά τους επόμενους τρεις αιώνες και πολύ αργότερα. Παρ’ όλα ταύτα και αυτά δεν συμφωνούν μεταξύ τους σε πάρα πολλά σημεία και περιέχουν τρομακτικές αντιφάσεις και διαφωνίες. Το έτος +330 Κ. Ε. δεν υπάρχει πλέον τίποτα από τα πρωτότυπα. Όλα τα προηγούμενα αντίγραφα και εκδόσεις των Ευαγγελίων μαζί με το μεγαλύτερο και κυριότερο μέρος της Πρωτο-Χριστιανικής βιβλιογραφίας, των τριών πρώτων αιώνων, χάνονται μυστηριωδώς (;) και μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί τίποτα απ’ αυτά.
Εδώ πρέπει να τονίσομε εν συντομία την τεραστία και αγεφύρωτη αντίφαση μεταξύ των Ευαγγελίων και του κηρύγματος του Παύλου. Ενώ ο Παύλος υποτίθεται ότι δρα και γράφει πριν από τους ευαγγελιστές, δεν μας μεταφέρει κανένα ουσιαστικό και συγκεκριμένο βιογραφικό και ιστορικό στοιχείο περί Μεσσία Ιησού όπως δεν μας μεταφέρει και καμία διδασκαλία του. Το μήνυμά του είναι βεβαίως αποκαλυπτικό, άμεσα εσχατολογικό και σωτηριολογικό επικαλυμμένο με μια παράξενη δική του αντιφατική θεολογία. Το γεγονός ότι πέραν της Καινής Διαθήκης και αποκρύφων κειμένων κανείς μα κανείς δεν έχει σημειώσει τον Παύλο έχει θέσει πολλά πράγματα υπό αμφισβήτηση. Το όλο ζήτημα είναι τεράστιο και όχι επί του παρόντος. Τα ερωτήματα που προκύπτουν από την αναδίφηση των Επιστολών όχι μόνο του Παύλου αλλά και όλων των υπολοίπων της Καινής Διαθήκης είναι αμέτρητα, απροσπέλαστα και καθοριστικά. Εδώ αναφέρομε ότι άλλοι αμφισβητούν την ύπαρξή του Παύλου εξ’ ολοκλήρου, άλλοι ισχυρίζονται ότι έδρασε και μετά το +70 Κ. Ε., άλλοι αμφισβητούν όλες ή μερικές από τις επιστολές του, κ. ό. κ. Καλούμε τους απολογητές και φωστήρες του Χριστιανισμού να βρουν την πειστική λύση και γεφύρωση σ’ αυτά τα τεράστια χάσματα της ιστορίας και της συνέπειας τής μόνης αληθινής και απόλυτης θρησκείας. Για τις στερεότυπες αλλά αστήρικτες απαντήσεις που έχουν μαγειρέψει εδώ και πολλούς αιώνες δεν έχουν προσκομίσει κανένα αποδεικτικό στοιχείο πέραν της πίστεώς των και όλων όσων οι δικοί τους ανά τους αιώνες μετά από πολλές και σκληρές διαμάχες αποφάσισαν τελικά να δεχθούν ως απαντήσεις.
Επανερχόμαστε στα πασίγνωστα επεισόδια, ύβρεις, κατάρες, διδασκαλίες, παραινέσεις, κλπ., κατά των Φαρισαίων που περιέχουν τα κανονικά Ευαγγέλια. Αυτά όλα δεν στέκουν θεολογικώς, διότι αυτά δεν είναι γνωρίσματα μιας καλοπροαίρετης και φιλεύσπλαχνης θεότητας η οποία είναι τέλεια και όλο αγάπη, δεν αντιτείνεται καθόλου στο κακό και συγχωρεί και σώζει το απολωλός. (Βεβαίως οι θεολογικές και ιστορικές αντιφάσεις εντός της Καινής, ολόκληρης της Βίβλου και της ιστορίας του Χριστιανισμού είναι κάτι το απερίγραπτο σε ποσότητα και ποιότητα!). Ενταύθα όμως υπάρχει η εξής μεγάλη ιστορική αντίφαση. Οι γνωστοί πικρόχολοι διαξιφισμοί του Ιησού με τους Φαρισαίους μέσα στα έτη από το 29 έως ίσως το 36 Κ. Ε. δεν έχουν καμιά θέση, διότι την θρησκευτική και πολιτική εξουσία κατ’ αυτή την εποχή την κατείχαν αποκλειστικά οι Σαδδουκαίοι, οι οποίοι εξυπηρετούσαν τα Ρωμαϊκά συμφέροντα. Ο Καϊάφας και ο Άννας ήταν Σαδδουκαίοι. Οι Φαρισαίοι αυτή την εποχή δεν είχαν σπουδαία δύναμη για να δικαιολογούνται τέτοιες ισχυρές επιθέσεις εναντίον τους εκ μέρους του Ιησού, πράγμα που δεν βλέπομε να συμβαίνει κατά των Σαδδουκαίων. Εκτός και ήταν ζηλωτής και ως επαναστάτης κατά της Ρώμης εστράφη κατά της μετριοπάθειας και της αυτοσυγκράτησης των Φαρισαίων, οι οποίοι διέβλεπαν ως μάταια μια επανάσταση κατά της Ρώμης. Αλλά τότε κατά μείζονα λόγο θα έπρεπε να στραφεί πολύ περισσότερο κατά των Σαδδουκαίων που από ολίγον έως πολύ ήσαν εγκάθετοι της Ρώμης. Τέτοιο όμως θέμα με τους Σαδδουκαίους δεν ετέθη πουθενά στα Ευαγγέλια. Πέραν τούτου στα Ευαγγέλια βλέπομε ότι οι επιθέσεις κατά των Φαρισαίων είναι επί προσωπικής, θρησκευτικής και κοινωνικής βάσεως και όχι επαναστατικής και κατά της Ρώμης. Ως εκ τούτου, η μόνη εύλογη ιστορική και επιστημονική εξήγηση είναι ότι οι διάφοροι ευαγγελιστές έβαλαν αυτά τα στοιχεία μέσα στα Ευαγγέλια όταν τα έγραψαν, σε κάκοια μορφή, από μετά το 70 Κ. Ε., όπου ως γνωστόν από τότε και μετά οι Σαδδουκαίοι και οι Εσσαίοι έπαψαν να υπάρχουν. Ο λόγος για τον οποίο προέκυψαν αυτοί οι ασύστολοι διαξιφισμοί και η τεράστια φαγωμάρα μεταξύ της Χριστιανικής «οδού» και των Φαρισαίων ραβίνων ήταν το ότι τότε επήλθε εμφύλια διαμάχη για το ποιος απ’ τους δύο θα αναλάμβανε την πολιτική αρχηγία και τη νέα θρησκευτική αντιπροσώπευση, κατεύθυνση, και λατρεία του Ιουδαϊσμού. Έτσι οι διάφοροι «ευαγγελιστές» για να δώσουν κύρος σ’ αυτά τα στοιχεία, τα έβαλαν στο στόμα του Μεσσίαχ και Θεού των Ιησού ώστε να μπορέσουν να εξυπηρετήσουν κατά το δυνατό καλλίτερα τις ανάγκες και τις επιδιώξεις της αίρεσης των.
Αναφέρομε το εξής στοιχείο το οποίο θεωρούμε πολύ σημαντικό χωρίς να αναπτύξομε το γιατί. Η Καινή Διαθήκη αναφέρεται στους Φαρισαίους (-ος) 100 φορές, στους Σαδδουκαίους 14, στον Ιούδα Κανανίτη ή Ζηλωτή 2, στον επαναστάτη Ιούδα τον Γαλιλαίο 1 φορά, στους Σικαρίους 1 και στους Εσσαίους 0 (μηδέν)! Αυτό δε συμβαίνει για μια εποχή (+29-36 Κ. Ε.) κατά την οποίαν οι Σαδδουκαίοι ήταν αυτοί που είχαν αποκλειστικά τις πρωτοκαθεδρίες και την εξουσία, ως εγκάθετοι της Ρώμης, και οι Ζηλωτές (Κανανίτες), Σικάριοι και Εσσαίοι δημιουργούσαν θρησκευτικά και πολιτικά επεισόδια καθημερινώς στις πόλεις και στην ύπαιθρο, ενώ οι Φαρισαίοι κοιτούσαν τα διαβάσματά τους, τη διδασκαλία τους και τηρούσαν μετριοπαθή και επιφυλακτική πολιτική με καιροφυλακτική επαναστατική στάση. Σκεφτείτε το λιγάκι... Όλα τα Φαρισαϊκά στοιχεία που απαντώνται στην Καινή Διαθήκη, τα οποία είναι δυσαναλόγως πολλά, καθαρώς αντανακλούν τις Φαρισαϊκές διδασκαλίες και τις συνθήκες και καταστάσεις που δημιουργήθηκαν μετά το έτος +70 Κ.Ε και τίποτα παραπάνω...
Ένας άλλος σοβαρός λόγος της θεολογικής επικάλυψης όλων των αντι-Εβραϊκών και αντιφαρισαϊκών στοιχείων, οργής, μένους, μίσους, πικρίας, κλπ., των Ευαγγελίων με το να τα βαλουν στο στόμα του Υιού του Θεού Ιησού, ήταν και για να εμποδίζουν τις διαρροές από τις ολιγομελείς Εβραιοχριστιανικές ομάδες προς τους πλειοψηφούντες Φαρισαίους μετά την τρομακτική σύγχυση που επήλθε ύστερα από την καταστροφή και την απραγματοποίητη εσχατολογία. Στα Ευαγγέλια αυτές οι διαρροές προδίδονται και από τις συχνές - πυκνές εντολές του Ιησού κατά των Φαρισαίων, τις προφυλάξεις από τις διδασκαλίες τους, κλπ., καθώς και από τις προειδοποιήσεις του Ιησού προς τους μαθητές του για διώξεις και προσαγωγές τους σε δικαστήρια, προτροπές για ακλόνητη πίστη μέχρι θανάτου και ασταμάτητες υποσχέσεις προς όλους τους μέχρι τέλους πιστούς με μεγάλες εσχατολογικές ανταμοιβές και ένδοξη νίκη. Προς τους χλιαρούς και μη σταθερούς δίνει υποσχέσεις οργής, μίσους, πικρίας, εσχατολογικής απολογίας, εμετού, και ατελεύτητης τιμωρίας. Σε μερικά σημεία διαβλέπομε κάποια προσέγγιση με πολύ ολίγους διαλλακτικούς Φαρισαίους. Εκτός ανωνύμων στην Καινή Διαθήκη έχομε τους τρεις γνωστούς και ονομαστούς: Νικόδημος, Ευσχήμων Ιωσήφ και Γαμαλιήλ. Παρ’ όλο που γι’ αυτούς ο λόγος γίνεται για χρόνους πριν το 70 Κ. Ε., επειδή τα γραπτά αυτά εγράφησαν μετά το +70 Κ. Ε. τολμάμε να υποδείξομε ότι και οι αναφορές σ’ αυτούς αντανακλούν τις καταστάσεις μετά το +70 Κ. Ε. που περιγράφομε εδώ εν συντομία. Το επεισόδιο της συνομιλίας του Ιησού με τον Νικόδημο (Ιωάννης 3: 1-21) αντανακλά όχι μόνο κάποια προσέγγιση αλλά πιθανή μυστική διαρροή μικρής εκτάσεως προς την αντίθετη κατεύθυνση. Το ίδιο ισχύει και με τα διάφορα σημεία στα οποία αναφέρεται ο ευσχήμων βουλευτής Ιωσήφ. Η αφήγηση περί Γαμαλιήλ, Πράξεις 5: 34-42, αντανακλά διαλλακτικότητα και κάποια προσέγγιση με τους μετριοπαθείς.
Από το +73 Κ. Ε. μέχρι το +135 Κ. Ε. η χριστιανική αίρεση παραμένει ακόμα μέσες-άκρες Ιουδαϊκή υπόθεση. Οι χριστιανοί της εποχής αυτής καιροφυλακτούν και περιμένουν την έκβαση κάποιων πραγμάτων και την Δευτέρα Παρουσία! Ο πλήρης διαχωρισμός Ιουδαϊσμού και Πρωτοχριστιανισμού, η δεύτερη και τελική αποστασία δηλαδή, συνετελέσθη το έτος +135 Κ. Ε. Τότε συνετρίβει κυριολεκτικά η Ιουδαϊκή επικράτεια μετά την παταγώδη αποτυχία της δεύτερης μεσσιανικής επανάσταση των Εβραίων κατά των Ρωμαίων, επί αυτοκράτορος Αδριανού. Αυτή τη φορά η επανάσταση οργανώθηκε από τους Φαρισαίους και τα υπολείμματα των Ζηλωτών με αρχηγό τον ψευτομεσσία και απατεώνα Συμεών Μπαρ Κοσίμπαχ τον οποίον ευλόγησε και έχρισε ως Μεσσίαχ του Ισραήλ ο Φαρισαίος αρχιερέας Ακίμπαχ. Η Χριστιανική αίρεση αυτή τη φορά ήταν πολύ επιφυλακτική προς την επανάσταση αυτή. Κράτησε απόσταση από τον Μπαρ Κοσίμπαχ διότι δεν μπορούσε να τον αναγνωρίσει ως Μεσσία. Είχε ήδη δικό της Μεσσία, τον Ιησού, στον ουρανό. Ακόμα και αυτή την φορά οι Χριστιανοί ανέμεναν την Δευτέρα Παρουσία. και «δεν πήγαν στην Πέλλα»· απλώς περίμεναν την τελική έκβαση της επανάστασης χωρίς να συμμετέχουν σ’ αυτήν. Ο Μπαρ Κοσίμπαχ έκοψε πολλά κεφάλια από δαύτους επειδή αρνήθηκαν να συμπολεμήσουν. (Εδώ ο Ευσέβιος δεν παρέχει καμία πληροφορία!). Με τα νέα σημεία των καιρών οι Μεσσιανικές, εσχατολογικές και αποκαλυπτικές φαντασίες τους αναθερμάνθηκαν και καιροφυλακτούσαν. Πλην όμως απέτυχαν οικτρά. Η αποτυχία που επακολούθησε ήταν πολύ πιο τρομακτή από την πρώτη. Η Ιουδαία διαλύθηκε ολοσχερώς και τα λείψανα του Ιουδαϊκού έθνους διασκορπίστηκαν ή επωλήθησαν ως δούλοι. Τότε η Χριστιανική αίρεση «οδός» αντιμετώπισε επειγόντως την άμεση ανάγκη να δημιουργήσει μια νέα θεολογία αφού η παλαιά απέτυχε παταγωδώς. Μετά το τέλος και την τρομακτική αποτυχία και της δεύτερης επανάστασης το135 Κ. Ε. η μεταλλαγή και διαμόρφωση των Χριστιανών γίνεται έτι περισσότερο έντονη, διαφορετική και αποξενωμένη από τους γονείς τους Νοτζρίμ και τελικά καθοριστική.
Όπως και το έτος 70 Κ. Ε. έτσι και τώρα το ίδιο και χειρότερα, όλες οι αποκαλυπτικές και εσχατολογικές προρρήσεις και αναμονές τους απέτυχαν οικτρά και ο ουράνιος Μεσσίας τους, Ιησούς, δεν επανήλθε στη γη. Μόνο σε ένα πράγμα είχαν δίκιο, ότι δηλαδή, ο Μπαρ Κοσίμπαχ δεν ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας. Έτσι τώρα η δημιουργία μιας νέας θεολογίας κατέστη πια ζήτημα επιβιώσεως, ζωής και θανάτου. Νέες αλλαγές, μορφές, τύποι, τροποποιήσεις, μέθοδοι, εσχατολογίες, στόχοι, κλπ, εισήχθηκαν. Τότε ξαναπροπαγάνδισαν το τέλος και την ανακαίνιση του κόσμου κατά την Δευτέρα Παρουσία του Μεσσία και Σωτήρος Ιησού, με την διαφορά ότι αυτή την φορά θα λάβει χώρα εις άγνωστον μελλοντικό χρόνο τον οποίον κανείς δεν γνωρίζει ει μη μόνον ο Θεός Πατήρ. «Περί δε της ημέρας εκείνης και ώρας ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι των ουρανών, ει μη ο πατήρ μου μόνος.», Ματθαίος 24: 36. Περιέργως ούτε ο ίδιος ο Ιησούς την γνωρίζει, παρ’ όλον ότι αυτός θα παρουσιαστεί εκ δευτέρου και είναι Θεός ομοούσιος τω Πατρί!
Παρ’ όλα ταύτα οι μεσσιανικές αναμονές με το άμεσο τέλος του υπάρχοντος κόσμου και την εμφάνιση ενός καινούργιου ήσαν τόσο έντονες που συνεχίσθηκαν για πολλά χρόνια μετά. Έχομε πάρα πολλά παραδείγματα εσχατολογικών ομάδων κατά τον δεύτερον αιώνα, λ.χ. των Μοντανιτών και πολλών άλλων, οι οποίοι στο τέλος ευρέθησαν επαίτες στους δρόμους. Αυτό το εσχατολογικό βιολί συνεχίσθηκε και μετά το έτος 1000 Κ. Ε. Τον δεύτερο αιώνα εκτός του αιρετικού Μαρτίνου Μοντανού και οι μεγάλοι πατέρες της χριστιανικής εκκλησίας Ιουστίνος, Παπίας, Ειρηναίος και Τερτυλλιανός βασισμένοι σε δήθεν προφητείες των Παλαιο-Διαθηκικών προφητών Ησαΐα, Ιεζεκιήλ, Δανιήλ, κ. ά, πίστευαν στην άμεση εσχατολογία με την επανεμφάνιση του Μεσσία τους, την ανοικοδόμηση της Νέας Ιερουσαλήμ και την εγκαθίδρυση της χιλιετούς βασιλείας του επί της γης[19]. Ακόμα μέχρι και σήμερα έχομε πολλά τέτοια παραδείγματα. Οι Μάρτυρες του Ιαχωβά ή Χιλιαστές[20] και διάφορες ευαγγελιστικές αιρέσεις είναι καθημερινώς σε αναμονή και επιφυλακή!
{[19] Βλέπε Μεγάλη Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 20, σελίδα 828, λήμμα «Χιλιασμός». Τελικώς αυτοί οι άγιοι και θεοφόροι πατέρες απατήθηκαν οικτρώς! Τί λέτε, περίεργον;}
{[20] Όπως οι άγγελοι και Γιαζάτας και τα τάγματά τους, ο Σατανάς = Εωσφόρος αστήρ ή Αριμάν, οι διάβολοι = εκπεσσόντες αστέρες και τα τάγματά τους, ο δυϊσμός ‘καλού και κακού’ και η μεταξύ των αδιακοπη πάλη (που είναι η πάλη των αγγέλων και των Γιαζάτας κατά του Αριμάν και των υπηρετών του) με την τελική νίκη του καλού (βλέπε και Αποκάλυψις κεφάλαιο 12), έτσι και ο Χιλιασμός που απαντάμε σε πολλές Εβραιοχριστιανικές αιρέσεις και σε όλον τον Εβραιογνωστικοχριστιανισμό γενικότερα, (βλέπε Ιώβ, Αποκάλυψις 20: 1-6, και τα κεφάλαια 20, 21, 22, κλπ.) προέρχεται από τον Ζωροαστρισμό του οποίου είναι δόγμα (βλέπε: Zand-i Vohuman Yasht 3: 62). Εκεί έχομε διαδοχικές εποχές χιλίων ετών εκάστη των οποίων θα τελειώσει με κατακλυσμό αιρέσεως (ασυμφωνίας) και καταστροφής, μέχρι την τελική καταστροφή του κακού και του πνεύματός του υπό ενός θριαμβευτού βασιλέως της ειρήνης κατά το τέλος της τελευταίας χιλιετούς περιόδου. «Τότε ο Σαοσγιάντ αποκαθιστά ξανά όλα τα δημιουργήματα αγνά και η ανάσταση και η ύπαρξη του μέλλοντος λαμβάνουν χώρα.». (Οποία ομοιότης!). Όλα τα ζωροαστρικά και βαβυλωνιακά στοιχεία μπήκανε στο Εβραϊσμό κατά την Βαβυλώνια αιχμαλωσία και μετά. Η Χριστιανική αίρεση του Εβραϊσμού υιοθέτησε σχεδόν όλα αυτά τα στοιχεία και μετά τα επεξεργάστηκε και παρουσίασε με δικό της τρόπο που δεν απέχει πολύ από τους Ζωροάστρες και τους Εβραίους.}
Επίσης τότε εδόθη η γραμμή να στραφούν «προς πάντα τα έθνη» για να αποκτήσουν περισσότερους οπαδούς, εισφορές χρημάτων, εγκαταστάσεις και στέγες εκκλησιών, κλπ. Δεν υπήρχαν πια οι παλαιστινιακές εγκαταστάσεις των συναγωγών «καχάλ» ούτε ο κορμός του Ιουδαϊσμού επί του οποίου παρασιτούσαν. Έψαξαν και βρήκαν μερικά χωρία περί αποκαλύψεως και αναγνωρίσεως του Ιουδαϊκού Μεσσία και του Θεού Γιαχβέχ όχι μόνο από τους Εβραίους αλλά και από τα υπόλοιπα έθνη εντός των γραπτών του δευτέρου και τρίτου Ησαΐα (προσοχή όχι του κανονικού Ησαΐα Μπεν Αμώς αλλά των παραχαρακτών της βαβυλωνιακής και μεταβαβυλωνιακής εποχής) και μερικών άλλων προφητών των ιδίων περιόδων. Έτσι και πάλι δι’ αυτών των δήθεν προφητειών νόμισαν ότι πέτυχαν την θεολογική κάλυψη που εχρειάζοντο. Αντί της Εβραϊκής Φαρισαϊκής Μασόρας κάνουν χρήση της μεταφράσεως των Εβδομήκοντα(δύο) και έτσι δημιουργούν μεγάλες θεολογικές διαμάχες και ιστορικές ρήξεις με τους Ιουδαίους. Σε αντίδραση, τρεις Ιουδαίοι Ελληνιστές, ο Εβιωνίτης Σύμμαχος, ο Ακύλας και ο Εβιωνίτης Θεοδοτίων, μεταφράζουν στα Ελληνικά την Μασόρα. Δυστυχώς οι μεταφράσεις των δεν έχουν διασωθεί εκτός ολίγων αποσπασμάτων. Γιατί λέτε άραγε; Ποιος τις εξαφάνισε; ...
Εδώ πρέπει να διευκρινίσομε ότι η δράση των Αποστόλων και του Παύλου όπως αυτή περιγράφεται στις Πράξεις των Αποστόλων και σ’ όλες τις Επιστολές της Καινής Διαθήκης κατά το μέγιστο μέρος αφορά Εβραίους εντός της Παλαιστίνης και της πλησίον περιοχής καθώς και Εβραίους της διασποράς στα διάφορα μέρη και αστικά κέντρα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της Μεσοποταμίας. Το όλο εγχείρημα δηλαδή ήταν καθαρή Εβραϊκή υπόθεση και όχι πάντων των εθνών. Κάπου – κάπου εμφανίζονται μερικοί εξ εθνικών όπως, ο Τίτος, ο Κορνήλιος, ο Τιμόθεος, ο Τρόφιμος, ο Νικόλαος, ίσως η Λυδία και ολιγάριθμοι άλλοι. Αν βασιστούμε στην Καινή Διαθήκη αυτοί αποτελούσαν περιπτώσεις εξαιρετικά μεμονωμένες και σχέσεις προσωπικής γνωριμίας και γι’ αυτό υπερτονίζονται. Δεν αποτελούσαν καμία δύναμη ή ομάδα με σχετικά μεγάλο αριθμό μελών η οποία προσεχώρησε στον Εβραιοχριστιανισμό. Μάλιστα δε, η πλειοψηφία των Εβραίων της διασποράς είχε υιοθετήσει Ελληνικά και Ρωμαϊκά ονόματα όπως Στέφανος, Ακύλας, Πρίσκιλλα, Σωσθένης, κλπ. Βλέπομε ακόμα και Αποστόλους να αλλάζουν τα ονόματά τους από Εβραϊκά σε Ελληνικά ή Ρωμαϊκά (Σαύλος έγινε Παύλος, ένας Ιωάννης των Πράξεων έγινε Μάρκος, κλπ.). Οι Εβραίοι της διασποράς οι οποίοι ομιλούσαν την Ελληνική ή την Λατινική γλώσσα και είχαν κάποια Ελληνορωμαϊκή παιδεία πολλάκις απεκαλούντο Ελληνιστές. Προς αυτούς τους Εβραίους λοιπόν κατευθυνόταν η δράση και οι Επιστολές των Αποστόλων και του Παύλου.
Εδώ προσθέτομε και τα εξής. Ο αυτοκράτωρ Μέγας Ιουλιανός μας δηλώνει καθαρά, στο έργο Κατά Γαλιλαίων, ότι ο Ιησούς, ο Παύλος, ο Κορνήλιος (Πράξεις κεφάλαιο 10) και ο Σέργιος (Πράξεις 13: 7) δεν είναι ιστορικά πρόσωπα. Δεν αναφέρονται από κανέναν και πουθενά. Αυτή είναι και η θέση πολλών ερευνητών και όλα τα περί Παύλου είναι Χριστιανικά παραμυθάκια. Ο Παύλος δεν αναφέρεται από καμιά ιστορική πηγή παρά μόνο στην Καινή Διαθήκη και σε απόκρυφες Χριστιανικές ιστοριούλες. Πάει και τελείωσε. Αυτό είναι εξαιρετικά ύποπτο και απίθανο αν δεχθούμε όλη τη δράση που η Καινή Διαθήκη αναγράφει πως είχε. Όταν λοιπόν μιλάμε περί Παύλου βρισκόμαστε σε εντελώς ανεπιβεβαίωτη περιοχή. Πολλοί ερευνητές ισχυρίζονται πως αν υπήρχε κάποιος Παύλος αυτός πρέπει να έδρασε μετά την καταστροφή του 70 Κ. Ε. σύμφωνα με τις νέες συνθήκες και τη νέα θεολογία. Διά τούτο οι Εβιωνίτες οι οποίοι παρέμειναν προσκολλημένοι στον Ιουδαϊσμό τον μισούσαν θανάσιμα. Αυτά δε που μας μεταφέρουν οι Πράξεις είναι παραποιήσεις και πλαστές διηγήσεις παρορμούμενες από άλλους συγγραφείς, όπως τον Ιώσηπο και τον Φίλωνα, κ.ά.. Μακάρι να ξέραμε τι ακριβώς συνέβη. Πάντως το τελικό συμπέρασμα που βγαίνει μετά βεβαιότητας είναι ότι τα πάντα περί πρωτοχριστιανισμού είναι θολά, ανεπιβεβαίωτα και αμφισβητήσιμα, εκτός και πιστέψομε στα τυφλά αυτά που μας λένε οι Χριστιανοί από τον 4ο αιώνα και μετά. Αλλά και αυτά είναι γεμάτα με λάθη και πάρα πολλές κραυγαλέες αντιφάσεις που δεν δικαιολογούνται για ιστορικά πρόσωπα. Επομένως και η πίστη σ’ αυτά καταντά παράλογη και σχιζοειδής και ουσιαστικά βίτσιο.
Όσα λοιπόν μας περιγράφει η Καινή Διαθήκη αφορούσαν Εβραίους μέσα στους οποίους κάπου-κάπου εμφανιζόταν για δικούς του λόγους και κανένας μη Εβραίος. Σημειώνομε ακόμα ότι σύμφωνα με τις σύγχρονες έρευνες και τα συμπεράσματα πολλών Εβραίων ερευνητών αλλά και πολλών Χριστιανών θεολόγων το λεγόμενο βιβλίο της Αποκαλύψεως του Ιωάννου ήταν αρχικώς Εβραϊκό βιβλίο που εγράφη από φανατικό Γιαχβιστή Εβραίο ο οποίος μοιρολογούσε την ερείπωση της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους το 70 Κ. Ε. (Η ολοκληρωτική καταστροφή της Ιουδαίας συνέβη το 135 Κ. Ε.). Μετά το βιβλίο αυτό υπεκλάπη από τους Εβραιοχριστιανούς, τουλάχιστον κατά μέγα μέρος, οι οποίοι αφού για μερικούς αιώνες του έκαναν μερικές απαραίτητες μετατροπές, προσαρμογές και προσθήκες το παρουσίασαν ως ιδικόν τους προφητικό βιβλίο[21] Στον κανόνα της Καινής Διαθήκης το έβαλαν κατά το τέλος του τέταρτου αιώνα, μετά τη λήξη της διαμάχης του Ιερού Αυγουστίνου και του Αθανασίου επισκόπου Αλεξανδρείας. Ο μεν πρώτος ζητούσε να συμπεριληφθεί στον κανόνα η Αποκάλυψις, ο δε δεύτερος το γνωστικίζον Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον. Οι δύο αντίπαλοι τελικά συνεφώνησαν να συμπεριληφθούν και τα δύο βιβλία στον κανόνα της Καινής Διαθήκης και έτσι έληξε η διαμάχη μεταξύ τους.
{[21] Όπως αναφέραμε παραπάνω πολλοί μεγάλοι πατέρες της χριστιανικής εκκλησίας του δευτέρου αιώνα βάσισαν την χιλιαστική εσχατολογία τους στους Παλαιο-Διαθηκικούς προφήτες. Αυτός ο ίδιος χιλιασμός επαναλαμβάνεται και στην Αποκάλυψιν 20: 1-6, (και η συνέχειά του περιγράφεται στα κεφάλαια 20, 21 και 22).
Όπως έχομε προαναφέρει, πολλοί είναι οι επιστήμονες και ερευνητές, εκ των οποίων μερικοί είναι Εβραίοι, που υποστηρίζουν ότι η Αποκάλυψις του Ιωάννου ήταν Εβραϊκό κείμενο αρχικώς το οποίο στη συνέχεια υπεκλάπη από τους Χριστιανούς οι οποίοι του έκαναν τις αναγκαίες χριστιανικές μετατροπές. Ο κορμός τού κειμένου όμως, είναι οι θρηνωδίες και οι κατάρες κάποιου Εβραίου συγγραφέως λόγω της συμφοράς του + 70 Κ. Ε., της καταστροφής της Ιερουσαλήμ και της πυρπολήσεως του Ναού του Γιαχβέχ. Γι’ αυτό και παρηγορείται με την σκέψη της αντικαταστάσεως της παλαιάς και κατεστραμμένης Ιερουσαλήμ από μια νέα ουρανοκατέβατη Ιερουσαλήμ διά μιάς θεϊκής επεμβάσεως του Γιαχβέχ, κλπ. Αυτή η επιστημονική εκδοχή, η οποία βασίζεται σε υπέρογκο πλήθος στοιχείων, καταδεικνύει ότι η νυν Αποκάλυψις του Ιωάννου είναι ένα διαστρεβλωμένο και ψευδεπίγραφο βιβλίο. Πρόκειτια για Αποκάλυψιν βρωμερού Ιεζεκιηλικού τύπου και είναι μια από τις πάρα πολλές αποκαλύψεις που έχουν γραφεί και αλλοιωθεί.
Ο ερευνητής Μιχάλης Κοκκινόφτας στο βιβλίο του Σχέδιο Αρμαγεδδών, Εκδόσεις Δίον, 2000, έχει κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα και σπουδαία ποσοστιαία ανάλυση επί των λέξεων, της γλώσσας και των χωρίων που χρησιμοποιεί ο συγγραφεύς της Αποκαλύψεως. Ανεξαρτήτως ολίγων απόψεων, υποθέσεων και εκτιμήσεων που ο συγγραφέας έχει διατυπώσει, μερικά σημαντικά και ελέγξιμα συμπεράσματα της έρευνάς του είναι τα εξής: Η γλώσσα της Αποκαλύψεως είναι μια κακίστη χρήση της Κοινής Ελληνιστικής διαλέκτου. Εν κατακλείδι (σελίδες 356-358), αντικειμενικώς υπελόγισε (αντικειμενικώς, διότι οι αριθμοί και οι συγκρίσεις είναι αντικειμενικά δεδομένα που μπορούν να ελεγχθούν από τον καθένα και δεν είναι προσωπικές απόψεις) ότι: 97.56% των χωρίων είναι παρμένα από την Παλαιά Διαθήκη είτε αυτολεξεί, είτε σχεδόν αυτολεξεί, είτε σε κάποιο βαθμό παραφρασμένα αλλά με το ίδιο περιεχόμενο και νόημα προς αντίστοιχα χωρία της Παλαιάς. Επομένως μόνον 2.44% των χωρίων της Αποκαλύψεως δύνανται να αποδοθούν στον συγγραφέα της! Ως προς τις κύριες λέξεις και έννοιες το 88.21% εξ αυτών είναι δανεισμένες από την Παλαιά Διαθήκη και μόνο 11.79% είναι επινοήσεις του συγγραφέως.
Αυτή η ανάλυση αποδεικνύει το συμπέρασμα της υποκλοπής που αναφέραμε παραπάνω, αν και η Αποκάλυψις περιέχει μερικές κοινές φράσεις και εικόνες με τα Ευαγγέλια, μερικές Επιστολές και τα Απόκρυφα. Κοινές πηγές αυτών των φράσεων και εικόνων σ’ όλη αυτή την βιβλιογραφία είναι η Παλαιά Διαθήκη και ή άμεση εσχατολογία του καιρού αυτού εντός των Εβραιοχριστιανικών και Γνωστικιστικών κοινοτήτων. Η ανάλυση αποδεικνύει επίσης το συμπέρασμα του κ. Μιχάλη Κοκκινόφτα ότι η Αποκάλυψις δεν είναι κανένα αληθές, ανεξιχνίαστο, δυσχερές, προφητικό, θεόπνευστο, αποκαλυπτικό, κλπ., χριστιανικό, βιβλίο. Αυτή η ψευδής θέση, εδώ και πολλούς αιώνες μέχρι και σήμερα, προπαγανδίζεται από τους Χριστιανούς προς εκφοβισμό των μαζών αλλά και με πολλούς αξιόλογους μορφωμένους στα θύματά των. Απλούστατα πρόκειται για ένα Εβραιογενές, αυθαίρετο, ποταπό, παραμυθολόγημα και αισχρό ρυπαρογράφημα γκρίνιας και εκδικήσεως το οποίο περιέχει υστερότερες (εντοπισμένες) χριστιανικές και εσχατολογικές παρεμβολές. Ο αρχικός Εβραίος συγγραφέας σκοπόν είχε να εκφράσει το πένθος και την θλίψη που του επέφερε η καταστροφή των ετών +66 – 73 Κ. Ε., προς τον Εβραϊκόν θεόν του Γιαχβέχ και να ευχηθεί για σκληρή εκδίκηση εναντίον όλων των ανθρώπων εκτός ολίγων εκ των «εκλεκτών», την οποία αηδιαστικά τον εκλιπαρεί να αποδώσει! Ακόμα οραματίζεται την εμφάνιση μιας Νέας Ιερουσαλήμ τεραστίου μεγέθους και ακατάσχετης φαντασίας. Οι υστερότεροι χριστιανικοί υποκλοπείς, ανασυντάκτες και διορθωτές του αισχροτάτου αυτού βιβλίου δεν είχαν κανέναν άλλον σκοπό παρά την χρήση του διά τον συνεχή και διαχρονικό εκφοβισμό και την στυγνή καταπίεση των χριστιανικών μαζών, από τις ημέρες τους μέχρι τον μυθικό Αρμαγεδδώνα.
Πρόκειται για ένα βλακοδέστατο, αχρειότατο, μιαρό συμπίλημα μωρίας με απολύτως καμίαν αξίαν εκτός του βραβείου βλακείας, ατιμίας και πονηρίας που πανηγυρικότατα εισπράττει. Δεν υπάρχει τίποτα το αποκαλυπτικό, το προφητικό ή το ακατανόητο μέσα σ’ αυτό το ηλίθιο και αηδιαστικό τερατούργημα, που χρησιμεύει μόνο για την βάρβαρη καταπίεση ανοήτων, αφελών, απλοϊκών και θυμάτων!
Περί διαφόρων χριστιανικών υποκλοπών μελετείστε τουλάχιστον τα εξής μνημειώδη ερευνητικά έργα:
1. Gerald Friedlander, The Jewish Sources Of The Sermon On The Mount, Kessinger Publishing.
2. Hyman E. Goldin, The Case of the Nazarene Reopened, The Lawbook Exchange Ltd., 1948-2003.
3. Randel Helms, Gospel Fictions, Prometheus Books, 1989.
4. Harold Leidner, The Fabrication of the Christ Myth, Survey Books, 1999.
5. Albert Schweitzer, The Quest of the Historical Jesus, Introduction by James M. Robinson, Collier Books, 1968.
6. Joseph Wheless, Forgery in Christianity, Kessinger Publishing.
7. Joseph Wheless, Is it God’s Word?, Kessinger Publishing.
8. Hayyim Ben Yehoshuah, Refuting the Missionaries. }
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου