Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΣΑΦΕΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ


ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ
ΖΗΤΑΜΕ ΣΑΦΕΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Αρχίζομε με την ερώτηση:

Ερώτηση: Τί επρόδωσε ο Ιούδας;
Απάντηση: Μα το ρωτάτε; Δεν ξέρετε; Τον Χριστό για τριάκοντα αργύρια!

Μέχρις εκεί το ξέρομε καλά το θέμα. Αυτή είναι η άμεση και αβασάνιστη απάντη­ση, τυ­φλοσούρτης. Δεν ρωτήσαμε βεβαίως το γιατί επρόδωσε, αν και αυτό επίσης είναι ένα μεγάλο ερώτημα. Τα τριάκοντα αργύρια είναι μια αφελέστατη απάντηση που ικα­νοποιεί τους πιστούς με την πλύση εγκεφάλου που έχουν υποστεί από μωρά παιδιά. Βεβαίως τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια και πολλά τροπάρια της μεγάλης εβ­δομάδας δικαιολογούν την προδοσία με το να χώσουν μέσα στα κείμενα τα τριάκοντα αργύ­ρια. Δηλαδή ο Ιού­δας επρόδωσε τον Χριστό επειδή ενόσησε από φιλαργυρία. «Τότε Ιούδας ο δυσσεβής φιλαργυρίας νοσήσας εσκοτίζετο!». Δεν πείθει αυτή η δι­και­ο­λο­γία κανέναν αμερόληπτο ερευνητή. Τα τριάκοντα αργύρια είναι μια φτηνή δικαιο­λο­γία που αντλείται από την Πα­λαιά Διαθήκη, επειδή σύμφωνα με τον Θεϊκό Μωσαϊκό Νόμο, ένας Εβραίος διατιμούσε την αξία ενός δούλου ή δούλης, φονευθέντος ή ταχ­θέντος ισοβίως στον Γιαχβέχ, στη φτηνή τιμή των τριάντα ή πενήντα αργυρών νομισ­μάτων σεκέλ, Έξοδος 21: 32, Λευιτικόν 27: 3-4, κ. ά., και έτσι θέλησαν να παρουσιά­σουν άλλη μια πλασμένη (ψευδο)προφητεία.
Τα Ευαγγέλια και οι θεολό­γοι φρόντι­σαν να βρούνε και άλλες θε­ό­πνευστες δι­και­ολογίες. 1) Η προδο­σία έγινε για να εκπ­ληρωθούν οι γραφές και να αληθέψουν οι προκαθορισμένες προφητείες της Εβραϊκής Πα­λαιάς Δια­θή­κης. Τώρα ποιες προ­φητεί­ες, τρέχα βρες τις και διαπίστωσε αν πράγματι έχουν να κά­νουν καθόλου με τις χρισ­τιανικές αφ­η­γή­σεις των Ευαγγελίων. Αυτά που παρουσιάζουν ως προφητείες είναι πα­ραποιήσεις των Εβραϊκών Γραφών και δεν έχουν απολύτως τίποτα να κάνουν με τις χριστιανικές αφ­η­γή­σεις. Οι Χριστι­α­νοί όμως διαφήμι­σαν ψευδώς ότι πρόκειται για προφητείες βασισμένοι στην αγραμ­ματοσύνη του πλήθους και μετά στην απαγόρευση της μελέτης των γρα­φών! 2) Ο Θε­ός Γιαχβέχ είχε θείο σχέδιο για την σω­τηρία του ανθρωπίνου γέ­νους από τη γεμάτη αγάπη αρχική κατάρα του εναντίον των πρω­τοπ­λά­στων. Παρά τα παχιά λόγια για την ελευ­θέ­ρα βούληση, ο Ιού­δας και η προ­δοσία του ήταν προκαθορισμένο μέρος του θεί­ου σχεδίου. 3) Έτσι εγούσταρε ο Θεός Γιαχ­βέχ να παιχθεί το θείο δράμα στο θέατρο της σωτηρίας. Κλπ.
Το ερώτημά μας εδώ έγκειται ως εξής. Βάσει των τεσσάρων κανονικών Ευαγ­γελίων σε τί συνί­στατο, ποιά ήταν δηλαδή τα στοιχεία που περιείχε, η προδοσία του Ιούδα; Πρωτί­στως, ο Ιούδας επρόδωσε τον Χριστό ως τί; Ως εγκληματία, ως ληστή, ως στασιαστή, ως τί τέλος πάντων; Ζητάμε σαφή και αβίαστη απάντηση που βασίζε­ται καθαρά στις αφη­γή­σεις και στα στοιχεία που παραθέτουν τα τέσσερα κανονικά και θεόπνευστα Ευαγγέλια. Δεν ζητάμε έναν κατάλογο από εικασίες με όλα εκείνα τα: «Ίσως αυτό, αλλά όχι το άλ­λο» και ένα σωρό από υπο­θέσεις: «Αυτό μπορεί να έγινε κάπως έτσι, αλλά όχι αλλιώς» κλπ., σαν όλες αυτές τις απολογητικές απαντήσεις που συνεχώς απολαύ­ομε από τους θεοφώτι­στους θεολό­γους και απολογητές όταν φτάνει ο κόμ­πος στο χτένι.
Τέτοιου τύπου δικαιολογίες μπορώ και ‘γω να βγά­λω με την σέ­­σουλα. Πρέπει να το τονίσομε άλλη μια φορά εφ’ όλης της απολογητικής, θεολογικής, κλπ., ύλης και θεμάτων: Η εφεύρεση δικαιολογιών για να δικαιολογήσει κα­νείς οτιδήποτε είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Ιδίως όταν οι άλλοι τις πιστεύουν στα τυφλά τότε αυτοβα­πτιζόμαστε και διδάκτορες της δικανικής! Π. χ., για να δικαιολογήσει κάποιος το κά­πνι­σ­μα μας είπε ότι: «αυτός που δεν καπνίζει θα πε­θάνει υγιής, οπότε μιας που θα πε­θάνομε ας καπνίζομε για να μην πεθάνομε υγιείς και πάμε τσάμπα χαμένοι!». Αυτό ικανοποίησε σφόδρα όλους τους καπνιστές που τον άκουσαν!
Εμείς λοιπόν εδώ όπως και παντού επί των θεολογικών θεμάτων και ζητημά­των ζητάμε τις σαφείς και πλή­ρεις απαν­τήσεις που μας πα­ρέχουν τα τέσ­σερα κανο­νι­κά θεόπνευστα Ευαγγέ­λια και όλα τα θεό­πνευστα γραπτά της Αγίας Καθολικής Ορθο­δό­ξου Εκκλησίας και αμπέλου του Θεού και Ιησού Χριστού. Δεν ζητάμε τις απαντή­σεις που είναι δικαιολογίες με το να προτάσ­σονται συνεχώς με όλα εκείνα τα ατελεύ­τητα «ίσως» και «μπορεί» που κα­θιστούν ταυτολο­γία κάθε ισχυρισμό! Ή μιλάμε ευκ­ρινώς για τα σοβαρά ζητήματα, όπως η απόλυτη θεϊκή αλή­θεια για την οποία απαι­τούμε να ξέρομε τι ακριβώς ισχύει, ή προσπα­θούμε με κάθε κόλπο ή δόλο να δι­καιο­λογήσομε κάτι «θε­ϊκές» ιστοριούλες που δεν πιάνονται ούτε με δυο ξυλαράκια! ...
Για να λοιπόν γίνω πιο σαφής εξηγώ το τί θέλω να πω. Όταν κάποιος προδώ­σει έναν συν­άνθρωπό του, για οποιουσδήποτε λόγους, στις αρχές ή τις μυστικές υπη­ρεσίες ενός κρά­τους ή κυβέρνησης ή δικτατορίας, κλπ., η προδοσία του περιέχει τα εξής στοι­χεία:

1)   Ο προδότης που πράττει την προδοσία (κατάδοση στίς αρχές) προδίδει πάντα τον άλλον ως κάτι. Π.χ. κακοποιό, λη­στή, στασιαστή, αναρχικό, κομμουνιστή, φασί­στα, τρομοκράτη, ανατρεπτικό κλπ.
2)   Αν ο προδιδόμενος είναι άγνωστος φυσιογνωμικά, τότε ο προδότης φροντίζει να περιγράψει όσο πιο λεπτομερέστερα γίνεται το σκίτσο του, πως φαίνεται και πως μοιάζει ο άνθρωπος αυτός. κλπ. Εί δυνατόν να δώσει και τη φωτογρα­φία του. Έτσι με αυτή την περιγραφή να καθίσταται δυνατόν να αναγνωρισθεί και να συλληφθεί με πρώτη ευκαιρία.
3)   Αν κρύβεται ο άνθρωπος αυτός, ο προδότης μαρτυρά που μένει, που συχνάζει, ποι­ες ώρες πηγαίνει σε ορισμένα μέρη, κλπ., για να καιροφυλακτήσουν και να τον πιάσουν.
4)   Αν έχει μυστικά σχέδια, τρομοκρατικές ενέργειες, υποχθόνιους και ανατρεπτι­κούς σκοπούς ή έχει διαπράξει εγκλήματα ο προδότης φροντίζει να μάθει όλα αυτά και να τα μαρτυ­ρή­σει.
5)   Ο προδότης μαρτυρά και τον τρόπο με τον οποίο ο προδιδόμενος σκέπτεται, πως δρα, πως κι­νεί­ται, πως στρατο­λογεί άλλους, κλπ.
6)   (Μόνοι σας ίσως βρείτε και άλλα στοιχεία που μπαίνουν σε μια προδοσία αν­θρώ­που στις αρχές ή τις μυστικές υπηρεσίες.).

Τέτοια απάντηση που να περιέχει τέτοια στοιχεία στα Ευαγγέλια δεν υπάρ­χει, όπως δεν υπάρχει και καμιά άλλη, θεολογική, ιστορική, κλπ., από ό,τι γνωρίζω. Αν­τιθέ­τως τα Ευαγγέλια παρέχουν πλείστα όσα στοιχεία που ανατρέπουν κατηγορη­ματικώς τα ανω­τέρω πέντε στοιχεία που αναφέραμε. Ο Χριστός ήταν κάθε μέρα μαζί με τον κόσμο και τις Ιουδαϊκές αρχές. Μυστικά δεν είχε. Ήταν δηλαδή μια προδοσία εντελώς αχρείαστη και για τους Ιουδαίους και για τους Ρωμαίους. Όλοι τον ξέρανε πολύ καλά και μπο­ρού­σαν να τον βρούνε πολύ εύκολα. Εκήρυττε και εδίδασκε χωρίς μυστικά. Κάθε μέρα τσα­κωνόταν με τους αρχιερείς, γραμματείς, φαρισαίους και εμ­πόρους μέσα στον Ναό. Παν­τού δίδα­σκε, έκανε θαύματα, τέρατα και σημεία. Τα τρία πρώτα, τα συν­ο­πτικά, Ευαγ­γέ­λια μας λέ­νε ότι όταν η σπείρα με τους αρχιερείς και αξιωματούχους των Ιουδαίων συνε­λάμ­βαναν τον Ιησού μέσα στη νύχτα, αυτός παρα­ξενεύτηκε και τους είπε: «Μα καλά κάθε μέρα ήμουν στον Ναό μαζί σας δι­δά­σκων... και δεν απλώσατε χέρια πάνω μου να με συλ­λά­βετε και τώρα ήλθατε μέσα στην νύ­χ­τα με ξύλα και μαχαίρια... να με πιάσετε σαν λη­στή...». Του Ιωάννη μας λέει ότι, ο Χρι­στός είπε στις Ιουδαϊκές αρχές: «Εγώ πάν­τα φα­νε­ρά μίλησα και κρυφά δεν έχω πει τίποτα...». Του Μάρκου μας παρέχει ακόμα εκείνους τους δύο χαρι­τω­μέ­νους και ξεκάρφωτους στίχους για το επεισόδιο του «γυμνού νέου» που πετάχτηκε μέσα στο σκοτάδι κλπ. Τί να ήθελε άραγε ο γυμνός νεα­νίσκος εκεί­νη την ώρα της νύχτας να εμπλακεί με τους αρχιερείς και μια σπείρα 100 ρω­μαίων λογ­χο­φό­ρων;... Ο Ματθαίος αν και θεωρείται πιο κοντά στα «γεγονότα» δεν μας λέει τίποτα για τα στοιχεία που περιείχε η προδοσία του Ιούδα. Δηλαδή τέσσερις έγρα­ψαν, δύο από τους οποίους (ο Ματ­θαίος και ο Ιωάννης) ήταν μέσα στην ομάδα των δώδεκα και άρα αυ­τόπτες μάρ­τυ­ρες, και όμως δεν εστάθηκαν αρκετοί και ικανοί να μας δώσουν πλήρεις, ακριβείς και αλληλοστηριζόμενες πληροφο­ρίες για ένα τόσο φυσικό και σοβαρό ερώτημα. Δεν αναφέρει κανένας τους ούτε το στοιχει­ώ­δες συ­σ­τατικό της προ­δοσίας που αβίαστα απαιτεί μια ειλικρινής και φυσιο­λο­γική έκ­θεση των πραγμάτων σε τέτοιες περι­πτώ­σεις. Δηλαδή το, ως τί ο Ιούδας πρόδωσε τον Χρι­στό. Ως ληστή, ως βλάσφημο, ως στασιαστή, ως τί τέλος πάντων ... Περί­ερ­γα πράγ­μα­τα, διό­τι στην περίπτωση του Ιού­δα των Ευαγγελίων η προδοσία εί­ναι ξαφνι­κή, κατα­στρο­φι­κή και χω­ρίς γνωστό και συγκεκριμένο κίνητρο.
  Λοιπόν εμείς ρωτάμε ξανά. Ως τί επρόδωσε ο Ιούδας τον Χριστό και ποια μας λέ­νε τα κανονικά τέσσαρα Ευαγ­γέ­λια ότι ήταν τα στοιχεία που περιείχε η προδοσία του;

Μαζί με αυτήν την ερώτηση ανακύπτουν και οι εξής βασικές και σοβαρές επί μέρους ερωτήσεις.

1)   Γιατί μια φτωχοτάτη ομάδα Γαλιλαίων επαιτών βρήκε κάποιον Ιουδαίο, από την άλλη περιοχή της χώρας, και του ανέθεσε να είναι ο ταμίας της παρέας και να κρατάει το χρηματοφυλάκιο; Οι εντολές από τον Κύριό τους ήταν να μην έχουν μαζί τους χρήματα και να μην σκέπτονται το αύριο. Μόνο να δέ­χον­ται την ανα­γ­καία τροφή και κατάλυμα που θα τους προσφερόταν από μέρα σε μέρα.
2)   Ας υποθέσουμε, αντιφατικώς βεβαίως, ότι αυτή η πάμπτωχη ομάδα υπηρετών των ασθενών και του εξαθλιωμένου όχλου χρειαζόταν κάποιον για οικονομι­κές υποθέσεις. Τότε γιατί βρή­καν έναν άγνωστο από την άλλη άκρη της χώ­ρας; Ολό­κληρη Γαλιλαία δεν είχε έναν λογιστή; Ο Ματθαίος ως τελώνης θα ήταν ο πλέον κατάλληλος.
3)   Γιατί ο Ιούδας εδέχθη να γίνει μέλος αυτού του θιάσου;
4)   Γιατί ο Ιησούς τον ανέχθηκε και τον εδέχθη στις τάξεις του;
5)   Γιατί ένα τόσο πενιχρό ποσό των τριάκοντα αργυρίων ήταν ικανό να τον πεί­σει να κάνει μια τέτοια προδοσία εναντίον τού τόσο καλού, αγίου και θαυ­μα­τουργού διδασκάλου του;
6)   Τί καλλίτερο νόμισε ότι θα πετύχαινε με αυτή την προδοσία;
7)   Γιατί οι άλλοι ένδεκα μαθητές δεν τον συνέλαβαν αμέσως μόλις ο Ιησούς τον απεκάλυψε ανοιχτά και φα­νερά κατά τον Μυστικόν Δείπνον;
8)   Σε τι χρειαζόταν ο Ιούδας για να ταυτοποιήσει, διά φιλήματος, την αναγνώρι­ση ενός πάρα πολύ γνωστού ανδρός και που όλοι ήξεραν καλά τα μέρη στα οποία εσύ­χνά­ζε;
9)   Γιατί δεν τον έφεραν, έστω και αναγκαστικώς, σαν μάρτυρα στη δίκη, αλλά έφε­ραν ψευδομάρτυρες;
10)                  Για ποιο λόγο μετενόησε; Μόνο από τύψεις συνειδήσεως;
11)                  Γιατί η μετάνοιά του εξεδηλώθει με την άχρηστη πράξη της αυτοκτονίας του δι’ απαγχονισμού, κατά τον Ματθαίο; Κατά τον Λου­κά, στις Πράξεις των Απο­στό­λων, το τέλος του Ιού­δα επήλθε με τελείως διαφορε­τι­κό τρόπο. Πώς γίνεται λοι­πόν να υπάρχει μια τόσο κραυ­γα­λέα αντίφαση μεταξύ Ματθαίου και Λουκά; Τί να σημαίνει άραγε αυτή η θεό­πνευστη αντί­φαση!;
12)                  Γιατί αντί της αυτοκτονίας δεν έκανε κα­τά τις ύστατες αυτές στιγμές ό,τι πλέον περνούσε από τα χέρια του για να σώσει, έστω και απεγνωσμένα, τον διδά­σκα­λό του;
13)                  Τελικά για ποιο λόγο ο Ιούδας επρόδωσε τον Κύριόν του; Έφταιγε άραγε η σπα­τά­λη του πα­νάκριβου μύρου στη Βηθανία, τα τριάκοντα αργύρια, και τα δύο, τον έπιασε τρέλα, επειδή μπήκε μέσα του ο σατανάς, για να αληθέψουν οι γραφές της Παλαιάς Διαθήκης, για να παίξει καλά τον προκαθορισθέντα ρόλο του στο θέατρο της σωτηρίας του Γιαχβέχ, τί άραγε;

Όπως φαίνεται οι άγνωστοι και ανώνυμοι συγγραφείς των Ευαγγελίων ενεπ­λά­κησαν σε μυθοπλασίες και σκόπιμες επαληθεύσεις δήθεν προφητειών ή αντανακ­λάσεις άλλων ιστοριών και μύθων. Έτσι έπρεπε να αυτοσχεδιάσουν και να κατασ­κευ­άσουν τη μορφή του Ιούδα η οποία θα εξυπηρετούσε τις μυθοπλαστίες τις οποίες εσέρβιραν στον αμόρφωτο, κακόμοιρο και αφελή κοσμάκη. Όμως καμία από αυτές τις παραπάνω χον­δρικές αντιρρήσεις (τεθείσες υπό μορφήν ερωτήσεων για τον αντι­κειμενικό μελετητή) δεν επιτρέπεται να εισέλθει στο θείο δράμα των Ευαγ­γε­λίων. Οι αφηγήσεις των Ευαγ­γε­λί­ων απαιτούν την δημιουργία ενός ισχυροτάτου ξαφνικού σοκ μαζί με μία τραγική έξαρση συναι­σθη­ματισμού. Με κανένα τρόπο δεν αφήνουν χώρο στη λογική, στον ορθολογισμό και στην απαγωγική μέθοδο «αι­τίας και αποτε­λέσ­μα­τος».
Σε αυτές λοιπόν τις βασικές ερωτήσεις περιμένομε απαντήσεις... από τους υπηρέτες της χριστιανικής μάστιγας, τις οποίες αν λάβομε, θα μας υποχρεώσουν τα μέγιστα.
Επί τή ευκαιρία αναφέρομε ακόμα και τις εξής ερωτήσεις για τις οποίες ζη­τά­με απαν­τή­σεις βασισμένες στα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια και αποδεδειγμένες από τα γρα­πτά των Ευαγγελίων και της ιστορίας του Χριστιανισμού.

1)   Ποιός τελικά κατεδίκασε τον Ιησού; Ποιός δηλαδή εξέδωσε και ποιος ανα­κοί­νω­σε την τελική καταδικα­στική απόφαση; Ποιά είναι η σαφής απάντηση των θεο­πνεύστων Ευαγγελίων;
 Το Ιουδαϊκό συνέδριο (δικαστήριο σαν­χεν­τρίν αποτελούμενο από 71 μέλη);
 Ο Καϊάφας;
 Ο Άννας;
 Ο Πιλάτος;
 Ο Ηρώδης Αντίπας;
 Ο όχ­λος;
 Όλοι τους;
 Κάποιος άλλος;
 Κανένας;
 Τελικά ποιός;

2)   Για ποιόν, έστω τυπικό, λόγο καταδικάστηκε ο Ιησούς στην εσχάτη των ποι­νών και μά­λιστα διά της φρικτής ρωμαϊκής σταυρώσεως; Ποιο ήταν δηλαδή το έγ­κλη­μά του για το οποίο κατεδικάσθη εις θάνατον; Τί έγραψε κάτω στα επίσημα πρα­κτικά της δίκης ο γραμ­μα­τέας του δικαστηρίου που απε­φά­σισε (ή οι γραμματείς των δικαστη­ρί­ων που απεφά­σισαν) αυτή τη καταδικαστική από­φαση;
Το ότι απεκάλεσε τον εαυ­τόν του υιόν του Θεού (Γιαχβέχ);
Το ότι δεν τηρούσε τον Μωσαϊκό Νόμο;
Το ότι εβλαστήμησε τον Θεόν (Γιαχβέχ) με το να αποκαλέσει τον εαυτόν του υι­όν του Θεού και άλλα παρεμφερή τοιαύτα;
Το ότι ανέστησε τον Λάζαρο; (Σημειώσετε ότι η ανά­στα­ση του Λαζάρου ανα­φέ­ρε­ται μόνο στον Ιωάννη. Ο Ματθαίος και ο Πέτρος τουΜάρκου καίτοι αυ­τό­πτες μάρ­τυρες δεν την εθεώρησαν τόσο σπουδαία για να την αναφέρουν.)
Το ότι είπε ψέματα για το γκρέμισμα και την ανοικοδόμηση του ναού του Σολο­μώντος εν­τός τριών ημερών, με χέρια ή χωρίς χέρια, με θεϊκές δυνάμεις που μόνο αυτός κατείχε;
Το ότι εξεδίωξε τους εμπόρους από τον Ναό;
Οι συχνοί πυκνοί τσακωμοί του με τους αρχιερείς, γραμματείς και φαρισαίους που συνοδεύοντο με ισχυρά και ασύστολα υβρεολόγια;
Η ζήλια, το μίσος και ο φθόνος των Εβραϊκών αρχόντων εναντίον του;
Η αντιπαλότητά του με τον τετράρχη βασιλέα της Γαλιλαίας Ηρώδη Αντίπα;
Το ότι συνωμότησε και εστράφη κατά της Ρωμαϊκής αρχής;
Το ότι ωθού­σε τον κόσμο στο να πλη­ρώ­νει ή στο να μην πληρώνει φόρους στους Ρωμαίους;
Το ότι απεκάλεσε τον εαυτόν του βασιλέα του Ισραήλ;
Το ότι δεν εσέβετο τον καί­σαρα;
Το ότι ήταν πολύ συμφερότερο να καταδικαστεί ένας άνδρας (εδώ ο Ιησούς) εις θάνατον από το να απολεσθεί ολόκληρος ο λαός του Ισραήλ στα χέρια του Ρωμα­ϊκού στρατού.
Ποιος ήταν τέλος πάντων ό λόγος από όλους αυτούς και πιθανότατα και άλλους λόγους;

3)   Ποιοί συνέλαβαν τον Ιησού;
Οι Εβραίοι με δικές τους αστυνομικές δυνάμεις;
Οι Ρωμαίοι με σπείρα ή κοόρτη στρατιωτών;
Ο όχλος με ξύλα και μαχαίρια;
Τα έθνη;
Όλοι μαζί;
Μερικοί απ’ αυτούς;

4)   Ποιοί εσταύρωσαν τον Ιησού;
Οι Εβραίοι;
Οι Ρωμαίοι;
Τα έθνη;
Όλοι μαζί;
Μερικοί απ’ αυτούς;

5)   Με πόσους διαφορετικούς τρόπους τελειώνει το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον μέ­σα στα χειρόγραφα και στις εκδόσεις της Καινής Διαθήκης που έφθασαν μέχ­ρις ημών από του έτους 340 Κ. Ε.; Γιατί τα πρωτότυπα κείμενα των Ευαγγε­λίων κατά τον Ειρηναίο, 180-185 Κ.Ε., εξαφανίσθηκαν;

6)   Γιατί υπάρχουν πολλοί (πάνω από τέσσερις) τρόποι με τους οποίους τελειώνει το θεόπνευστο Κατά Μάρκον Ευαγ­γέ­λιον μέσα στους μέχρις ημών διασωθέν­τας χει­ρογράφους κώδικες; Τί έχει συμβεί;

Όποιος απαντήσει σαφώς και επακριβώς σε όλες αυτές τις ανωτέρω τεθεί­σες ερωτήσεις, ή ρητορικές αντιρρήσεις αν θέλει να τις αποκαλέσει κανείς, μαζί με τα αποδεικτι­κά στοι­χεία των απαν­τή­σεών του, θα τον παρακαλέσομε θερμότατα να δημο­σι­εύ­σει παγκο­σμί­ως τις απαν­τήσεις του μαζί με τα στοιχεία του. Θα κάνει τερα­στία ευεργεσία όχι απλώς σε μας (τον γράφοντα και τους ομοϊδεάτες του) αλλά σε ολόκληρη τη δύ­σ­τυχη ανθρω­πότητα και τον πολιτισμό. Τον ευχαρι­στού­με πάρα πολύ από τώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου