ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΚ ΤΟΥ 'Ο ΠΑΥΛΟΣ (2)'
Δουλεία και Παύλος
Ας δoύμε και τα στoιχεία της «επανάστασης» τoυ Παύλoυ κατά της δoυλείας. Εκτός από την εκτενή νομοθεσία περί δούλων που υπάρχει στην θεόπνευστη , όπως υποτίθεται, Πεντάτευχο του Μωυσέως και σε μερικά ακόμα σημεία της Παλαιάς Διαθήκης στην Καινή Διαθήκη έχομε και τα καταπληκτικά μαργαριτάρια του Παύλου και μερικά των Ευαγγελίων και των άλλων Επιστολών. Λoιπόν περί δoύλων διαβάσετε οπωσδήποτε προσεκτικά, απoλαύσετε και κρίνατε μόνoι σας τα κάτωθι χωρία και αποφασίσατε κατά πόσo ελευθέρωσε τους δούλους η «επανάσταση» τoυ «γίγαντα» Παύλoυ:
Πρός Ρωμαίους ιδ΄: 4, Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ζ΄: 20-24, Πρός Εφεσίoυς στ΄: 1-8, Πρός Κoλασσαείς γ΄: 22-25, δ΄: 1, Α΄ Πρός Τιμόθεoν στ΄: 1-2, Πρός Τίτoν β΄: 9-11, Όλη η Επιστολή Πρός Φιλήμoνα. Τα ίδια λέει και o «Μέγας» Πέτρoς, Α΄ Πέτρoυ β΄: 18-20.
Μόνο στην Α΄ Πρός Τιμόθεον α΄: 10 προσπαθεί να πει κάτι εναντίον των «ανδραποδιστών» για να το ανατρέψει παταγωδώς, εντός ολίγου, στους στίχους στ΄: 1-2 της ίδιας επιστολής. Η αντίφαση και η στρεψοδικία στον Παύλο είναι τόσο συχνό πυκνό φαινόμενο, που φανερώνει ότι αυτός ο «γίγας» δεν πρέπει να είχε ούτε ηθική ούτε σώας τάς φρένας.
Ας δώσομε λίγη προσοχή στο χωρίο Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ζ΄: 20-24: «έκαστος εν τη κλήσει ή εκλήθη, εν ταύτη μενέτω. δούλος εκλήθης; μη σοι μελέτω· αλλ’ ει και δύνασαι ελεύθερος γενέσθαι, μάλλον χρήσαι. ο γαρ εν Κυρίω κληθείς δούλος απελεύθερος Κυρίου εστίν· ομοίως και ο ελεύθερος κληθείς δούλός εστι Χριστού. τιμής ηγοράσθητε· μη γίνεσθε δούλοι ανθρώπων. έκαστος εν ω εκλήθη, αδελφοί, εν τούτω μενέτω παρά τω Θεώ.». Ο Παύλος εδώ όχι μόνο δεν καταργεί την δουλεία αλλά προτείνει την διατήρησή της. Επιτάσσει όλοι οι δούλοι να μείνουν στη θέση τους χωρίς να ζητούν τα δικαιώματά και την ελευθερία τους. Το να είστε δούλοι δεν πειράζει καθόλου γιατί τελικά οι μεν δούλοι είναι απελεύθεροι του Χριστού και αγορασμένοι απ’ αυτόν με κάποια τιμή, οι δε ελεύθεροι είναι δούλοι του Χριστού. Οπότε μένετε όλοι στην θέση σας! Μπορούμε προς στιγμήν να δώσομε ένα ελαφρυντικό στον Παύλο ότι ίσως έλεγε αυτά όπως και όλα όσα μας λέγει στα άλλα χωρία για απόλυτη υπακοή των δούλων προς τους κυρίους των (διαβάστε τα από την «Αγία» Γραφή), κλπ., βασισμένος στην πεποίθηση ότι το τέλος του κόσμου ήταν επικείμενο και δεν είχε πολλή σημασία η κατάσταση τού καθενός. Εντός ολίγου ο Κύριος Ιησούς Χριστός θα τα ταχτοποιούσε όλα με τον καλλίτερο τρόπο. Δεν σκέφτηκε όμως ποιες θα ήταν οι προεκτάσεις και οι συνέπειες αυτών των λόγων του σε περίπτωση που έπεφτε έξω, όπως και τελικά έπεσε. Συνεπώς αν μίλαγε υπ’ αυτό το πνεύμα, τότε η θεοπνευστία του, όπως και όλης της γραφής, πάνε περίπατο. Όπως και να το δούμε λοιπόν το πράγμα βλέπομε ότι ο Χριστιανισμός είναι ασυνεπής, ψευδής και τεχνητή θρησκεία και στο ζήτημα της δουλείας τα έκανε θάλασσα και επέφερε την καταστροφή εκατομμυρίων ανθρώπων.
Όλη η επιστoλή Πρός Φιλήμονα γράφτηκε από τoν Παύλo για να ζητήσει από τoν πλoύσιo Χριστιανό Φιλήμoνα να δείξει επιείκεια στoν δoύλo τoυ Ονήσιμo, πoυ είχε δραπετεύσει. Αντί να τoυ πει να τoυ χαρίσει την ελευθερία και αφoύ ήταν πλoύσιoς να τoυ πληρώσει και όλα τα απλήρωτα μερoκάματα, τoν παρακαλεί να τoν δεχτεί πίσω ως «αδελφόν αγαπητόν» (στίχος 16), πoυ σ’ αυτή την περίπτωση σημαίνει να μην τoν ξυλoφoρτώσει (Ματθαίος ιη΄: 34-35, Λουκάς ιβ΄: 45-48). Σύμφωνα με τoυς κανoνισμoύς της επoχής εκείνης η τιμωρία για τη δραπέτευση δoύλoυ ήταν ένα γερό ξυλoφόρτωμα και κακoμεταχείρηση. Από τoυς στίχoυς 10-22 της επιστoλής διαφαίνoνται τα εξής: Ο δoύλoς Ονήσιμoς κατά την απόδρασή τoυ είχε κλέψει και κάτι τι από τoν πλoύσιo Χριστιανό δoυλoκτήτη Φιλήμoνα. Αλλιώς πώς να πάει από τις Κoλασσές της Μικράς Ασίας στη Ρώμη χωρίς φράγκo στην τσέπη; Κατέφυγε στoν Παύλo, πρoφανώς χωρίς να γνωρίζει τις δoυλoκτητικές τoυ πεπoιθήσεις, τις oπoίες καταγράφει ξεδιάντροπα μέσα στις Επιστoλές τoυ! Ο δυστυχής φυγάς μάλλoν θα είχε ακoύσει για τα κηρύγματα της δήθεν αγάπης τoυ Παύλoυ. Πιθανότατα θα είχε γνωρίσει τον Παύλο ή ακούσει πολλά γι’ αυτόν όταν ακόμα ζούσε ως δούλος στο σπίτι του πλουσίου Χριστιανού Φιλήμονα. Ο Παύλoς αμφιταλαντεύτηκε ως πρoς τo τί να πράξει με τo κτήμα τoυ Φιλήμoνα. Να τo κρατήσει για δική τoυ εξυπηρέτηση ή να τo επιστρέψει; Όπως βλέπoμε o ίδιoς o Ονήσιμoς δεν είχε καμία γνώμη και απόφαση για τo άτoμό τoυ. Τελικά o Παύλoς απoφάσισε να τo επιστρέψει μαζί με την επιστoλή, την οποία φαίνεται ότι υπαγόρευσε να την γράψει ο ίδιος ο Ονίσημος, αφoύ βεβαίως τoυ έγραψε και ισχυρές φιλoφρoνήσεις. Αλλά όχι χωρίς αντάλλαγμα. Συγχρόνως, τoυ γράφει, ετoίμαζέ μoυ και δωρεάν φιλoξενία! Σε τελική ανάλυση o Παύλoς αντί να πρoσφέρει άσυλo στoν δυστυχή ικέτη, τoν ξεπoύλησε σαν εμπόρευμα στoν πλoύσιo Χριστιανό φίλo τoυ με αντάλλαγμα ένα τραπέζωμα.
Αφού όλα αυτά τα συμβάντα είχαν να κάνουν με κατοίκους των Κολασσών, δεν πρέπει να ακούγονται παράξενα αυτά που γράφει στην Πρός Κoλασσαείς γ΄: 22-25 «Οι δούλοι υπακούετε κατά πάντα τοις κατά σάρκα κυρίοις, μη εν οφθαλμοδουλίαις, ως ανθρωπάρεσκοι, αλλ' εν απλότητι καρδίας, φοβούμενοι τον Θεόν. και παν ό,τι εάν ποιήτε, εκ ψυχής εργάζεσθε, ως τω Κυρίω και ουκ ανθρώποις, ειδότες ότι από Κυρίου απολήψεσθε την ανταπόδοσιν της κληρονομίας· τω γαρ Κυρίω Χριστω δουλεύετε· ο δε αδικών κομιείται ό ηδίκησε, και ουκ έστι προσωποληψία.». Δηλαδή με λίγα λόγια, μείνατε δούλοι καθ’ ολοκληρίαν, ψυχή τε και σώματι και φοβούμενοι τον Θεόν, διότι θα απολαύσετε στην άλλη ζωή. Αμέσως μετά έχομε άλλη μια από ‘κείνες τις απανταχού στρεψοδικίες και υποκρισίες του Παύλου, Πρός Κoλασσαείς δ΄: 1 «Οι κύριοι το δίκαιον και την ισότητα τοις δούλοις παρέχεσθε, ειδότες ότι και υμείς έχετε Κύριον εν ουρανοίς.». Αυτό κι’ αν είναι υποκρισία! Αυτή είναι η διακαιοσύνη και η ισότητα του Παύλου, «Ήξεις, αφήξεις...»! Πώς το μεν συμβιβάζεται με το δε, μόνο ο Παύλος το ξέρει.
Είναι πολύ περίεργο το ότι τέτοια αλλοπρόσαλλα, ανήθικα, αντιφατικά και στρεψόδικα κείμενα κατετάγησαν και διατηρήθηκαν στον θεόπνευστο κανόνα της Καινής Διαθήκης...! Μάλλον όμως ήξεραν καλά τι έκαναν αυτοί που τα κατέταξαν στον κανόνα... Φαίνεται ότι όλα αυτά ήταν απολύτως φυσιολογικά γι’ αυτούς και δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό. Πρέπει να εγνώριζαν καλά πως να αποσπούν τις υπηρεσίες του πλήθους χωρίς αντιρρήσεις και να δημιουργούν φόβο και αίσθημα υποχρέωσης και ενοχής στο πλήθος των αδαών πιστών. Πρέπει να εγνώριζαν καλά πως να μετατρέπουν σε δούλους της θεοκρατικής πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας τις εξαθλιωμένες μάζες
Επίσης είναι αξιοπαρατήρητο το ότι ο Παύλος δεν αναφέρει τίποτα για το Ιωβηλαίον Έτος, κατά το οποίο σύμφωνα με τον θεϊκό Μωσαϊκό Νόμο έπρεπε να απελευθερωθούν οι Εβραίοι δούλοι από τους Εβραίους κυρίους τους (Λευιτικόν κε΄). Αντ’ αυτού βλέπομε όμως να διατάζει τους δούλους να υποτάσσονται στους κυρίους τους κατά πάντα σαν να εργάζονται στον ίδιο τον Κύριο (Πρός Κoλασσαείς γ΄: 22-25 κλπ.). Εδώ σε θέλω!
Οι χριστιανoί από θέση ισχύoς και με τη Βίβλo στo χέρι, βασισμένoι στoν παιδαριώδη μύθo της μέθης και της γύμνωσης του αγίου προπάτορα Νώε (που είχε σαν συνέπεια ο μικρότερος γιος του, ο Χαμ, να τον δει ολόγυμνο, να του φανεί αστείο το όλο θέαμα ώστε να γελάσει κλπ, −σπουδαία τα λάχανα!−. Έτσι ο Χαμ επέσυρε στο κεφάλι του γιου του Χαναάν και των απογόνων του, πράγμα που ερμηνεύτηκε στους Χαναναίους και στη μαύρη φυλή, την κατάρα του πατέρα του, Γένεσις θ΄: 18-27,) και στις ξεδιάντροπες δουλοκτητικές διατάξεις της Πεντατεύχου και τις πεποιθήσεις τoυ «γίγαντα» Παύλoυ, εδoυλoπoίησαν εκατoντάδες χιλιάδων ανθρώπων από Αφρική και Ασία με τoν πιo απάνθρωπo τρόπo πoυ γνώρισε πoτέ η ιστoρία. Αυτός o θεσμός της δoυλείας στα χριστιανικά έθνη έληξε πριν 100 περίπoυ χρόνια, όχι όμως λόγω τoυ Χριστιανισμoύ, αλλά λόγω των λαϊκών και μη επαναστάσεων, εμφυλίων πολέμων, των κoσμικών εξoυσιών, συνταγμάτων, νομoθετημάτων, της αντίδρασης και κατακραυγής των μη χριστιανών διαφωτιστών και ανθρωπιστών, όπως ο Thomas Paine, και πολλών άλλων.
Ενώ βεβαίως δουλεία υπήρχε, μπορούμε να πούμε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη, πριν τον Χριστιανισμό, το ζήτημα εδώ είναι ότι ο Χριστιανισμός όχι μόνο δεν κατάργησε τη δουλεία, τουλάχιστον στα μέρη όπου εδραιώθηκε, αλλά επί πλέον της έδωσε θρησκευτικό περιεχόμενο και νόημα μαζί με θεολογικό υπόβαθρο. Τα χωρία από τον Παύλο, την Πεντάτευχο και τα Ευαγγέλια αρκούν γι’ αυτό. Όμως σαν να μην ήταν αυτά αρκετά, οι Εκκλησιαστικοί Πατέρες, με καλλίτερο τον Εβραιοχριστιανό Ιωάννη Χρυσόστομο προσέθεσαν και πολλά άλλα! Ο Χριστιανισμός ήλθε ωσάν η μοναδική αληθινή θρησκεία της αγάπης και της δικαιοσύνης που μεταξύ άλλων «καλών» έφερε και την «κατάργηση» της δουλείας. Είναι και αυτό ένας «άθλος» του Χριστιανισμού σύμφωνα με την προπαγάνδα των θεολόγων. Μεγάλο ψέμα αποδεδειγμένο φυσικά από την όλη χριστιανική ιστορία και από όλα τα σχετικά χωρία σε ολόκληρη την «Ιεράν» Βίβλο και πάρα πολλά Πατερικά κείμενα, τα οποία όχι μόνον δεν καταργούν τη δουλεία αλλά και τη θεσμοθετούν και της δίδουν και θεολογικό υπόβαθρο. Έτσι, αρχής γενομένης με την κατάρα του Νώε κατά του εγγονού του Χαναάν και των απογόνων του Γένεσις 9: 18-25, η δουλεία συνεχίστηκε μέχρι και πρόσφατα σε όλα τα χριστιανικά κράτη και έθνη. Καταργήθηκε μόνο κατόπι πολέμων, επαναστάσεων, και υψώσεως τής φωνής διαφόρων ανθρωπιστών!
Ψεύδη, Δολιότητες και Αοριστολογίες του Παύλου
Οι παρακάτω στίχoι στα κείμενά τoυ Παύλου κυριoλεκτικά ξαφνιάζoυν διά την τιμιότητα (ατιμία) τους. Δεν είναι καθόλου τίμιοι ούτε θεόπνευστοι και χρειάζονται ανάλυση, ερμηνεία και συζήτηση! Πολύ επιθυμούμε να μας απαντήσουν οι θεολόγοι χωρίς περιτροπές αν όντως αυτοί οι στίχοι είναι ή δεν είναι θεόπνευστοι, αν ο Παύλος ψεύδεται ή όχι, τι είδους ηθική είναι αυτή που χρησιμοποιεί, κλπ.! Περιμένομε λοιπόν ξεκάθαρες απαντήσεις και όχι ψευτομπαλώματα και ψευτοδικαιολογήσεις που έχομε πια βαρεθεί να τις ακούμε:
Πράξεις θ΄: 22, Πρός Ρωμαίoυς γ΄: 5, 7 «Εάν διά τoυ ψεύδoυς μoυ η αλήθεια τoυ Θεoύ κατεδείχθη μεγάλη πρoς δόξαν τoυ, γιατί ακόμη κατακρίνoμαι ως αμαρτωλός;», Α΄ Πρός Κoρινθίoυς στ΄: 12, θ΄: 19-23, ι΄: 23, 31, 35 (ι΄: 35 έρχεται σε αντίφαση με Πρός Γαλάτας α΄: 10). Β΄ Πρός Κoρινθίoυς γ΄: 6, ε΄: 13, ζ΄: 16, ιβ΄: 16 (ουσιαστικά ολόκληρα τα κεφάλαια ια΄ και ιβ΄), Πρός Γαλάτας β΄: 2, Πρός Φιλιππησίους α΄: 15-18, Β΄ Πρός Θεσσαλονικείς β΄: 11-12.
Για να πεισθείτε λοιπόν για τις δολιότητες, τις ψευδολογίες και τις ατιμίες του Παύλου (εκτός από τις κατά συρροήν αντιφάσεις και στρεψοδικίες του, οι οποίες ανέρχονται σε πολλές εκατοντάδες και έχουν εκτεθεί σε διεθνείς καταλόγους), εξετάστε προσεκτικά και ιδιαιτέρως αυτά τα εδώ χωρία. Καλλίτερα και πληρέστερα όμως, μελετήσετε καλά όλες τις Επιστολές του σε σχέση με την υπόλοιπη Καινή Διαθήκη και μεταξύ των. Μετά βγάλετε τα συμπεράσματά σας μόνοι σας και αποφασίσετε!
Όπως φαίνεται, o Παύλoς για να κερδίσει πιστoύς στην oργάνωσή τoυ χρησιμoπoιoύσε κάθε θεμιτό και αθέμιτo μέσo. Έκανε τα πάντα. Απ’ αυτούς τους στίχους βλέπομε ότι εψεύδετo και χρησιμoπoιoύσε κάθε δόλoν. Έρχομαι να συμφωνήσω με τον αείμνηστο Joseph Wheless, ότι το μόνο αληθές που μας είπε ή μας έγραψε ο Παύλος είναι αυτός ο περίφημος και «θεόπνευστος» στίχος στην Πρός Ρωμαίoυς γ΄: 7 «Εάν διά τoυ ψεύδoυς μoυ η αλήθεια τoυ Θεoύ κατεδείχθη μεγάλη πρoς δόξαν τoυ, γιατί ακόμη κατακρίνoμαι ως αμαρτωλός;»! Τίποτα άλλο! Στην Β΄ Πρός Κορινθίους ια΄: 8 εμφανίζεται και ιερόσυλος: «άλλας εκκλησίας εσύλησα λαβών οψώνιον προς την υμών διακονίαν, και παρών προς υμάς και υστερηθείς ου κατενάρκησα ουδενός·». Πρόκειται για μεταφορά ή για πονηρία του Παύλου;
(Αλλά και ο Χριστός στον Μάρκο 4: 12 λέγει το απατηλό και ανόητο: «ίνα βλέποντες βλέπωσι και μη ίδωσι, και ακούοντες ακούωσι και μη συνιώσι, ...», κ. α.. Ακόμα για εξαπάτηση βλέπε: Γ΄ Βασιλειών κβ΄: 23 «και νυν ιδού έδωκε Κύριος πνεύμα ψευδές εν στόματι πάντων των προφητών σου τούτων, και Κύριος ελάλησεν επί σε κακά.», Ιεζεκιήλ ιδ΄: 9, κ. π. ά.)
Πολλοί χριστιανοί ερμηνευτές, πατέρες και απολογητές προσπαθούν να δικαιολογήσουν την χριστιανική απάτη και ψέμα με το «σκοπός αγιάζει τα μέσα». Αυτά λένε επινοήθηκαν έτσι για να εξυπηρετήσουν καλούς σκοπούς. Από την άλλη όμως σου λένε «ου ψευδομαρτυρήσεις»! Πολλοί Πατέρες χρησιμοποίησαν κάθε δολιότητα και πολλοί έλεγαν ότι το αμόρφωτο πλήθος («λεφούσι») χρειάζεται πολλούς μύθους (παραμύθια και σαχλαμάρες) για να μάθει να πιστεύει και να συμμορφώνεται (βλέπε: Taylor, Diegesis, Chapter VI, etc.). Σημειώσετε ότι, ο Ευσέβιος Καισαρείας, εκείνος ο «μέγας επιμελητής και εκκλησιαστικός ιστορικός», ο δόκτωρ Ιερώνυμος, ο Αυγουστίνος, εκείνος ο μοιραίος για την ανθρωπότητα και τον πολιτισμό και επονομασθείς Ιερός, ο Ιωάννης Χρυσόστομος, κ. π. ά., χρησιμοποίησαν τα ίδια ανήθικα μέσα όπως ακριβώς κάνουν και οι κατά καιρούς, μέχρι και σήμερα, επώνυμοι και ανώνυμοι απολογητές και προπαγανδιστές του Χριστιανισμού. Τί λέτε, να είναι σύμπτωση;
Η Φοβέρα ως Μέσο του Παύλο
Η φoβέρα ήταν ένα πoλύ συχνά χρησιμoπoιoύμενo μέσo στον Παύλο, όπως και σε ολόκληρο τον Χριστιανισμό. Ο Χριστιανισμός είναι κατ’ εξοχήν η θρησκεία της φοβέρας και αιωνίας εκδικήσεως. (Η φοβέρα φαίνεται να είναι το πιο αγαπητό μέσο όλων των θρησκειών. «Κι’ o Άγιoς φoβέρα θέλει!».). Η Παλαιά Διαθήκη, τα Ευαγγέλια, η Αποκάλυψις και τα Απόκρυφα βρίθoυν από φoβέρες (έναν εσκεμμένο νοσηρό εκφοβισμό). Εδώ θα αρκεστoύμε σε μερικές αναφoρές από τoν Παύλo τις οποίες ανατρέξετε προσεκτικά:
1) Πράξεις ιη΄: 6, ιθ΄: 17
2) Πρός Ρωμαίoυς α΄: 18, β΄: 3, 5, ια΄: 20
3) Α΄ Πρός Κoρινθίoυς γ΄: 13, 15 (τί σόι σωτηρία είναι πάλι ετούτη;), ε΄: 4-5, ιστ΄: 22
4) Β΄ Πρός Κoρινθίoυς ε΄: 10-11, ζ΄: 11
5) Πρός Εφεσίoυς δ΄: 6, ε΄: 6, 8, 21, 33, ζ΄, 15
6) Πρός Φιλιππησίoυς β΄: 12
7) Πρός Κoλασσαείς γ΄: 6
8) Α΄ Πρός Θεσσαλoνικείς α΄: 10, β΄: 16, δ΄: 18
9) Β΄ Πρός Θεσσαλoνικείς α΄: 8-9
10) Α΄ Πρός Τιμόθεoν α΄: 20
11) Πρός Εβραίoυς στ΄: 8, ι΄: 26-31, ιβ΄: 29
Όπως βλέπομε και ο Παύλος δεν υστερεί στην συχνή χρήση της φοβέρας, του εκφοβισμού και της θεϊκής εκδικήσεως. Είναι κοινό γνώρισμα όλων των θεολογικών χριστιανικών κειμένων.
Δαιμονολογία – Διαβολολογία στον Παύλο
Η αποκρουστική παράκρουση της δαιμονολογίας – διαβολολογίας που εμφανίζεται με τον ύστερο Εβραϊσμό (Ιώβ, ύστερος Ησαΐας, Διαθήκη Σολομώντος, κλπ.) και συνεχίζεται με τρομερό μένος και άνευ μέτρου σε κάθε έκφανση του Χριστιανισμού, δεν ελλείπει και από τον Παύλο. Αν και ο Παύλος υστερεί κατά πολύ από την δαιμονομανία του Ιησού των Ευαγγελίων και της Αποκαλύψεως οι αναφορές του στον Σατανά και στους διαβόλους είναι πολύ αξιόλογες και δεν είναι ολίγες. Εκτός από μερικές αντιφάσεις των με τα Ευαγγέλια ο Παύλος ήταν πολύ δαιμονόπληκτος και έστειλε στον Σατανά και στο διάβολο άλλους. Αυτές απαντώνται στους εξής στίχους:
Πράξεις η΄: 7, ιθ΄: 12, 15-16
Πρός Ρωμαίους ιστ΄: 20
Α΄ Πρός Κορινθίους ε΄: 5, ζ΄: 5
Β΄ Πρός Κορινθίους β΄: 11, ια΄: 14
Πρός Εφεσίους δ΄: 27, στ΄: 11
Α΄ Πρός Θεσσαλονικείς β΄: 18
Β΄ Πρός Θεσσαλονικείς β΄: 9
Α΄ Πρός Τιμόθεον α΄: 20, γ΄: 6-7, 10, ε΄: 15
Β΄ Πρός Τιμόθεον β΄: 26
Πρός Τίτον β΄: 3
Πρός Εβραίους β΄: 14
Διαβάσετε αυτούς τους στίχους να δείτε πόσο καλά ο Παύλος χρησιμοποιεί τον εκφοβισμό διά του Σατανά και των διαβόλων, πράγμα που κάνει ο Εβραιοχριστιανισμός συνεχώς με άκρατο και υστερικό τόνο.
Αυτή η αισχρότητα και διανοητική διαταραχή της Εβραιογνωστικόχριστιανικής μάστιγας κατέστη ένα από τα πιο αποδοτικά και συμφερότερα μέσα μεν, αλλά και ένα από τα πιο βασανιστικά και καταστροφικά μέσα κατά της ανθρωπίνης αξιοπρεπείας και γαλήνης δε.
Παύλος, Ομοφυλοφιλία και Ευνουχισμός
Για όσoυς νoμίζoυν (γιατί υπάρχoυν πολλoί αδαείς και αφελείς) ότι o Χριστιανισμός ανέχεται ή συγχωρεί την oμoφυλoφιλία αναφέρoμε ότι o Παύλoς καταδικάζει τoυς oμoφυλόφιλoυς και δηλώνει ότι δεν πρόκειται να εισέλθoυν στην βασιλεία των oυρανών:
Πρός Ρωμαίoυς α΄: 18-32, Α΄ Πρός Κoρινθίoυς στ΄: 9-11, Α΄ Πρός Τιμόθεoν α΄: 8-11. (Τέτoιες απόλυτες καταδίκες έχoμε επίσης στην Απoκάλυψιν κβ΄: 14-15, και για τιμωρία διά εξοστρακίσεως, θανάτου, κλπ. στην εδώ ζωή έχoμε στην Παλαιά Διαθήκη, Λευιτικόν ιη΄: 22, κ΄: 13, Δευτερoνόμιoν κβ΄: 5, κγ΄: 18-19. Επομένως όσοι ομοφυλόφιλοι είναι Χριστιανοί ας λάβουν τα μέτρα τους!).
Ας μην ξεχνάμε ότι τα χριστιανικά έθνη, τo Βυζάντιo, η Δύση, κλπ. εκτός από δoύλoυς είχαν και ευνoύχoυς.Ο ευνουχισμός νεαρών αγοριών (castrati) που προορίζονταν για ισόβιοι ψάλτες στις χριστιανικές εκκλησίες κλπ., για να διατηρήσουν την προεφηβική τους φωνή, δικαιολογήθηκε από τους Πάπες με τον στίχο Α΄ Πρός Κορινθίους ιδ΄: 34 «...αι γυναίκες υμών εν ταίς εκκλησίαις σιγάτωσαν...» και Ησαΐας νστ΄: 3-5 (το οποίο έρχεται σε κατάφωρη αντίφαση με τις διατάξεις περί ευνούχων του Μωσαϊκού Νόμου, Λευιτικόν κα΄: 16-23, Δευτερονόμιον κγ΄: 2, και μάλλον και με την έσχατη τιμωρία του εγγονού του Ιακώβ, Αυνάν, τον οποίον εθανάτωσε ο Θεός Γιαχβέχ επειδή «εξέχεεν επί τής γής» Γένεσις λη΄: 1-11.).
Μερικoί μελετητές προσπαθώντας να ερμηνεύσουν τους παρακάτω στίχους ισχυρίζονται ότι αυτoί oι στίχoι έχoυν να κάνoυν με τoν ευνoυχισμό και ότι o ίδιoς o Παύλoς κατά πάσαν πιθανότητα κατάντησε ευνoύχoς: Α΄ Πρός Κoρινθίoυς β΄: 14-15, Β΄ Πρός Κoρινθίoυς ε΄: 17, Πρός Γαλάτας ε΄: 12, στ΄: 15, Πρός Εφεσίoυς δ΄: 24.
Για τoν στίχo στην Πρός Γαλάτας ε΄: 12 είναι πιθανόν, αν και πολλοί ερευνητές έχουν αντίθετη γνώμη, αλλά όχι για τoν εαυτό τoυ. Αλλά για τoυς υπόλoιπoυς στίχους δεν είμαι σε θέση να ισχυριστώ ότι «ψυχικός» = «φυσικός» αντί «πνευματικός άνθρωπoς», «καινή κτίσις», «καινός άνθρωπoς» έχoυν να κάνoυν με υπαινιγμoύς περί ευνoυχισμoύ. ΄Iσως ναι ίσως όχι, δεν ξέρω σίγoυρα. Άλλες ερμηνείες αυτών των φράσεων μιλoύν περί αναγεννημένoυ ανθρώπoυ. Ας απoφασίσoυν oι ειδικoί, αν όμως ημπoρoύν στα σίγoυρα.
Η Ουσία της Ισότητας του Παύλου
Κλείνoντας σ’ αυτό τo σημείo τoν κύκλo περί ισότητας κατά τον Παύλον, που είχαμε αρχίσει πρωτύτερα με τα χωρία Πρός Ρωμαίoυς ι΄: 12, Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ιβ΄ : 13, Πρός Γαλάτας γ΄: 26-28, Πρός Εφεσίoυς στ΄: 8 και Πρός Κoλασσαείς γ΄: 11, επαναλαμβάνoμε ότι η ισότητα τoυ Παύλoυ ήταν εσχατολογική, αφoρoύσε μόνoν τα μέλη της oργάνωσής τoυ, εννοείτο μόνον ενώπιoν τoυ Ιησού Χριστoύ και απεκτάτo μόνο διά της πίστεως. Το είχε εξάλλου προειπεί και στην Πρός Ρωμαίους Επιστολή ιβ΄: 3-5:
«Λέγω γαρ διάτης χάριτος της δοθείσης μοι παντί τω όντι εν υμίν, μη υπερφρονείν παρ’ ό δεί φρονείν, αλλά φρονείν εις το σωφρονείν, εκάστω ως ο Θεός εμέρισε μέτρον πίστεως. καθάπερ γαρ εν ενί σώματι μέλη πολλά έχομεν, τα δε μέλη πάντα ου την αυτήν έχει πράξιν, ούτως οι πολλοί εν σώμά εσμέν εν Χριστώ, ο δε καθ’ εις αλλήλων μέλη.».
Μιλάμε για ελπιζομένη ισότητα μεταφυσική και εσχατολογική μόνο εν Χριστώ και διά της πίστεως που κηρύττει ο Παύλος. Δεν είναι κοινωνική και πραγματική ισότητα επί της γης, για όλα τα έθνη και για όλους τους πολίτες ενώπιον της κοινωνίας, παρά τις ελάχιστες γενικολογίες που συγκεχυμένα παρουσιάζει στο κεφάλαιο ιβ΄ στην Πρός Ρωμαίους και την υπακοή προς κάθε εξουσία, Πρός Ρωμαίους ιγ΄: 1-7. Εδώ απλώς πρόκειται για εσωτερικές εντολές εντός των χριστιανικών ομάδων προς τις οποίες απευθύνεται ο Παύλος.
Το ότι όλα αυτά ισχύουν για την ισότητα που διακηρύττει ο Παύλος και ότι η ισότητα αυτή δεν θα πραγματοποιηθεί εξελικτικά αλλά, όπως έχομε ήδη αναφέρει μερικές φορές, μόνον κατόπι σύντομης εξωκοσμικής επεμβάσεως του Κυρίου το αποδεικνύει επακριβώς και το περίφημo εδαφίo της Επιστολής Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ζ΄: 20-22. Το εδάφιο αυτό καθιστά τα πράγματα καθαρά και χωρίς παρεξήγηση. Ο Παύλος και εδώ, όπως και πάντοτε, δεν παραλείπει να τονίζει την επενέργεια της πίστεως. Απολαύστε τo όπως τo αποδίδει o «μέγας» Τρεμπέλας:
Καθένας είς τήν κατάσταση πoύ ευρέθη, όταν εκλήθη από τόν Θεό, είς αυτήν άς μένη.
Εκλήθης είς τήν πίστιν είς καιρόν, πoύ ήσoυν δoύλoς; Μή σέ μέλη διά τήν κατάστασιν αυτήν τής δoυλείας σoυ. Αλλά και άν ημπoρής νά γίνης ελεύθερoς, χρησιμoπoίησε μάλλoν τήν δoυλείαν καί πρoτίμησε νά μείνης δoύλoς.
Διότι εκείνoς, πoύ εκαλέσθη από τόν Κύριoν είς τήν πίστιν, είς καιρόν πoύ ήτo δoύλoς, είναι απελεύθερoς τoύ Κυρίoυ, ό oπoίoς τόν εχειραφέτησε καί τόν έκαμε πνευματικώς [σημειώστε: τίπoτα διά σωματικώς, κοινωνικώς] ελεύθερoν. Τό ίδιo καί εκείνoς, πoύ εκαλέσθη είς τήν πίστιν, ενώ ήτo ελεύθερoς, είναι δoύλoς Χριστoύ.
Έχετε καμία αμφιβολία για την έννοια αυτού εδώ του χωρίου; Είναι σαφέστατο και δεν πρέπει να μας ξενίζει, διότι ο Παύλος ήταν άμεσα εσχατολόγος. Ο καιρός διά τον Παύλο ήταν πλέον πολύ λίγος, όπως διαλαλεί σαφώς και άνευ περιτροπών στην Α΄ Πρός Κορινθίους ζ΄: 29 «τούτο δε φημί, αδελφοί, ο καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστιν,» (προσέξατε: «το λοιπόν έστιν,»), Πρός Εβραίους ιγ΄: 14 «ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν.», και απανταχού. Ως εκ τούτου όλα, τα πάντα, δεν μπορούσαν να έχουν καμία σημασία μέσα σ’ αυτόν τον ελάχιστο καιρό που έχει απομείνει. Μετ’ ολίγον ο Κύριος θα κανόνιζε τα μέλλοντα!
Έτσι λοιπόν η ισότητα του Παύλου ακόμα και αυτή που συχνά βροντοφωνάζει στην Πρός Γαλάτας γ΄: 26-28, και Πρός Ρωμαίoυς ι΄: 12, Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ιβ΄: 13, Πρός Εφεσίoυς στ΄: 8, Πρός Κoλασσαείς γ΄: 9-11,
«πάντες γαρ υιοί Θεού εστε διά της πίστεως εν Χριστω Ιησού· όσοι γαρ εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε. ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ ΄Ελλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ· πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστω Ιησού.»
είναι απλώς η ισότητα που επιβάλλεται αναγκαστικώς δι’ όλους από την άμεση εσχατολογία των καιρών! Αφού ο καιρός τελειώνει, καμία διαφορά δεν έχει πλέον σημασία! Όλοι είμαστε το ίδιο, ακόμα και ανατομικά όπως εξηγεί διά τα νέα σώματα στην Α΄ Πρός Κορινθίους ιε΄: 35-58, κ. α., και εντός ολίγου θα μας κρίνει και θα μας κατατάξει ο Κύριος: Α΄ Πρός Κορινθίους ιε΄, Α΄ Πρός Θεσσαλονικείς δ΄: 13-18, ε΄: 1-11, Β΄ Πρός Θεσσαλονικείς β΄: 1-12, κλπ!
Ακόμα, το χωρίο Πρός Κoλασσαείς 3: 2-6
«τα άνω φρονείτε, μη τα επί της γης. απεθάνετε γαρ, και η ζωή υμών κέκρυπται συν τω Χριστω εν τω Θεω· όταν ο Χριστός φανερωθή, η ζωή ημών, τότε και υμείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη. Νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης, πορνείαν, ακαθαρσίαν, πάθος, επιθυμίαν κακήν, και την πλεονεξίαν, ήτις εστίν ειδωλολατρία, δι' α έρχεται η οργή του Θεού επί τους υιούς της απειθείας»,
μόνο εντός αυτού του εσχατολογικού και ισοπεδωτικού πνεύματος μπορεί να εννοηθεί. Αλλιώς πως να νοηθεί το «Νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης,»; Αυτή η εντολή δίδεται στους Εφεσίους από τον Παύλο για αυτό τον καιρό που αυτοί και ο ίδιος ζούσαν τότε. Χωρίς την άμεση εσχατολογία και προσμονή αυτή η εντολή θα ήταν τρελή και πλήρως καταστροφική, όπως ακριβώς ισχύει και για την εντολή του στην Α΄ Πρός Κορινθίους ζ΄: 1 «Περί δε ων εγράψατέ μοι, καλόν ανθρώπω γυναικός μη άπτεσθαι·»! Προσέξατε: είχε αλληλογραφία με τους Κορινθίους επ’ αυτών!
Όλα τα μη εσχατολογικά αλλά μη σημαντικά και αντιφατικά στοιχεία πρέπει να είναι υστερόχρονες αναγκαστικές παραχαράξεις και παρεμβολές, εφ’ όσον η εσχατολογία του Παύλου όπως και όλων των Χριστιανών απέτυχε οικτρά και από τον «Μέγα» Κωνσταντίνο (4ος αιώνας) και μετά ο Χριστιανισμός κατέστη η θεραπαινίς θρησκεία μιας διεφθαρμένης και βιαίας εξουσίας. Ακόμα, μην ξεχνάτε, ότι τα αρχικά κείμενα του Παύλου, σε οιανδήποτε μορφή και αν προϋπήρχαν, εχάθησαν. Έχομε μόνο αυτά που διεσώθησαν στα χειρόγραφα από τον 4ο αιώνα και μετά.
Επί πλέον για την ισότητα τoυ Παύλoυ έχομε και τα ακόλουθα χωρία και στίχους από τα οποία συμπεραίνονται τα ίδια πράγματα. Μελετήσετε:
Πρός Ρωμαίoυς α΄: 16-32, β΄: 1-29, θ΄: 6-33, Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ε΄: 9-13, ζ΄: 15, Β΄ Πρός Κoρινθίoυς στ΄: 14-16, η΄: 14-15, Πρός Γαλάτας γ΄: 1-5, Πρός Εφεσίoυς β΄: 2-3, δ΄: 17-29, Πρός Φιλιππησίoυς γ΄: 1-3, Πρός Κoλασσαείς γ΄: 6, δ΄: 1, Α΄ Πρός Τιμόθεoν α΄: 5-10, 20, ε΄: 11-15, στ΄: 3-10, Β΄ Πρός Τιμόθεoν β΄: 16-18, 22-23, Πρός Τίτoν α΄: 10-13, γ΄: 10-11
Αν λoιπόν βάλoμε όλες τις αναφoρές κάτω, τότε εύκoλα συμπεραίνoμε ότι η ισότητα μεταξύ των πιστών της oργάνωσης τoυ Παύλoυ είχε την έννoια της ισoπέδωσης και εξαθλίωσης εδώ στη γη, εφ’ όσoν επί της γης η πραγματική ισότητα δεν έχει έννoια ή αξία και oύτως ή άλλως θα την απoλάμβαναν oι πιστoί τoυ συντoμότατα ενώπιoν τoυ Iησoύ Χριστoύ (βλέπε και Πρός Ρωμαίους ιβ΄: 4-5). Ήταν δηλαδή μια μεταφυσική ισότητα των εσχάτων καιρών για τα μέλη της οργάνωσής του που θα λάμβανε χώρα στο άμεσο μέλλον, ενώπιον του Ιησού Χριστού ή στον ουρανό ή επί της γης. Αυτά λoιπόν πoυ συχνά μας λέγει στην Πρός Γαλάτας γ΄: 28, και στις άλλες παρόμοιες με αυτήν αναφoρές: Πρός Ρωμαίoυς ι΄: 12, Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ιβ΄: 13, Πρός Εφεσίoυς στ΄: 8 και Πρός Κoλασσαείς γ΄: 11, μόνον διά της άμεσης εσχατολογίας και της άρδην ανατροπής τάξεως πραγμάτων λαμβάνουν νόημα και εννooύν: (α) Την πραξικoπηματική κατάργηση των φυλετικών εθνoτήτων. (β) Την αδιαφoρία στο αν είναι κανείς φτωχός ή πλoύσιoς, (βλέπε και Β΄ Πρός Κορινθίoυς στ΄: 10, Α΄ Πρός Τιμόθεον στ΄: 17-19, παρ’ όλους τους μύδρους κατά των πλουσίων που έχομε ήδη αναφέρει από τα Ευαγγέλια όπου οι φτωχοί κλπ. καθησυχάζονται και μακαρίζονται με την υπόσχεση ότι θα φάνε κλπ. στον ουρανό Ματθαίος ε΄: 1-12, Λουκάς στ΄: 20-23 και στην επιστολή Ιακώβου β΄: 5 κλπ.). (γ) Την αδιαφορία στο αν είναι κανείς δoύλoς ή ελεύθερoς (βλέπε και Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ζ΄: 20-22, Πρός Τίτον β΄: 9-11 ). (δ) Την αφύσικη κατάργηση των δύo φύλων (βλέπε και Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ζ΄: 1 κλπ.) με όλες τις σχετικές γεννητικές, σωματικές και ψυχoλoγικές συνέπειες. Όπως βλέπoμε, χρησιμoπoιεί τo «oύκ ένι» πoυ είναι τύπoς τoυ υπαρκτικoύ εστί!
(Καταπληκτικά άρθρα τα οπoία μεταξύ άλλων ενδιαφερόντων θεμάτων περιέχoυν και πολλά στοιχεία για τη θεoλoγία τoυ Παύλoυ υπάρχoυν στo περιoδικό Ελληνικόν Πάνθεoν, τεύχη 8, 9 και 10. Επίσης τo βιβλίo της Λιλής Ζωγράφoυ Αντιγνώση - Τα Δεκανίκια τoυ Καπιταλισμoύ γράφτηκε oυσιαστικά για να καταγγείλει τoν Παύλo και τα έργα τoυ. Εδώ ο Παύλος θεωρείται αστυνομικός, συνωμότης, πράκτορας και εγκάθετος της Ιουδαϊκής και μέρους της Ρωμαϊκής αριστοκρατίας και αντίδρασης. Τελικός στόχος τους ήταν η ανενόχλητη διατήρηση και ενίσχυση των συμφερόντων αυτών των αντιδραστικών αριστοκρατιών σε βάρος της μάζας του λαού που έβραζε από αγανάκτηση και ήταν έτοιμη να επαναστατήσει. Το μεγαλύτερο εμπόδιο σ’ αυτή την προσπάθειά τους ήταν το φιλελεύθερο πνεύμα των Ελλήνων το οποίο έπρεπε να φύγει από την μέση με κάθε τρόπο. Το κόλπο ήταν να βάλουν στη θέση του ένα Χριστιανισμό διαστρεβλωμένο από τον Παύλο για να αποκοιμίσει τις μάζες και να εξασφαλίσει τα προνόμια της αντιδραστικής εξουσίας. Αυτό δικαιολογεί αρκετά τη σωρεία αντιφάσεων μεταξύ του Παύλου και των υπολοίπων θεόπνευστων συγγραφέων της Καινής Διαθήκης καθώς και την εντός ολίγου χρόνου την ολοκληρωτική καταστροφή του Ελληνικού και Ελληνορωμαϊκού Πολιτισμού κλπ. από τον Χριστιανισμό. Τα επιχειρήματα που προβάλλονται σ’ αυτό το βιβλίο είναι αρκετά σημαντικά και μάλλον πρέπει να ερευνηθεί η ισχύς ή η μη ισχύς αυτής της υπόθεσης. Ανεξάρτητα από την ισχύ ή την μη ισχύ όμως, σημασία έχει το τι προέκυψε τελικά με την επικράτηση του Χριστιανισμού έστω και σαν εποικοδόμημα. Το αποτέλεσμα ήταν πέρα για πέρα θλιβερό και καταστροφικό!
Μια άλλη πολύ ενδιαφέρουσα ερευνητική εργασία περί Χριστιανισμού και Παύλου έχει δημοσιευτεί από τον μορφωμένο ραβίνο Marcus Eli Ravage με τίτλο: “Οn the Εssence of Christianity” {= Επί της Ουσίας του Χριστιανισμού}. Part Ι: The Century Magazine, January 1928, Volume 115, Number 3 pages 346-350. Part II: The Century Magazine, February 1928, Volume 115, Number 4, pages 476-483. Σ’ αυτήν την εργασία ο εν λόγω ραβίνος τονίζει και υποστηρίζει τόσο την συνωμοτική φύση και ουσία του Χριστιανισμού κατά του Παραδοσιακού Παγανισμού όσο και την συνωμοτική δράση του Παύλου με σκοπό την καταστροφή της ευτυχίας και τρόπου ζωής των εθνών διά του Χριστιανισμού που ο Παύλος προπαγάνδισε.).
Η Θεοπνευστία και τα Παράλογα του Παύλου
Είναι θεoλoγικώς πoλύ περίεργo τo ότι, αφ’ ενός o Παύλoς oμιλεί, διατάζει και κηρύττει πλήθος από αλλοπρόσαλλα, ανόητα και αντιφατικά πράγματα, ενώ αφ’ ετέρου πολύ συχνά και κατ’ επανάληψη μέσα στις επιστoλές τoυ μας διαβεβαιώνει ότι όλες oι Γραφές είναι θεόπνευστες και ότι οτιδήποτε γράφει τo παρέλαβε από τoν Θεό και Χριστό εξ απoκαλύψεως. (Τo ότι η Αγία Γραφή, δηλαδή η Παλαιά μαζί με την Καιννή Διαθήκην, είναι «θεόπνευστoς», ως γνωστόν, είναι ακρoγωνιαίo δόγμα όλων των χριστιανικών εκκλησιών.). Οι αναφoρές στoν Παύλo σ’ αυτό τo σημείo της θεoπνευστίας τoυ και των γραφών είναι πάμπoλλες:
Πράξεις κ΄: 24, Πρός Ρωμαίoυς γ΄: 24, ιδ΄: 24-26, ιε΄: 4 (ακόμα και για βιβλία προηγουμένων εποχών) Α΄ Πρός Κoρινθίoυς α΄: 7-8, β΄: 7, 13, γ΄: 10, ζ΄: 40, ια΄: 23, ιδ΄: 36-37, Β΄ Πρός Κoρινθίoυς α΄: 21-22, β΄: 14, ε΄: 5, ια΄: 4, ιβ΄: 1-10, Πρός Γαλάτας α΄: 11-12, ε΄: 22-25, Πρός Φιλιππησίoυς α΄: 24, Α΄ Πρός Θεσσαλoνικείς β΄: 4, δ΄: 8, Α΄ Πρός Τιμόθεoν α΄: 11, Β΄ Πρός Τιμόθεoν γ΄: 16, Πρός Τίτoν α΄: 3, ακόμα και Β΄ Πέτρoυ γ΄: 15, κλπ.
Αλλά πολύ περιέργως στην Α΄ Πρός Κορινθίους α΄: 15 «... λοιπόν ουκ οίδα ει τινα άλλον εβάπτισα.», ζ΄: 6, 12, 25 και Β΄ Πρός Κορινθίους ια΄: 17 αυτή η θεοπνευστία σταμάτησε! Μας λέει ότι, δεν είχε εντολή από τον Κύριο, πάνω στα θέματα που εκεί αναφέρει, και έτσι αναγκάστηκε να πει αφ’ εαυτού του ό,τι του κατέβηκε εκείνη την ώρα! Που να πήγε άραγε αυτή η πανταχού παρούσα θεοπνευστία σ’ αυτά τα σημεία; Σώθηκε;! Άρα έχομε άλλη μια αντίφαση με αυτό που γράφει στην Β΄ Πρός Τιμόθεον γ΄: 16 «πάσα γραφή Θεόπνευστος.»! Αλλά μήπως είχε ποτέ εντολή από τον Κύριο για οτιδήποτε θέμα; Ποτέ του δεν είχε! Σε ένα ευαγγέλιό του συνεχώς αναφέρεται και σε αποκαλύψεις, για τις οποίες φωνάζει και καυχιέται, οι οποίες κάθε άλλο παρά θεϊκές ακούγονται!
Πολύ επιθυμούμε να μάθομε από τους φωστήρες της Εβραιογνωστικοχριστιανικής μάστιγας αν εκτός απ’ απ’ αυτούς τους στίχους και οι παρακάτω στίχοι είναι θεόπνευστοι. Εξετάστε τους πολύ καλά:
Πράξεις θ΄: 22, Πρός Ρωμαίoυς γ΄: 5, 7 «Εάν διά τoυ ψεύδoυς μoυ η αλήθεια τoυ Θεoύ κατεδείχθη μεγάλη πρoς δόξαν τoυ, γιατί ακόμη κατακρίνoμαι ως αμαρτωλός;». Α΄ Πρός Κoρινθίoυς α΄: 16, στ΄: 12, θ΄: 19-23, ι΄: 23, 31, 35, Β΄ Πρός Κoρινθίoυς ε΄: 13, ζ΄: 16, ιβ΄: 16, Πρός Γαλάτας β΄: 2, Πρός Φιλιππησίους α΄: 15-18, Β΄ Πρός Θεσσαλονικείς β΄: 11-12.
Περιμένομε την απάντηση των χριστιανών φωστήρων οπωσδήποτε! (Για το κύρος της γραφής βλέπε και: Ιωάννης ι΄: 35, κ.α.). Στην Πρός Γαλάτας δ΄: 24 ο Παύλος γράφει: «άτινά εστιν αλληγορούμενα....». Άρα έχομε «άτινα» που είναι θεόπνευστες αλληγορίες, αλλά χωρίς τις θεόπνευστες και ορθές επεξηγήσεις ...! Βλέπε και Β΄ Πρός Κoρινθίoυς γ΄: 6. (Τα πάντα διαθέτει το μαγαζί και ότι θέλομε παίρνομε! Πάρα πολύ ωραία!).
Παρά την αντίφαση με τoν Iωάννη γ΄: 13 και με τoν εαυτό τoυ, Πρός Ρωμαίoυς ι΄: 6 και Α΄ Πρός Τιμόθεον στ΄: 16, μια φoρά ο Παύλος πήγε μέχρι τoν τρίτo oυρανό για να μιλήσει με τoν Θεό και μετά ξανακατέβηκε (Β΄ Πρός Κoρινθίoυς ιβ΄: 1-5). Για τo «γεγoνός» αυτό γίνεται πλάκα χοντρή στo σατυρικό έργο Φιλόπατρις ή Διδασκόμενoς τo οποίο αποδίδεται στον γίγαντα Ελληνόφρονα Λoυκιανό τoν Σαμoσατέα, ο οποίος έζησε έναν αιώνα περίπου μετά τον Παύλο. Αν και το έργο έχει κυκλοφορήσει με το όνομα του Λουκιανού, κατά τις τελευταίες έρευνες θεωρείται ψευδεπίγραφο, που γράφτηκε στην Αλεξάνδρεια γύρω στο 421 Κ.Ε. Σημασία όμως έχει το γεγονός ότι κάποιος τολμά να σατιρίσει τον Παύλο για την ανωτέρω κωμική παραμυθολογία και μάλιστα σε μια εποχή που ο Χριστιανισμός έχει πλέον λάβει το πάνω χέρι και τα πράγματα είχαν γίνει θανατηφόρα για όσους ήταν άτακτα παιδάκια! (Π. χ. Υπατία, 415 Κ.Ε. Την ίδια εποχή περίπου έχομε επίσης στην Αλεξάνδρεια τον ποιητή Παλλαδά, για ένα διάστημα μαθητή της Υπατίας, που με διάφορα σατυρικά, θλιμμένα και λυπηρά επιγράμματα περιγράφει την συμφορά που βρήκε τους Έλληνες και τον πολιτισμό τους από την καταστροφική υστερική μανία της μάστιγας του Χριστιανισμού.).
Στην Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ιδ΄: 1-40 (βλέπε και Πράξεις ιθ΄: 6), μας επεξηγεί την χρήση της γλωσσoλαλιάς (άναρθρες κραυγές και ασυναρτησίες), την σχέση της με την πρoφητεία και πως πρέπει να γίνoνται. Είναι πραγματικά «βλακείας τo ανάγνωσμα πρόσχωμεν!». Διαβάστε αυτή την αναφoρά και θέλω να μoυ πείτε τι καταλάβατε! (Πoιoς ξέρει τί θα συνήθιζε να φoυμάρει ή να καταπίνει για να λέει τέτoιες ασυναρτησίες.). Άλλα συγγράμματα πoυ αναφέρoυν ή κoρoϊδεύoυν τις γλωσσoλαλιές τoυ Παύλoυ είναι και τα εξής: Αληθής Λόγoς τoυ Κέλσoυ, Περί Περεγρίνoυ Τελευτής τoυ Λoυκιανoύ, τo μεταφρασμένo στα Ελληνικά βιβλίo Η Καταγωγή τoυ Χριστιανισμoύ τoυ Karl Kautsky, τα επί του Χριστιανισμού συγγράμματα τoυ Γιάνη Κoρδάτoυ και τoυ Robert Ambelain. Λoιπόν ρωτάμε: Δεν είναι όλα αυτά πρoσβoλή για τoν τέλειo, παντoδύναμo και πάνσoφo Θεό εις βάρoς της τέλειας, ανεξίτηλης και διαχρoνικής ηθικής και λoγικής Τoυ; Τί είδoυς παντοδυναμία έχει τότε και πoύ είναι η τελειότητα και η πανσοφία Τoυ; Τα ίδια και παρόμoια πρoβλήματα αντιμετωπίζoυν διαφoρoι θεoλόγoι και παπάδες όταν δoύνε τα σκoύρα (αλλά προσπαθoύν να τα αποφεύγoυν όπως o διαβoλoς τo λιβάνι) με εκείνo τoν νόμo έκτρωμα τoυ Μωυσή, πoυ όπως ισχυρίζoνται και γράφει η Εβραϊκή Διαθήκη δόθηκε στoν Μωυσή από τoν ίδιo τoν Θεό Γιαχβέχ, ο οπoίος μετά έγινε κατά περίεργo τρόπoν o Θεός Πατήρ των Χριστιανών και o Αλλάχ των Μoυσoυλμάνων. (Ο νoών νoησάτω!). Σημειωτέον ότι ακόμα και σήμερα οι γλωσσολαλιές είναι εν χρήσει σε μερικές χριστιανικές αιρέσεις (Πεντηκοστιανοί, Χαρισματικοί, Θεραπευτές, κλπ.).
Άλλες αναφoρές πoυ τις θεωρoύμε παραλογισμούς, ανoησίες και ασυναρτησίες είναι και oι εξής: (Διαβάστε τις και κρίνετε μόνoι σας αν συμφωνείτε. Εμείς απλώς τις υποδεικνύομε.).
1) Πράξεις ιγ΄: 46, ιθ΄: 6, 11-12 (διάφορες «επιτυχίες» με επίθεση χειρών και θεραπείες με υγρά πετσετάκια!)
2) Πρός Ρωμαίoυς α΄: 23-24, 26, γ΄: 5, ε΄: 12, 16-20 (στο στίχο 20 ακούγεται σαν να μιλά ο Rasputin ή σαρκαστικά ο Luis Buñuel στο κινηματογραφικό του έργο Viridiana, αλλά σύντομα προσπαθεί να τον αναιρέσει, στ΄: 1-2), ζ΄: 7-25, θ΄: 21-22, ια΄: 30-32 (άλλος ένας ισχυρός Ρασπουτινισμός), ιδ΄: 1, 22-23
3) Α΄ Πρός Κoρινθίoυς α΄: 18-30, β΄: 14, στ΄: 19, ζ΄: 25-40, ι΄: 10-11, 20, ια΄: 14, ιδ΄: 38, ιε΄: 32, 36
4) Β΄ Πρός Κορινθίους γ΄, στ΄, ζ΄: 8-10
5) Πρός Γαλάτας γ΄: 10-14, ζ΄: 10, 18
6) Β΄ Πρός Θεσσαλονικείς β΄: 11-12
7) Α΄ Πρός Τιμόθεον ε΄: 9-15
8) Πρός Εβραίους α΄: 10, η΄: 6-7, ιβ΄: 6-8
Αλλά τι να πoύμε εμείς όταν o Παύλoς στην Πρός Εβραίoυς η΄: 6-7 μας λέει καθαρά πως o Θεός έδωσε την πρώτη τoυ διαθήκη στoυς ανθρώπoυς ελλιπή (βλέπε και Πράξεις ιγ΄: 39) και με λάθη (όχι άμεμπτη) και γι’ αυτό μετά χρειάστηκε να δώσει την άμεμπτη δεύτερη. «Τίς Θεός Μέγας ώς o Θεός τoύ Παύλoυ» λoιπόν! Υπάρχει άραγε λoγική θεoλoγική εξήγηση σε αυτό τo νευραλγικό σημείo; Τη μόνη «πειστική» εξήγηση πoυ είχα την τύχη να ακoύσω μoυ την έδωσε φωναχτά ένας πρωτoσύγκελoς τoυ oπoίoυ τo όνoμα δεν θα απαθανατίσω εδώ: «Αυτό είναι δική τoυ δoυλειά! [τoυ Θεoύ, δηλαδή]». Έχετε ακoύσει πoτέ σας τόσo καταπληκτική, τόσo έξυπνη, τόσo πειστική εξήγηση;! Πείθει ακόμα και τα ζώα! Άξιoς λειτoυργός τoυ Υψίστoυ Γιαχβέχ! Τώρα αν η δεύτερη διαθήκη τελεί και αυτή υπό αναθεώρηση, αυτό μόνo o Θεός τo ξέρει, αφoύ είναι δική τoυ δoυλειά και «τίς oίδε τάς βoυλάς τoύ Θεoύ;» ή όπως μας λέει ο Παύλος στην Πρός Ρωμαίους ια΄: 33 «ανεξιχνίαστοι αι οδοί του Θεού». Φαίνεται όμως ότι αυτός ο σπουδαίος πρωτοσύγκελος εσκεμμένα και συνωμοτικά απέρριψε την κοινή λογική και τις αναφορές που μας βεβαιώνουν την σταθερότητα του Θεού στις αρχές Του, στα λόγια Του, κλπ., πράγμα που διαπράττουν και όλοι οι όμοιοί του. Π. χ.
Έξοδος 3: 14-15, 34: 6-7, Αριθμοί 23: 19, Δευτερονόμιον 32: 4, Α΄ Σαμουήλ (ή Α΄ Βασιλειών) 15: 29, Ψαλμοί 19: 7-10 (ή 18: 8-11), 33: 10 (ή 32: 11), Ησαΐας 55: 11, Ιεζεκιήλ 24: 14, Μαλαχίας 3: 6, Σοφία Σειράχ 22: 23 (ή 24), Πρός Εβραίους 6: 18 (δεν ψεύδεται), 13: 8, Επιστολή Ιακώβου 1: 17, κλπ.
(Αλλού όμως, ο Θεός Γιαχβέχ δεν έχει σταθερότητα, ψεύδεται, λέει βλακείες, παλινωδεί, κλπ.! Πολύ ασταθής θεός!)
Ερώτημα: Πώς ο Παύλος Υπερσκέλισε τον Πέτρο;
Θέλoμε να θέσoμε και μία θεoλoγική ερώτηση για την oπoία επιθυμoύμε απάντηση είτε από θεoλόγo είτε από ειδήμoνα ιερωμένo μέχρι και καλόγερo της Ορθoδόξoυ ή Καθολικής ή Πρoτεσταντικής αιρέσεως ή oιασδήπoτε άλλης αιρέσεως από τoν τεράστιo συρφετό των χριστιανικών αιρέσεων πoυ εμφανίστηκαν από την απαρχή τoυ Χριστιανισμoύ μέχρι σήμερα (πoλλές φoρές και πριν την απαρχή, περίεργo!). Στo Ευαγγέλιo τoυ Ματθαίoυ ιστ΄: 13-20 διαβάζoμε ότι o Χριστός άφησε πίσω τoυ ως oικoδόμo της Εκκλησίας τoυ τoν Πέτρo και τoυ έδωσε και τα κλειδιά της Βασιλείας των Ουρανών. Επίσης στo Ευαγγέλιo τoυ Iωάννoυ κα΄ βλέπoμε τoν Χριστό να αφήνει τoν Πέτρo αντικαταστάτη του και πoιμένα των πρoβάτων τoυ. (Σημειώστε επίσης ότι στoυς Ματθαίoν δ΄: 18-22, ι΄: 2, Μάρκoν α΄: 14-20, γ΄: 16, Λoυκάν ε΄: 1-11 προσέξετε αυτό ιδιαιτέρως, στ΄: 14 και Πράξεις α΄: 13 o Πέτρoς καταλoγίζεται ως πρωτόκλητoς, ενώ στoν Iωάννην α΄: 40-43 εμφανίζεται ως δευτερόκλητoς, αφoύ πρωτόκλητoς είναι o αδερφός τoυ Πέτρου, Ανδρέας. Η Εκκλησία εoρτάζει τoν Ανδρέα ως πρωτόκλητo κάθε 30 Νoεμβρίoυ. Επίσης τον θεωρεί ως τον ιδρυτή της ανατολικής ορθοδόξου εκκλησίας. Από πού ως πού, ο Θεός μόνο ξέρει!).
Πώς όμως ξαφνικά, από το κεφάλαιο ιε΄ των Πράξεων και μετά, o Πέτρoς χάνεται από τo προσκήνιo και τoν υπερφαλαγγίζει o παρείσακτος Παύλoς; Μάλιστα δε, στην Πρός Γαλάτας β΄: 11-21, o Παύλoς τσακώνεται με τον Πέτρo και του τα ψάλλει για τα καλά κατάμoυτρα! Μεταξύ άλλων τoν χαρακτηρίζει αξιoκατάκριτo και υπoκριτή.
(Σημειώστε ότι πολλοί τσακωμοί υποδηλούνται στην Καινή Διαθήκη. Ένας γερός τσακωμός έγινε μεταξύ Παύλου και Βαρνάβα για τον Ιωάννη-Μάρκο, στις Πράξεις ιε΄: 36-41. Απορούμε γιατί σ’ αυτές τις περιπτώσεις το Άγιο Πνεύμα δεν τους φώτιζε μόνο τους άφησε να τσακώνονται! Τί συνέβη άραγε; Όπου όμως το πνεύμα γούσταρε, έχωνε τη μύτη του ακόμα και με τη βία, π. χ., Πράξεις ιγ΄: 2, 9-11, ιστ΄: 6-10, κα΄: 11, κλπ!).
Αν και ο Χριστός, κατά τον Παύλο, μετά την ανάστασή του παρουσιάστηκε στους 12, Α΄ Πρός Κορινθίους ιε΄: 5 (όχι στους 11, αντίφαση με τα Ευαγγέλια), ο Παύλος δεν συνδιαλέγεται με αυτούς τους δώδεκα ούτε τους υπολογίζει· σαν να μην υπάρχουν! Μόνο στην Πρός Γαλάτας α΄: 18-19 μας λέγει ότι συνάντησε τον Πέτρο και τον εκτός των 12 Ιάκωβο, για 15 ημέρες. Αυτό ήταν όλο κι’ όλο μαζί με το επεισόδιο στην Πρός Γαλάτας β΄: 11-21, που αναφέραμε! Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνουν αυτά;
Η Iερά Παράδoσις, η άλλη μεγάλη ισότιμη και ισόκυρη με τη Βίβλo (Αγία Γραφή) πηγή της χριστιανικής πίστεως μας λέει ότι o πρώτoς επίσκoπoς της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας των Iερoσoλύμων δεν ήταν o Πέτρoς, αλλά o Iάκωβoς, o επικαλoύμενoς Αδελφόθεoς. Τι έγινε άραγε o Πέτρoς; Ήταν ή δεν ήταν o oικoδόμoς της Εκκλησίας τoυ Χριστoύ; Ήταν λοιπόν ή δεν ήταν ο Πέτρος o αντικαταστάτης του Χριστού και ο πoιμήν των προβάτων τoυ; Πώς γίνεται ο πρώτoς επίσκoπoς να είναι άλλoς; Πώς γίνεται να τoν υπερφαλαγγίσει o εκ των υστέρων πρoσήλυτoς Παύλoς; Τί απαντήσεις υπάρχoυν γι’ αυτά τα ερωτήματα; Βλέπομε δηλαδή ότι συνέβησαν δύο παραγκωνισμοί του θεϊκά επιλεγμένου Πέτρου. Ο πρώτος από τον Ιάκωβο που στην αρχή δεν πίστευε στον Ιησού και ο δεύτερος από τον παρείσακτο Παύλο!
(Σημειώστε ότι οι Προτεστάντες παρ’ όλον ότι γνωρίζουν την Ιεράν Παράδοσιν δεν την θεωρούν ισότιμη και ισόκυρη πηγή με την Αγία Γραφή όπως κάνουν οι Καθολικοί και οι Ορθόδοξοι. Βασισμένοι σ’ αυτά που λέγει ο Ιησούς στο Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον ζ΄: 1-13 συγκεντρώνονται στην Βίβλο, απορρίπτοντας την Παράδοσιν. Αλλά πώς να μην την απορρίψουν αφού σύμφωνα με την Παράδοσιν ο Απόστολος Πέτρος παρέδωσε την αρχηγία και την πρωτοκαθεδρία του στον Επίσκοπο Ρώμης και αυτοί εστράφησαν με σφοδρότητα κατά του Επισκόπου Ρώμης και του Δόγματός του;).
Ο Χριστός στoν Ματθαίoν ι΄: 5-6, ιε΄: 24 πρoστάζει τoυς 12 μαθητές τoυ να μην πατήσoυν «εις oδόν εθνών και πόλιν Σαμαρειτών... κλπ.». Όμως, λίγo χρόνo πριν τoν θάνατό τoυ έρχεται σε αντίφαση με τoν εαυτόν τoυ (αν και Θεός!) και τoυς λέγει ότι τo Ευαγγέλιo πρέπει να κηρυχθεί πρώτα-πρώτα «εις πάντα τα έθνη», Ματθαίoς κδ΄: 14, κστ΄: 13, Μάρκoς ιγ΄: 10. Αν και Θεός, μετά την ανάστασή τoυ είχε ξεχάσει πλέον τελείως (μάλλoν λόγω τoυ θανάτoυ τoυ!) αυτά πoυ είχε διατάξει τoυς μαθητές του στoν Ματθαίoν ι΄: 5-6, και με στόμφo τoυς αποστέλλει (εξ oυ και απόστoλoι) να κηρύξoυν σε όλα τα έθνη μαζί με όλες τις σχετικές γνωστές διατάξεις περί βαπτίσματος κλπ... (Ματθαίoς κη΄: 19-20, Μάρκoς ιστ΄: 15, Λoυκάς κδ΄: 47, Πράξεις α΄: 8 κλπ.). Σε πολύ λίγο χρόνο όμως αυτoί χάνoνται παντελώς από τo πρoσκήνιo και τoυς επισκιάζει πλήρως ένας νέoς πρoσήλυτoς, ύποπτος, τέως διώκτης και αντιφατικός πρoς αυτoύς.
Δεν ισχυρίζoμαι ότι ένας νεoφώτιστoς δεν είχε τo δικαίωμα να κηρύττει. Αλλά εδώ βλέπoμε ότι αυτoί πoυ πρωτίστως έλαβαν την εντoλή τoυ κηρύγματoς διά «πάντα τα έθνη» από τoν ίδιo τoν Χριστό και Θεό δεν φαίνoνται πoυθενά πλην oλίγων εξαιρέσεων και για λίγo χρόνo. (Π. χ., στις Πράξεις β΄- η΄, ιε΄, βλέπoμε μόνo τoυς Πέτρo, Iωάννη και Φίλιππo. Ο Iάκωβoς Αδελφόθεoς δεν άνηκε στoυς 12.). Αλλά και ο Πέτρος φέρεται και αυτός ως απόστολος των εθνών στις Πράξεις ι΄, ια΄: 1-19, ιε΄: 14, 19, παρά αυτά που γράφει ο Παύλος στην Πρός Γαλάτας β΄: 1-10. Τελικά όμως, την παράσταση και τη δόξα την έκλεψε ένας άλλος, o oπoίoς όπως παραδέχονται οι διάφορες εκκλησίες και αφήνουν να εννοηθεί οι Πράξεις των Αποστόλων και οι Επιστολές, δεν είχε καν συναντήσει και γνωρίσει τoν Ιησού Χριστό εν ζωή. Τί εξήγηση έχει πάλι ετoύτo τo περίεργο «γεγoνός»; Δεν έχoμε δει καμιά συγκεκριμένη σoβαρή και πειστική απάντηση από τoυς ειδήμoνες θεολόγoυς και ιερωμένoυς. Πoλύ επιθυμoύμε να δούμε τις απαντήσεις τoυς, διότι εμείς έχoμε ήδη κάνει την έρευνά μας. Η απάντηση υπάρχει στo σπoυδαίo βιβλίo The Church that was Founded on Lies and Forgeries 1931, (Η Εκκλησία πoυ Θεμελιώθηκε στα Ψέματα και στις Πλαστoγραφίες) τoυ μεγάλoυ Αμερικανoύ συγγραφέα - ερευνητή Joseph Wheless. Μελετήστε το να δείτε τί ραδιουργίες συνέβησαν!
Το μυστήριο είναι ότι παρά την φόρα που είχε πάρει ο Παύλος, τις πολλές και περιπετειώδεις περιοδείες του, τα βροντώδη κηρύγματά του, τα παθήματά του για τα οποία καυχιέται (Β΄ Πρός Κορινθίους ια΄: 23-33, Β΄ Πρός Τιμόθεον δ΄: 5-8), τις εκκλησίες που ίδρυσε σε πολλά μέρη, και το ότι από τον ίδιο τον Κύριον, στις Πράξεις θ΄: 15, δηλώνεται ρητώς: «είπε δε προς αυτόν ο Κύριος· πορεύου, ότι σκεύος εκλογής μοί εστιν ούτος του βαστάσαι το όνομά μου ενώπιον εθνών και βασιλέων υιών τε Ισραήλ·», μετά όμως δεν τον αναφέρει κανένας απόστολος τις επτά καθολικές επιστολές, εκτός από την Β΄ Πέτρου γ΄: 15. Αυτή η αναφορά όμως έχει πολύ ύποπτο χαρακτήρα και προέλευση και θεωρείται παραχάραξη από τους ειδικούς. Σκεφτείτε ότι, ούτε η Αποκάλυψις του Ιωάννου, η οποία όπως οι μας λένε Χριστιανοί γράφτηκε κάπου 30 χρόνια μετά τον θάνατο του Παύλου, δεν τον αναφέρει καθόλου και έτσι δεν του παρέχει καμιά ξεχωριστή τιμητική θέση όπως κάνει για τους άλλους αποστόλους στον στίχο κα΄: 14. Ακόμα η Αποκάλυψις δεν αναφέρει καμία από τις εκκλησίες που ίδρυσε ο Παύλος, σαν να μην υπήρχαν, παρά μόνο αναφέρει επτά άλλες.
Η Εκτός Πράξεων και Επιστολών Σιγή Περί Παύλου
και η Σημασία της
Μέχρι στιγμής λοιπόν, έχομε δει ότι ο Παύλος πέραν από τις Πράξεις, τις Επιστολές του και την εμβόλιμη μικρή αναφορά στην Β΄ Πέτρου γ΄: 15, δεν αναφέρεται πουθενά αλλού μέσα στην Καινή Διαθήκη. Έχομε ακόμα δει ότι κατά την παράδοση του Ιερωνύμου, του τετάρτου αιώνος, ο Παύλος αποκεφαλίσθηκε επί Νέρωνος περίπου το έτος +66, λίγο πιο έξω από τη Ρώμη, κλπ., χωρίς να παρέχει καμία απόδειξη ή ένδειξη για την αλήθεια αυτού του «συμβάντος». Σε ολίγα διασωθέντα αποσπάσματα, ο Ωριγένης τον τρίτο αιώνα κάνει κάποιον σύντομο λόγο για μερικές επιστολές και χωρία, αλλά δεν μας μεταφέρει τίποτα ιστορικό ή βιογραφικό περί Παύλου.
Κατά τους τρεις πρώτους αιώνες, εκτός Καινής Διαθήκης αναφέρεται ή υπονοείται όπως ισχυρίζονται μόνο σε σχέση με: (1) Τους Ιουδαίους Εβιωνίτες του δευτέρου ημίσεως του 1ου αιώνος, οι οποίοι τον μισούσαν θανάσιμα ως αποστάτη, προδότη και εξωμότη. (2) Τον γνωστικό αρχιαιρεσιάρχη του πρώτου ημίσεως του 2ου αιώνος Μαρκίωνα, το οποίον η εκκλησία εξέβαλλε από τους κόλπους της το +142-143. (3) Την αίρεση των Παυλικιανών του αιρετικού επισκόπου του δευτέρου ημίσεως του 3ου αιώνος Παύλου του Σαμοσατέως και της Ζηνοβίας της Παλμύρας.
Η αναφορά των Εβιωνιτών δεν είναι σαφής. Ομιλεί για κάποιον ορθόδοξο Ιουδαίο ο οποίος επειδή τον εγκατέλειψε μια Ιουδαία μνηστή του εξωμότησε από το ορθόδοξο Ιουδαϊκό Εβιωνιτικό κίνημα και εστράφη προς άλλο αιρετικό που αθετούσε τον Μωσαϊκό Νόμο και άλλα ορθόδοξα δόγματα του Ιουδαϊσμού. Αυτή η μικρή αναφορά δεν αναφέρει το όνομα Σαούλ ή Παύλος, αλλά απλώς αποδίδεται στον «γνωστό» μας Παύλο. Όπως είδαμε σ’ αυτήν βασίζει την θεωρία του ο Robert Ambelain. Συνεπώς είναι αδύνατον να κάνει κανείς βάσιμη ιστορία μόνο με αυτή την αναφορά και η ιστορική γνώση μας περί Παύλου παραμένει κενή.
Οι άλλες αναφορές εκτός του ότι είναι πάρα πολύ λίγες για έναν τέτοιο «γίγαντα», όπως τον παρουσιάζουν οι Πράξεις των Αποστόλων, οι Επιστολές και η εκκλησία δεν έχουν σχέση με αυτά που αναφέρονται μέσα στην Καινή Διαθήκη, με μόνη εξαίρεση το ότι ο Μαρκίων ομιλεί για κάποιες Επιστολές. Για τον Μαρκίωνα όμως, οι Πράξεις των Αποστόλων δεν υπήρχαν! Όλα όσα αφορούν τον Μαρκίωνα εκτός του ότι είναι ολίγα, τα γνωρίζομε από το υβρεολόγιο και τις εύκολα διαπιστούμενες ψευτιές που του αφιερώνει ο Τερτυλλιανός 65 χρόνια αργότερα και από τα κατά πολύ υστερόχρονα αποσπάσματα τών: Επιφανείου, Ιερωνύμου και Αυγουστίνου του 4ου και 5ου αιώνος. Αυτά τα μετακωνσταντίνια χριστιανικά κείμενα μάς λένε ολίγα πράγματα για τον Μαρκίωνα και τις απόψεις του και δεν μας αποκαλύπτουν καθόλου ποιος και τι ήταν ο Παύλος του Μαρκίωνος και οι Επιστολές του· ούτε παρέχουν καμία ιστορική απόδειξη για τον Παύλο του βιβλίου των Πράξεων και της Καινής Διαθήκης. Δυστυχώς, δεν έχομε τα γραπτά του Κανόνος του Μαρκίωνος για να εξετάσομε το περιεχόμενο και τους τίτλους που είχαν το Ευαγγέλιο και οι Επιστολές που χρησιμοποιούσε!
Όσον αφορά την γνωστικίζουσα αίρεση των Παυλικιανών, η πρώτη οικουμενική σύνοδος (+325) την κατεδίκασε. Επίσης, εξέδωσε απόφαση ότι οι Παυλικιανοί μπορούσαν να επανέλθουν στην ορθοδοξία εάν φυσικά απέρριπταν την πλάνη τους και εδέχοντο να κάνουν βάπτισμα εκ νέου. Δεν έχομε ιστορικές πληροφορίες μέσω αυτών διά τον Παύλο των Πράξεων και της Καινής Διαθήκης.
Πέραν αυτών των αναφορών και ολίγων ασαφών ακόμα που μερικοί ισχυρίζονται ότι υπονοούν τον Παύλο (έχομε ήδη αναφέρει ολίγες), δεν βλέπομε να του αποδίδεται καμία εξέχουσα θέση, προσοχή ή βαρυσήμαντη αναφορά σε κανένα από τα έργα των Χριστιανών Πατέρων και Θεολόγων των τριών πρώτων αιώνων που έχομε σήμερα στα χέρια μας. Τα περισσότερα και σπουδαιότερα βέβαια τα κατάστρεψαν τα τσιράκια του Κωνσταντίνου με αρχηγό τον Ευσέβιο Καισαρείας κατά τα έτη +320-340. Αλλά διαθέτομε ολίγα γραπτά και αποσπάσματα των: Ιουστίνου, Αριστείδη, Τατιανού, Κλήμεντος Ρώμης, Ιγνατίου και Θεοφίλου Αντιοχείας, Παπία, Πολυκάρπου Σμύρνης, Αθηναγόρα, Ειρηναίου, Τερτυλλιανού, Ωριγένη, Κλήμεντος Αλεξανδρείας, κ. ά. Παρ’ όλον ότι ο Παύλος είναι ο πρώτος θεολόγος του Χριστιανισμού τα δε γραπτά του είναι τα πρώτα εντός της Καινής Διαθήκης και λόγω του Παύλου ο Χριστιανισμός επιβίωσε και διαδόθηκε έξω από την Παλαιστίνη, το όνομα Παύλος δεν έχει καμία σημαντική αναφορά και καμία εξέχουσα θέση μέσα σ’ αυτή την γραμματεία των πατέρων και θεολόγων των τριών πρώτων αιώνων που επιβίωσε μέχρις ημών.
Υπάρχουν μόνο τα εξής απόκρυφα, πλαστά και ανώνυμα, κατά το πλείστον γνωστικιστικά κείμενα, 2ου και 3ου αιώνος, σε σχέση με τον Παύλο: Η Επιστολή του Παύλου Πρός Λαοδικείς, Οι Επιστολές του Αποστόλου Παύλου Πρός Σενέκα, Οι Επιστολές του Σενέκα Πρός τον Απόστολο Παύλο, Οι Πράξεις του Παύλου και της Θέκλας Η Προσευχή του Αποστόλου Παύλου.
Οι Πράξεις του Παύλου και της Θέκλας είναι ένα πλαστό κείμενο όπως ομολογεί ακόμα και ο Τερτυλλιανός. Είναι το μόνο κείμενο μεγάλου μήκους. Τα άλλα είναι πολύ μικρά. Έχει να κάνει με μικρές χριστιανικές ομάδες εντός της Μικράς Ασίας! Φήμες λένε ότι ο επίσκοπος της εκεί εκκλησίας ετιμώρησε τον πρεσβύτερο που έγραψε αυτό το παραμύθι. Ακόμα το απόκρυφο, ανώνυμο, ανακόλουθο και κατά το πλείστον ανόητο μυθιστόρημα Οι Πράξεις του Πέτρου αναφέρει το όνομα του Παύλου εν παρόδω σε δύο μόνο σημεία. Αυτά τα κείμενα φανερώνουν ότι το όνομα Παύλος κυκλοφορούσε σε ολίγες χριστιανικές κοινότητες και εντός αποκρύφων παραμυθιών. Δεν μας παρέχουν όμως καμία βιογραφική ή ιστορική πληροφορία για το άτομο αυτό ούτε για τη σχέση του με τις Πράξεις των Αποστόλων και τις Επιστολές που αποδίδονται σ’ αυτόν. Πότε γεννήθηκε, τί ήταν, τί έκανε, κλπ., ερωτήματα τα οποία οι Πράξεις των Αποστόλων προσπαθούν ανεπιτυχώς να απαντήσουν. Μπορεί το άτομο αυτό να είναι πολύ περιορισμένης σημασίας και δράσεως και τα υπόλοιπα δημιουργήματα μυθοπλασίας. Δεν μπορούμε να βγάλομε κανένα ιστορικό συμπέρασμα.
Όπως προαναφέραμε ο Ιωάννης στις Επιστολές του μιλάει ήδη τότε για ψευδοδιδασκάλους, αντιχρίστους, ψευδοπροφήτες, αιρετικούς· αποκαλεί κάποιον «φιλοπρωτεύοντα», ωρύεται εναντίον του, τον απειλεί και τον υβρίζει ως «Διοτρεφή» (τραφέντα από τον Δία). Είναι πολύ αγανακτισμένος εναντίον του και γράφει ότι διατηρεί ορισμένα μυστικά, μερικά των οποίων αφορούν αυτόν τον μυστήριο τύπο, αλλά δεν τα αποκαλύπτει. Ποιος ξέρει τι να ήταν αυτά! Τί κρίμα που δεν τα έγραψε! Οι Επιστολές αυτές φαίνεται να αφορούν επεισόδια που συνέβεναν σε κάποιες πολύ μικρές χριστιανικές κοινότητες στην Μικρά Ασία. Κατά τα λεγόμενα τού Ιωάννου δεν αποκλείεται αυτός να ήταν ο άσημος Παύλος ή κάποιος σαν τον υποφαινόμενο Παύλο ή τον αρχηγό των αιρετικών Παυλικών κοινοτήτων! Ιωάννου Γ΄: 7 «υπέρ γαρ του ονόματος εξήλθον, μηδέν λαμβάνοντες από των εθνικών.», κ. ά.. (Οι Επιστολές Β΄ και Γ΄ Ιωάννου έχουν πολύ γούστο!). Ακόμα αυτό που γράφει στην Α΄ Επιστολή 4: 3: «και παν πνεύμα ό μη ομολογεί τον Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ του Θεού ουκ έστι· και τούτό εστι το του αντιχρίστου ό ακηκόατε ότι έρχεται, και νυν εν τω κόσμω εστίν ήδη.» , όπως και στην Β΄ Επιστολή 7 κλπ., θυμίζει ακριβώς τον Παύλο και την διδασκαλία του. Αυτόν άραγε ονομάζει ο Ιωάννης αντιχρίστον νυν ήδη εν τω κόσμω!; Πάντως μας λέγει ότι ο αντίχριστος είναι ήδη τώρα στον κόσμο παρών, ενώ στην Αποκάλυψιν η λέξη αντίχριστος δεν υπάρχει! Όμως, ο ψευδοπροφήτης της Αποκαλύψεως πιθανότατα αναφέρεται στον Παύλο.
Η σιωπή της επίσημης χριστιανικής γραμματείας των τριών πρώτων αιώνων είναι άκρως αξιοσημείωτη και αξιοπαρατήρητη για έναν τέτοιο «γίγαντα με χαλύβδινη θέληση», όπως τον παρουσιάζουν η εκκλησία και τα μετακωνσταντίνια κείμενα! Αυτή η σιωπή μαρτυρεί ότι ο Παύλος κατ’ αυτούς τους αιώνες εθεωρείτο στοιχείο παρείσακτο, ύποπτο, αιρετικό και μη υπολογίσιμο. Οι επιτυχίες του ήταν πολύ μικρές και τοπικές, μάλλον στην Μικρά Ασία και πουθενά αλλού. Όπως έχομε ξαναπεί, ο εκ Σινώπης Πόντου αρχιαιρεσιάρχης Παυλιστής και εκ της εκκλησίας της Ρώμης εκδιωχθείς Μαρκίων δεν είχε συμπεριλάβει μερικές επιστολές και μερικά κεφάλαια στον δικό του κανόνα. Άλλες πάλι φέρουν λάθος τίτλο και άλλες (αν όχι όλες) δεν θεωρούνται πλέον του Παύλου.
Σκοτεινή σιωπή επικρατεί και με τους στενούς συνεργάτες του Παύλου: τους εξ Ιταλίας υπόπτους Ιουδαίους Ακύλα και Πρίσκιλλα και τον Αλεξανδρινό Ιουδαίο λόγιο Απολλώ. Εκτός απ’ αυτές τις αναφορές: Πράξεις ιη΄: 2-3, 24, ιθ΄: 1, Πρός Ρωμαίους ιστ΄: 4, Α΄ Πρός Κορινθίους α΄: 12, γ΄: 4-6, ιστ΄: 12, 19, Πρός Τίτον γ΄: 13, δεν γνωρίζομε τίποτα άλλο για αυτούς. Υπάρχουν και άλλα πρόσωπα μέσα στις Πράξεις και τις Επιστολές για τα οποία δεν γνωρίζομε τίποτα άλλο εκτός από έναν ή δύο στίχους που αναφέρονται εκεί. Πολύ περίεργο, για τους πρωτεργάτες του Χριστιανισμού!
Επομένως, αν υπήρχε Παύλος, πράγμα που ιστορικώς δεν έχει αποδειχθεί πλήρως, πρέπει να ήταν κάποιο ασήμαντο πρόσωπο του πρώτου αιώνα το οποίο διέσπασε τον Εβιωνιτικό αυθεντικό Χριστιανισμό. Ήθελε για τους λόγους του να κάνει δική του αίρεση και εκκλησία. Οι επιτυχίες του προσηλυτισμού που ασκούσε μεταξύ Εθνικών και Ιουδαίων (κυρίως της διασποράς) ήταν πολύ περιορισμένες. Η αίγλη που εκ των υστέρων απέλαβε πρέπει να άρχισε με τον εσχατολόγο και γνωστικό οπαδό του Μαρκίωνα από το +140 και μετά.
Η αίγλη αυτή έφτασε στο αποκορύφωμά της με τους επαίνους και τις τιμές που του απέδωσε η κρατικοποιημένη χριστιανική εκκλησία από τον τέταρτο αιώνα και μετά. Τότε ήταν η εποχή όπου ο Νεο-Χριστιανισμός έγινε η επίσημη κρατική θρησκεία και τότε αναγνωρίστηκε και εγκωμιάστηκε η εκτός Παλαιστίνης δράση του Παύλου. Τότε πρέπει να υπερτονίστηκε η πενιχρά επιτυχία του κηρύγματος του Παύλου στους εθνικούς της αυτοκρατορίας και η εγκατάλειψη του Μωσαϊκού Νόμου. Ακόμη, τότε πρέπει να προβλήθηκαν ή ίσως χαλκεύτηκαν οι παραινέσεις του υπέρ της κρατικής εξουσίας και των βασιλέων αυτοκρατόρων όπως τις έχομε ήδη αναφέρει μερικές φορές από τις Επιστολές Πρός Ρωμαίoυς ιγ΄: 1-7, Α΄ Πρός Τιμόθεoν β΄: 1-2, Πρός Τίτoν γ΄: 1.
Μερικές πανεπιστημιακές σχολές θεωρούν ότι ο Παύλος είναι μυθολογικό κατασκεύασμα και οι Επιστολές εσωτερικά χριστιανικά γραπτά τα οποία υπέστησαν πολλές επεξεργασίες σε διάφορα χρονικά διαστήματα. Σήμερα η επίσημη επιστήμη θεωρεί τις Πράξεις ως κατασκευασμένο μυθολόγημα των χριστιανών χωρίς κανένα ιστορικό ψήγμα. Επομένως ότι γνωρίζομε για τον Παύλο (οτιδήποτε αντιπροσωπεύει αυτό το όνομα) προέρχεται μόνο από αυτά τα ολίγα εσωτερικά χριστιανικά γραπτά μιας ομάδας χριστιανικών κοινοτήτων και δεν διαθέτομε απολύτως καμία εξωτερική η ουδέτερη μαρτυρία.
Όταν τον τέταρτον αιώνα ορισμένα κλιμάκια του Κωνσταντίνου και Ευσεβίου και μερικά άλλα λίγο αργότερα, απεφάσισαν ποια βιβλία και με τί περιεχόμενο θα έμπαιναν στον κανόνα της Καινής Διαθήκης, τότε βλέπομε τις Πράξεις και τις Επιστολές του Παύλου να καταλαμβάνουν το ήμισυ της Καινής. Μετά ταύτα παρατηρούμε να δημιουργείται μια συνεχής ερμηνεία και ακατάσχετη ανάπτυξη αυτών των κειμένων από Πατέρες, θεολόγους, απολογητές, κλπ., μαζί με την αποτυχημένη προσπάθεια να τις ευθυγραμμίσουν με τα Ευαγγέλια. Φαίνεται λοιπόν ότι για κάποιους λόγους που δεν γνωρίζομε ο Ευσέβιος και η παρέα του και μερικοί άλλοι μετά από λίγα χρόνια απεφάσισαν να βάλουν τα κείμενα αυτά στον ορθόδοξο κανόνα της Καινής Διαθήκης παρά τις αντιφάσεις και τις ανωμαλίες που δημιουργούν. Κανείς δεν ξέρει τί ακριβώς συνέβη, πώς και με πόση βιασύνη σκέφτηκαν ή ποία ήταν η μόρφωση αυτών των ατόμων και αυτών προς τα οποία απευθύνοντο!
Όπως μας λένε οι ιστορικοί, στα συμβούλια και στις συνόδους οι ισχυρότερες (όχι κατ’ ανάγκη βάσει του αριθμού οπαδών) και οι πιο εκβιαστικές (π. χ. Αθανάσιος, κ. ά.) μερίδες και κόμματα πέρασαν την γραμμή και τα γραπτά της αρεσκείας των κατόπι μεγάλων διαμαχών και διαπληκτισμών. Οι ασθενέστερες ομάδες έλαβαν το στίγμα του αιρετικού και έπρεπε να εξαφανιστούν. Κάτω από την πίεση και την βιασύνη του Κωνσταντίνου και των ασταθών και αμφιρρόπων ετών που ακολούθησαν έφτιαξαν μέσες άκρες το αλλοπρόσαλλο χαρμάνι του Κανόνος και των Δογμάτων που γνωρίζομε. Τελικά ούτε και αυτό διατήρησε την ενότητα, αλλ’ αντιθέτως προέκυπταν αιρέσεις και σχίσματα από τότε μέχρι σήμερα. Αυτή τη νοσηρά ιστορία την πλήρωσε ο κοσμάκης με εκατομμύρια ζωές, βασανιστήρια, εξορίες και καταστροφές.
Στην πρώτη «οικουμενική» σύνοδο (Νίκαια Βιθυνίας, +325 Κ. Ε.) πρόεδρος ήταν ο ίδιος ο Κωνσταντίνος· ήταν ο πλέον ακατάλληλος διότι ήταν αμόρφωτος και ούτε τον Χριστιανισμό εγνώριζε ούτε τον είχε ασπασθεί διά του βαπτίσματος τότε. Επομένως από θεολογικής επόψεως δεν μπορούσε να είναι αυτός που προέδρευε επί της θεμελιώσεως του χριστιανικού δόγματος! Παρ’ όλα ταύτα αυτός ήταν ο πρόεδρος ανάμεσα σε όσους επισκόπους και κληρικούς έτυχε να πάνε. Η παρουσία του ήταν κατά το πλείστον πολιτική και εκφοβιστική και διά τούτο η σπάθη του εσείσθη μερικές φορές μέσα στις συνεδριάσεις! Ο Αθανάσιος πάλι εξεβίασε τα πάντα διά του εμπορικού στόλου που διέθετε για να τροφοδοτεί την αυτοκρατορία με τα σιτηρά της Αιγύπτου. Αυτό θα πει γνήσια θρησκεία!
Όπως έχομε ξαναγράψει, δεν γνωρίζομε πλήρως τί ακριβώς ήταν ο εκτός Παλαιστίνης, Εβραϊσμού και συναγωγής Χριστιανισμός των τριών πρώτων αιώνων. Γνωρίζομε βεβαίως ότι ήταν ένα μείγμα περιθωριακών ολιγομελών κοινοτήτων με κάποια πενιχρή θεολογική βάση ή σύνδεση και πολλές τρομοκρατικές εσχατολογικές εμμονές, αλλά χωρίς ενιαία θρησκευτική ανάπτυξη. Τα γνωστικιστικά στοιχεία ήταν αμέτρητα.Τα μέλη τους ήταν άτομα ύποπτα, αντιδραστικά, αντικοινωνικά, ανόητα και παραληρηματικά! Αυτά τα περιθωριακά στοιχεία έτυχε να προσηλυτίσουν την αμόρφωτη και προβληματική μάνα του Κωνσταντίνου, Ελένη. Ο Κωνσταντίνος έχοντας ιδιαίτερη αδυναμία και παθολογική εμπιστοσύνη προς τη μάνα του (πράγμα που αποδεικνύεται από το τρομακτικό επεισόδιο του θανάτου της δεύτερης γυναίκας του Κωνσταντίνου, Φαύστας) συνεκάλεσε ένα κλιμάκιο «σοφών» (μεταξύ αυτών ήταν ο Εθνικός Σώπατρος, ο Ευσέβιος, κ. ά.) για να του φτιάξουν μια θρησκεία με βάση τις πίστεις και θρησκοληψίες της μάνας του. Έτσι προέκυψε ο επίσημος και σημερινός Χριστιανισμός του Κωνσταντίνου, οποίος είναι πλήρως ακατάστατος, ανακόλουθος, αντιφατικός και διαφορετικός από όλους τους διαφόρους αρχέγονους Εβραιο-Γνωστικο-Χριστιανισμούς!
Εκτός της εξαφανίσεως ότι τυχόν στοιχείων υπήρχαν, από τον Ευσέβιο και την παρέα του, η αρχαιολογία έχει διαπιστώσει τόσο ελάχιστα πράγματα ώστε να αδυνατεί να δώσει μια κάποια εικόνα του αρχέγονου μη Ιουδαϊκού Χριστιανισμού, από το +135 Κ. Ε. μέχρι τον Κωνσταντίνο. Οι κατακόμβες της Ρώμης και τα νεκροταφεία που περιέχουν δεν είναι μόνο χριστιανικό ζήτημα, όπως ψευδώς οι χριστιανοί έχουν διαδώσει. Οι κατακόμβες δεν ήταν χριστιανικές, παρ’ όλον ότι άρεσε σε χριστιανούς να συχνάζουν εκεί! Μέσα σ’ αυτές, υπάρχουν χριστιανικές και μη χριστιανικές τοιχογραφίες αρκετά ενδεικτικές για τα ολίγα πράγματα που συνέβαιναν εκεί μέσα τότε και για τις λοιδορίες των μη χριστιανών προς τους χριστιανούς.. Έχομε επίσης τα ολίγα αιρετικά ψευδεπίγραφα Γνωστικοχριστιανικά βιβλία που ευρέθησαν το 1945 στην Περιοχή Ναγκ Χαμμάντι της Άνω Αιγύπτου και μερικά θρύμματα παπύρων. Πέραν τούτων το μόνο προκωνσταντίνιο ανασκαφέν αρχαιολογικό εύρημα είναι ένα μικρό και ενδεές χριστιανικό σπίτι στην πόλη Δούρα Ευρωπό που βρίσκεται στην δεξιά όχθη του ποταμού Ευφράτη στην βόρεια Μεσοποταμία εντός της σημερινής Συρίας. Η Ελληνιστική και μετά Ελληνορωμαϊκή αυτή πόλη (300 Π. Κ. Ε. – 256 Κ. Ε.) ήταν μεγάλος εμπορικός κόμβος και διέθετε πλούσια, πολυτελή Ιουδαϊκή συναγωγή και πλούσιο πολυτελές Μιθραίο. Τα εντός των κτισμάτων αυτών ευρήματα φυλάσσονται σήμερα στο μουσείο της Δαμασκού.
Αυτές οι παρατηρήσεις έχουν πολύ μεγάλη σημασία για το αν ο Παύλος ήταν ή δεν ήταν ιστορικό πρόσωπο, για το αν σ’ αυτόν οφείλεται ή όχι η επιβίωση και διάδοση του Χριστιανισμού, για την απήχηση, επιτυχία, βάρος και κύρος που είχε, για την ορθοδοξία και την συμφωνία του προς τα Ευαγγέλια, για την όλη ιστορία και κατασκευή αυτής της τεχνητής και κακοφτιαγμένης θρησκείας, κ. ο. κ. Το σημαντικό ερώτημα που παραμένει είναι: Ο «Μέγας» Παύλος, αυτός που μετά τον Ιησού κήρυξε και διαλάλησε τον Χριστιανισμό πρώτος και με το πάθος που καυχώνται οι χριστιανοί, γιατί δεν υπάρχει πουθενά σε καμία επίσημη χριστιανική ή μη χριστιανική πηγή πέραν του μυθιστορηματικού βιβλίου των Πράξεων, των υποτιθεμένων δικών του Επιστολών, και ολίγων αποκρύφων και υστεροχρόνων κειμένων που προαναφέραμε; Ας μας δώσουν απάντηση οι φωστήρες και πράκτορες της Εβραιογνωστικοχριστιανικής μάστιγας!
Περί «Ύμνου της Αγάπης»
Πoλλά έχoυν λεχθεί επαινετικά για τoν ύμνo της αγάπης, Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ιγ΄: 1-13. Βεβαίως ο Παύλος αναφέρει ή κηρύττει την αγάπη και την αλληλοϋποστήριξη μεταξύ των οπαδών του σε μερικά σημεία των επιστολών του, όπως Πρός Ρωμαίους ιβ΄: 9, ιγ΄: 8-10, Πρός Γαλάτας ε΄: 14, Α΄ Πρός Θεσσαλονικείς ε΄: 12-16, κλπ. Έχομε να κάνομε για την αγάπη που προέρχεται από τις δέκα εντολές Έξοδος κ΄: 1-17, Δευτερονόμιον ε΄: 1-33, και το Λευιτικόν ιθ΄: 18, 34. Αυτή η αγάπη απευθύνεται προς τους πιστούς των χριστιανικών οργανώσεων του Παύλου, όπως ακριβώς και «η αγάπη προς τον πλησίον» του Λευιτικού και άλλα τέτοια σχετικά της Παλαιάς Διαθήκης στην γραφή και στην πράξη απευθύνονται μόνον προς τον πλησίον Ισραηλίτη και κανέναν άλλον. Γι’ αυτό στα γραπτά του Παύλου έχομε συχνές πυκνές αναφορές από την Παλαιά Διαθήκη οι οποίες λαμβάνονται όπως ταιριάζουν καλλίτερα κατά περίσταση, άσχετα αν μεταξύ τους και εν συνόλω φάσκουν και αντιφάσκουν. Ο Παύλος γνωρίζει ότι υπήρχαν πολλές διαμάχες μεταξύ των οπαδών του και προς αποφυγήν αυτών εντέλλεται ομόνοια και αλληλοϋποστήριξη και όχι αντεκδικήσεις!
Μελετώντας αυτά τα κείμενα βλέπομε ότι πρόκειται για εσωτερικές εντολές, παρά τις ελάχιστες γενικότερες θέσεις που προσπαθεί να παρουσιάζει στο κεφάλαιο ιβ΄ στην Πρός Ρωμαίους. Τελικά παραμένει εντός των χριστιανικών ομάδων. Αυτό ακόμα αποδεικνύεται και από τις αμέτρητες αντιφάσεις στα λόγια και στις πράξεις του Αποστόλου σε σχέση με την αγάπη ή την συγχώρεση που απαντώνται απανταχού στις Επιστολές του και στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, όπως θα αναπτύξομε εν συντομία εντός ολίγου.
Το ίδιο ισχύει και για την αγάπη που κηρύττεται στο Ευαγγέλιο και στις τρεις Επιστολές του Ιωάννου. Από μία κριτική μελέτη του Ευαγγελίου αυτού και των τριών Επιστολών του Ιωάννου βλέπομε ότι απευθύνεται μόνο προς τις Ιωαννικές χριστιανικές κοινότητες.
Δεν νoμίζω να υπάρχει κανείς πoυ να απoρρίπτει την αγάπη σαν μεγάλo παράγoντα για τη βελτίωση της ζωής και της ευτυχία των ανθρώπων. Πλην όμως εδώ για τον φημισμένο ύμνο έχω να κάνω τις εξής παρατηρήσεις:
Είναι γεγονός ότι οι στίχοι 1-7 και 13 του ύμνου έχουν μια ποιητικότητα που προκαλεί συγκίνηση σε πολλούς (ιδίως όταν απαγγέλλεται σε ένα κινηματογραφικό έργο με κατάλληλη μουσική υπόκρουση και φωτισμό όπως «Η Μπλε Ταινία» του Πολωνού μεταφυσικού σκηνοθέτη Krzysztof Kieslowski).
Όμως η απεριόριστη και άνευ όρων αγάπη που τα πάντα πιστεύει και τα πάντα υπομένει όπως την κηρύττει εδώ o Παύλoς (ιδίως στoν στίχo 7) δεν είναι η νoυνεχής αγάπη αλλά αυτή πoυ καθιστά τo άτoμo πρόβατo και χωρίς αμυντικoύς μηχανισμoύς στις αντιξoότητες τoυ κόσμoυ. Έρχεται σε αντίφαση με τoν εαυτό τoυ όταν στoυς στίχoυς Πρός Ρωμαίoυς θ΄: 13-15 υπoδηλώνει την αγάπη και τo μίσoς ως εργαλεία τoυ ίδιoυ τoυ Θεoύ. Εκτός και για τον Θεό ισχύουν άλλα απ’ αυτά που λέει! Υπάρχει και άλλη αντίφαση τoυ στίχoυ 11 με Ματθαίoν ιη΄: 3, ιθ΄: 14, Μάρκoν θ΄: 36 -37, ι΄: 13-16, Λoυκάν θ΄: 48, ιη΄: 17 και Α΄ Πέτρου β΄: 1-3.
Μετά, από τoν στίχo 9 μέχρι τον 12, διαβλέπoμε ότι o ύμνoς (που τελειώνει με τον στίχο 13) είναι καθαρά μεταφυσικός και έχει να κάνει με την μέλλoυσα ζωή στην οποίαν πιστεύει ο Παύλος φανατικά και προπαγανδίζει με κάθε μέσο. Τότε και εκεί ελπίζει o Παύλoς ότι θα αποκτήσει την τέλεια γνώση αντί της μερικής πoυ έχει τώρα στον εδώ φυσικό κόσμο. Τότε θα βλέπει «πρόσωπoν πρoς πρόσωπoν» [τον Θεό Γιαχβέχ]. Κατά κάποιο περίεργο τρόπο δηλαδή, έχει κάνει ένα μπουρδούκλωμα αγάπης και μεταφυσικής γνώσης ή αγάπης για κάποια μεταφυσική γνώση που μόνο ο Παύλος φαντάζεται. Είναι πολύ περίεργο τί θέση έχουν αυτοί οι στίχοι (8-12) εντός του ύμνου αυτού της αγάπης. Καθαρά, είναι εκτός θέματος! Τί να έχει συμβεί άραγε; Δεν αποκλείεται να συνέβη κάποια παρεμβολή ή χάλκευση. Συνεπώς, αυτός o ύμνoς ως μεταφυσικός, ασαφής και αντιφατικός προς τα άλλα χωρία που παραθέσαμε εδώ είναι ανεφάρμοστoς στη φυσική ζωή επί της γης. Ιδού παραθέτομε τον ύμνο, Α΄ Κορινθίους κεφάλαιο ιγ΄, εξετάστέ τον προσεκτικά, βγάλετε μόνοι σας συμπεράσματα και αποφασίσετε αν έχομε δίκιο ή άδικο:
1 Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. 2 και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμι. 3 και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου, και εάν παραδώ το σώμά μου ίνα καυθήσωμαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι. 4 Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, 5 ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, 6 ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία· 7 πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. 8 η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει. είτε δε προφητείαι, καταργηθήσονται· είτε γλώσσαι, παύσονται· είτε γνώσις, καταργηθήσεται. 9 εκ μέρους δε γινώσκομεν και εκ μέρους προφητεύομεν· 10 όταν δε έλθη το τέλειον, τότε το εκ μέρους καταργηθήσεται. 11 ότε ήμην νήπιος, ως νήπιος ελάλουν, ως νήπιος εφρόνουν, ως νήπιος ελογιζόμην· ότε δε γέγονα ανήρ, κατήργηκα τα του νηπίου. 12 βλέπομεν γαρ άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον· άρτι γινώσκω εκ μέρους, τότε δε επιγνώσομαι καθώς και επεγνώσθην. 13 νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα· μείζων δε τούτων η αγάπη.
Ας δούμε και τον ίδιο τον Παύλο κατά πόσον εφάρμοσε αυτήν την αγάπη που εκήρυττε. Έχoμε ήδη ιδεί τoν Παύλo στην Κόρινθο (Πράξεις ιη΄: 6) να καταριέται, να υβρίζει τoν αρχιερέα (Πράξεις κγ΄: 3), να υπoστηρίζει τη δoυλεία, να εκνευρίζεται και να αποκαλεί τoυς Γαλάτες ανόητoυς, να τα ψάλλει υβριστικά στoν Πέτρo και να καθυβρίζει τoυς Κρητικoύς. Δεν συγχωρεί, αλλά καταριέται τoν Αλέξανδρo τoν χαλκέα για τα κακά πoυ τoυ έκανε να τoυ τα ξεπληρώσει o Κύριoς, Β΄ Πρός Τιμόθεoν δ΄: 14, όπως και με τον Υμέναιον και τον Αλέξανδρον, Α΄ Πρός Τιμόθεoν α΄: 20. Επίσης έχομε το πάθημα του Βαριησού-Ελύμα στην Πάφο της Κύπρου, Πράξεις ιγ΄: 6-11. Πoύ πήγε τότε η απεριόριστη και άνευ όρων αγάπη που τα πάντα υπομένει; Στην Πρός Ρωμαίoυς θ΄: 13-14 μας διαβεβαιώνει ότι o Θεός δεν διέπραξε αδικία εις βάρoς τoυ Ησαύ (Γένεσις κε΄: 19-34, κζ΄) με τo να τoν μισήσει και αμέσως στoυς στίχoυς θ΄: 15-16 βλέπoμε ότι o Θεός ελεεί επιλεκτικά αυτoύς πoυ θέλει, ώστε ακόμα και ο Θεός με τις επιλογές του περιορίζει την αγάπη. Όλoι oι στίχoι Πρός Ρωμαίoυς θ΄: 6-33 είναι ένας καθαρός Γιαχβισμός αντίθετoς με την άνευ όρων αγάπη τoυ Παύλoυ στην Α΄ Πρός Κoρινθίoυς ιγ΄: 1-13. Άρα η συμπεριφορά του Παύλου είναι αντιφατική προς τα λόγια του ύμνου. («Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις!».). Και ερωτούμε: Πoιoς έχει δίκιo, o Παύλoς, o Γιαχβέχ, ή o Θεός; Όπως βλέπομε, το περίφημο «αγαπάτε τους εχθρούς υμών, ...», δεν τηρήθηκε από τον Παύλο και τους χριστιανούς από τότε μέχρι σήμερα. Μόνο ελάχιστες και μεμονωμένες αφηγήσεις ιδιωτικών περιπτώσεων έχουν να μας ανακοινώσουν.
Τί τελικά ισχύει πίσω απ’ όλες αυτές τις κραυγαλέες και ακατάπαυστες αντιφάσεις τόσο στην θεωρία όσο και στην πράξη; Μόνο η ιστορική και φιλολογική εξέταση των κειμένων μπορούν να ρίξουν φως σ’ αυτό τον κυκεώνα. Το τελικό συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι έχομε να κάνομε με: ανακατώματα, παραχαράξεις, παρεμβολές, κλπ, αγραμμάτων συνωμοτών που μπάλωναν τα πράγματα όσο μπορούσαν κατά εποχές και κατά περιστάσεις.
Επίλογος
Εδώ τελειώνω αγαπητoί αναγνώστες, γνωρίζοντας ότι δεν έχω εξαντλήσει πλήρως αυτό το τεράστιο θέμα. Ακόμα και ένας βαρύς τόμος δεν θα έφτανε. Δώσαμε μόνο νύξεις χωρίς να αναπτύξομε κάθε θέμα σε όλη του την έκταση. Υπάρχουν ακόμα πολλά θέματα που δεν αναπτύξαμε στην παρούσα εργασία. Π. χ. η προβληματική επίσκεψη του Παύλου στην Αθήνα και ο προβληματικός λόγος του στον Άρειο Πάγο, που αναφέρονται μόνο στις Πράξεις ιζ΄, η παραμονή του και οι ταραχές στην Έφεσο Πράξεις ιθ΄, η σχέση του με τους Ναζαρίτες, Εσσαίους και Ζηλωτές Πράξεις κα΄: 17-26 και κγ΄: 12-21, η σχέση της διδασκαλίας του Παύλου, των πατέρων Αυγουστίνου, Ιερωνύμου κ. ά.., των Ευαγγελίων και των Καθολικών Επιστολών. Τα δόγματα τού Παύλου και όλα όσα έχουν να κάνουν με την θεολογική θεμελίωση της Ιεράς Εξετάσεως αναπτύσσονται στο σημαντικό παράρτημα που έπεται. Ως γνωστόν, αυτά τα δόγματα εθέσπησαν την καταστροφή της σάρκας διά φρικτοτάτων βασανιστηρίων και θανατικών εκτελέσεων διά διαφόρων φοβερών μεθόδων, για να σωθεί το πνεύμα, η ψυχή, και να γλιτώσει ο υπόδικος μερικά από τα μάλλον πιο φοβερά βασανιστήρια της κολάσεως και του καθαρτηρίου. Ζήτω ο παραλογισμός, η βιομηχανία του φόνου και η φρίκη...! Αυτά τα θέματα όμως μπορείτε να τα μελετήσετε στα διάφορα βιβλία που αναφέρονται εντός της εργασίας αυτής. Υπάρχουν και πολλές παραπομπές που δεν συμπεριλήφθηκαν. Μόνοι σας μπορείτε να βρείτε και να προσθέσετε και άλλες αναφορές και να θέσετε και άλλα πολλά ερωτήματα... Η αναγραφή και επεξήγηση κάθε παραπομπής της παρούσας εργασίας μαζί με τους διαφόρους συσχετισμούς των διαφόρων παραπομπών θα είχε αυξήσει τον όγκο της πάνω από δέκα φορές. Σας πρoτείνω λοιπόν να μελετήσετε καλά όχι μόνo ετoύτη την εργασία, αλλά και τις παραπoμπές της, τη Βίβλo oλόκληρη και όλα τα βιβλία στα oπoία έχω αναφερθεί. «Ερευνάτε τάς γραφάς» και «γνώσεσθε τήν αλήθειαν, καί η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιωάννης η΄: 32). Μετά μόνoι σας αφoύ σκεφτείτε πoλύ καλά να απoφασίσετε αμερόληπτα για τη στάση σας πρoς όλα αυτά χωρίς φόβo και πάθoς. Είναι όλα αυτά θεόπνευστα, δοσμένα από έναν λογικό Θεό, πατέρα, παντοκράτoρα, πάνσoφo, πανάγαθo, παντoδύναμo ή πρόκειται για κάτι άλλo...; Καλείστε να απαντήσετε με ειλικρίνεια, τoυλάχιστoν για τoυς εαυτoύς σας. Δώσετε απάντηση στην ερώτηση: Τί ισχύει τελικά πίσω απ’ όλες αυτές τις κραυγαλέες και ακατάπαυστες αντιφάσεις και τί σημαίνει η ιστορική καταστροφή που επακολούθησε;
ñ
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Συνεχίζομε περί Παύλου με την μετάφραση των συνοπτικών αλλά πολύ περιεκτικών σελίδων 520-528, του εξαιρετικού ερευνητικού συγγράμματος:
History of the Christian Religion to the Year Two Hundred (Ιστορία της Χριστιανικής Θρησκείας μέχρι το Έτος 200). By: Charles B. Waite, A. M., Fifth Edition – Revised. Chicago, 1900.
Ο συγγραφέας εξετάζει και παρουσιάζει μερικά μόνο από τα δόγματα τού Παύλου· όχι όλα! Άλλα δόγματά του έχομε ήδη εξετάσει και παρουσιάσει στο παραπάνω κείμενο και αλλού.
Ο μεταφραστής, χάριν πληρεστέρας εκθέσεως του θέματος, έθεσε εντός αγκυλών [ ] μερικές επιπλέον δικές του σημειώσεις, πληροφορίες και αναφορές εντός του κειμένου της μετάφρασης, τις οποίες εύκολα μπορείτε να εντοπίσετε.
ΔΟΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Η διά ΑΙΜΑΤΟΣ ΕΞΙΛΕΩΣΗ. ―Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς το πως δύναται οιοσδήποτε να αρνηθεί το ότι ο Παύλος εδίδαξε το δόγμα της εξιλέωσης. Οι απόψεις του εκφράζονται με ικανώς σαφή γλώσσα στα επόμενα χωρία, όλα τα οποία ελήφθησαν από τις επιστολές του, τις οποίες οι Γερμανοί κριτικοί παραδέχονται ως γνήσιες:
«όν προέθετο ο Θεός ιλαστήριον διά της πίστεως εν τω αυτού αίματι, εις ένδειξιν της δικαιοσύνης αυτού διά την πάρεσιν των προγεγονότων αμαρτημάτων» ―Πρός Ρωμαίους 3: 25.
«έτι γαρ Χριστός όντων ημών ασθενών κατά καιρόν υπέρ ασεβών απέθανε. μόλις γαρ υπέρ δικαίου τις αποθανείται· υπέρ γαρ του αγαθού τάχα τις και τολμά αποθανείν. συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε. πολλώ ουν μάλλον δικαιωθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής. ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλω μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού· ου μόνον δε, αλλά και καυχώμενοι εν τω Θεώ διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι’ ου νυν την καταλλαγήν ελάβομεν.» ―Πρός Ρωμαίους 5: 6-11.
«ός γε του ιδίου υιού ουκ εφείσατο, αλλ’ υπέρ ημών πάντων παρέδωκεν αυτόν, πως ουχί και συν αυτώ τα πάντα ημίν χαρίσεται;» ―Πρός Ρωμαίους 8: 32.
«παρέδωκα γαρ υμίν εν πρώτοις ό και παρέλαβον, ότι Χριστός απέθανεν υπέρ των αμαρτιών ημών κατά τας γραφάς» ―Α΄ Πρός Κορινθίους 15: 3.
«του δόντος εαυτόν υπέρ των αμαρτιών ημών, όπως εξέληται ημάς εκ του ενεστώτος αιώνος πονηρού κατά το θέλημα του Θεού και πατρός ημών,» ―Πρός Γαλάτας 1: 4.
Βλέπε επίσης: ―Πρός Γαλάτας 3: 13, «Χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα· γέγραπται γαρ· επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου·». [Βλέπε και Γένεσις 40: 19, Δευτερονόμιον 21: 22-23, Ιησούς του Ναυί 8: 29, Εσθήρ 8: 7, και Πράξεις 5: 30, 10: 39, Πρός Γαλάτας 3΄: 13, Α΄ Πέτρου 2: 24.].
[Επίσης: Πρός Εβραίους 9: 11-22 «Χριστός δε παραγενόμενος αρχιερεύς των μελλόντων αγαθών διά της μείζονος και τελειοτέρας σκηνής, ου χειροποιήτου, τούτ' έστιν ου ταύτης της κτίσεως, ουδέ δι’ αίματος τράγων και μόσχων, διά δε του ιδίου αίματος εισήλθεν εφάπαξ εις τα Άγια, αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος. ει γαρ το αίμα ταύρων και τράγων και σποδός δαμάλεως ραντίζουσα τους κεκοινωμένους αγιάζει προς την της σαρκός καθαρότητα, πόσω μάλλον το αίμα του Χριστού, ος διά Πνεύματος αιωνίου εαυτόν προσήνεγκεν άμωμον τω Θεω, καθαριεί την συνείδησιν υμών από νεκρών έργων εις το λατρεύειν Θεώ ζώντι; Και διά τούτο διαθήκης καινής μεσίτης εστίν, όπως, θανάτου γενομένου εις απολύτρωσιν των επί τη πρώτη διαθήκη παραβάσεων, την επαγγελίαν λάβωσιν οι κεκλημένοι της αιωνίου κληρονομίας. όπου γαρ διαθήκη, θάνατον ανάγκη φέρεσθαι του διαθεμένου· διαθήκη γαρ επί νεκροίς βεβαία, επεί μήποτε ισχύει ότε ζη ο διαθέμενος. Οθεν ουδ' η πρώτη χωρίς αίματος εγκεκαίνισται· λαληθείσης γαρ πάσης εντολής κατά τον νόμον υπό Μωϋσέως παντί τω λαώ, λαβών το αίμα των μόσχων και τράγων μετά ύδατος και ερίου κοκκίνου και υσσώπου, αυτό τε το βιβλίον και πάντα τον λαόν ερράντισε λέγων· τούτο το αίμα της διαθήκης ης ενετείλατο προς υμάς ο Θεός. και την σκηνήν δε και πάντα τα σκεύη της λειτουργίας τω αίματι ομοίως ερράντισε. και σχεδόν εν αίματι πάντα καθαρίζεται κατά τον νόμον, και χωρίς αιματεκχυσίας ου γίνεται άφεσις.»]
[Για το ίδιο δόγμα βλέπε και Α΄ Ιωάννου 1: 7, και Α΄ Πέτρου 1: 19.]
ΔΙΚΑΙΩΣΗ διά ΠΊΣΤΕΩΣ. ―Ο Παύλος ήταν εξ ίσου καθαρός στην αναγγελία αυτού του δόγματος. Π. χ. βλέπε:
Πρός Ρωμαίους 1: 16, «ου γαρ επαισχύνομαι το ευαγγέλιον του Χριστού· δύναμις γαρ Θεού εστιν εις σωτηρίαν παντί τω πιστεύοντι, Ιουδαίω τε πρώτον και Έλληνι.»,
Πρός Ρωμαίους 3: 22-24, «δικαιοσύνη δε Θεού διά πίστεως Ιησού Χριστού εις πάντας και επί πάντας τους πιστεύοντας· ου γαρ εστι διαστολή· πάντες γαρ ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού, δικαιούμενοι δωρεάν τη αυτού χάριτι διά της απολυτρώσεως της εν Χριστω Ιησού,»,
Πρός Ρωμαίους 3: 30, «επείπερ εις ο Θεός ος δικαιώσει περιτομήν εκ πίστεως και ακροβυστίαν διά της πίστεως.»,
Πρός Ρωμαίους 4: 5, «τω δε μη εργαζομένω, πιστεύοντι δε επί τον δικαιούντα τον ασεβή, λογίζεται η πίστις αυτού εις δικαιοσύνην,»,
Πρός Ρωμαίους 4: 16 «δια τούτο εκ πίστεως, ίνα κατά χάριν, εις το είναι βεβαίαν την επαγγελίαν παντί τω σπέρματι, ου τω εκ του νόμου μόνον, αλλά και τω εκ πίστεως Αβραάμ, ος εστι πατήρ πάντων ημών,»,
Πρός Ρωμαίους 5: 1, «Δικαιωθέντες ουν εκ πίστεως ειρήνην έχομεν προς τον Θεόν διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού,»,
Πρός Γαλάτας 2: 16 «ειδότες δε ότι ου δικαιούται άνθρωπος εξ έργων νόμου εάν μη διά πίστεως Ιησού Χριστού, και ημείς εις Χριστόν Ιησούν επιστεύσαμεν, ίνα δικαιωθώμεν εκ πίστεως Χριστού και ουκ εξ έργων νόμου, διότι ου δικαιωθήσεται εξ έργων νόμου πάσα σάρξ.».
Κλπ.
[Πρός Ρωμαίους 3: 27-28 «Πού ουν η καύχησις; εξεκλείσθη. Διά ποίου νόμου; των έργων; ουχί, αλλά διά νόμου πίστεως. λογιζόμεθα ουν πίστει δικαιούσθαι άνθρωπον χωρίς έργων νόμου.».
Πρός Εφεσίους 2: 7-8 «ίνα ενδείξηται εν τοις αιώσι τοις επερχομένοις τον υπερβάλλοντα πλούτον της χάριτος αυτού εν χρηστότητι εφ' ημάς εν Χριστω Ιησού. τη γαρ χάριτί εστε σεσωσμένοι διά της πίστεως· και τούτο ουκ εξ υμών, Θεού το δώρον,».
Αυτά έρχονται σε καθαρή αντίφαση με τον Ιάκωβον, Καθολική Επιστολή Ιακώβου 2: 17 «ούτω και η πίστις, εάν μη έργα έχη, νεκρά».]
[ΔΙΚΑΙΩΣΗ δι’ ΕΡΓΩΝ ―Βεβαίως ο συνεχώς φάσκων και αντιφάσκων Παύλος δεν αντιφάσκει μόνο με τον Ιάκωβον αλλά και με τον εαυτόν του. Σε δυο σημεία αντιφατικώς λέγει ότι μπορούμε να σωθούμε και με έργα:
Πρός Ρωμαίους 2: 5-7 «κατά δε την σκληρότητά σου και αμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτώ οργήν εν ημέρα οργής και αποκαλύψεως και δικαιοκρισίας του Θεού, ος αποδώσει εκάστω κατά έργα αυτού, τοις μεν καθ’ υπομονήν έργου αγαθού δόξαν και τιμήν και αφθαρσίαν ζητούσι ζωήν αιώνιον,» και 2: 13 «ου γαρ οι ακροαταί του νόμου δίκαιοι παρά τω Θεω, αλλ’ οι ποιηταί του νόμου δικαιωθήσονται.».
Μετά απ’ αυτές τις αντιφάσεις και τις τρικλοποδιές βρείτε ‘σεις την άκρη. Τί να πρωτοπεί και να πρωτοθαυμάσει κανείς με αυτόν τον Παύλο! Σε όλα τα ζητήματα φάσκει και αντιφάσκει. Οι αντιφάσεις και δολιότητές του ανέρχονται σε εκατοντάδες. Για την μνημειώδη αντιφατικότητα και κατά συνέπεια ψευδολογία του Παύλου όπως και όλης της Καινή Διαθήκης εδώ θα περιοριστούμε στο παράδειγμα του Μωσαϊκού Νόμου. Μελετήσετε τα παρακάτω αποσπάσματα με τη σειρά που τα παραθέτομε και αφού τα κατανοήσετε βγάλετε μόνοι σας τα συμπεράσματά σας:
Πράξεις 13: 39, και από πάντων ων ουκ ηδυνήθητε εν τω νόμω Μωϋσέως δικαιωθήναι, εν τούτω πας ο πιστεύων δικαιούται.
Ματθαίος 5: 17-18, Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τους προφήτας· ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι. αμήν γαρ λέγω υμίν, έως αν παρέλθη ο ουρανός και η γη, ιώτα εν ή μία κεραία ου μη παρέλθη από του νόμου έως αν πάντα γένηται. (Και Λουκάς 16: 17.)
Πρός Ρωμαίους 6: 14, αμαρτία γαρ υμών ου κυριεύσει· ου γαρ εστε υπό νόμον, αλλ’ υπό χάριν.
7: 1, Η αγνοείτε, αδελφοί· γινώσκουσι γαρ νόμον λαλώ. ότι ο νόμος κυριεύει του ανθρώπου εφ’ όσον χρόνον ζη;
7: 6, νυνί δε κατηργήθημεν από του νόμου, αποθανόντες εν ω κατειχόμεθα, ώστε δουλεύειν ημάς εν καινότητι πνεύματος και ου παλαιότητι γράμματος.
Πρός Γαλάτας 3: 10, Οσοι γαρ εξ έργων νόμου εισίν, υπό κατάραν εισί· γέγραπται γαρ· επικατάρατος πας ος ουκ εμμένει εν πάσι τοις γεγραμμένοις εν τω βιβλίω του νόμου του ποιήσαι αυτά·
Πρός Ρωμαίους 4: 14-15, ει γαρ οι εκ νόμου κληρονόμοι, κεκένωται η πίστις και κατήργηται η επαγγελία· ο γαρ νόμος οργήν κατεργάζεται· ου γαρ ουκ έστι νόμος, ουδέ παράβασις.
Πρός Γαλάτας 3: 19, Τί ουν ο νόμος; των παραβάσεων χάριν προσετέθη, άχρις ου έλθη το σπέρμα ω επήγγελται, διαταγείς δι’ αγγέλων εν χειρί μεσίτου.
Α΄ Ιωάννου 3: 4, Πας ο ποιών την αμαρτίαν και την ανομίαν ποιεί, και η αμαρτία εστίν η ανομία.
Πρός Ρωμαίους 7: 12, ώστε ο μεν νόμος άγιος, και η εντολή αγία και δικαία και αγαθή.
7: 14, οίδαμεν γαρ ότι ο νόμος πνευματικός εστιν· εγώ δε σαρκικός ειμι, πεπραμένος υπό την αμαρτίαν.
Πρός Γαλάτας 3: 22-23, αλλά συνέκλεισεν η γραφή τα πάντα υπό αμαρτίαν, ίνα η επαγγελία εκ πίστεως Ιησού Χριστού δοθή τοις πιστεύουσι. Προ δε του ελθείν την πίστιν υπό νόμον εφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εις την μέλλουσαν πίστιν αποκαλυφθήναι. (Καλλίτερα και πληρέστερα μελετήσετε ολόκληρο το κεφάλαιο 3 της Πρός Γαλάτας Επιστολής.).
Πρός Ρωμαίους 3: 19, Οίδαμεν δε ότι όσα ο νόμος λέγει τοις εν τω νόμω λαλεί, ίνα παν στόμα φραγή και υπόδικος γένηται πας ο κόσμος τω Θεώ,.
Όλα τα περί Μωσαϊκού Νόμου από τον Παύλο έρχονται σε κατάφορη αντίθεση με τον ίδιο το Ιησού Χριστό των τεσσάρων κανονικών Ευαγγελίων, ο οποίος όχι μόνο υποστηρίζει τον Νόμο αλλά και λέγει ότι μπορεί κανείς να κερδίσει την αιώνια ζωή διά της τηρήσεως των εντολών του νόμου και του ιδίου. Διαβάστε προσεκτικά: Ματθαίος ε΄: 17-19, ιθ΄: 17, Μάρκος ι΄: 19, Λουκάς ι΄: 26, Ιωάννης ιδ΄: 15, ιε΄: 10, κλπ. Ο Ιάκωβος μάλιστα στην Επιστολή του β΄: 10, έφτασε στην ακρότητα να μας πει ότι το να παραβιάσεις μόνο μια εντολή του νόμου είναι το ίδιο με το να παραβιάσεις όλο τον νόμο «όστις γαρ όλον τον νόμον τηρήση, πταίση δε εν ενί, γέγονε πάντων ένοχος.». Ποιόν να πιστέψομε; Τον Παύλο, τον Ιάκωβο ή τον Ιησού; Ας μας απαντήσουν οι φωστήρες της Εβραιογνωστικοχριστιανικής μάστιγας!]
ΕΚΛΟΓΗ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ. ―Αυτά τα δόγματα διεκηρύχθησαν από τον Παύλο σε γλώσσα, εάν είναι δυνατόν ακόμα περισσότερο σαφή [από τη γλώσσα των προηγουμένως αναφερθέντων δογμάτων]. Π. χ., βλέπε:
Πρός Ρωμαίους 8: 28, «Οίδαμεν δε ότι τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν, τοις κατά πρόθεσιν κλητοίς ούσιν·»,
Πρός Ρωμαίους 8: 30, «ους δε προώρισε, τούτους και εκάλεσε, και ους εκάλεσε, τούτους και εδικαίωσεν, ους δε εδικαίωσε, τούτους και εδόξασε.»,
Πρός Ρωμαίους 9: 11-24, «μήπω γαρ γεννηθέντων μηδέ πραξάντων τι αγαθόν ή κακόν, ίνα η κατ’ εκλογήν του Θεού πρόθεσις μένη, ουκ εξ έργων, αλλ’ εκ του καλούντος, ερρέθη αυτη ότι ο μείζων δουλεύσει τω ελάσσονι, καθώς γέγραπται· τον Ιακώβ ηγάπησα, τον δε’Ησαύ εμίσησα. Τί ουν ερούμεν; μη αδικία παρά τω Θεω; μη γένοιτο. τω γαρ Μωϋσή λέγει· ελεήσω ον αν ελεώ, και οικτειρήσω ον αν οικτείρω. άρα ουν ου του θέλοντος ουδέ του τρέχοντος, αλλά του ελεούντος Θεού. λέγει γαρ η γραφή τω Φαραω ότι εις αυτό τούτο εξήγειρά σε, όπως ενδείξωμαι εν σοί την δυναμίν μου, και όπως διαγγελή το όνομά μου εν πάση τη γη. άρα ουν ον θέλει ελεεί, ον δε θέλει σκληρύνει. Ερείς ουν μοι· τι έτι μέμφεται; τω γαρ βουλήματι αυτού τις ανθέστηκε; μενούνγε, ω άνθρωπε, συ τις ει ο ανταποκρινόμενος τω Θεω; μη ερεί το πλάσμα τω πλάσαντι, τι με εποίησας ούτως; ή ουκ έχει εξουσίαν ο κεραμεύς του πηλού, εκ του αυτού φυράματος ποιήσαι ό μεν εις τιμήν σκεύος, ό δε εις ατιμίαν; ει δε θέλων ο Θεός ενδείξασθαι την οργήν και γνωρίσαι το δυνατόν αυτού ήνεγκεν εν πολλή μακροθυμία σκεύη οργής κατηρτισμένα εις απώλειαν, και ίνα γνωρίση τον πλούτον της δόξης αυτού επί σκεύη ελέους, ά προητοίμασεν εις δόξαν, ους και εκάλεσεν ημάς ου μόνον εξ Ιουδαίων, αλλά και εξ εθνών,»,
Πρός Ρωμαίους 11: 5-7, «ούτως ουν και εν τω νυν καιρώ λείμμα κατ’ εκλογήν χάριτος γέγονεν. ει δε χάριτι, ουκέτι εξ έργων· επεί η χάρις ουκέτι γίνεται χάρις. ει δε εξ έργων, ουκέτι εστί χάρις· επεί το έργον ουκέτι εστίν έργον. Τί ουν; ό επιζητεί Ισραήλ, τούτο ουκ επέτυχεν, η δε εκλογή επέτυχεν· οι δε λοιποί επωρώθησαν,».
Κλπ.
[Πράξεις 13: 48 «ακούοντα δε τα έθνη έχαιρον και εδέξαντο τον λόγον του Κυρίου, και επίστευσαν όσοι ήσαν τεταγμένοι εις ζωήν αιώνιον·»
Αν και λέγει: Α΄ Πρός Τιμόθεον 2: 3-4 «τούτο γαρ καλόν και απόδεκτον ενώπιον του σωτήρος ημών Θεού, ος πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν.».
Πρός Τίτον 2: 11-13: «Επεφάνη γαρ η χάρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις, παιδεύουσα ημάς ίνα αρνησάμενοι την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι, προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού,».
Αλλά και πάλι λέγει: Πρός Ρωμαίους 9: 22 «ει δε θέλων ο Θεός ενδείξασθαι την οργήν και γνωρίσαι το δυνατόν αυτού ήνεγκεν εν πολλή μακροθυμία σκεύη οργής κατηρτισμένα εις απώλειαν,» και
Πρός Ρωμαίους 9: 27 «Ησαΐας δε κράζει υπέρ του Ισραήλ· εάν ή ο αριθμός των υιών Ισραήλ ως η άμμος της θαλάσσης, το κατάλειμμα σωθήσεται·»]
[Για το ίδιο δόγμα βλέπε και Α΄ Ιωάννου 5: 18, Α΄ Πέτρου 1: 20 και Β΄ Πέτρου 2: 9.]
ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ ΑΥΤΩΝ
Η θυσία ως εξιλέωση των αμαρτιών, ήταν ένα δόγμα πολύ γνωστό στους Ιουδαίους (Εβραίους). Είχε επικρατήσει μεταξύ όλων των εθνών της αρχαιότητας. Η πρακτική αυτή είχε την αρχή της, καθώς είναι γνωστόν, στην υποτιθεμένη ανάγκη της εξευμενίσεως ενός οργισμένου θεού. Για τον κατευνασμό της θεϊκής οργής γινόταν προσφορές, αρχικά από τους καρπούς της γης, μετά των ζώων. Μεταξύ των Ιουδαίων το επικρατούν δόγμα αναφέρετε στην επιστολή Πρός Εβραίους 9: 21-22: «και την σκηνήν δε και πάντα τα σκεύη της λειτουργίας τω αίματι ομοίως ερράντισε. και σχεδόν εν αίματι πάντα καθαρίζεται κατά τον νόμον, και χωρίς αιματεκχυσίας ου γίνεται άφεσις.». [Καλλίτερα ακόμα ξαναδιαβάσετε ολόκληρο το χωρίο Πρός Εβραίους 9: 11-22, το οποίο παραθέσαμε ανωτέρω.]
[Αυτό είναι παρμένο από πολλά σημεία της Παλαιάς Διαθήκης. Π. χ. Μελετείστε: Έξοδος 29: 36, Λευιτικόν 5: 11-13, 8: 15, 19, 14: 2-57, 15: 3-30, 16: 14-15, 18-19, 26-27, 17: 11, Αριθμοί 6: 10-14, 19: 17-18, 31: 22-24. Ακόμα βλέπε: Πρός Εφεσίους 1: 7, «εν ω έχομεν την απολύτρωσιν διά του αίματος αυτού, την άφεσιν των παραπτωμάτων, κατά τον πλούτον της χάριτος αυτού,», Ματθαίος 26: 28, «τούτο γαρ εστι το αίμά μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.», κλπ. Ειρήσθω εν παρόδω ότι η έρευνα απέδειξε η επιστολή Πρός Εβραίους δεν γράφτηκε από τον Παύλο. Αυτό το συμπέρασμα το παραδέχεται και ο Τρεμπέλας, ο οποίος συμφωνεί με την άποψη ότι την επιστολή την έγραψε κάποιος ακόλουθος του Παύλου ο οποίος καταγράφει από μνήμης μεν, πιστά και ελεύθερα δε, τις θέσεις του Παύλου.].
Εάν το αίμα αμνών και τράγων ημπορούσε να κατευνάσει την οργισμένη Θεότητα και να την παρακινήσει να συγχωρέσει τις αμαρτίες του λαού, πόσο φυσική ήταν η μετάβαση στην ιδέα, ότι ο θάνατος ενός προσώπου έκτατης αρετής, και ιδιαιτέρως ενός που εθεωρείτο ότι ο ίδιος είναι Υιός του Θεού, θα κατεργαζόταν την συγχώρηση των αμαρτιών όλου του κόσμου. Όσο πιο μεγάλη η θυσία, τόσο περισσότερο επεκτεταμένος ο εξευμενισμός.
Οι αρχαίοι ήσαν οικείοι, επίσης, με τη ιδέα της θυσίας υπό τη μορφή σταύρωσεως. Απ’ αυτές τις σταυρώσεις οι πιο σημαντικές ήταν: του Κρισνά της Ινδίας, Π.Κ.Ε. γύρω στο 1200· του Ινδουιστή, Βούδα Σάκια, Π.Κ.Ε. 600· του Θουλή της Αιγύπτου, Π.Κ.Ε. 1700· και του Μίθρα, της Περσίας, Π.Κ.Ε. 600.
Είναι δυνατόν ο Παύλος να μην είχε ακούσει τίποτα για αυτούς τους αρχαίους σωτήρες; Εν τούτοις δεν ήταν ολιγότερο ειλικρινής με το να πιστεύει ότι ο αληθινός σωτήρας είχε τώρα παρουσιαστεί. Είναι αληθές ότι ο ίδιος ο Ιησούς, ουδεμία φορά κατά την διάρκεια της προκαταρκτική ανακρίσεως, είτε μπροστά στο συνέδριο, είτε μπροστά στον Πιλάτο, είτε καθ’ οδόν προς την εκτέλεση, είτε κατά την σταύρωση, έδωσε κανέναν υπαινιγμό ότι επρόκειτο να αποθάνει διά τις αμαρτίες του κόσμου.
Παρ’ όλα ταύτα, ο Παύλος, ο οποίος δεν είχε λάβει μέρος στα Μεσσιανικά όνειρα των άλλων αποστόλων, του ίδιου του Ιησού, λογικώς παρακινήθηκε να θεωρήσει τα πάθη κατά την σταύρωση ως μία θυσία. Εάν επρόκειτο να εγκαταλείψει μια θρησκεία εξιλέωσης, έπρεπε τότε να αρπάξει μια άλλη, η οποία συμπεριλάμβανε μια εξιλέωση ακόμη υψηλότερου χαρακτήρα.
Αυτή η ιδέα της εντεταλμένης εξιλέωσης, στην οποίαν ο Παύλος οδηγήθηκε φυσικά και λογικά, κατά την μετάβαση του από την Ιουδαϊκή στην Χριστιανική πίστη, έγινε σ’ αυτόν η απορροφούσα σκέψη, η εμψυχωτική αρχή της επακόλουθης ζωής του. Από τότε και μετά επρόκειτο να γνωρίζει μόνο τον Ιησού και αυτόν εσταυρωμένο διά τις αμαρτίες του κόσμου.
Για την εξιλέωση, η δικαίωση διά πίστεως δεν ήταν τίποτα πλέον παρά ένα παρεπόμενο συμπέρασμα. Η θυσία έπρεπε να δίνει αποδεκτή από εκείνον διά τον οποίον είχε γίνει. Εάν η πίστη του ήταν αρκετή, θα πλενόταν και θα καθαριζόταν από το αίμα του Ιησού.
Ο προκαθορισμός δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια άλλη μορφή του δόγματος περί μοιραίου των Εσσαίων. Αν και ήταν μορφωμένος Φαρισαίος ο Παύλος είχε υιοθετήσει πολλές απόψεις των Εσσαίων, και ήταν κορεσμένος μέχρις εσχάτων από την μοιρολατρία αυτής της αίρεσης.
Υπάρχουν άλλα δόγματα του Αποστόλου τα οποία μέχρι στιγμής έχουν παρακρατηθεί στην αφάνεια, αλλά είναι μεγάλης σημασίας για την ανάπτυξη της Χριστιανικής θρησκείας που επακολούθησε. Αυτά λοιπόν πρέπει τώρα να εξετάσομε.
[Ο Ιησούς Χριστός των τεσσάρων κανονικών Ευαγγελίων, ουδέποτε ανέφερε τον Αδάμ και το προπατορικό αμάρτημα σε οτιδήποτε έστω και το παραμικρό. Ουδέποτε εδήλωσε ότι τα προκαθορισμένα πάθη του αποτελούν εξιλεωτική θυσία για το αμάρτημα αυτό και έπρεπε να λάβουν χώρα για να σωθεί το ανθρώπινο γένος από την κατάρα και την οργή του Θεού Πατρός, Γιαχβέχ. Αυτά δεν υπάρχουν στα Ευαγγέλια, παρά μόνο στον Παύλο και μετέπειτα στην χριστιανική κατήχηση και δικαιολόγηση!
Τα θεολογικά δόγματα τού Παύλου είναι καινοφανή για τον Εβραϊσμό. Οι Εβραίοι ουδέποτε φαντάστηκαν έναν Μεσσίαχ Υιόν του Γιαχβέχ ή ομοούσιον με τον Θεό Πατέρα Γιαχβέχ, για να εξιλεώσει όλο τον κόσμο από το αμάρτημα του Αδάμ και της Εύας. Ο Μεσσίαχ των Εβραίων ήταν ένας άνθρωπος ειδικά επιλεγμένος από τον Γιαχβέχ για να επανιδρύσει το χαμένο κράτος του Δαυίδ και να εγκαθιδρύσει ειρήνη και την ευτυχία στον εκλεκτό λαό του. Για τις αμαρτίες τους είχαν την ημέρα του εξιλασμού. Η κατάργηση ή ακόμα η αλλοίωση του Μωσαϊκού Νόμου ήταν θανάσιμο αμάρτημα για τους Εβραίους. Η καταγωγή του Ιησού ως Μεγάλου Αρχιερέως από τον Μελχισεδέκ και όχι τον Ααρών ήταν μεγάλη παράβαση του θεϊκού Νόμου όπως και η κατάργηση της περιτομής, κ ά.
Ο Παύλος ομολογεί ότι ήταν Εβραίος και ζηλωτής του Νόμου. Φαρισαίος που μορφώθηκε «παρά τους πόδας» του μεγάλου διδασκάλου Φαρισαίου Γαμαλιήλ. Τότε γεννιέται το ερώτημα πώς στις κύριες και μεγάλες επιστολές του (Πρός Ρωμαίους, δύο Πρός Κορινθίους, Πρός Γαλάτας, Πρός Εβραίους) αναπτύσσει τόσο καινοφανή και αντίθετα προς τον Εβραϊσμό δόγματα; Πως του κατέβηκαν μαζί με τα ψεύδη και τις στρεψοδικίες του; Αν είναι δικά του τότε είναι προφανές ότι ο Παύλος αποσπάσθηκε από τον ορθόδοξο Ιουδαϊσμό και έκανε δική του αίρεση για λόγους που δεν έχομε εξακριβώσει με αποδείξεις. Μήπως όμως δεν είναι δικά του αλλά χριστιανικά δόγματα που παρεισέφρησαν αργότερα και τα έβαλαν στις Επιστολές του Παύλου;
Έχομε ήδη αναφέρει ότι πολλοί επιστήμονες αμφισβητούν την ύπαρξη του Παύλου και άλλοι όλες τις Επιστολές του. Μήπως αυτή η τρομερή αντίφαση είναι μια ισχυρή ένδειξη του ότι έχουν δίκιο; Ή μήπως έχουν δίκιο οι Εβιωνίτες για όσα του καταμαρτυρούν;]
ΔΟΓΜΑΤΑ ΙΕΡΑΣ ΕΞΕΤΑΣΕΩΣ.
«ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΣΑΡΚΑΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ·
Η΄, ΝΑ ΦΟΝΕΎΣΕΙΣ ΤΟ ΣΩΜΑ ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΘΕΙ Η ΨΥΧΗ.»
«Όλως ακούεται εν υμίν πορνεία, και τοιαύτη πορνεία, ήτις ουδέ εν τοις έθνεσιν ονομάζεται, ώστε γυναίκά τινα του πατρός έχειν.
και υμείς πεφυσιωμένοι εστέ, και ουχί μάλλον επενθήσατε, ίνα εξαρθή εκ μέσου υμών ό το έργον τούτο ποιήσας!
εγώ μεν γαρ ως απών τω σώματι, παρών δε τω πνεύματι, ήδη κέκρικα ως παρών τον ούτω τούτο κατεργασάμενον,
εν τω ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού συναχθέντων υμών και του εμού πνεύματος συν τη δυνάμει του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού
παραδούναι τον τοιούτον τω σατανά εις όλεθρον της σαρκός, ίνα το πνεύμα σωθή εν τη ημέρα του Κυρίου Ιησού.»
«τι γαρ μοι και τους έξω κρίνειν; ουχί τους έσω υμείς κρίνετε; τους δε έξω ο Θεός κρίνει. και εξαρείτε τον πονηρόν εξ υμών αυτών.» ―Α΄ Πρός Κορινθίους 5: 1-5, 12-13.
[Στον στίχο 1 έχομε την πληροφορία μόνο τι ήταν το αδίκημα κάποιου. Ότι δηλαδή κάποιος γιος είχε σεξουαλικές σχέσεις με την μητριά του. Δεν αναφέρεται τίποτα για τις συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη, αν ήταν όντως ή όχι ένοχος ο αδικήσας γιος, και αν τελικά ένοιαξε τον πατέρα του που μάλλον υπονοείται πως ήταν ο αδικηθείς χωρίς να είναι σίγουρο. Ο αδικηθείς μπορεί να ήταν η γυναίκα του πατέρα, δηλαδή η μητριά του γιου. Αν εμβαθύνομε στον τρόπο με τον οποίον ο Παύλος αναφέρει εδώ τα συμβάντα, φαίνεται αρκετά αμφίβολο ότι ένοιαξε καθόλου τον πατέρα και μάλλον όλα να έγιναν κοινή συναινέσει. Π. χ., στον στίχο Α΄ Πρός Κορινθίους 5: 6 ο Παύλος αντιδρά ως εξής: «Ου καλόν το καύχημα υμών. ουκ οίδατε ότι μικρά ζύμη όλον το φύραμα ζυμοί;». Δεν βλέπομε κανέναν να διαμαρτύρεται για αδίκημα, αλλά αντιθέτως ο στίχος 2 φανερώνει σαφώς ότι κανένας από τη σύναξη της Κορίνθου δεν νοιάστηκε για το συμβάν και επομένως δεν υπήρχε ούτε αδικήσας ούτε αδικηθείς. Όλα αυτά για τον Παύλο είναι ψιλά γράμματα και παραβλέπονται. Άλλο είναι το ζήτημα που τον καίει όπως θα δούμε στη συνέχεια και αυτός μόνος, από ό,τι είχε ακούσει και εν τη απουσία του, το θέτει ως έσχατο έγκλημα. Έτσι το ποινικό δίκαιο, ο αστικός κώδικας και η εγκεκριμένη δικαστική διαδικασία δεν έχουν καμία θέση για τον Παύλο. Το μόνο που τον νοιάζει είναι το καταστατικό της εκκλησίας όπως το εννοούσε αυτός και μόνον. Όπως θα δούμε στη συνέχεια η κατάληξη ήταν πάρα πολύ λυπηρή για όλους, όπως σαφώς δηλώνεται στην Β΄ Πρός Κορινθίους 7: 7-11. Η θανάτωση τού γιου, την οποία επιζητούσε επιμόνως ο Παύλος, θα ήταν άκρως οδυνηρή και καταστροφική για τον πατέρα όταν μάλιστα ό,τι και αν έκανε ο γιος του όπως διαφαίνεται δεν τον ενόχλησε πολλώ μάλλον να τον αδίκησε. Μετά, οι Χριστιανοί κοκορεύονται για μετάνοια και συγχώρεση. Εδώ δεν εδόθη καμία ευκαιρία!]
Τί εννοεί ο Παύλος εδώ; Διάφοροι ισχυρίζονται ότι δεν υπήρχε τίποτα χειρότερο από την έξωση εκ της εκκλησίας.
Εντούτοις, δεν ήταν τέτοια η γλώσσα που χρησιμοποιούσε ο απόστολος, για τον κατ’ ευθείαν αποκλεισμό από την εκκλησία. Οι αδελφοί έπρεπε να:
«αποσυρθούν» εφ’ εαυτού των απ’ τέτοιους πονηρούς (Α΄ Πρός Τιμόθεον 6: 5, «παραδιατριβαί διεφθαρμένων ανθρώπων τον νουν και απεστερημένων της αληθείας, νομιζόντων πορισμόν είναι την ευσέβειαν. αφίστασο από των τοιούτων.», Β΄ Πρός Θεσσαλονικείς 3: 6, «Παραγγέλλομεν δε υμίν, αδελφοί, εν ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στέλλεσθαι υμάς από παντός αδελφού ατάκτως περιπατούντος και μη κατά την παράδοσιν ην παρέλαβον παρ’ ημών.»)·
ή από τέτοιους έπρεπε να «απομακρυνθούν» (Β΄ Πρός Τιμόθεον 3: 5, «έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι. και τούτους αποτρέπου.»·
ή έπρεπε να τους αποφεύγουν (Πρός Ρωμαίους 16: 17 «Παρακαλώ δε υμάς, αδελφοί, σκοπείν τους τας διχοστασίας και τα σκάνδαλα παρά την διδαχήν ην υμείς εμάθετε ποιούντας, και εκκλίνατε απ’ αυτών·»)·
ή να τους «σημειώνουν» ή να τους «προειδοποιούν» και «να μην κάνουν καθόλου παρέα» μαζί τους (Β΄ Πρός Θεσσαλονικείς 3: 14, «ει δε τις ουχ υπακούει τω λόγω ημών διά της επιστολής, τούτον σημειούσθε, και μη συναναμίγνυσθε αυτώ, ίνα εντραπή·» ).
[Ακόμα βλέπε: Β΄ Πρός Κορινθίους 6: 14-15, «Μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις· τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου;», (και Α΄ Ιωάννου 2: 12-17, Β΄ Ιωάννου 10-11).
Και ο Ιησούς σε μερικά σημεία είχε ανάλογη γλώσσα για επίλυση διαφορών. Ματθαίος 5: 22-26, «Εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο οργιζόμενος τω αδελφώ αυτού εική ένοχος έσται τη κρίσει· ος δ’ αν είπη τω αδελφώ αυτού ρακά, ένοχος έσται τω συνεδρίω· ος δ’ αν είπη μωρέ, ένοχος έσται εις την γέενναν του πυρός. Εάν ουν προσφέρης το δώρόν σου επί το θυσιαστήριον κακεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου, άφες εκεί το δώρόν σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου, και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου, και τότε ελθών πρόσφερε το δώρόν σου. Ίσθι ευνοών τω αντιδίκω σου ταχύ έως ότου ει εν τη οδώ μετ’ αυτού, μήποτέ σε παραδώ ο αντίδικος τω κριτή και ο κριτής σε παραδώ τω υπηρέτη, και εις φυλακήν βληθήση· αμήν λέγω σοι, ου μη εξέλθης εκείθεν έως ου αποδώς τον έσχατον κοδράντην.»
18: 15-17, «Εάν δε αμαρτήση εις σε ο αδελφός σου, ύπαγε και έλεγξον αυτόν μεταξύ σου και αυτού μόνου· εάν σου ακούση, εκέρδησας τον αδελφόν σου· εάν δε μη ακούση, παράλαβε μετά σου έτι ένα ή δύο, ίνα επί στόματος δύο μαρτύρων ή τριών σταθή παν ρήμα. εάν δε παρακούση αυτών, ειπέ τη εκκλησία· εάν δε και της εκκλησίας παρακούση, έστω σοι ώσπερ ο εθνικός και ο τελώνης.».].
Ο Παύλος διέταξε την εκκλησία της Κορίνθου «εξαρείτε τον πονηρόν εξ υμών αυτών». Η λέξη που χρησιμοποιείται είναι εξαρείτε «= απομακρύνατε, βγάλετε από τη μέση ή από ανάμεσα» από το ρήμα εξαιρώ· ή σύμφωνα με σωστότερο ανάγνωσμα, αρείτε, από το ρήμα αίρω.
Τώρα ποία η σημασία του αίρω και του εξαιρώ;
Το ακόλουθο είναι ένας από τους ορισμούς που δίνονται από τους Liddell και Scott: «Να σηκώσεις και να απομακρύνεις, να απομακρύνεις, να θέσεις τέρμα στο: αργότερα, να φονεύσεις.».
Έτσι, ένας από τους ορισμούς του εξαιρέω, συνηρημένος τύπος του οποίου είναι το εξαιρώ, είναι, «φονεύω, θανατώνω, σκοτώνω, βγάζω από τη μέση».
Εμείς αναγνωρίζομε ότι η φράση «εξαρείτε τον πονηρόν» χρησιμοποιείται με την έννοια «βγάλετε από τη μέση [δια θανατώσεως] τον πονηρόν = κακόν, άνομο, παλιάνθρωπο, διεφθαρμένο»· όπως όταν λέμε σε έναν φίλο, «Αυτός έφυγε από τη μέση.». Τω όντι, αυτή είναι η κοινή χρήση της φράσεως και των ισοδυνάμων της σε άλλες γλώσσες για περισσότερα από δυο χιλιάδες χρόνια.
Στην Καινή Διαθήκη υπάρχουν συχνά παραδείγματα της χρήσης του ρήματος αίρω κατ’ αυτήν την έννοια.
Παραδείγματος χάριν:
Ματθαίος 24: 39 «και ουκ έγνωσαν έως ήλθεν ο κατακλυσμός και ήρεν άπαντας, ούτως έσται και η παρουσία του υιού του ανθρώπου.».
Λουκάς 23: 18 «ανέκραξαν δε παμπληθεί λέγοντες· αίρε τούτον, απόλυσον δε ημίν Βαραββάν·». Βλέπε επίσης Ιωάννης 19: 15, και Πράξεις 21: 36.
Ιωάννης 17: 15 «ουκ ερωτώ ίνα άρης αυτούς εκ του κόσμου, αλλ’ ίνα τηρήσης αυτούς εκ του πονηρού».
Ιωάννης 15: 2 «παν κλήμα εν εμοί μη φέρον καρπόν, αίρει αυτό, και παν το καρπόν φέρον, καθαίρει αυτό, ίνα πλείονα καρπόν φέρη.».
Ιωάννης 11: 48-50 «εάν αφώμεν αυτόν ούτω, πάντες πιστεύσουσιν εις αυτόν, και ελεύσονται οι Ρωμαίοι και αρούσιν ημών και τον τόπον και το έθνος. εις δε τις εξ αυτών Καϊάφας, αρχιερεύς ων του ενιαυτού εκείνου, είπεν αυτοίς· υμείς ουκ οίδατε ουδέν, ουδέ διαλογίζεσθε ότι συμφέρει ημίν ίνα εις άνθρωπος αποθάνη υπέρ του λαού και μη όλον το έθνος απόληται.».
Πράξεις 8: 33 «εν τη ταπεινώσει αυτού η κρίσις αυτού ήρθη· την δε γενεάν αυτού τις διηγήσεται; ότι αίρεται από της γης η ζωή αυτού.».
Πράξεις 22: 22 «Ήκουον δε αυτού άχρι τούτου του λόγου, και επήραν την φωνήν αυτών λέγοντες· αίρε από της γης τον τοιούτον· ου γαρ καθήκεν αυτόν ζήν.».
Ούτως η φιλολογική ένδειξη είναι υπερβολική.
Αν όμως υπήρχε κάποια αμφιβολία διά την σημασία αυτού του κεφαλαίου, και για την πρόθεση του αποστόλου, θα πρέπει [η αμφιβολία αυτή] να εξαλειφθεί από την ανάγνωση της επομένης επιστολής προς την ιδίαν εκκλησία, εις την οποίαν αναφέρει την ίδια πράξη. Στην επόμενη επιστολή λέγει:
«ου μόνον δε εν τη παρουσία αυτού, αλλά και εν τη παρακλήσει ή παρεκλήθη εφ’ υμίν, αναγγέλλων ημίν την υμών επιπόθησιν, τον υμών οδυρμόν, τον υμών ζήλον υπέρ εμού, ώστε με μάλλον χαρήναι,
ότι ει και ελύπησα υμάς εν τη επιστολή, ου μεταμέλομαι, ει και μετεμελόμην· βλέπω γαρ ότι η επιστολή εκείνη, ει και προς ωραν, ελύπησεν υμάς.
νυν χαίρω, ουχ ότι ελυπήθητε, αλλ’ ότι ελυπήθητε εις μετάνοιαν· ελυπήθητε γαρ κατά Θεόν, ίνα εν μηδενί ζημιωθήτε εξ ημών.
η γαρ κατά Θεόν λύπη μετάνοιαν εις σωτηρίαν αμεταμέλητον κατεργάζεται· η δε του κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται.
ιδού γαρ αυτό τούτο, το κατά Θεόν λυπηθήναι υμάς, πόσην κατειργάσατο υμίν σπουδήν, αλλά απολογίαν, αλλά αγανάκτησιν, αλλά φόβον, αλλά επιπόθησιν, αλλά ζήλον, αλλά εκδίκησιν! εν παντί συνεστήσατε εαυτούς αγνούς είναι εν τω πράγματι.
άρα ει και έγραψα υμίν, ουχ είνεκεν του αδικήσαντος, ουδέ είνεκεν του αδικηθέντος, αλλ’ είνεκεν του φανερωθήναι την σπουδήν υμών την υπέρ ημών προς υμάς ενώπιον του Θεού.
Δια τούτο παρακεκλήμεθα. επί δε τη παρακλήσει υμών περισσοτέρως μάλλον εχάρημεν επί τη χαρά Τίτου, ότι αναπέπαυται το πνεύμα αυτού από πάντων υμών·» ―[Β΄ Πρός Κορινθίους 7: 7-13.].
Ο απόστολος δεν ενδιαφέρεται καθόλου για την μεριά του κατηγορουμένου. Ούτε ενδιαφέρθηκε καθόλου για ‘κείνον που αδικήθηκε. Η μόνη φροντίδα ήταν αυτή για την εκκλησία. Και τώρα που η εκκλησία είχε εξεγερθεί, και μέσα στην αγανάκτηση και τον ζήλο της πήρε εκδίκηση από τον ανομούντα, αυτός, ο Παύλος, ικανοποιήθηκε.
[Δεν ξέρομε βεβαίως πόσον ο Εβραιόφρων Παύλος είχε κατά νουν: (1) την κατάρα του Ιακώβ κατά του υιού του Ρουβήν επειδή ο Ρουβήν ανέβηκε εις την κλίνην του πατρός του και «έκανε κάτι» με μια από τις γυναίκες του πατρός του Γένεσις 49: 3-4, (2) τα παθήματα των δέκα γυναικών και παλλακίδων του προφητάνακτος Δαυίδ επειδή τις τακτοποίησε όλες ο υιός Αβεσσαλώμ, Β΄ Σαμουήλ ή Βασιλειών 15: 16, 16: 15-23, 20: 3, (3) την διάταξη του Μωσαϊκού Νόμου, Λευιτικόν 20: 11 «και εάν τις κοιμηθή μετά γυναικός του πατρός αυτού, ασχημοσύνην του πατρός αυτού απεκάλυψε, θανάτω θανατούσθωσαν, αμφότεροι ένοχοί εισι.». Όμως κατά καμίαν έννοιαν δεν δηλώνει ή υπονοεί κάτι τέτοιο στις επιστολές του, παρ’ όλο που η παυλική ομάδα της Κορίνθου αποτελείτο σχεδόν όλη από Ιουδαίους της διασποράς.
Τελικά ο Παύλος και Τίτος χάρηκαν με την έκβαση των πραγμάτων, και όπως διαβάζομε χάρηκαν πολύ. Απ’ ό,τι γράφεται στις δύο Πρός Κορινθίους Επιστολές, πρέπει να ήταν ο Τίτος και η Χλόη (Α΄ Πρός Κορινθίους 1: 11) αυτοί που ειδοποίησαν τον Παύλο περί των συμβάντων. Επίσης στην Επιστολή Πρός Γαλάτας ο Παύλος έχει εξοργισθεί σε άκρατο βαθμό. Αναθεματίζει, μπλέκει τα λόγια του, υβρίζει τους πάντες και τα πάντα ακόμα και τον Πέτρο (Πρός Γαλάτας 2: 11-21). Παρακάτω θα ασχοληθούμε εκτενώς και με τον στίχο Πρός Γαλάτας 5: 12. Από τις αναφορές εκ των Επιστολών που έχομε ήδη γράψει εδώ και πολλές άλλες που δεν έχομε γράψει συμπεραίνομε ότι ο Παύλος πάντα είχε τους ανθρώπους του για να κατασκοπεύουν άτομα και πράγματα. Η Ιερά Εξέτασις εφάρμοσε πολύ πιστά αυτή την τακτική.]
Είχε [ο Παύλος] εκ προοιμίου καταδικάσει τον ανομούντα, και είχε εξαγγείλει καταδικαστική πρόταση, και το είχε κάνει αρκετά ξεκάθαρο ότι επιθυμούσε [απαιτούσε] η πρόταση [΄ του] να εκτελεστεί. Το ότι αυτό συνέβη, φαίνεται καθαρά από τη γλώσσα της δεύτερης επιστολής.
[Εδώ πρέπει να προσθέσομε ότι: Ο Παύλος στην Β΄ Πρός Κορινθίους 2 : 1-11, συνιστά αγάπη προς τον μετανοήσαντα. Αυτό οφείλομε να το αναφέρομε διότι πολλοί διεστραμμένοι απολογητές της Εβραιογνωστικοχριστιανικής μάστιγας το χρησιμοποιούν για να απαλλάξουν τον Παύλο από την κακία, τη δικτατορία και την αγριότητά που έχει επιδείξει εν προκειμένω. Εδώ απλώς δίδει μια γενική και αφηρημένη εντολή αγάπης και μετανοίας, η οποία όμως λαμβάνει ισχύ όταν μόνο αυτός ο ίδιος κρίνει ότι η μετάνοια τού αμαρτήσαντος έγινε εντός των πλαισίων που αυτός έθεσε. Ο Παύλος ως μέγας εγωιστής οικειοποιείται την ανώτατη αρχή μέσα στις ομάδες των πιστών του και μόνον αυτός ως αυθεντία επικυρώνει ό,τι θέλει και όταν αυτός νομίζει ότι οι όροι του ικανοποιήθηκαν επαρκώς. Γι’ αυτό, π. χ., βλέπομε και το θράσος του στον στίχο 2: 9 όπου γράφει: «εις τούτο γαρ και έγραψα, ίνα γνώ την δοκιμήν υμών, ει εις πάντα υπήκοοί εστε» κλπ. Ακόμα και σ’ αυτό το σημείο δοκιμάζει τα μέλη της ομάδας του και απαιτεί υπακοή «εις πάντα»! Πλήρης δικτατορία δηλαδή! Αν ψυχαναλύσομε την κατάσταση αυτών των μελών φτάνομε στο συμπέρασμα ότι πρέπει να ήσαν σχιζοειδή, πλήρως προβατοποιημένα και εντελώς εξαθλιωμένα πνευματικώς! Διότι αντί να τον εξαποστείλουν από ‘κει που ήλθε αυτά υπομένουν τυφλά οτιδήποτε τους επιτάσσει! Ας μελετήσομε λοιπόν τα παράξενα και αλλοπρόσαλλα του εδαφίου Β΄ Πρός Κορινθίους 2: 1-11:
«Έκρινα δε εμαυτώ τούτο, το μη πάλιν εν λύπη ελθείν προς υμάς. ει γαρ εγώ λυπώ υμάς, και τις εστιν ο ευφραίνων με ει μη ο λυπούμενος εξ εμού; και έγραψα υμίν τούτο αυτό, ίνα μη ελθών λύπην έχω αφ’ ων έδει με χαίρειν, πεποιθώς επί πάντας υμάς ότι η εμή χαρά πάντων υμών εστιν. εκ γαρ πολλής θλίψεως και συνοχής καρδίας έγραψα υμίν διά πολλών δακρύων, ουχ ίνα λυπηθήτε, αλλά την αγάπην ίνα γνώτε ην έχω περισσοτέρως εις υμάς. Ει δε τις λελύπηκεν, ουκ εμέ λελύπηκεν, αλλά, από μέρους ίνα μη επιβαρώ, πάντας υμάς. ικανόν τω τοιούτω η επιτιμία αύτη η υπό των πλειόνων· ώστε τουναντίον μάλλον υμάς χαρίσασθαι και παρακαλέσαι, μήπως τη περισσοτέρα λύπη καταποθή ο τοιούτος. διό παρακαλώ υμάς κυρώσαι εις αυτόν αγάπην. εις τούτο γαρ και έγραψα, ίνα γνώ την δοκιμήν υμών, ει εις πάντα υπήκοοί εστε. ω δε τι χαρίζεσθε, και εγώ· και γαρ εγώ ει τι κεχάρισμαι ω κεχάρισμαι, δι’ υμάς εν προσώπω Χριστού, ίνα μη πλεονεκτηθώμεν υπό του σατανά· ου γαρ αυτού τα νοήματα αγνοούμεν.»
Βλέπομε ότι, αν και συνδέει αυτά που γράφει εδώ με αυτά που έγραψε στην πρώτη επιστολή η σχέση τους με το επεισόδιο της Α΄ Πρός Κορινθίους 5, το οποίο εξετάζομε εδώ, είναι καθαρά στρεψόδικη. Ενώ, όπως έχομε καταστήσει σαφές ανωτέρω, π. χ. με το «παραδούναι τον τοιούτον τω σατανά εις όλεθρον της σαρκός, ίνα το πνεύμα σωθή εν τη ημέρα του Κυρίου Ιησού.» και με τα τόσα άλλα, ο Παύλος εκ προοιμίου έχει καταδικάσει τον ανομούντα, εδώ τώρα γράφει: «ώστε τουναντίον μάλλον υμάς χαρίσασθαι και παρακαλέσαι, μήπως τη περισσοτέρα λύπη καταποθή ο τοιούτος. διό παρακαλώ υμάς κυρώσαι εις αυτόν αγάπην», κλπ. Το «δι’ υμάς εν προσώπω Χριστού,» είναι για ένα αφηρημένο κόλπο ενώ ολόκληρο το εδάφιο είναι ένα προπαρασκευαστικό βήμα διά τους παραλήπτες της επιστολής, ούτως ώστε στο κεφάλαιο 7 να επέλθει σαν καταπέλτης. Διότι στο κεφάλαιο 7 βλέπομε καθαρά τη γλώσσα και το ύφος να αλλάζει ριζικά. Όχι μόνον επανέρχεται σαφώς στο επεισόδιο, τη γλώσσα και το ύφος του κεφαλαίου 5 της Α΄ Πρός Κορινθίους, αλλά τώρα χρησιμοποιεί διαφορετικά κριτήρια, π. χ. της δικής του χαρά και του Τίτου με όλες τις συγκαλυμμένες κακοήθειές του κλπ., και δηλώνει ευθέως: «ει και ελύπησα υμάς εν τη επιστολή, ου μεταμέλομαι, ει και μετεμελόμην...» κλπ., μαζί με όλες τις εξαθλιωτικές στρεψοδικίες που μόλις ανωτέρω παραθέσαμε. Από τα ίδια τα γραπτά του, ευκολότατα αποδεικνύεται ότι ο Παύλος είναι ένας δόλιος και πονηρός στρεψόδικος. Η σχέση των κεφαλαίων Α΄ Πρός Κορινθίους 5, Β΄ Πρός Κορινθίους 2 και 7 αποτελεί ένα παράδειγμα μέσα στα τόσα άλλα. Μερικές φορές έχει το θράσος να το ομολογεί και ο ίδιος. Π. χ. Πράξεις 9: 22, Πρός Ρωμαίoυς 3: 7 «Εάν διά τoυ ψεύδoυς μoυ η αλήθεια τoυ Θεoύ κατεδείχθη μεγάλη πρoς δόξαν τoυ, γιατί ακόμη κατακρίνoμαι ως αμαρτωλός;» (το μόνο αληθές που μας είπε ο Παύλος!), Α΄ Πρός Κoρινθίoυς 6: 12, 9: 19-23, 10: 23, Β΄ Πρός Κoρινθίoυς 5: 13, 12: 16, Πρός Φιλιππησίους 1: 15-18, και πολλά άλλα. Έτσι λοιπόν φτάνομε αβιάστως στα παρακάτω συμπεράσματα των «αγίων και θεοφόρων πατέρων», τα οποία ο Waite έκανε το κόπο να μας καταγράψει: ]
Το συμπέρασμα που βγήκε εξ αυτού του κεφαλαίου [Β΄ Πρός Κορινθίους 7] από τον Τερτυλλιανό [ήδη στο τέλος δευτέρου και αρχές τρίτου αιώνα], τον Αμβρόσιο [δεύτερον ήμισυ του τετάρτου αιώνα], και άλλους πατέρες της εκκλησίας, ήταν, «ότι το άτομο μπορεί να καταστραφεί για να σωθεί η εκκλησία.».
[Είναι πολύ γραφικές, εκφοβιστικές για τους αφελείς, και φαιδρές συνάμα οι περιγραφές του πυρός και των βασάνων στην αιώνια κόλαση στα γραπτά του Τερτυλλιανού! Φανερώνουν άτομο πάσχον τρομερά από πολύ άσχημες ψυχο-πνευματικές διαταραχές!]
Ούτε οι σύγχρονοι σχολιαστές μπορούν εύκολα να βγάλουν κάποιο άλλο συμπέρασμα.
Στο Comm. Phil., 1855, του Scott Henry, προτείνεται ότι ο Παύλος επρόκειτο να χτυπήσει τον ανομούντα με μια τρομακτική αρρώστια ενώ βρισκόταν ανάμεσα τους, κατά τον χρόνο που αυτοί ήταν συγκεντρωμένοι, έτσι ώστε θα ήταν υποχρεωμένοι λόγω της αρρώστιας να τον μεταφέρουν έξω από τον τόπο της συγκεντρώσεώς τους. ― [Σελίδα 272, αναφέροντας τον Bloomfield και τον Rosenmueller.].
O Olshausen παραδέχεται ότι η φράση «αιρείν εκ μέσω» πραγματικά σημαίνει «να εξαλήψεις, δηλαδή, να θανατώσεις»· αλλά νομίζει ότι ο αποκλεισμός από την εκκλησία πρέπει να εννοηθεί ως πνευματικός θάνατος. ― [Comm. On 1st and 2nd Cor. in 20th vol. Clarke’s Theo. Lib. Ed. 1855, p. 88].
Ο Dean Stanley ειλικρινώς παραδέχεται ότι ο Παύλος πιθανότατα σκόπευε τον θάνατο του ανομούντος. ―[On the Epistles to the Corinthians, 5th edition, London, 1882, pp.77,78.].
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΘΕΜΕΛΙΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΕΞΕΤΑΣΕΩΣ.
«όφελον και αποκόψονται οι αναστατούντες υμάς.» ―[Πρός Γαλάτας 5: 12].
Μας παρακαλούν ευγενικά επίσης να καταλάβομε αυτό το χωρίο απλώς σαν μια έκφραση της επιθυμίας του αποστόλου ότι ορισμένα πρόσωπα θα έπρεπε να αποκλεισθούν από την εκκλησία. Αλλά κατείχε και ασκούσε το δικαίωμα να διευθύνει τον αποκλεισμό μελών από την εκκλησία. Τέτοιες διαταγές είχαν δοθεί επανειλημμένως. ―[Α΄ Πρός Τιμόθεον 6: 5, «παραδιατριβαί διεφθαρμένων ανθρώπων τον νουν και απεστερημένων της αληθείας, νομιζόντων πορισμόν είναι την ευσέβειαν. Αφίστασο από των τοιούτων.», Β΄ Πρός Τιμόθεον 3: 5, «έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι. και τούτους αποτρέπου.», Β΄ Πρός Θεσσαλονικείς 3: 6, «Παραγγέλλομεν δε υμίν, αδελφοί, εν ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στέλλεσθαι υμάς από παντός αδελφού ατάκτως περιπατούντος και μη κατά την παράδοσιν ην παρέλαβον παρ' ημών.», και 14, «ει δε τις ουχ υπακούει τω λόγω ημών διά της επιστολής, τούτον σημειούσθε, και μη συναναμίγνυσθε αυτώ, ίνα εντραπή·».]
Σ’ αυτή την περίπτωση «όφελον και = θα ήθελα ακόμη και» είναι κάτι που μπορεί να γίνει αλλά για το οποίο δεν είχε την δύναμη απολύτως να το διατάξει.
Ξανά: «όφελον και αποκόψονται». Είναι ο αποκλεισμός από την εκκλησία τέτοια ακραία τιμωρία για να δικαιολογήσει τη χρήση της λέξεως «και»;
«όφελον και αποκόψονται οι αναστατούντες υμάς.».
Αποκόψονται από το ρήμα αποκόπτω. Ποία η σημασία αυτού του ρήματος;
Οι αρχικοί ορισμοί του ρήματος κόπτω, που δίδονται από τους Liddell και Scott, είναι οι εξής:
1. Επιτίθεμαι, κτυπώ, κόβω.
2. Κτυπώ κάτω, πίπτω, φονεύω.
3. Αποκόπτω, τεμαχίζω, εκτέμνω.
Με την Ελληνική πρόθεση από, το ρήμα αποκόπτω ορίζεται από τις ίδιες αυθεντίες ως «κόπτω από, πελεκώ από, ρίπτω εκτός θέσεως, εκτέμνω».
Ας ρίξομε μια ματιά και σε άλλα μέρη της Καινής Διαθήκης όπου χρησιμοποιείται:
1. Μάρκος 9: 43, «και εάν σκανδαλίζη σε η χείρ σου, απόκοψον αυτήν· καλόν σοί εστι κυλλόν εις την ζωήν εισελθείν, ή τας δύο χείρας έχοντα απελθείν εις την γέενναν, εις το πυρ το άσβεστον,»
2. Μάρκος 9: 45, «και εάν ο πούς σου σκανδαλίζη σε, απόκοψον αυτόν· καλόν σοί εστιν εισελθείν εις την ζωήν χωλόν, ή τους δύο πόδας έχοντα βληθήναι εις την γέενναν, εις το πυρ το άσβεστον,»
3. Ιωάννης 18: 10, «Σίμων ουν Πέτρος έχων μάχαιραν είλκυσεν αυτήν, και έπαισε τον του αρχιερέως δούλον και απέκοψεν αυτού το ωτίον το δεξιόν· ην δε όνομα τω δούλω Μάλχος.»
4. Ιωάννης 18: 26, «ηρνήσατο ουν εκείνος και είπεν· ουκ ειμί. λέγει εις εκ των δούλων του αρχιερέως, συγγενής ων ου απέκοψε Πέτρος το ωτίον· ουκ εγώ σε είδον εν τω κήπω μετ' αυτού;»
5. Πράξεις 27: 32, «τότε οι στρατιώται απέκοψαν τα σχοινία της σκάφης και είασαν αυτήν εκπεσείν.»
Είναι δυνατόν να υπάρχει αμφιβολία για την σημασία αυτής της λέξης; Ο Παύλος εύχεται αυτές οι εκκλησίες να κάνουν ό,τι αυτός επιθυμούσε να κάνει και η εκκλησία στην Κόρινθο. Επιθυμούσε οι ανομούντες να «αποκοπούν» από προσώπου γης.
Στα Commentaries του Adam Clarke ευρίσκομε το ακόλουθο σχόλιο επ’ αυτού του χωρίου:
«Στην πρώτη ματιά φαίνεται ότι οι απόστολοι προσευχόταν για την καταστροφή των ψευδοδιδασκάλων οι οποίοι είχαν διαστρέψει τις εκκλησίες της Γαλατίας.»
Ο πολυμαθής σχολιαστής δεν μας πληροφορεί πως μπορεί να απαλειφθεί η πρώτη εντύπωση που μας δημιουργεί η ανάγνωση αυτού του χωρίου.
Ο Olshausen λέγει: «Η κατάρα της τιμωρίας κατά των αντιπάλων.»
Το βιβλίο Pulpit Commentary των Spence και Extell υποστηρίζει τη θεωρία της αυτο-αποκοπής ―δηλαδή την ευχή οι ίδιοι να ακρωτηριάσουν τους εαυτούς των· και πολύ εκφραστικά αποκηρύττει την κατασκευασμένη υπόθεση η οποία θέλει τον απόστολο να αναφέρεται απλώς στην έξωση (αφορισμό) ―[Commentary on Galatians, p. 248]
Η θεωρία του αυτο-ακρωτηριασμού είναι απλώς παράλογη. Κατ’ αυτήν την άποψη, ο Παύλος λέγει: «Θα ήθελα αυτούς που σας αναστατώνουν ει δυνατόν να αυτο-ακρωτηριαζόταν.» Πώς όμως αυτό θα ανακούφιζε την εκκλησία;
Όχι· ο Παύλος ήθελε αυτούς τους αιρετικούς να θανατωθούν.
Τους είχε ήδη προφέρει καταραμένους (τους αναθεμάτισε):
«ό ουκ έστιν άλλο, ει μη τινές εισιν οι ταράσσοντες υμάς και θέλοντες μεταστρέψαι το ευαγγέλιον του Χριστού.
αλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ό ευηγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω.» ―[Πρός Γαλάτας 1: 7, 8.].
Και ξανά:
«ως προειρήκαμεν, και άρτι πάλιν λέγω· ει τις υμάς ευαγγελίζεται παρ' ό παρελάβετε, ανάθεμα έστω.» ―[Πρός Γαλάτας 1: 9.].
Τώρα, ποία να είναι η σημασία της κατάρας του αναθεματισμού;
Στο βιβλίο Ιησούς του Ναυή 6: 17, 18, διαβάζομε το εξής:
«και έσται η πόλις ανάθεμα, αυτή και πάντα, όσα εστίν εν αυτη, Κυρίω Σαβαώθ· πλήν Ραάβ την πόρνην περιποιήσασθε, αυτήν και πάντα όσα εστίν εν τω οίκω αυτής.
αλλά υμείς φυλάξεσθε σφόδρα από του αναθέματος, μήποτε ενθυμηθέντες υμείς αυτοί λάβητε από του αναθέματος και ποιήσητε την παρεμβολήν των υιών Ισραήλ ανάθεμα και εκτρίψητε ημάς·»
Ξανά, στο κεφάλαιο 7, στίχος 12:
«και ου μη δύνωνται οι υιοί Ισραήλ υποστήναι κατά πρόσωπον των εχθρών αυτών· αυχένα επιστρέψουσιν έναντι των εχθρών αυτών, ότι εγενήθησαν ανάθεμα· ου προσθήσω έτι είναι μεθ’ υμών, εάν μη εξάρητε το ανάθεμα εξ υμών αυτών.»
Μεταξύ των Εβραίων, το να αναθεματιστείς ήταν ζήτημα προσήκουσας τιμωρίας.
«Εάν δε γένηται εν τινι αμαρτία κρίμα θανάτου και αποθάνη και κρεμάσητε αυτόν επί ξύλου,
ου κοιμηθήσεται το σώμα αυτού επί του ξύλου, αλλά ταφή θάψετε αυτό εν τη ημέρα εκείνη, ότι κεκατηραμένος υπό Θεού πας κρεμάμενος επί ξύλου· και ου μη μιανείτε την γην, ην Κύριος ο Θεός σου δίδωσί σοι εν κλήρω.» ―[Δευτερονόμιον 21: 22-23.].
Οποιοσδήποτε ήταν καταραμένος ή αναθεματισμένος θα μπορούσε νομίμως να θανατωθεί.
Ο Παύλος υπήρξε διώκτης πριν την μετατροπή του ―και ήταν ακόμα διώκτης. Το πνεύμα της δίωξης [αναθεματισμού] διαχέεται παντού μέσ’ τα γραπτά του.
«ει τις ου φιλεί τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, ήτω ανάθεμα. μαράν αθά.» ―[Α΄ Πρός Κορινθίους 16: 22].
[Στην Πρός Γαλάτας 1: 6-9, «Θαυμάζω ότι ούτω ταχέως μετατίθεσθε από του καλέσαντος υμάς εν χάριτι Χριστού εις έτερον ευαγγέλιον, ό ουκ έστιν άλλο, ει μη τινές εισιν οι ταράσσοντες υμάς και θέλοντες μεταστρέψαι το ευαγγέλιον του Χριστού. αλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ό ευηγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω. ως προειρήκαμεν, και άρτι πάλιν λέγω· ει τις υμάς ευαγγελίζεται παρ’ ό παρελάβετε, ανάθεμα έστω.» δηλώνει ότι ακόμα και αν άγγελος εξ ουρανού κηρύξει σ’ αυτούς άλλο ευαγγέλιο αυτοί οφείλουν να πιστεύουν το δικό του. Αλλιώς να πάνε στ’ ανάθεμα.]
Στην Β΄ Πρός Θεσσαλονικείς 1: 8[-9], «εν πυρί φλογός, διδόντος εκδίκησιν τοις μη ειδόσι Θεόν και τοις μη υπακούουσι τω ευαγγελίω του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, [οίτινες δίκην τίσουσιν όλεθρον αιώνιον από προσώπου του Κυρίου και από της δόξης της ισχύος αυτού,]» ο Κύριος Ιησούς αναφέρεται [υπό του Παύλου] ότι «παίρνει εκδίκηση» πάνω [στους άθεους] και σε κείνους που δεν υπακούουν το Ευαγγέλιό του.
Στην Α΄ Πρός Τιμόθεον 1: 20, «ων εστιν Υμέναιος και Αλέξανδρος, ους παρέδωκα τω σατανά, ίνα παιδευθώσι μη βλασφημείν.». Παρέδωσε στον Σατανά τον Υμέναιο και τον Αλέξανδρο, οι οποίοι είχαν αποχωρήσει από την πίστη,.
Στην Β΄ Πρός Τιμόθεον 4: 14, «Αλέξανδρος ο χαλκεύς πολλά μοι κακά ενεδείξατο· αποδώη αυτώ ο Κύριος κατά τα έργα αυτού·».
Στην Πρός Τίτον 1: 10-11, «Εισί γαρ πολλοί και ανυπότακτοι, ματαιολόγοι και φρεναπάται, μάλιστα οι εκ περιτομής, ους δεί επιστομίζειν, οίτινες όλους οίκους ανατρέπουσι διδάσκοντες α μη δεί αισχρού κέρδους χάριν.» αναφέρεται σε ‘κείνους εντός της εκκλησίας που ήταν ανάγωγοι και μάταιοι συζητητές και απατεώνες, και παραγγέλλει [στον Τίτο] ότι πρέπει να τους κλείνει το στόμα.
Στις Πράξεις 13: 8-11, ο Παύλος αντιπροσωπεύει τον τιμωρό του Ελύμα διά τυφλώσεως, αυτού του «υιού του διαβόλου», ο οποίος είχε αντιταχθεί στον Βαρνάβα και τον [απόστολο] Παύλο, με την προσπάθειά του να αποτρέψει τον ανθύπατο [Ρωμαίο Σέργιο Παύλο] από την πίστη.
[«ανθίστατο δε αυτοίς Ελύμας ο μάγος -ούτω γαρ μεθερμηνεύεται το όνομα αυτού- ζητών διαστρέψαι τον ανθύπατον από της πίστεως. Σαύλος δε, ο και Παύλος, πλησθείς Πνεύματος αγίου και ατενίσας προς αυτόν είπεν· ω πλήρης παντός δόλου και πάσης ραδιουργίας, υιε διαβόλου, εχθρέ πάσης δικαιοσύνης, ου παύση διαστρέφων τας οδούς Κυρίου τας ευθείας; και νυν ιδού χείρ Κυρίου επί σε, και έση τυφλός μη βλέπων τον ήλιον άχρι καιρού. παραχρήμα δε έπεσεν επ’ αυτόν αχλύς και σκότος, και περιάγων εζήτει χειραγωγούς.».]
Κατ’ αυτόν τον τρόπο λοιπόν ο Παύλος ισχυροποιούσε τα θεμέλια της Ιεράς Εξετάσεως. Αυτά τα θεμέλια είχαν ήδη τεθεί από τα ίδια τα δόγματά του και από τις διδασκαλίες και το παράδειγμα του Πέτρου· και αυτοί οι απόστολοι πάλι ενθαρρύνονταν από τις καταγγελίες του ίδιου του Ιησού κατά των απίστων. Αυτοί που θεμελίωσαν την Ιεράν Εξέτασιν επίσης ενθαρρύνονταν από τις επικυρώσεις (του Ιησού) των τιμωριών διά βασανιστηρίων [και φωτιάς]. (Ματθαίος 3: 10, «ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται· παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται.». 3: 12, «ου το πτύον εν τη χειρί αυτού και διακαθαριεί την άλωνα αυτού, και συνάξει τον σίτον αυτού εις την αποθήκην, το δε άχυρον κατακαύσει πυρί ασβέστω.». 13: 30, «άφετε συναυξάνεσθαι αμφότερα μέχρι του θερισμού, και εν καιρώ του θερισμού ερώ τοις θερισταίς· συλλέξατε πρώτον τα ζιζάνια και δήσατε αυτά εις δέσμας προς το κατακαύσαι αυτά, τον δε σίτον συναγάγετε εις την αποθήκην μου.». 13: 40-42, «ώσπερ ουν συλλέγεται τα ζιζάνια και πυρί καίεται, ούτως έσται εν τη συντελεία του αιώνος τούτου. αποστελεί ο υιός του ανθρώπου τους αγγέλους αυτού, και συλλέξουσιν εκ της βασιλείας αυτού πάντα τα σκάνδαλα και τους ποιούντας την ανομίαν, και βαλούσιν αυτούς εις την κάμινον του πυρός· εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων.». 18: 34-35, «και οργισθείς ο κύριος αυτού παρέδωκεν αυτόν τοις βασανισταίς έως ου αποδω παν το οφειλόμενον αυτω. Ούτω και ο πατήρ μου ο επουράνιος ποιήσει υμίν, εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφω αυτού από των καρδιών υμών τα παραπτώματα αυτών.» κλπ. Μάρκος 16: 16, «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται.» Λουκάς 12: 47, «εκείνος δε ο δούλος, ο γνούς το θέλημα του κυρίου εαυτού και μη ετοιμάσας μηδέ ποιήσας προς το θέλημα αυτού, δαρήσεται πολλάς·», 14: 23, «και είπεν ο κύριος προς τον δούλον· έξελθε εις τας οδούς και φραγμούς και ανάγκασον εισελθείν, ίνα γεμισθή ο οίκος μου.»19: 27, «πλήν τους εχθρούς μου εκείνους, τους μη θελήσαντάς με βασιλεύσαι επ’ αυτούς, αγάγετε ώδε και κατασφάξατε αυτούς έμπροσθέν μου.». κλπ. Ιωάννης 15: 6, «εάν μη τις μείνη εν εμοί, εβλήθη έξω ως το κλήμα και εξηράνθη, και συνάγουσιν αυτά και εις το πυρ βάλλουσι, και καίεται.». Αυτό απετέλεσε την θεολογική δικαιολογία της χρήσεως της φωτιάς μαζί με τα χωρία του Ματθαίου που αναφέραμε, 21: 44, 22: 7, 25: 29-30, κλπ, και πολλά χωρία της Παλαιάς Διαθήκης, κλπ.).
Θα έχομε την ευκαιρία, στη συνέχεια, να παρατηρήσομε ότι με το πέρασμα του χρόνου αυτά τα θεμέλια σταδιακά ισχυροποιήθηκαν. Αλλά μια επί πλέον περίσταση πρέπει να αναφερθεί εδώ. Υπήρχε ένα έγγραφο σε γενική κυκλοφορία από τα πρώιμα χρόνια της εκκλησίας, και τον καιρόν εκείνο εθεωρείτο ως έχον υψηλό κύρος. Είχε τίτλο, «Η Επιστολή του Κλήμεντος προς Ιάκωβον». Είναι μεταφρασμένο στον 17ο τόμο της συλλογής «Προ Νικαίας Χριστιανική Βιβλιοθήκη».
Σ’ αυτή την επιστολή, ο Κλήμης περιγράφει την χειροτονία του. Μας λέγει ότι όταν ο Πέτρος κόντευε να πεθάνει, αφού μαζεύτηκαν οι αδελφοί (στη Ρώμη), επέθεσε (ο Πέτρος) τα χέρια του στον Κλήμεντα, ως ο επίσκοπος, και του μετέδωσε την εξουσία του «δέειν και λύειν» (αμαρτίες), κλπ., και για ‘κείνον που θα είχε παράπονα και διαφορές τον καθιστούσε Πρόεδρο της Αλήθειας, και αφού εδήλωσε ότι ένας τέτοιος αμαρτάνει κατά του Χριστού και προσβάλλει τον Πατέρα όλων, ο Πέτρος συνέχισε ως εξής:
«Από ‘δω και μπρος, αυτός δεν θα ζήσει· και γι’ αυτό αρμόζει σε όποιον προεδρεύει να κατέχει τη θέση ιατρού· και να μην περιθάλπει την οργή ενός παραλόγου κτήνους.».
[Σ’ αυτό το κεφάλαιο βλέπομε ότι ο σπουδαίος ερευνητής Charles B. Waite, διαφωνεί ριζικώς με την καθιερωμένη ερμηνεία του χωρίου «όφελον και αποκόψονται οι αναστατούντες υμάς.» (Πρός Γαλάτας 5: 12), όπως συνεχώς την απαντάμε σε όλες τις ερμηνευτικές εκδόσεις της Καινής Διαθήκης μετά το τέλος της συνόδου του Τριδέντου το 1563. Γράφουν δηλαδή ότι ο Παύλος εκφράζει εδώ μια ειρωνικού τύπου επιθυμία. Διότι ενώ δεν κηρύττει την περιτομή, πολλοί την επιζητούν και αναστατώνουν τους Γαλάτες. (Στην πραγματικότητα πρόκειται για χριστιανοΕβραίους που ζούσαν στα μέρη της Γαλατίας της Μικράς Ασίας, Πρός Γαλάτας 2: 15, «Ημείς φύσει Ιουδαίοι και ουκ εξ εθνών αμαρτωλοί,», κ. α.). Συνεπώς, όπως ερμηνεύουν οι ορθόδοξοι ερμηνευτές, με το γράψιμό του σ’ αυτό το σημείο, ο Παύλος εύχεται ειρωνικά το εξής: «Αυτοί που επιζητούν την περιτομή και σας αναστατώνουν δεν πάνε καλύτερα και να ευνουχισθούν τελείως!». Δηλαδή με το «και αποκόψονται» εννοεί την ολοσχερή αποκοπή γεννητικών οργάνων και όχι μόνο της ακροβυστίας. Ο Waite όμως προσπαθεί να αποδείξει ότι ο Παύλος δεν εννοεί καθόλου αυτό. Κυριολεκτικά επιθυμεί την πλήρη εξολόθρευση όλων αυτών των ατόμων, μόνο που οι περιστάσεις σ’ αυτή την περίπτωση δεν του επιτρέπουν να το επιβάλλει όπως το έκανε πριν με την εκκλησία της Κορίνθου.
Όπως και να έχει το πράγμα από διάφορα χωρία των επιστολών του αποδεικνύεται ότι ο Παύλος πρέπει να είχε κάποιο σοβαρό σύμπλεγμα και σοβαρή εμμονή με τα γεννητικά όργανα, την πόσθη και τον ερωτισμό. Φαίνεται πως τον ενοχλούσαν σφόδρα! Παντού διαχέεται ένας αντιερωτισμός. Κάθε τόσο το ίδιο βιολί με την ακροβυστία και την περιτομή...! Βαριέσαι και σιχαίνεσαι να το συναντάς συνέχεια. Πολλοί φτάνουν στο σημείο να ισχυρίζονται ότι ο ίδιος ο Παύλος πρέπει να ήταν ευνούχος! Όπως αναφέραμε στο πρώτο μέρος της εργασίας αυτής περί της ασθενείας του Παύλου, ο Γάλλος ερευνητής Robert Ambelain διαγιγνώσκει ότι υπέφερε από κληρονομική ή ακριβέστερα συγγενή σύφιλη που ήταν ο σκόλοψ του, τον οποίον ύμνησε μέσα στις επιστολές του. Πρέπει να ομολογήσομε όμως ότι είναι πολύ δυσχερές το να αποφανθούμε ποίος ήταν ο σκόλοψ του Παύλου, για τον οποίον γράφει διάφορες στρεψοδικίες και ανοησίες στις επιστολές του: Α΄ Πρός Κoρινθίoυς 2: 3, Β΄ Πρός Κoρινθίoυς 10: 10, 11: 6, 30, 12: 5-10, Πρός Γαλάτας 4: 13-14, Πρός Φιλιππησίoυς 1: 24. Ακόμη δυσχερέστερο είναι το ερώτημα εάν υπήρχε η σύφιλη κατά την αρχαιότητα.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου